Οι δύο άρχοντες της Βερόνας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οι δύο άρχοντες της Βερόνας
Οι δύο άρχοντες της Βερόνας, σκηνή από εικονογράφηση του 1830
ΣυγγραφέαςΟυίλλιαμ Σαίξπηρ
ΤίτλοςThe Two Gentlemen of Verona
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημιουργίας1591
Μορφήθεατρικό έργο
ΧαρακτήρεςValetine και Σίλβια
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Οι δύο άρχοντες της Βερόνας (τίτλος στα αγγλικά: The Two Gentlemen of Verona) είναι κωμωδία του Ουίλιαμ Σαίξπηρ που χρονολογείται από την αρχή της καριέρας του, θεωρείται ότι γράφτηκε μεταξύ 1589 και 1593. [1]

Είναι ένα από τα πρώτα θεατρικά έργα του Σαίξπηρ και παρουσιάζει τα πρώτα δοκιμαστικά βήματα στη διαμόρφωση ορισμένων θεμάτων και μοτίβων με τα οποία αργότερα ο συγγραφέας θα ασχοληθεί λεπτομερέστερα, για παράδειγμα, είναι το πρώτο από τα έργα του στο οποίο μια ηρωίδα μεταμφιέζεται σε αγόρι. Το έργο πραγματεύεται τα θέματα της φιλίας, της προδοσίας και τη σύγκρουση μεταξύ φιλίας και έρωτα. Στα κωμικά στοιχεία συγκαταλέγονται ο υπηρέτης του ευμετάβλητου ήρωα και ο σκύλος του, ο οποίος έχει περιγραφεί ως «ο πιο σκηνικός, μη ομιλών ρόλος σε όλο το σαιξπηρικό έργο».

Το έργο θεωρείται συχνά ως ένα από τα πιο αδύναμα έργα του Σαίξπηρ καθώς έχει τον μικρότερο αριθμό χαρακτήρων από όλα τα έργα του συγγραφέα.

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Σύλβια, Κάρλο Περουτζίνι (1888).
Ποια είναι η Σύλβια; Τι είναι αυτή, που την υμνούν όλοι; Έντουιν Όστιν Άμπεϊ (1896)

Καθώς αρχίζει το έργο, ο Βαλεντίνος ετοιμάζεται να φύγει από τη Βερόνα για το Μιλάνο για να να ταξιδέψει και να δει τον κόσμο. Προσκαλεί τον καλύτερο φίλο του Πρωτέα, να τον συνοδεύσει, αλλά αυτός είναι ερωτευμένος με τη Τζούλια και αρνείται να φύγει. Απογοητευμένος, ο Βαλεντίνος τον αποχαιρετά και φεύγει μόνος. Εν τω μεταξύ, η Τζούλια συζητά για τον Πρωτέα με την υπηρέτριά της Λουσέτα, η οποία λέει στην Τζούλια ότι πιστεύει ότι ο Πρωτέας την αγαπά. Η Τζούλια, ωστόσο, ντρέπεται να παραδεχτεί ότι και η ίδια είναι ερωτευμένη μαζί του. Στη συνέχεια, η Λουσέτα της δίνει ένα γράμμα που έστειλε ο Πρωτέας. Η Τζούλια, που ακόμη δεν αποκαλύπτει τον έρωτά της μπροστά στη Λουσέτα, το σκίζει θυμωμένη. Διώχνει την υπηρέτρια αλλά στη συνέχεια μαζεύει τα κομμάτια του γράμματος και τα φιλά, προσπαθώντας να τα συνενώσει ξανά.[2]

Ο Βαλεντίνος φλερτάρει τη Σύλβια παρά την παρουσία του δούκα του Μιλάνου, Άλφρεντ Έλμορ (1857)

Εν τω μεταξύ, ο πατέρας του Πρωτέα αποφασίζει να τον στείλει στο Μιλάνο για να ταξιδέψει κι αυτός μαζί με τον Βαλεντίνο και τον διατάζει να φύγει την επόμενη μέρα. Πριν φύγει, ο Πρωτέας ορκίζεται στη Τζούλια αιώνια αγάπη. Οι δυο τους ανταλλάσσουν δαχτυλίδια και όρκους και ο νεαρός της υπόσχεται να επιστρέψει το συντομότερο δυνατό.

Στο Μιλάνο, ο Πρωτέας βρίσκει τον Βαλεντίνο ερωτευμένο με την κόρη του δούκα, Σύλβια. Παρά τον έρωτά του για την Τζούλια, ο Πρωτέας ερωτεύεται κεραυνοβόλα τη Σύλβια και ορκίζεται να την κερδίσει. Χωρίς να γνωρίζει τα συναισθήματα του φίλου του, ο Βαλεντίνος του λέει ότι ο δούκας σχεδιάζει να παντρέψει τη Σύλβια με τον ματαιόδοξο αλλά πλούσιο Θούριο, παρά τη θέλησή της. Επειδή ο δούκας υποψιάζεται ότι η κόρη του και ο Βαλεντίνος είναι ερωτευμένοι, την κλειδώνει κάθε βράδυ στον πύργο και κρατά το μοναδικό κλειδί. Ωστόσο, ο Βαλεντίνος λέει στον φίλο του ότι σκοπεύει να την ελευθερώσει με μια σκάλα και να φύγουν μαζί. Ο Πρωτέας ενημερώνει αμέσως τον δούκα, ο οποίος εξορίζει τον Βαλεντίνο. Καθώς περιπλανιέται έξω από το Μιλάνο, ο Βαλεντίνος συναντά μια ομάδα παρανόμων, που ισχυρίζονται ότι είναι επίσης εξόριστοι άρχοντες. Ο Βαλεντίνος τους λέει ψέματα ότι εξορίστηκε επειδή σκότωσε έναν άνδρα σε μονομαχία, οι παράνομοι τον εκλέγουν αρχηγό τους.[3]

Ο Βαλεντίνος σώζει τη Σύλβια από τον Πρωτέα, Φράνσις Γουίτλι (1792)

Εν τω μεταξύ, στη Βερόνα, η Τζούλια, χωρίς νέα από τον αγαπημένο της, αποφασίζει να πάει να τον βρει στο Μιλάνο. Πείθει τη Λουσέτα να τη ντύσει με αντρικά ρούχα και να τη βοηθήσει να φτιάξει τα μαλλιά της, ώστε να μην κινδυνεύσει στο ταξίδι. Μόλις φτάνει στο Μιλάνο, η Τζούλια ανακαλύπτει γρήγορα τον έρωτα του Πρωτέα για τη Σύλβια, βλέποντάς τον να της κάνει σερενάτα. Επινοεί να μπει στην υπηρεσία του – ως ακόλουθος Σεμπάστιαν – μέχρι να αποφασίσει τι θα κάνει. Ο Πρωτέας στέλνει τον Σεμπάστιαν στη Σύλβια με δώρο το δαχτυλίδι που του έδωσε η Τζούλια πριν φύγει από τη Βερόνα, εκεί η Τζούλια μαθαίνει ότι η Σύλβια δεν ανταποκρίνεται στον έρωτα του Πρωτέα και τον περιφρονεί που λησμόνησε την αγαπημένη του, δηλαδή την ίδια την Τζούλια. Η Σύλβια θρηνεί για την απώλεια του Βαλεντίνου, για τον οποίο ο Πρωτέας της είπε ότι φημολογείται ότι είναι νεκρός.

Χωρίς να πειστεί για τον θάνατο του Βαλεντίνου, η Σύλβια αποφασίζει να τον αναζητήσει με τη βοήθεια του σερ Έγκλαμουρ. Στο δάσος, έρχονται αντιμέτωποι με τους παράνομους, ο Έγκλαμουρ τρέπεται σε φυγή και η Σύλβια αιχμαλωτίζεται. Οι παράνομοι κατευθύνονται προς τον αρχηγό τους (Βαλεντίνο), αλλά στο δρόμο, συναντούν τον Πρωτέα και την Τζούλια (ακόμη μεταμφιεσμένη σε Σεμπάστιαν). Ο Πρωτέας σώζει τη Σύλβια, όμως την οδηγεί βαθύτερα στο δάσος και προσπαθεί να την πείσει ότι την αγαπά, αλλά εκείνη απορρίπτει τις προτάσεις του. Ο Βαλεντίνος παρακολουθεί κρυφά τη σκηνή.[4]

Εξοργισμένος από την περιφρόνησή της, ο Πρωτέας υπαινίσσεται ότι θα τη βιάσει («Θα σε αναγκάσω να υποκύψεις στην επιθυμία μου») και τότε ο Βαλεντίνος επεμβαίνει. Τρομοκρατημένος από την πράξη του, ο Πρωτέας μετανιώνει και ορκίζεται ότι το μίσος που νιώθει ο Βαλεντίνος γι' αυτόν δεν είναι τίποτα σε σύγκριση με το μίσος που νιώθει ο ίδιος για τον εαυτό του. Πεπεισμένος για τη συντριβή του φίλου του, ο Βαλεντίνος τον συγχωρεί και φαίνεται να του προσφέρει τη Σύλβια. Σ' αυτό το σημείο, συντετριμμένη, η Τζούλια λιποθυμά και αποκαλύπτεται η πραγματική της ταυτότητα. Αυτή η αποκάλυψη αναζωπυρώνει ξαφνικά τη φλόγα του Πρωτέα και της ορκίζεται για άλλη μια φορά πίστη.

Ο δούκας και ο Θούριος έχουν αιχμαλωτισθεί και οδηγούνται στη σκηνή από τους παράνομους. Βλέποντας τη Σύλβια, ο Θούριος τη διεκδικεί ως μνηστή του, αλλά ο Βαλεντίνος τον προειδοποιεί ότι αν κάνει μια κίνηση προς το μέρος της, θα τον σκοτώσει. Τρομοκρατημένος, ο Θούριος παραιτείται. Ο δούκας, βλέποντας τη δειλία του Θούριου και εντυπωσιασμένος από τις πράξεις του Βαλεντίνου, εγκρίνει τον αγαπημένο της κόρης του και συναινεί στο γάμο τους. Τα δύο ζευγάρια ενώνονται ευτυχισμένα και ο δούκας συγχωρεί τους παράνομους, λέγοντάς τους ότι μπορούν να επιστρέψουν στο Μιλάνο. Όλοι επιστρέφουν χαρούμενοι στο Μιλάνο.[5]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πλοκή είναι εμπνευσμένη στην Ιστορία του Φελίξ και της Φελισμένας που περιλαμβάνεται στη Ντιάνα (1559), μια συλλογή ιστοριών του Πορτογάλου συγγραφέα Χόρχε ντε Μοντεμαγιόρ. Ο Σαίξπηρ ενδέχεται να διάβασε μια μετάφραση του έργου, αλλά γνωρίζουμε ότι ένα θεατρικό έργο (τώρα χαμένο) βασισμένο στην ίδια ιστορία παίχτηκε στο Λονδίνο από τον θίασο της Βασίλισσας το 1585, οπότε το έργο ίσως είναι μια διασκευή της ιστορίας.

Η σχέση των δύο αρχόντων του τίτλου και το τέλος του έργου φέρουν επιρροές και από άλλες πιθανές πηγές, όπως το έργο του Ρίτσαρντ Έντουρντς Δάμων και Φιντίας (1565) και η Ιστορία του ιππότη του Τζόφρι Σώσερ από τις Ιστορίες του Κάντερμπερυ.[6]

Κριτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι δύο άρχοντες της Βερόνας, Αγγέλικα Κάουφμαν (1789)

Το πιο επικριτικά συζητημένο θέμα στο έργο είναι η πρόταση, παράξενη για τα σύγχρονα δυτικά πρότυπα, του Βαλεντίνου προς το τέλος του έργου, όπου φαίνεται να «προσφέρει» τη Σίλβια στον Πρωτέα ως ένδειξη της φιλίας του. Για πολλά χρόνια, η γενική κριτική συναίνεση γι' αυτό το θέμα ήταν ότι το περιστατικό αποκάλυπτε έναν εγγενή μισογυνισμό στο κείμενο. Ωστόσο, υπάρχουν πολλές θεωρίες σχετικά με αυτήν την τελευταία σκηνή. Η ασάφεια βρίσκεται στον στίχο «Ό,τι ήταν δικό μου στη Σύλβια, σου δίνω»[7] (Πράξη 5, Σκηνή 4). [3]

Οι σύγχρονοι μελετητές και κριτικοί έχουν αναπτύξει διάφορες ερμηνείες: ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ο Βαλεντίνος δεν προσφέρεται καθόλου να δώσει τη Σύλβια στον Πρωτέα. Άλλοι [8]ερμηνεύουν ότι σημαίνει πως ο Βαλεντίνος παραδίδει όντως τη Σύλβια στον επίδοξο βιαστή της, μια άλλη σχολή σκέψης προτείνει ότι σημαίνει απλώς «Θα σε αγαπήσω (Πρωτέα) με τόση αγάπη όση αγαπώ τη Σύλβια».

Θεωρείται επίσης πιθανό, η προσφορά να είναι απόλυτα λογική από την άποψη των εννοιών της φιλίας που επικρατούσαν εκείνη την εποχή και να παρουσιάζει την εξιδανίκευση της ανδρικής φιλίας ως ανώτερη από τον έρωτα.

Μεταφράσεις στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]