Τέλος καλό, όλα καλά

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τέλος καλό, όλα καλά
Η πρώτη σελίδα του έργου από δημοσίευση του 1623.
ΣυγγραφέαςΟυίλλιαμ Σαίξπηρ
ΤίτλοςAll's Well That Ends Well
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημιουργίας1605
Ημερομηνία δημοσίευσης1623
Μορφήθεατρικό έργο
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Τέλος καλό όλα καλά (αγγλικός τίτλος: All's Well That Ends Well) είναι θεατρικό έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Υπάρχει διαφωνία σχετικά με τη χρονολόγηση της συγγραφής του έργου, με πιθανές ημερομηνίες να κυμαίνονται από το 1598 έως το 1608.[1]

Η υπόθεση αναφέρεται στα τεχνάσματα μιας νεαρής να κερδίσει την αγάπη του συζύγου της που αναγκάστηκε να την παντρευτεί αλλά δεν αναγνωρίζει τον γάμο τους και την περιφρονεί για την ταπεινή καταγωγή της. [2]

Το έργο έχει καταταχθεί στις κωμωδίες του Σαίξπηρ, ωστόσο θεωρείται ένα από τα «προβληματικά έργα» του που χαρακτηρίζονται από τον περίπλοκο και διφορούμενο τόνο τους, έργο που θέτει περίπλοκα ηθικά διλήμματα και ταλαντεύεται ανάμεσα στην κωμωδία και στο σκοτεινό, ψυχολογικό δράμα και πλησιάζει στην τραγικωμωδία.

Έμπνευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σαίξπηρ εμπνεύστηκε το έργο από μια ιστορία του Δεκαήμερου του Βοκάκιου, την ένατη ιστορία της τρίτης ημέρας. Ωστόσο, άλλαξε και πρόσθεσε τα πρόσωπα. Επίσης, ο Βοκάκιος εστιάζει μόνο στη σχέση μεταξύ της Ελέν και του Μπερτράμ και όλη η πολιτική ίντριγκα γύρω από τον κόμη ντε Ρουσιγιόν και τον Παρόλ είναι εντελώς απούσα. Εκτός από αυτές τις τροποποιήσεις, το έργο είναι πιστό στο πρωτότυπο κείμενο του Μεσαίωνα.[3]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ελέν και ο κόμης Μπερτράμ μπροστά στον Γάλλο βασιλιά, Φράνσις Γουίτλεϊ (1793)

Το έργο διαδραματίζεται στη Γαλλία και στην Τοσκάνη.

Η Ελέν, ορφανή κόρη ενός διάσημου γιατρού και ακόλουθος της κόμισσας ντε Ρουσιγιόν, είναι απελπισμένα ερωτευμένη με τον γιο της κόμισσας, τον κόμη Μπερτράμ, ο οποίος έχει σταλεί στην αυλή του βασιλιά της Γαλλίας. Παρά την ομορφιά της και τις φυσικές της χάρες, η Ελέν δεν έχει καμία ελπίδα να προσελκύσει τον κόμη, επειδή είναι ταπεινής καταγωγής ενώ εκείνος είναι ευγενής. Η Ελέν ακολουθεί τον Μπερτράμ στο Παρίσι, φαινομενικά για να προσφέρει στον βασιλιά που είναι άρρωστος τις υπηρεσίες της, χρησιμοποιώντας τις ιατρικές γνώσεις που της μετέδωσε ο πατέρας της. Ο βασιλιάς δυσπιστεί και αυτή εγγυάται τη θεραπεία του με τη ζωή της: αν πεθάνει, θα θανατωθεί, αλλά αν ζήσει, ζητά ως ανταμοιβή να επιλέξει σύζυγο από τη βασιλική αυλή.[4]

Ο βασιλιάς θεραπεύεται από το συρίγγιο που έπασχε και η Ελέν επιλέγει ως σύζυγο τον Μπερτράμ, ο οποίος συγκλονίζεται από τα νέα και την απορρίπτει, λόγω της φτώχειας και της χαμηλής της θέσης. Ο βασιλιάς τον αναγκάζει να την παντρευτεί, αλλά μετά την τελετή ο νέος φεύγει αμέσως στον πόλεμο στην Ιταλία με τον φίλο του Παρόλ χωρίς ούτε ένα αποχαιρετιστήριο φιλί.

Η Ελέν επιστρέφει στο σπίτι της κόμισσας και λαμβάνει ένα γράμμα από τον Μπερτράμ που την ενημερώνει ότι δεν θα γίνει ποτέ σύζυγός της, εκτός κι αν μπορέσει να πάρει το οικογενειακό του δαχτυλίδι από το δάχτυλό του και να μείνει έγκυος στο παιδί του - κανένα από τα δύο, δηλώνει, δεν θα συμβεί ποτέ. Η κόμισσα, που αγαπά την Ελέν και εγκρίνει τον γάμο, προσπαθεί να την παρηγορήσει, αλλά η νεαρή γυναίκα, κυριευμένη από θλίψη, φεύγει από το Ρουσιγιόν, προφασιζόμενη ένα θρησκευτικό προσκύνημα.[5]

Εν τω μεταξύ, στη Φλωρεντία, ο Μπερτράμ έγινε στρατηγός στο στρατό του δούκα. Η Ελέν, μόλις φτάνει στην πόλη, ανακαλύπτει ότι ο σύζυγός της προσπαθεί να σαγηνεύσει την Ντιάνα, την κόρη μιας χήρας, η οποία δέχεται να προσφέρει τη βοήθειά της στην Ελέν. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, ο Μπερτράμ και η Ελέν - που ο επίδοξος εραστής νομίζει ότι είναι η Ντιάνα - ανταλλάσσουν τα δαχτυλίδια τους, ολοκληρώνουν τη σχέση τους, χωρίς ο Μπερτράν να υποψιάζεται ότι κοιμάται με την Ελέν, η οποία μένει έγκυος. Εν τω μεταξύ, στη δευτερεύουσα πλοκή του έργου, δύο άρχοντες του στρατού κατηγορούν τον Παρόλ για δειλία και απιστία και πέφτει σε δυσμένεια.

Διαδίδεται η φήμη ότι η Ελέν είναι νεκρή και, καθώς ο πόλεμος πλησιάζει στο τέλος του, ο Μπερτράμ αποφασίζει να επιστρέψει στη Γαλλία. Εν αγνοία του, η Ελέν τον ακολουθεί, συνοδευόμενη από την Ντιάνα και τη μητέρα της.

Εικονογράφηση της τελευταίας σκηνής (1794)

Στο Ρουσιγιόν, όλοι προσποιούνται ότι θρηνούν για την Ελένη. Ο βασιλιάς τους επισκέπτεται και συναινεί σε έναν γάμο μεταξύ του Μπερτράμ και της κόρης ενός ευγενή. Ωστόσο, παρατηρεί στο δάχτυλο του Μπερτράμ το δαχτυλίδι που ανήκε στην Ελέν: ήταν το δώρο που της έκανε όταν του έσωσε τη ζωή. Ο Μπερτράμ δυσκολεύεται να εξηγήσει από πού προέρχεται. Η Ντιάνα και η μητέρα της επεμβαίνουν στη συνέχεια για να εξηγήσουν την εξαπάτηση που επινόησε η Ελέν. Η τελευταία ενημερώνει τον σύζυγό της ότι οι δύο προϋποθέσεις που είχε θέσει για την ολοκλήρωση του γάμου τους έχουν εκπληρωθεί. Ο Μπερτράμ, εντυπωσιασμένος από όλα όσα έχει κάνει για να τον κερδίσει, της ορκίζεται την αγάπη του. Έτσι όλα τελειώνουν καλά, αν και στις περισσότερες σύγχρονες ερμηνείες του έργου, ο ήρωας διατηρεί την πικρία του.[6]

Μεταφράσεις στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Τέλος Καλό Όλα Καλά, στα Άπαντα Σαίξπηρ, μετάφραση: Βασίλης Ρώτας και Βούλα Δαμιανάκου, εκδόσεις Ίκαρος, 1969.
  • Τέλος Καλό Όλα Καλά, μετάφραση: Βασίλης Ρώτας, εκδόσεις Επικαιρότητα, 1997.[7]
  • Τέλος Καλό Όλα Καλά, μετάφραση: Ερρίκος Μπελιές, εκδόσεις Κέδρος, 2004

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]