Περικλής, ο πρίγκιπας της Τύρου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περικλής, ο πρίγκιπας της Τύρου
Εξώφυλλο της έκδοσης του 1609
ΣυγγραφέαςΟυίλλιαμ Σαίξπηρ
George Wilkins
ΤίτλοςPericles, Prince of Tyre
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημιουργίας1608
Ημερομηνία δημοσίευσης1609
Μορφήθεατρικό έργο
ΧαρακτήρεςPericles
ΒραβείαΒραβεία Ολίβιε
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Περικλής, ο πρίγκιπας της Τύρου (αγγλικός τίτλος: Pericles, Prince of Tyre) είναι θεατρικό έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Λόγω των υφολογικών διαφορών του κειμένου, θεωρείται ότι γράφτηκε σε συνεργασία, πιθανόν με τον Τζωρτζ Γουίλκινς, που έγραψε τις πρώτες 9 σκηνές και ο Σαίξπηρ τις υπόλοιπες 13. Υπάρχουν, ωστόσο, φράσεις διάσπαρτες στις εναρκτήριες σκηνές που από το ύφος φαίνεται να είναι εκ νέου επεξεργασία του ίδιου του Σαίξπηρ. Η πρώτη παράσταση πιστεύεται ότι έγινε το 1608 και η πρώτη έκδοση το 1609.[1]

Γραμμένο μεταξύ 1606 και 1608, το έργο είναι ένα μείγμα δράματος και επικής αφήγησης. Είναι ταξινομημένο στην κατηγορία των «ύστερων ρομαντικών κωμωδιών»» μαζί με τα μεταγενέστερα έργα του συγγραφέα. Το έργο αναφέρεται στις συναρπαστικές περιπέτειες του Περικλή, που εγκαταλείπει το βασίλειο του για να αποφύγει την οργή του βασιλιά Αντίοχου επειδή έχει ανακαλύψει ένα τρομερό μυστικό. Στις περιπλανήσεις του χάνει τη γυναίκα και την κόρη του και χρόνια αργότερα ενώνεται και πάλι μαζί τους.[2]

Η κύρια πηγή του Σαίξπηρ ήταν το αρχαίο μυθιστόρημα Ιστορία του Απολλώνιου της Τύρου, [3]σε διάφορες μεταγενέστερες μεταφράσεις, όπως την όγδοη ποιητική συλλογή του Τζον Γκάουερ: Confessio Amantis (1380). Ο ίδιος ο μεσαιωνικός ποιητής Τζον Γκάουερ εμφανίζεται στο έργο ως αφηγητής.

Είναι ένα από τα πιο δημοφιλή έργα του Ουίλιαμ Σαίξπηρ και παρουσιάζεται συχνά στην εποχή μας.[4]

Ρόλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Περικλής ρίχνει το φέρετρο της γυναίκας του στη θάλασσα (1915)
  • Αντίοχος – βασιλιάς της Αντιόχειας
  • Περικλής – πρίγκιπας-ηγεμόνας της Τύρου
  • Ελίκανος και Έσκανος – δύο άρχοντες της Τύρου
  • Σιμωνίδης – βασιλιάς της Πεντάπολης
  • Κλέων – ηγεμόνας της Ταρσού
  • Λυσίμαχος – ηγεμόνας της Μυτιλήνης
  • Χαιρήμων – άρχοντας της Εφέσου
  • Θαλιάρτης – άρχοντας της Αντιόχειας
  • Φιλήμων – υπηρέτης του Χαιρήμωνα
  • Λεονίνος – υπηρέτης της Διονυσίας
  • Η κόρη του Αντίοχου
  • Διονυσία – σύζυγος του Κλέωνα
  • Θαΐσα – κόρη του Σιμωνίδη, σύζυγος του Περικλή
  • Μαρίνα – κόρη του Περικλή και της Θαΐσας
  • Λυχορίδα – τροφός της Μαρίνας
  • Άνδρας και γυναίκα, ιδιοκτήτες οίκου ανοχής
  • Θεά Άρτεμις
  • Τζον Γκάουερ ως αφηγητής
  • Άρχοντες, Ιππότες, Κύριοι, Ναύτες, Πειρατές, Ψαράδες, Υπηρέτες και Αγγελιοφόροι

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τζον Γκάουερ εισάγει κάθε πράξη με έναν πρόλογο που συνοψίζει τα προηγούμενα και ανακοινώνει τη συνέχεια.[5]

Πρώτη πράξη

Το έργο ανοίγει στην αυλή του Αντίοχου, βασιλιά της Αντιόχειας, ο οποίος προσφέρει το χέρι της όμορφης κόρης του σε όποιον λύσει ένα αίνιγμα. Όσοι υποψήφιοι μνηστήρες αποτυγχάνουν, θανατώνονται.

Ο Περικλής, ο νεαρός πρίγκιπας (ηγεμόνας) της Τύρου, ακούει το αίνιγμα και καταλαβαίνει αμέσως το νόημά του: ο Αντίοχος έχει αιμομικτική σχέση με την κόρη του. Αν απαντήσει λάθος θα σκοτωθεί, αλλά αν αποκαλύψει την αλήθεια, θα σκοτωθεί ούτως ή άλλως. Ο Περικλής υπαινίσσεται ότι ξέρει την απάντηση και ζητά περισσότερο χρόνο για να σκεφτεί. Ο Ο σκληρός κυρίαρχος του παραχωρεί 40 μέρες και μετά στέλνει δολοφόνους να τον σκοτώσουν .[6]

Ο Σιμωνίδης και η Θαΐσα, εικονογράφηση του 1825–40.

Ωστόσο, ο Περικλής ειδοποιείται έγκαιρα, εγκαταλείπει την πόλη και επιστρέφει στην Τύρο, όπου ο έμπιστος φίλος και σύμβουλός του Ελίκανος τον συμβουλεύει να φύγει από την πόλη, γιατί ο Αντίοχος σίγουρα θα τον κυνηγήσει. Ο Περικλής ορίζει τον Ελικάνο ως αντιβασιλέα και πλέει στην Ταρσό, που εκείνη την εποχή μαστιζόταν από πείνα. Ο γενναιόδωρος Περικλής δίνει στον ηγεμόνα της πόλης Κλέωνα και στη σύζυγό του Διονυσία σιτηρά από το πλοίο του για να σώσουν τον λαό. Ο λιμός τελειώνει και αφού τον ευχαριστούν θερμά, ο Περικλής συνεχίζει την περιπλάνησή του για να γλιτώσει από την οργή του Αντίοχου.

Δεύτερη πράξη

Το πλοίο του ναυαγεί σε μια σφοδρή καταιγίδα και το κύμα τον βγάζει στις ακτές της Πεντάπολης. Σώζεται από μια ομάδα φτωχών ψαράδων που τον ενημερώνουν ότι ο Σιμωνίδης, ο βασιλιάς της Πεντάπολης, διοργανώνει αγώνες την επόμενη μέρα και ότι ο νικητής θα παντρευτεί την κόρη του Θαΐσα. Ευτυχώς, ένας από τους ψαράδες βγάζει την πανοπλία του Περικλή στην ακτή και ο πρίγκιπας αποφασίζει να λάβει μέρος. Αν και ο εξοπλισμός του έχει φθαρεί, ο Περικλής κερδίζει το τουρνουά και το χέρι της Θαΐσας, που την ερωτεύεται. Ο Σιμωνίδης αρχικά εκφράζει αμφιβολίες για τον γάμο, αλλά σύντομα συμπαθεί τον Περικλή και τους επιτρέπει να παντρευτούν.

Τρίτη πράξη

Ο Περικλής θρηνεί τη Θαΐσα

Ο Ελίκανος ενημερώνει τον Περικλή ότι ο Αντίοχος και η κόρη του κάηκαν από φωτιά του ουρανού ως τιμωρία για την αμαρτία τους και ότι οι κάτοικοι της Τύρου ζητούν τον πρίγκιπά τους να επιστρέψει. Έτσι, αποφασίζει να επιστρέψει στην Τύρο με την έγκυο Θαΐσα. Και πάλι, μια καταιγίδα εμφανίζεται ενώ βρίσκεται στη θάλασσα και η Θαΐσα φαίνεται να πεθαίνει γεννώντας το παιδί της, τη Μαρίνα. Οι ναυτικοί επιμένουν να ρίξουν το πτώμα της στη θάλασσα για να ηρεμήσει η καταιγίδα. Ο συντετριμμένος Περικλής συμφωνεί απρόθυμα και αποφασίζει να σταματήσει στην Ταρσό γιατί φοβάται ότι το μωρό μπορεί να χαθεί στη θαλασσοταραχή.[7]

Το φέρετρο της Θαΐσας ξεβράζεται στην Έφεσο και μεταφέρεται στον άρχοντα Χαιρήμωνα, που ανακαλύπτει ότι το άτομο μέσα δεν είναι νεκρό και η γυναίκα ανακτά τις αισθήσεις της. Πιστεύοντας ότι ο Περικλής πέθανε στην καταιγίδα, η Θαΐσα γίνεται ιέρεια στο ναό της Αρτέμιδος.

Ο Περικλής αναχωρεί για να κυβερνήσει την Τύρο, αφήνοντας τη Μαρίνα στη φροντίδα του Κλέωνα και της Διονυσίας.

Τέταρτη πράξη

Η Μαρίνα τραγουδώντας μπροστά στον Περικλή, Τόμας Στόταρντ (1825)

Τα χρόνια περνούν και η Μαρίνα μεγαλώνοντας γίνεται πιο όμορφη από την κόρη του Κλέωνα και της Διονυσίας, η οποία σχεδιάζει να την δολοφονήσει. Το σχέδιο ματαιώνεται όταν πειρατές απαγάγουν τη Μαρίνα και στη συνέχεια την πουλούν σε έναν οίκο ανοχής στη Μυτιλήνη. Εκεί η Μαρίνα καταφέρνει να κρατήσει την αγνότητά της πείθοντας τους άντρες ότι πρέπει να αναζητήσουν την αρετή και την αγνότητα. Ανησυχώντας για τα έσοδά τους, οι προαγωγοί του οίκου ανοχής τη συστήνουν ως δασκάλα σε αξιοσέβαστες νεαρές κυρίες. Γίνεται διάσημη για τη μουσική τέχνη της.

Στο μεταξύ, ο Περικλής επιστρέφει στην Ταρσό για να πάρει την κόρη του. Ο κυβερνήτης και η σύζυγός του ισχυρίζονται ότι πέθανε, θλιμμένος φεύγει.

Πέμπτη πράξη

Οι περιπλανήσεις του τον οδηγούν στη Μυτιλήνη όπου ο ηγεμόνας Λυσίμαχος, επιδιώκοντας να τον διασκεδάσει, του παρουσιάζει τη Μαρίνα. Διηγούνται τις θλιβερές ιστορίες τους και συνειδητοποιούν με χαρά ότι είναι πατέρας και κόρη. Στη συνέχεια, η θεά Άρτεμις εμφανίζεται σε όνειρο στον Περικλή και του λέει να έρθει στο ναό της, όπου βρίσκει την Θαΐσα. Αποφασίζουν να παραστούν στον γάμο της κόρης τους με τον Λυσίμαχο και μετά σκοπεύουν να περάσουν τις υπόλοιπες μέρες τους στην Πεντάπολη. Οι κακόβουλοι Κλέων και Διονυσία σκοτώνονται όταν ο λαός τους επαναστατεί ενάντια στο έγκλημά τους. Το έργο τελειώνει με τον γάμο του Λυσίμαχου και της Μαρίνας.[8]

Αφηγηματικός χρόνος και τόποι δράσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι τοποθεσίες που αναφέρονται στο έργο

Η δράση εκτείνεται σε περίπου είκοσι χρόνια και διαδραματίζεται στο βασίλειο του Αντίοχου του Μεγάλου, ο οποίος βασίλεψε από το 223–187 π.Χ.. Τουλάχιστον αυτό υποδηλώνουν οι ενδείξεις στις δύο κύριες πηγές του δράματος, το Confessio Amantis του Τζον Γκάουερ και το The Pattern of Painfull Adventures του Λόρενς Τουάιν. Οι τοποθεσίες της πλοκής τοποθετούνται στη νοτιοανατολική Μεσόγειο και είναι με τη σειρά με την οποία εμφανίζονται στο έργο:

Μεταφράσεις στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Περικλής, ηγεμόνας της Τύρου, ελεύθερη διασκευή και προσαρμογή σε κόμικς: Θανάσης Δήμου, εκδόσεις ΚΨΜ [9]
  • Περικλής, μετάφραση: Βασίλης Ρώτας, εκδόσεις Άλτερ Εγκο Μ.Μ.Ε. Αθήνα, 2009
  • Περικλής, μετάφραση: Διονύσης Καψάλης, εκδόσεις Gutenberg, 2019 [10]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]