Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ναός του Ολυμπίου Διός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Στύλοι του Ολυμπίου Διός)
Ναός του Ολυμπίου Διός
Χάρτης
Είδοςαρχαίος ελληνικός ναός, ναός[1], αρχαιολογική θέση και ερείπια
Αρχιτεκτονικήαρχαιοελληνική αρχιτεκτονική και Κορινθιακός ρυθμός
Γεωγραφικές συντεταγμένες37°58′10″N 23°43′59″E
Διοικητική υπαγωγήΔήμος Αθηναίων[2]
ΤοποθεσίαΑθήνα
ΧώραΕλλάδα[3]
Ύψος17 μέτρα
Υλικάπεντελικό μάρμαρο
Προστασίααρχαιολογικός χώρος στην Ελλάδα
Commons page Πολυμέσα
Temple of Olympian Zeus (Dec. 2016)
Άποψη του Ναού του Ολυμπίου Διός το 2016, που δείχνει τους δεκαέξι σωζόμενους κίονες, ένας από τους οποίους βρίσκεται στο έδαφος.
Πιθανή εμφάνιση του Ολυμπιείου το 129 μ.Χ. από την νοτιοανατολική πλευρά, που δείχνει τους σωζόμενους κίονες και τα θραύσματα του θριγκού.

Ο Ναός του Ολυμπίου Διός ή Ολυμπιείο ή Στύλοι του Ολυμπίου Διός είναι σημαντικός αρχαίος ναός στο κέντρο της Αθήνας. Παρότι η κατασκευή του ξεκίνησε τον 6ο αιώνα π.Χ., δεν ολοκληρώθηκε παρά επί του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού τον 2ο αιώνα μ.Χ. Αποτέλεσε τον μεγαλύτερο ναό της Ελλάδας κατά τους Ελληνιστικούς και Ρωμαϊκούς χρόνους.

Τοποθεσία και ιστορία του ναού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ναός βρίσκεται νοτιοανατολικά της Ακρόπολης και περίπου 700 μέτρα από το κέντρο της Αθήνας. Ο Παυσανίας (Α' 18, 8) αναφέρει, οτι κατά την αθηναϊκή τοπική παράδοση το ιερό με το ναό του Ολυμπίου Διός στην Αθήνα το πρωτοδημιουργήθηκε από τον γενάρχη των Ελλήνων, τον Δευκαλίωνα:

τοῦ δὲ Ὀλυμπίου Διὸς Δευκαλίωνα οἰκοδομῆσαι λέγουσι τὸ ἀρχαῖον ἱερόν, σημεῖον ἀποφαίνοντες ὡς Δευκαλίων Ἀθήνῃσιν ᾤκησε τάφον τοῦ ναοῦ τοῦ νῦν οὐ πολὺ ἀφεστηκότα.[4]

Κατά μια άποψη, τα θεμέλια του πρώτου ναού στο χώρο είχε κτίσει ο τύραννος των Αθηνών Πεισίστρατος το 515 π.Χ. αλλά οι εργασίες σταμάτησαν όταν ο γιος του Πεισιστράτου, Ιππίας εκδιώχθηκε από την πόλη το 510 π.Χ.[5] Επικρατέστερη, όμως, είναι η άποψη ότι ο ναός αυτός άρχισε να κτίζεται (και έφτασε ως τα θεμέλια) κατά το β' τέταρτο του έκτου αιώνα π.Χ. από τον τύραννο Πεισίστρατο (561 - 527 π. Χ.)[6], και το έργο εγκαταλείφθηκε όταν αυτός πέθανε και ακολούθησαν αναταραχές στο αθηναϊκό κράτος. Όπως και να έχει, αρχιτέκτονες του έργου αναφέρονται οι Αντιστάτης, Κάλλαισχρος, Αντιμαχίδης καί Φόρμος [7][8]. Αλλού αντί για τον Φόρμο στη βιβλιογραφία αναφέρεται ο Πωρίνος.[9]

Κατά τη διάρκεια της Αθηναϊκής Δημοκρατίας ο ναός παρέμεινε ημιτελής. Στο έργο του Πολιτικά, ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τον ναό ως παράδειγμα για το πώς τα τυραννικά καθεστώτα αναγκάζουν τον πληθυσμό να ασχολείται με τεράστια έργα, μην αφήνοντάς του χρόνο, ενέργεια και τρόπους αντίδρασης.

Η αποπεράτωση του ναού έγινε τον 2ο αιώνα π.Χ. κατά τη διάρκεια της μακεδονικής κυριαρχίας στην Ελλάδα υπό την αιγίδα του βασιλιά της ελληνιστικής περιόδου Αντιόχου του Δ΄ Επιφανούς (βασίλευσε στη Συρία ανάμεσα στο 175 και το 164 π.Χ.), που προσέλαβε τον Ρωμαίο αρχιτέκτονα Κοσσούτιο να σχεδιάσει τον μεγαλύτερο ναό στον τότε γνωστό κόσμο. Όταν ο Αντίοχος πέθανε το 164 π.Χ., η κατασκευή του ναού σταμάτησε ξανά.[7][8][10][11][12][13]

Το 86 π.Χ., όταν οι ελληνικές πόλεις περιήλθαν υπό ρωμαϊκή κυριαρχία, ο στρατηγός Κορνήλιος Σύλλας μετέφερε κίονες από τον (ημιτελή;) ναό στη Ρώμη, για να κοσμήσει τα κτήρια του Καπιτωλίου[14] (ίσως το ναό του Jupiter Optimus Maximus στο Καπιτώλιο). Οι κίονες αυτοί επηρέασαν τη διάδοση και άνθιση του κορινθιακού ρυθμού στη Ρώμη.

Ο ναός ολοκληρώθηκε τελικά το 129 μ.Χ. (ή το 131 μ.Χ. κατά άλλους) από τον αυτοκράτορα Αδριανό,[15] που ήταν μεγάλος θαυμαστής του ελληνικού πολιτισμού.

Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις Α' 18, 6:

πρὶν δὲ ἐς τὸ ἱερὸν ἰέναι τοῦ Διὸς τοῦ Ὀλυμπίου —Ἀδριανὸς ὁ Ῥωμαίων βασιλεὺς τόν τε ναὸν ἀνέθηκε καὶ τὸ ἄγαλμα θέας ἄξιον, οὗ μεγέθει μέν, ὅτι μὴ Ῥοδίοις καὶ Ῥωμαίοις εἰσὶν οἱ κολοσσοί, τὰ λοιπὰ ἀγάλματα ὁμοίως ἀπολείπεται, πεποίηται δὲ ἔκ τε ἐλέφαντος καὶ χρυσοῦ καὶ ἔχει τέχνης εὖ πρὸς τὸ μέγεθος ὁρῶσιν—, ἐνταῦθα εἰκόνες Ἀδριανοῦ δύο μέν εἰσι Θασίου λίθου, δύο δὲ Αἰγυπτίου· χαλκαῖ δὲ ἑστᾶσι πρὸ τῶν κιόνων ἃς Ἀθηναῖοι καλοῦσιν ἀποίκους πόλεις. ὁ μὲν δὴ πᾶς περίβολος σταδίων μάλιστα τεσσάρων ἐστίν, ἀνδριάντων δὲ πλήρης· ἀπὸ γὰρ πόλεως ἑκάστης εἰκὼν Ἀδριανοῦ βασιλέως ἀνάκειται, καὶ σφᾶς ὑπερεβάλοντο Ἀθηναῖοι τὸν κολοσσὸν ἀναθέντες ὄπισθε τοῦ ναοῦ θέας ἄξιον.

Ο ναός του Ολυμπίου Διός υπέστη σοβαρές ζημιές κατά την λεηλασία της Αθήνας από τους Ερούλους το 267 μ.Χ. Δεν ήταν δυνατό να επισκευαστεί, δεδομένης της έκτασης των ζημιών στην υπόλοιπη πόλη.

Κατά τους επόμενους αιώνες, τα ερείπια του ναού χρησιμοποιούνταν συστηματικά για την παροχή οικοδομικών υλικών και υλικού για τα σπίτια και τις εκκλησίες της μεσαιωνικής Αθήνας. Έτσι, όταν ο Ciriaco de' Pizzicolli επισκέφτηκε την Αθήνα το 1436, βρήκε μόνο 21 από τις αρχικές 104 στήλες να στέκονται ακόμα.

Η τύχη μιας από τις στήλες καταγράφεται σε μια ελληνική επιγραφή που βρίσκεται σε μια από τις σωζόμενες στήλες, η οποία γράφει ότι «στις 27 Απριλίου 1759 κατέστρεψε τη στήλη». Αναφέρεται στον Τούρκο διοικητή της Αθήνας, Μουσταφά Αγά Τζισταράκη, ο οποίος (όπως έχει καταγραφεί από έναν χρονογράφο της εποχής) «κατέστρεψε μια από τις στήλες του Αδριανού με μπαρούτι» για να ξαναχρησιμοποιήσει το μάρμαρο για να φτιάξει σοβά για το Τζαμί Τζισταράκη που έχτιζε στη συνοικία Μοναστηράκι της πόλης.

Δεκαπέντε στήλες παραμένουν όρθιες σήμερα και μια δέκατη έκτη στήλη βρίσκεται στο έδαφος όπου έπεσε κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας το 1852. Δεν έχει απομείνει τίποτα από το εσωτερικό του ναού ή το μεγάλο άγαλμα που κάποτε στέγαζε.

Κίονας που κατέρρευσε το 1852

Ο ναός κατασκευάστηκε από πεντελικό μάρμαρο και είχε 96 μέτρα μήκος στις άκρες του και 40 μέτρα στην ανατολική και δυτική πρόσοψη. Είχε 104 κίονες κορινθιακού ρυθμού, καθένας από τους οποίους είχε 17 μέτρα ύψος, 2,6 μέτρα διάμετρο και βάρος 364 τόνους περίπου. 48 κίονες στέκονταν σε τριπλή σειρά κάτω από τα αετώματα και 56 σε διπλή σειρά στα άκρα. Μόνο 15 από τους αρχικούς κίονες του ναού παραμένουν όρθιοι σήμερα. Ένας θυελλώδης άνεμος έριξε έναν κίονα το 1852, ο οποίος παρέμεινε έκτοτε στο ίδιο ακριβώς σημείο.

Ο Αδριανός αφιέρωσε τον ναό στον Δία. Ανήγειρε επίσης ένα τεράστιο χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία στον σηκό του ναού. Τα αετώματα κοσμούνταν από πολλά αγάλματα, αλλά και σε ολόκληρο τον ναό υπήρχαν αγάλματα και προτομές φημισμένων ανδρών. Οι Αθηναίοι για να δείξουν την ευγνωμοσύνη τους στον Αδριανό, του έστησαν άγαλμα πίσω από τον ναό. Δυστυχώς κανένα από τα γλυπτά που κοσμούσαν τον ναό δεν έχει διασωθεί.[16]

Ο ναός ανασκάφηκε την περίοδο 1889-1896 από τον Φράνσις Πένροουζ (Francis Penrose) της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών, το 1922 από το Γερμανό αρχαιολόγο Γκάμπριελ Βέλτερ (Gabriel Welter) και από το 1960 από Έλληνες αρχαιολόγους με επικεφαλής τον Ιωάννη Τραυλό.

Σήμερα ο ναός αποτελεί υπαίθριο επισκέψιμο μουσείο, μέρος της ενοποίησης αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας. Ως ιστορικός χώρος προστατεύεται και επιβλέπεται από την εφορεία αρχαιοτήτων.

Την 21η Ιανουαρίου 2007, μία ομάδα Ελλήνων πολυθεϊστών πραγματοποίησαν τελετή για να τιμήσουν τον Δία στο χώρο του ναού. Η εκδήλωση οργανώθηκε από τον Σύλλογο Ελληναΐς.[17][18]

Την 28η Ιουνίου 2001 ο Βαγγέλης Παπαθανασίου οργάνωσε τη χορωδιακή συμφωνία Μυθωδία στο ναό του Ολυμπίου Διός στο πλαίσιο της αποστολής της ΝΑΣΑ στον Άρη. Στη συναυλία συμμετείχαν οι σοπράνο Τζέσι Νόρμαν και Κάθλιν Μπατλ. Τη συναυλία κάλυψαν 20 τηλεοπτικά δίκτυα από τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τον Καναδά, την Ιαπωνία και χώρες της Ευρώπης, υπό τη διεύθυνση του Ιρλανδού κινηματογραφιστή Ντέκλαν Λόουνι. Η χορωδιακή συμφωνία συγκέντρωσε χιλιάδες κόσμο μέσα στο χώρο του Ολυμπιείου, αλλά και έξω από το ναό, στους άδειους από οχήματα δρόμους της Αθήνας. Μαζί με την Τζέσι Νόρμανκαι την Κάθλιν Μπατλ συνέπραξε η μητροπολιτική ορχήστρα του Λονδίνου και η χορωδία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής καθώς και πάνω από εκατό άτομα ντυμένα με αρχαία ελληνικά ενδύματα. Η οθόνη που είχε τοποθετηθεί στο Ολυμπιείο συνέδεσε οπτικά εικόνες από αρχαίες ελληνικές παραστάσεις - αγγεία, τοιχογραφίες και αγάλματα - που επένδυαν τη μουσική, με εικόνες από τον πλανήτη Αρη.[19][20]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 11117. Ανακτήθηκε στις 14  Φεβρουαρίου 2024.
  2. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 11117. Ανακτήθηκε στις 31  Ιουλίου 2018.
  3. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. Ανακτήθηκε στις 30  Ιουλίου 2018.
  4. «Ελλάδος περιήγησις/Αττικά - Βικιθήκη». el.wikisource.org. Ανακτήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2018. 
  5. «Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού | Ολυμπιείο». odysseus.culture.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Απριλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2018. 
  6. «Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών». 
  7. 7,0 7,1 «Βιτρούβιος, "Δέκα βιβλία περί Αρχιτεκτονικής" Ζ' Εισαγωγή 15:». 
  8. 8,0 8,1 «Βιτρούβιος, "Δέκα βιβλία περί αρχιτεκτονικής" Ζ' Εισαγωγή 15 (μετάφραση στα Αγγλικά):». 
  9. «A Dictionary of Greek and Roman biography and mythology William Smith, Ed., πεδίο ANTI'STATES, CALLAESCHRUS, ANTIMA'CHIDES». 
  10. «Pliny the Elder, The Natural History, BOOK XXXVI. THE NATURAL HISTORY OF STONES., CHAP. 5. (6.)—AT WHAT PERIOD MARBLE WAS FIRST USED IN BUILDINGS». www.perseus.tufts.edu. Ανακτήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2018. 
  11. «Βέλλιος Πατερκούλος Α' 10, 1». 
  12. «Στράβων, "Γεωγραφικά" Θ' 1,17». 
  13. «A Dictionary of Greek and Roman biography and mythology William Smith, Ed., πεδίο Cossutius». 
  14. Πλίνιος ο Πρεσβύτερος. «"Φυσική ιστορία" XXXVI 5(6)». 
  15. «Παυσανίας, "Ελλάδος Περιήγησις" Α' 18, 6». 
  16. Gregorovius, Ferdinand (1904). Μεσαιωνική ιστορία των Αθηνών. Βιβλιοθήκη Μαρασλή. σελίδες 97, 128, 133. 
  17. «Zeus worshippers want to head for Acropolis». www.ekathimerini.com. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2016. 
  18. Paris Ayiomamatis (17 Φεβρουαρίου 2007). «Modern Pagans Honor Zeus in Athens». abc News. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Φεβρουαρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 10 Ιουνίου 2016. 
  19. «Συναυλία Β. Παπαθανασίου στο Ολυμπιείο». naftemporiki.gr. 27 Ιουνίου 2001. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Νοεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2016. 
  20. «Αντίστροφη μέτρηση για τη Μυθωδία του Β. Παπαθανασίου». in.gr. 27 Ιουνίου 2001. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Φεβρουαρίου 2005. Ανακτήθηκε στις 10 Ιουνίου 2016.