Σχολική εγκατάλειψη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο όρος σχολική εγκατάλειψη αναφέρεται στην εγκατάλειψη του λυκείου, του πανεπιστημίου ή άλλου εκπαιδευτικού ιδρύματος για πρακτικούς λόγους, αναγκαιότητα, ανικανότητα, απάθεια ή απογοήτευση από το σύστημα από το οποίο φεύγει το εν λόγω άτομο.

Καναδάς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον Καναδά, τα περισσότερα άτομα αποφοιτούν από το λύκειο έως την ηλικία των 18 ετών, σύμφωνα με τον Τζέισον Γκίλμορ που συλλέγει δεδομένα για την επίσημη έρευνα για την ανεργία στον Καναδά (2010). Χρησιμοποιώντας αυτό το εργαλείο και αξιολογώντας το μορφωτικό επίπεδο και τη φοίτηση στο σχολείο μπορεί να υπολογιστεί ένα ποσοστό εγκατάλειψης.[1] Διαπιστώθηκε ότι μέχρι το 2009, ένας στους δώδεκα ενήλικες ηλικίας 20-24 ετών δεν είχε απολυτήριο λυκείου.[1] Η μελέτη διαπίστωσε επίσης ότι οι άνδρες εξακολουθούν να έχουν υψηλότερα ποσοστά εγκατάλειψης από τις γυναίκες και ότι οι μαθητές εκτός μεγάλων πόλεων και όσοι κατοικούν στα βόρεια εδάφη έχουν επίσης υψηλότερο κίνδυνο να εγκαταλείψουν το σχολείο. Αν και από το 1990 τα ποσοστά εγκατάλειψης έχουν μειωθεί από 20% σε 9% το 2010, το ποσοστό δεν φαίνεται να μειώνεται από τότε.[1]

Ο μέσος Καναδός που εγκαταλείπει το σχολείο κερδίζει 70$ λιγότερα την εβδομάδα από τους συνομηλίκους του με απολυτήριο λυκείου. Οι απόφοιτοι (χωρίς άλλες σπουδές) κερδίζουν κατά μέσο όρο 621$ την εβδομάδα, ενώ οι φοιτητές που εγκατέλειψαν το σχολείο κερδίζουν κατά μέσο όρο 551$.[1]

Παρόλο που τα ποσοστά εγκατάλειψης έχουν μειωθεί τα τελευταία 20-25 χρόνια, οι ανησυχίες για τον αντίκτυπο της εγκατάλειψης στην αγορά εργασίας υπάρχουν ακόμα. Ένας στους τέσσερις μαθητές χωρίς απολυτήριο λυκείου που βγήκε στην αγορά εργασίας το 2009-2010 είχε λιγότερες πιθανότητες να βρει δουλειά λόγω της οικονομικής ύφεσης.[1]

Το 2018, τα ποσοστά αποφοίτησης από πανεπιστήμια εντός του Καναδά ήταν 44%. Αυτός είναι σχεδόν ο μισός φοιτητικός πληθυσμός. Υπάρχει μια τάση αύξησης των φοιτητών που εγκαταλείπουν τις σπουδές τους ως αποτέλεσμα της αίσθησης αποσύνδεσης από τη σχολική τους κοινότητα.[2] Αυτό είναι πιο συνηθισμένο σε φοιτητές τα δύο πρώτα χρόνια των σπουδών τους, όπου οι φοιτητές εγκαταλείπουν το πρόγραμμά τους ή ολόκληρη την εκπαίδευσή τους.[3] Ένα προληπτικό μέτρο που έχουν χρησιμοποιήσει τα εκπαιδευτικά ιδρύματα στον Καναδά για την καταπολέμηση της εγκατάλειψης των σπουδών από τους φοιτητές είναι η ενσωμάτωση προγραμμάτων υποστήριξης με ζώα.[4] Οι φοιτητές, αλληλεπιδρώντας με τους σκύλους υποστήριξης και τους ιδιοκτήτες τους, ένιωσαν συνδεδεμένοι με τους συνομηλίκους τους, το πανεπιστήμιο και τη ακαδημαϊκή κοινότητα.[4]

Ηνωμένο Βασίλειο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η φοίτηση στο σχολείο είναι υποχρεωτική μέχρι την ηλικία των 16 ετών.

Τα ποσοστά εγκατάλειψης των σπουδών για κάθε ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης παρακολουθούνται από το Συμβούλιο Χρηματοδότησης Ανώτατης Εκπαίδευσης για την Αγγλία (HEFCE), το Συμβούλιο Χρηματοδότησης Ανώτατης Εκπαίδευσης για την Ουαλία (HEFCW) και το Συμβούλιο Χρηματοδότησης της Σκωτίας (SFC).[5] Τα ποσοστά εγκατάλειψης είναι συχνά ένας από τους παράγοντες που αξιολογούνται κατά την κατάταξη των πανεπιστημίων του Ηνωμένου Βασιλείου στυς σχετικούς πίνακες.

Τον Νοέμβριο του 2014, μια έκθεση από το Ινστιτούτο Δημοσιονομικών Μελετών διαπίστωσε ότι οι φοιτητές από φτωχότερες οικογένειες είχαν περισσότερες πιθανότητες κατά 8,4 ποσοστιαίες μονάδες να εγκαταλείψουν το πανεπιστήμιο στα δύο πρώτα χρόνια ενός προπτυχιακού κύκλου σπουδών από εκείνους από πιο πλούσιες οικογένειες. Είχαν επίσης λιγότερες πιθανότητες κατά 22,9 ποσοστιαίες μονάδες να αποφοιτήσουν με διάκριση ή έπαινο. Η έκθεση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πρέπει να γίνουν περισσότερα τόσο για την αύξηση των επιδόσεων των φτωχότερων φοιτητών πριν από την άφιξή τους στο πανεπιστήμιο όσο και για την παροχή πρόσθετης υποστήριξης σε αυτούς στο πανεπιστήμιο.[6]

Ηνωμένες Πολιτείες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περισσότερα παιδιά εγκαταλείπουν το λύκειο σε πολιτείες των ΗΠΑ με υψηλότερες οικονομικές ανισότητες.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι μαθητές που εγκαταλείπουν το σχολείο συνήθως είναι αυτοί που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για αποφοίτηση. Δεν μπορεί πάντα να εξακριβωθεί ότι κάποιος μαθητής έχει εγκαταλείψει τις σπουδές του, καθώς μπορεί να σταματήσει να παρακολουθεί χωρίς να τερματίσει την εγγραφή του. Υπολογίζεται ότι 1,2 εκατομμύρια μαθητές εγκαταλείπουν ετησίως το λύκειο στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου τα ποσοστά αποφοίτησης από το λύκειο κατατάσσονται στην 19η θέση στον κόσμο.[7] Οι λόγοι ποικίλλουν και μπορεί να περιλαμβάνουν: εύρεση εργασίας, αποφυγή εκφοβισμού, οικογενειακή έκτακτη ανάγκη, κακοί βαθμοί, κατάθλιψη και άλλες ψυχικές ασθένειες, απροσδόκητη εγκυμοσύνη, κακό περιβάλλον, έλλειψη ελευθερίας, ακόμη και πλήξη. Το The Silent Epidemic: Perspectives of High School Dropouts[8] διερευνά τους λόγους που οι μαθητές εγκαταλείπουν το σχολείο χωρίς να αποφοιτήσουν. Οι συνέπειες της εγκατάλειψης του σχολείου μπορεί να έχουν μακροπρόθεσμες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Οι μαθητές που εγκαταλείπουν το σχολείο στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι πιο πιθανό να μείνουν άνεργοι, άστεγοι, να ζουν με χρήματα της πρόνοιας και να μπουν φυλακή.[9] Μια τετραετής μελέτη στο Σαν Φρανσίσκο διαπίστωσε ότι το 94 τοις εκατό των νεαρών θυμάτων δολοφονίας ήταν άτομα που εγκατέλειψαν το λύκειο.[10]

Οι μετρήσεις του Υπουργείου Παιδείας των Ηνωμένων Πολιτειών για το ποσοστό σχολικής εγκατάλειψης είναι το ποσοστό των νέων 16-24 ετών που δεν είναι εγγεγραμμένοι στο σχολείο και δεν έχουν λάβει απολυτήριο λυκείου.[11] Το ποσοστό εγκατάλειψης του λυκείου το 2009 ήταν 8,1%.[11] Υπάρχουν πολλοί παράγοντες κινδύνου από τη σχολική εγκατάλειψη: κοινωνικοί και ακαδημαϊκοί. Τα μέλη φυλετικών και εθνοτικών μειονοτήτων εγκαταλείπουν το σχολείο σε υψηλότερα ποσοστά από τους λευκούς μαθητές, όπως και εκείνα από οικογένειες χαμηλού εισοδήματος, από μονογονεϊκά νοικοκυριά και από οικογένειες στις οποίες ο ένας ή και οι δύο γονείς δεν ολοκλήρωσαν επίσης το λύκειο. Οι μαθητές που διατρέχουν κίνδυνο εγκατάλειψης βάσει ακαδημαϊκών παραγόντων είναι εκείνοι που έχουν συχνά ιστορικό απουσιών και κακών βαθμών, ακαδημαϊκά προβλήματα και γενικότερη απομάκρυνση από τη σχολική ζωή.

Αυστραλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Αυστραλία, οι λόγοι για τους οποίους οι μαθητές εγκαταλείπουν το σχολείο ποικίλουν αλλά συνήθως περιλαμβάνουν: αποφυγή εκφοβιστών, εύρεση εργασίας, οικογενειακά προβλήματα, κατάθλιψη και άλλες ψυχικές ασθένειες, εφηβική εγκυμοσύνη, κατάχρηση ουσιών και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και πλήξη.[12] Ερευνητές από το Ινστιτούτο Mitchell της Μελβούρνης ανακάλυψαν ότι το ένα τέταρτο των Αυστραλών μαθητών δεν αποφοιτούν από το λύκειο και ότι τα ποσοστά ολοκλήρωσης είναι πολύ χειρότερα σε απομακρυσμένες ή οικονομικά μειονεκτούσες κοινότητες. Ο καθηγητής Teese πιστεύει ότι ο διαχωρισμός των μαθητών στα σχολεία λόγω της γεωγραφίας καθώς και ανάμεσα σε ιδιωτικά και δημόσια σχολεία σημαίνει ότι τα μειονεκτήματα κάποιων μαθητών είναι εντονότερα στην Αυστραλία από άλλα δυτικά έθνη όπως η Νέα Ζηλανδία και ο Καναδάς.[13] Τα ποσοστά εγκατάλειψης ποικίλλουν σε διαφορετικές τοποθεσίες στην Αυστραλία. Οι μαθητές σε απομακρυσμένες κοινότητες έχουν περισσότερες πιθανότητες να μην ολοκληρώσουν το τελευταίο έτος (56,6%), ενώ οι μαθητές που προέρχονται από εύπορες οικογένειες έχουν μέσο ποσοστό αποφοίτησης 90%.[13] Τα προγράμματα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης εξυπηρετούν κυρίως αυτόχθονες μαθητές. Οι αυτόχθονες φοιτητές έχουν χαμηλότερα ποσοστά αποφοίτησης: το χάσμα μεταξύ αυτόχθονων και μη αυτόχθονων αποφοίτων του έτους 12 είναι πάνω από 40 ποσοστιαίες μονάδες. Ως αποτέλεσμα αυτής της ουσιαστικής διαφοράς, οι μαθητές χαμηλότερου κοινωνικοοικονομικού επιπέδου που εγκαταλείπουν το σχολείο θεωρούνται μαθητές σε κίνδυνο και είναι τελικά επιρρεπείς στην ανεργία, τη φυλάκιση, τη χαμηλόμισθη εργασία και την απόκτηση παιδιών σε νεαρή ηλικία.

Λατινική Αμερική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε έρευνες σε ορισμένες χώρες της περιοχής της Λατινικής Αμερικής – ιδίως της Βολιβίας, της Χιλής, του Παναμά, της Κόστα Ρίκας, της Νικαράγουας και της Παραγουάης – διερευνήθηκαν οι απόψεις αγοριών, κοριτσιών, εφήβων, νέων καθώς και των οικογενειών τους σχετικά με τους λόγους που εγκαταλείπουν το σχολείο. Εκεί εμφανίζονται ορισμένα επαναλαμβανόμενα χαρακτηριστικά που μας επιτρέπουν να ομαδοποιήσουμε τους λόγους σε δύο κύριες κατηγορίες. Η πρώτη σχετίζεται άμεσα με την «υλική διάσταση» της εκπαίδευσης. Σε αυτή την περίπτωση, οι οικονομικές δυσκολίες είναι ο κύριος λόγος που οι οικογένειες δεν καταφέρνουν να κρατήσουν τα παιδιά και τους εφήβους τους στο σχολείο. Η άλλη σημαντική ομάδα παραγόντων για τη σχολική εγκατάλειψη εμπίπτει στην «υποκειμενική διάσταση» της εκπαιδευτικής εμπειρίας. Έρευνες αποκάλυψαν ότι το 22% των αγοριών και κοριτσιών ηλικίας 10-11 ετών δηλώνουν ότι εγκατέλειψαν το σχολείο επειδή δεν ενδιαφέρονται να σπουδάσουν. Αυτό το ποσοστό εκτινάσσεται στο 38% στους εφήβους ηλικίας 15-17 ετών.[14]

Ελλάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο σχολικός εκφοβισμός είναι ένας από τους λόγους για σχολικής εγκατάλειψης στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες

Στην Ελλάδα, υπολογίζεται ότι 5.000-7.000 μαθητές και μαθήτριες εγκαταλείπουν το σχολείο πριν έχουν τη δυνατότητα να πάρουν απολυτήριο λυκείου. Αυτό, σε απόλυτους αριθμούς, σημαίνει ότι 3,8 εκατομμύρια άτομα δεν είναι κάτοχοι απολυτηρίου.[15] Τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής αναφέρουν ότι 7.000 παιδιά εγκατέλειψαν το σχολείο τη σχολική χρονιά 2018-2019, ενώ το επόμενο έτος ο αριθμός αυτός ήταν 5.000.[16] Σύμφωνα με έρευνες, ένας από τους λόγους σχολικής εγκατάλειψης είναι η απαξίωση του σχολείου, καθώς οι έφηβοι δεν το θεωρούν απαραίτητο στη ζωή τους,[15] ενώ επιπλέον λόγοι μπορεί να είναι ο σχολικός εκφοβισμός και η εξάρτηση από το διαδίκτυο.[17] Δεν είναι γνωστό σε ποιο ποσοστό η σχολική εγκατάλειψη στην Ελλάδα γίνεται από παιδιά αλλοδαπών που μετανάστευσαν στη χώρα για να βρουν δουλειά, καθώς έχει παρατηρηθεί ότι αυτή η κατηγορία παιδιών εγκαταλείπει το σχολείο σε ποσοστό διπλάσιο από τον γηγενή πληθυσμό σε όλα τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.[16]

Επανένταξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πρωτοβουλίες "επανένταξης" αφορούν κάθε τοπικό, κυβερνητικό, μη κερδοσκοπικό ή επιχειρηματικό πρόγραμμα στο οποίο αναζητούνται μαθητές που έχουν εγκαταλείψει το σχολείο με σκοπό την επανεγγραφή τους. Στις ΗΠΑ, τέτοιες πρωτοβουλίες επικεντρώνονται συχνά σε πρώην μαθητές λυκείου που είναι ακόμα αρκετά νέοι ώστε να καλύπτεται η εκπαίδευσή τους από το Δημόσιο, γενικά σε όσους είναι 22 ετών και κάτω. Στη Ρουάντα, η προσπάθεια επανένταξης επικεντρώνεται συχνά σε μαθητές πρωτοβάθμιας και μέσης εκπαίδευσης που είναι ακόμη νέοι για να εκπαιδευτούν.[18]

Προγράμματα επανένταξης μπορούν να υπάρχουν σε παραδοσιακά εκπαιδευτικά ιδρύματα, σε κοινοτικά κέντρα ή διαδικτυακά.

Η εγκατάλειψη του λυκείου μπορεί να έχει δραστικές μακροπρόθεσμες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, ειδικά στην Αυστραλία, η οποία έχει λιγότερο δίκαιο εκπαιδευτικό σύστημα από πολλές άλλες δυτικές χώρες. Ως εκ τούτου, το κράτος, διάφορες μη κερδοσκοπικές οργανώσεις και ιδιωτικές εταιρείες προσφέρουν μια επιλογή τρόπων επανένταξης για νέους ενήλικες ηλικίας περίπου 22 ετών και κάτω.

Λόγοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι μαθητές που εγκαταλείπουν το λύκειο είναι γενικά εκείνοι που δυσκολεύονται να συμμετάσχουν συμπεριφορικά ή/και ακαδημαϊκά.[19] Ωστόσο, δεν είναι απολύτως σαφές ποιες ακριβώς μεταβλητές επηρεάζουν τη συμμετοχή των μαθητών ή συμβάλλουν στην απόφασή τους να εγκαταλείψουν το σχολείο. Σύμφωνα με δεδομένα που συλλέχθηκαν από διαχρονική μελέτη της εθνικής εκπαίδευσης του 1988, ο Ράμπεργκερ διαπίστωσε ότι οι μαθητές με μέτριο έως υψηλό αριθμό απουσιών, με προβλήματα συμπεριφοράς και χωρίς δραστηριότητες εντός ή εκτός σχολείου έχουν υψηλότερες πιθανότητες για εγκατάλειψη.[20]

Πρόληψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οικογενειακή δυναμική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με το σύμφωνο της συμπεριληπτική εκπαίδευση στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, η εσωτερική οργάνωση των οικογνειών για λόγους ευημερίας τους είναι ένα θέμα που πρέπει να αντιμετωπίσουν τα κράτη που επιδιώκουν να διευρύνουν αποτελεσματικά τις ευκαιρίες πρόσβασης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.[14]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Schanzer, Dena L.; Zheng, Hui; Gilmore, Jason (2011-04-12). «Statistical estimates of absenteeism attributable to seasonal and pandemic influenza from the Canadian Labour Force Survey». BMC Infectious Diseases 11 (1): 90. doi:10.1186/1471-2334-11-90. ISSN 1471-2334. PMID 21486453. PMC PMC3103439. https://doi.org/10.1186/1471-2334-11-90. 
  2. Binfet et al., 2016
  3. Binfet et al., 2018
  4. 4,0 4,1 Binfet et al., 2016., & Binfet et al., 2018
  5. «University drop-out rates». news.bbc.co.uk. 19 Δεκεμβρίου 2001. Ανακτήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 2014. 
  6. «University 'drop-out risk for poorer students». BBC News. 4 Νοεμβρίου 2014. 
  7. High School Dropouts - Do Something. Do Something. Retrieved on 14 December 2013.
  8. The Silent Epidemic: Perspectives of High School Dropouts. Bill & Melinda Gates Foundation. Retrieved on 14 December 2013.
  9. NoDropouts.org. NoDropouts.org. Retrieved on 14 December 2013
  10. Tough solutions for high school truancy rate - SFGate. SFGate. Retrieved on 14 December 2013.
  11. 11,0 11,1 «The Condition of Education 2011» (PDF). nces.ed.gov. 2011. 
  12. Fall, Anna-Mária; Roberts, Greg (2012). «High school dropouts: Interactions between social context, self-perceptions, school engagement, and student dropout». Journal of Adolescence 35 (4): 787–798. doi:10.1016/j.adolescence.2011.11.004. PMID 22153483. 
  13. 13,0 13,1 «One in four Australian students drop out of high school». ABC News (στα Αγγλικά). 26 Οκτωβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 17 Μαΐου 2016. 
  14. 14,0 14,1 López, Néstor· Opertti, Renato (2017). Youth and changing realities: Rethinking secondary education in Latin America (PDF). UNESCO. σελίδες 22–24, 28. ISBN 978-92-31 00204-5. 
  15. 15,0 15,1 Μαυρέα, Χριστίνα (1 Φεβρουαρίου 2020). «Γιατί οι νέοι εξακολουθούν και εγκαταλείπουν το σχολείο;». MAXMAG | Πολιτισμός, Τέχνες, Διασκέδαση, Ομορφιά. Ανακτήθηκε στις 22 Αυγούστου 2023. 
  16. 16,0 16,1 Όλγα, Μαύρου (4 Νοεμβρίου 2021). «Γιατί τα παιδιά εγκαταλείπουν το σχολείο». slpress.gr. Ανακτήθηκε στις 22 Αυγούστου 2023. 
  17. Κατεχάκη, Βίκυ (28 Ιουλίου 2017). «Οι έφηβοι εγκαταλείπουν το σχολείο». Η Καθημερινή (στα greek). Ανακτήθηκε στις 22 Αυγούστου 2023. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  18. Rosann, Gregg. "Of whiz kids and wizards: Why it's time to change the way we think about who can go to high school" Αρχειοθετήθηκε 2012-09-11 at Archive.is Nodropouts.org. Retrieved on 12 September 2010.
  19. Fall, A. M.; Roberts, G (2012). «High school dropouts: Interactions between social context, self-perceptions, school engagement, and student dropout». Journal of Adolescence 35 (4): 787–98. doi:10.1016/j.adolescence.2011.11.004. PMID 22153483. 
  20. Rumberger, Russell W.; Larson, Katherine A. (1 November 1998). «Student Mobility and the Increased Risk of High School Dropout». American Journal of Education 107 (1): 1–35. doi:10.1086/444201. ISSN 0195-6744. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Binfet, J., Passmore, H., Cebry, A., Struik, K., & McKay, C. (2018). Μείωση του στρες των φοιτητών μέσω ενός προγράμματος θεραπείας σκύλων. Journal of Mental Health, 27(3), 197-204.
  • Binfet, J., & Passmore, H. (2016). Κυνηγόσκυλα και νοσταλγία: Τα αποτελέσματα μιας θεραπευτικής παρέμβασης με τη βοήθεια ζώων για πρωτοετείς φοιτητές. Anthrozoös, 29(3), 441–454.