Ο Κουρσάρος (Μπάιρον)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Κουρσάρος
Ο Κόνραντ αποχαιρετά τη Μεντόρα, πίνακας του Τσαρλς Γουίν Νίκολς
ΣυγγραφέαςΛόρδος Βύρων
ΤίτλοςThe Corsair
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημιουργίας1813
Ημερομηνία δημοσίευσης1814
Μορφήδιήγημα

Ο κουρσάρος (αγγλικός τίτλος: The Corsair) είναι αφηγηματικό ποίημα του Λόρδου Μπάιρον που δημοσιεύτηκε το 1814 στο Λονδίνο. Το ποίημα είχε άμεση επιτυχία, πούλησε 10.000 αντίτυπα την πρώτη μέρα της κυκλοφορίας του,[1] επιβεβαιώνοντας τη φήμη του Μπάιρον ως του πιο δημοφιλούς και επιδραστικότερου ποιητή της γενιάς του. Το έργο ενέπνευσε όπερες, μουσική, πίνακες ζωγραφικής και μπαλέτα.[2]

Σε τρία άσματα, αφηγείται την ιστορία ενός Έλληνα πειρατή που επιτίθεται στον Τούρκο πασά. Με αλληγορικό τρόπο εκφράζει τις απόψεις του Μπάιρον για την Ελλάδα, την οποία παρουσιάζει ως χώρα ελεύθερων και ανεξάρτητων ανθρώπων υπό τουρκική κυριαρχία. Λίγα χρόνια πριν το ξέσπασμα της Ελληνικής επανάστασης, εκφράζει τον πόθο να δει τη χώρα ελευθερωμένη. Το μεγάλο ενδιαφέρον του συγγραφέα για τη χώρα μας χρονολογείται από το πρώτο ταξίδι του στην Ελλάδα από το 1809 έως το 1811. [3]

Το ποίημα είναι ένα από τα έργα του Μπάιρον που σχετίζονται με το θέμα της Ανατολής. Ήταν αφιερωμένο στον Ιρλανδό ποιητή Τόμας Μουρ.[4]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο πρώτο άσμα παρουσιάζεται ο Κόνραντ, ένας Έλληνας πειρατής, που σαρώνει τη Μεσόγειο Θάλασσα. Οι άνδρες του τον φοβούνται και τον σέβονται, είναι άγριος, ατρόμητος και αδίστακτος, ωστόσο κρύβει μια βαθιά αγάπη για την αγαπημένη του Μεντόρα, η οποία είναι επίσης πολύ ερωτευμένη. Στο άκουσμα της απόφασης του Τούρκου πασά Σαΐντ να ξεκινήσει εκστρατεία εναντίον του, αποφασίζει να επιτεθεί πρώτος. Η Μεντόρα προσπαθεί να τον πείσει να εγκαταλείψει το σχέδιό του και να μην ξεκινήσει την αποστολή. Πλέει από το νησί του στο Αιγαίο για να επιτεθεί στον πασά σε άλλο νησί.

Η Μεντόρα περιμένει την επιστροφή του Κόνραντ, εικονογράφηση του 1871

Το δεύτερο άσμα περιγράφει την επίθεση. Ο πασάς και οι άνδρες του βρίσκονται σε συμπόσιο στο σαράι για να γιορτάσουν την επερχόμενη εκστρατεία, όταν εμφανίζεται ο Κόνραντ, μεταμφιεσμένος σε δερβίση. Όταν η ταυτότητά του αποκαλύπτεται, ξεκινά η μάχη. Αιφνιδιασμένοι, βλέποντας τα πλοία και το σαράι να καίγονται, ο πασάς και οι στρατιώτες του στην αρχή τρομάζουν. Ο Κόνραντ ακούει τις κραυγές των γυναικών στο χαρέμι, όπου βρίσκεται και η αγαπημένη σκλάβα του πασά η Γκιουλνάρ, και ορμάει να τις σώσει από τις φλόγες. Αυτή η εκτροπή δίνει τη δυνατότητα στις δυνάμεις του πασά να πραγματοποιήσουν αντεπίθεση. Σκοτώνουν τους περισσότερους από τους επιτιθέμενους και αιχμαλωτίζουν τον Κόνραντ. Ο αλυσοδεμένος πειρατής θα εκτελεσθεί την αυγή. Η μόνη του σκέψη είναι η Μεντόρα. Έχει αποκοιμηθεί όταν η Γκιουλνάρ πηγαίνει κρυφά στο κελί του, μαγεμένη από το θάρρος του, για να τον ευχαριστήσει που τις έσωσε. Του λέει ότι θα προσπαθήσει να τον σώσει.[5]

Το τρίτο άσμα αρχίζει με δηλώσεις θαυμασμού του Μπάιρον για τη σκλαβωμένη Ελλάδα που καταλήγουν με τον στίχο:

Πώς ποθούσα, πάλι ελεύθερη μια μέρα να σε ξαναχαιρετούσα! [3]

Η επιστροφή του Κουρσάρου, Φορντ Μάντοξ Μπράουν (π. 1871)

Στο νησί του κουρσάρου, η Μεντόρα ανησυχεί για τον αγαπημένο της. Μια βάρκα πλησιάζει την ακτή και οι επιζώντες πειρατές φέρνουν τα τρομερά νέα ότι ο αρχηγός τους αιχμαλωτίσθηκε, οι άνδρες του αποφασίζουν με κάθε κόστος να τον σώσουν από την αιχμαλωσία. Στο σαράι, η Γκιουλνάρ προσπαθεί να ξεγελάσει τον πασά για να ελευθερώσει τον Κόνραντ: του προτείνει να τον κρατήσει ζωντανό και να ζητήσει λύτρα. Αποτυγχάνει, ο πασάς την υποπτεύεται ότι έχει ερωτευθεί τον πειρατή και απειλεί να τους σκοτώσει και τους δύο. Τρεις μέρες αργότερα, η Γκιουλνάρ επιστρέφει στον Κόνραντ, του εξομολογείται τον έρωτά της και του ζητά να δολοφονήσει τον πασά και να φύγουν μαζί, κάτι που θα της επέτρεπε να ανακτήσει την ελευθερία της. Από περηφάνια, ο Κόνραντ αρνείται, προτιμώντας να πεθάνει παρά να ατιμαστεί δολοφονώντας τον πασά στον ύπνο του. Η Γκιουλνάρ σκοτώνει μόνη της τον πασά. Ο Κόνραντ δραπετεύει και την παίρνει μαζί του πίσω στο νησί του. Απογοητευμένη από την ψυχρότητά του, η Γκιουλνάρ τον παρακαλεί να τη συγχωρέσει, ο κουρσάρος της εκφράζει την ευγνωμοσύνη του και να την αγκαλιάζει. Διασχίζοντας τη θάλασσα συναντούν τους άνδρες του Κόνραντ που ήρθαν να τον σώσουν. Φτάνοντας στο νησί, μέσα σε τραγούδια χαράς, ο Κόνραντ, βασανισμένος από ένα φοβερό προαίσθημα, μαθαίνει ότι η Μεντόρα αυτοκτόνησε, πιστεύοντας ότι αυτός είχε θανατωθεί. Στην τελευταία σκηνή, ο Κόνραντ, τρελός από θλίψη, φεύγει από το νησί μόνος και εξαφανίζεται.[6]

Ο ήρωας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κουρσάρος, Οράς Βερνέ (1824)

Ο χαρακτήρας του Κόνραντ προσφέρει στον λόρδο Μπάιρον την ευκαιρία να εμβαθύνει, μετά το Προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ, τον τύπο του Βυρωνικού ήρωα, σκοτεινό και πικρόχολο, χλευαστικό και περιφρονητικό, που κάτω από μια εμφάνιση ψυχρότητας κρύβει πάθη που τον κατακαίνε. Τον παρουσιάζει σκληρό, βίαιο και ατίθασο αλλά θαρραλέο, ιπποτικό και μεγαλόψυχο. Λέει ότι στα νιάτα του απορρίφθηκε από την κοινωνία λόγω των πράξεών του και οι άνθρωποι τον περιφρονούν: «Ήξερε ότι τον μισούσαν. Αλλά ήξερε επίσης ότι όσοι τον μισούσαν σέρνονταν μπροστά του από φόβο. Μοναχικός, άγριος, παράξενος, ζούσε απαλλαγμένος από κάθε αίσθημα στοργής». Κι όμως, η καρδιά του δεν έχει παγώσει τελείως, είναι ερωτευμένος με τη Μεντόρα, στην οποία παραμένει πιστός. Η μισανθρωπία του δεν έρχεται σε αντίθεση με τον έρωτά του, το αντίθετο:«… η τρυφερή αγάπη μου για σένα και το μίσος μου για τους ανθρώπους είναι τόσο συνδεμένα που, αν τα χώριζαν, θα σταματούσα να σ' αγαπώ και θα αγαπούσα την ανθρώπινη φυλή».

Το τέλος του Κουρσάρου, όπως και Ο Γκιαούρης (1813), αφήνει τον αναγνώστη με την αίσθηση ενός αινίγματος που δεν έχει λυθεί γύρω από ολόκληρη την ύπαρξη του πρωταγωνιστή. Ως συνέχειά του θεωρείται το ποίημα Ο Λάρα (1814).[7]

Επιρροή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επεισόδιο από τον Κουρσάρο Ντελακρουά (1831)

Το ποίημα διασκευάστηκε ή ενέπνευσε πολλά άλλα έργα σε διάφορα είδη.[8]

  • Η όπερα The Pacha's Bridal (1836) σε μουσική του Φράνσις Ρόμερ και λιμπρέτο του Μαρκ Λέμον, το 1836. [9]
  • Η οβερτούρα Le Corsaire του Εκτόρ Μπερλιόζ το 1845.
  • Η όπερα Il corsaro του Τζουζέπε Βέρντι το 1848.
  • Το μπαλέτο Le Corsaire του χορογράφου Joseph Mazilier σε μουσική του Αντόλφ Αντάμ, δημιουργήθηκε το 1856 στο Παρίσι.
  • Το μπαλέτο Le Corsaire του Μαριούς Πετιπά που δημιουργήθηκε το 1899 στην Αγία Πετρούπολη.
  • Το 1908 ο Έντουαρντ Έλγκαρ συνέθεσε το τραγούδι Deep in My Soul με στίχους βασισμένους στο ποίημα.
  • Ανάμεσα στους ζωγράφους που εμπνεύστηκαν από το θέμα, ο Ντελακρουά απεικόνισε μια σκηνή από το έργο με ακουαρέλα με τίτλο Επεισόδιο από τον Κουρσάρο (1831) που παρουσιάζει τη Γκιουλνάρ να επισκέπτεται τον φυλακισμένο πειρατή Κόνραντ στο κελί του. [10]

Κάποιοι κριτικοί υποστήριξαν ότι έμπνευση για το ποίημα ήταν η ζωή του πειρατή Ζαν Λαφίτ.

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ο Κουρσάρος, μετάφραση: Λεωνίδας Ραζέλος, εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος [11] [12]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]