Τιταρήσιος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τιταρήσιος
ΕκβολέςΠηνειός
ΧώραΕλλάδα
Μήκος70 χλμ
ΠαραπόταμοιΕλασσονίτης και Σαραντάπορος

Ο Τιταρήσιος (Ξεριάς) είναι ένας από τους πιο σημαντικούς παραποτάμους του Πηνειού ποταμού στην κύρια ροή του ή πεδινό του τμήμα. Ο ποταμός Τιταρήσιος ως προαναφέρθηκε, πηγάζει από τις δυτικές κλιτύες του Ολύμπου και κατευθυνόμενου δυτικά, νοτιοδυτικά συμβάλλει με τον Πηνειό ποταμό. Βρίσκεται δε 70 μέτρα άνω της επιφάνειας της θάλασσας. Το συνολικό μήκος του ποταμού είναι 70 χιλιόμετρα και στο μεγαλύτερο μήκος του είναι μόνιμα κατακλυσμένος, θεωρούμενος ως συνεχούς ροής.

Οι κύριες φυσιογνωμικές μονάδες βλάστησης που συναντώνται είναι οι κοινωνίες καλαμώνων με κυρίαρχο είδος το αγριοκάλαμο (Phragmitis australis) και η παρυδάτια δενδρώδης βλάστηση με κυρίαρχα φυτικά είδη τον πλάτανο, τις ιτιές και τις λεύκες. Σύμφωνα με το σύστημα ταξινόμησης τύπων υγροτόπων της Συνθήκης Ραμσάρ που εγκρίθηκε στην 4η Συνάντηση των Συμβαλλόμενων Μελών στο Μοντρέ το 1999, ο Τιταρήσιος ποταμός υπάγεται στην κατηγορία των εσωτερικών υγροτόπων και χαρακτηρίζεται ως ποταμός συνεχούς ροής, παρά το γεγονός ότι συχνά, μετά την έξοδό του από τη λεκάνη απορροής, δεν εμφανίζει διαρκή ροή. Οι σπουδαιότερες σημερινές αξίες του ποταμού είναι η αρδευτική του σημασία η οποία είναι μεγάλη, με πτωτική όμως αποτελεσματικότητα λόγω της μεγάλης πτώσης των υδάτινων αποθεμάτων του τα τελευταία χρόνια και η αναψυχή, η οποία είναι όμως μέσης αξίας. Στον υγρότοπο έχουν επέλθει δραστικές αλλοιώσεις όσον αφορά τα γνωρίσματά του (αβιοτικά και βιοτικά) με κύρια αίτια την κατασκευή έργων διευθέτησης της ροής των υδάτων καθώς και οι υπεραντλήσεις τόσο του ποταμού όσο και του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα, ο οποίος εμπλουτίζεται σχεδόν αποκλειστικά από τα ύδατα του ποταμού.

Ο υγρότοπος του Τιταρήσιου ποταμού υφίσταται μέση επιβάρυνση από τη ρίψη υγρών και στερεών αποβλήτων των παρόχθειων οικισμών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ύπαρξη ανεξέλεγκτων χώρων ρίψης στερεών αποβλήτων των δημοτικών διαμερισμάτων Ροδιάς, Βρυοτόπου, Δελερίων καθώς και μπάζων εντός της κοίτης του ποταμού μέχρι πρόσφατα. Χαμηλή επιβάρυνση δέχεται επίσης από τα υγρά απόβλητα βιοτεχνιών - μεταποιητικών επιχειρήσεων με κύριο παράδειγμα τη μονάδα παραγωγής ντοματοπολτού ακριβώς στην περιοχή του οικισμού της Ροδιάς. Επίσης, 3 χλμ. έξω από το Αργυροπούλι βρίσκεται η λίμνη Μάτι Τυρνάβου, η οποία μαζί με τον Πηνειό αποτελούν τους μοναδικούς υδροβιότοπους του νομού. Το Μάτι αποτελεί σήμερα τη μοναδική φυσική λίμνη της Θεσσαλίας και παρά την μικρή της έκταση (250 στρ.) αποτελεί τον πυρήνα ενός οικοσυστήματος με πλούσια χλωρίδα και πανίδα.

Οι διακριτές μονάδες οικοσυστημάτων που εμφανίζονται στην ευρύτερη περιοχή του έργου είναι οι αγροτικές εκτάσεις με μονοετή φυτά και η κοινότητα των άγριων ζώων και των πτηνών. Οι αροτριαίες γεωργικές καλλιέργειες με μονοετή φυτά ως οικοσυστήματα υφίστανται αρκετά έντονες επεμβάσεις, αφού εκτός της χρήσης χημικών ουσιών έχουμε και την διατάραξη της δομής του εδάφους με βαθιές αρόσεις που επιτρέπουν αποπλύσεις και παρασύρσεις εδαφών σε επικλινή σημεία. Το ότι οι καλλιέργειες είναι κυρίως ξηρικές (σιτάρι, κριθάρι) μειώνει τις τάσεις υποβάθμισης των εδαφών. Η κατάσταση στις περιοχές με αυτού του είδους τις αγροτικές επεμβάσεις είναι μάλλον σταθερή, όμως απαιτούνται σημαντικές εισροές ενέργειας για να διατηρηθεί η αναπαραγωγική τους ικανότητα.

Η ζωοκοινότητα των άγριων θηλαστικών είναι πολύ φτωχή σε είδη αφού οι εχθροί της είναι πολλοί και οι βιότοποι συνεχώς κατακερματίζονται από δρόμους και μειώνονται από την επέκταση του αστικού χώρου. Εποχιακά έχουμε αύξηση κάποιων ειδών ή εξαφάνιση άλλων, γεγονότα που διαταράσσουν την τροφική αλυσίδα. Η πτηνοπανίδα και ιχθυοπανίδα είναι και αυτή σε κατάσταση ασταθή και με πορεία μάλλον αρνητική, αφού έχει τα ίδια προβλήματα με την ζωοκοινότητα. Η περιοχή μελέτης είναι φτωχή από σημαντικά ή σπάνια στοιχεία της φύσης, γι' αυτό και δεν υπάρχει καμία προστατευόμενη θέση ή στοιχείο.

Χλωρίδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην ευρύτερη περιοχή μελέτης η χλωρίδα που αναπτύσσεται στην παρόχθια περιοχή του Τιταρήσιου ποταμού, παράλληλα με το κράσπεδο του βραδέως ρέοντος ποταμού, μορφοποιείται στις εξής διαφορετικές φυσιογνωμικές μονάδες βλάστησης:

Σε τμήματα της περιμετρικής ζώνης του υγροτόπου υπάρχουν δενδρώδεις καλλιέργειες αμυγδαλιών, ενώ μια σημαντική έκταση της περιοχής καλύπτεται από βιομηχανικές καλλιέργειες ντομάτας, ζαχαρότευτλων (Beta vulgaris var. altissima), σιτηρών, καρπουζιών (Citrulus lanatus), σπαραγγιών (Asparagus officinalis), καθώς επίσης και από βοσκότοπους, χορτολιβαδικές εκτάσεις, κλπ.

Πανίδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιχθύες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιδιαίτερες μελέτες για την ιχθυοπανίδα του Τιταρήσιου ποταμού δεν έχουν γίνει. Παρ' όλα αυτά από δημοσιεύσεις στο ΕΚΒΥ και αναφορές ψαράδων της περιοχής, συμπεραίνεται ότι: Στα γλυκά νερά του Τιταρήσιου έχει διαπιστωθεί ότι υπάρχουν 37 είδη ψαριών, ενώ πιθανολογείται η παρουσία άλλων 11 ειδών. Ο Τιταρήσιος, με τις αποθέσεις του και την ιλύ που μεταφέρει μαζί με τον Πηνειό ποταμό στη θάλασσα, δημιουργεί ένα πολύ πλούσιο διατροφικό σύστημα το οποίο συντηρεί πολλά είδη ψαριών. Έτσι, εκτός από τα ποτάμια ψάρια, στη μεγάλη ιχθυοσυλλογή γλυκών νερών της περιοχής αυτής εμφανίστηκαν το αναδρομικό είδος Acipenser sturio (μουρούνα-οξύρυγχος) το οποίο ωοτοκεί και αναπτύσσεται στα ποτάμια για να κατέβει αργότερα στις παράκτιες περιοχές της θάλασσας όπου και διαβιεί, και το πελαγικό, μεταναστευτικό είδος Alosa fallax nilotica (σαρδελομάνα) που ανήκει επίσης στην κατηγορία των αναδρομικών, ποταμοτόκων ιχθύων. Έχουν παρατηρηθεί επίσης τα είδη Nemacheilus barbatulus (λαδούσα) και Sabanejewia aurata balcanica (χρυσοβελονίτσα) που χαρακτηρίζεται ως απειλούμενο είδος.