Οι Μεταμορφώσεις ή Ο Χρυσός γάιδαρος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οι Μεταμορφώσεις
Βυζαντινό μωσαϊκό, 5ος αιώνας
ΣυγγραφέαςΑπουλήιος
ΤίτλοςMetamorphoseon
Asinus aureus
Γλώσσαλατινική γλώσσα
Ημερομηνία δημιουργίας2ος αιώνας
Μορφήμυθιστόρημα
LC ClassOL658250W
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Οι Μεταμορφώσεις ή Ο Χρυσός γάιδαρος (λατινικά: Asinus aureus) είναι μυθιστόρημα του Απουλήιου που γράφτηκε τον 2ο αιώνα μ.Χ., είναι το μόνο αρχαίο ρωμαϊκό μυθιστόρημα στα λατινικά που σώζεται στο σύνολό του.[1]

Ο αρχικός τίτλος του μυθιστορήματος ήταν Έντεκα βιβλία μεταμορφώσεων, στα λατινικά Metamorphoseon libri XI, ή εν συντομία Μεταμορφώσεις. Ο τίτλος παραπέμπει στο ομώνυμο έργο του Οβίδιου Μεταμορφώσεις (1 μ.X.) που έχουν ως θέμα τη μεταμόρφωση ανθρώπων σε ζώα, όπως και στον Απουλήιο. Ο δεύτεροςς τίτλος Χρυσός γάιδαρος προστέθηκε μεταγενέστερα από φιλολόγους, επειδή θεωρούσαν ότι οι ιστορίες που παρατίθενται είναι πραγματικό χρυσωρυχείο ιδεών, διδαγμάτων και ηθογραφιών και αναφέρεται κατά την Ύστερη Αρχαιότητα από τον Άγιο Αυγουστίνο.[2]

Το ευφάνταστο, τολμηρό και διασκεδαστικό έργο καταγράφει με φιλοπαίγμονα και αυτοσαρκαστική διάθεση τις περιπέτειες του Λούκιου, μέλους της ρωμαϊκής αριστοκρατίας, καθώς ταξίδευε στη Θεσσαλία, το «λίκνο της μαγείας». Η περιέργεια, ο υπερβολικός ενθουσιασμός και η ακόρεστη επιθυμία του ήρωα να δει και να εξασκήσει τη μαγεία τον οδηγούν να μεταμορφωθεί κατά λάθος σε γάιδαρο. Έτσι αρχίζει ένα μακρύ ταξίδι, κυριολεκτικά και μεταφορικά, με πολλές περιπέτειες. Τελικά βρίσκει τη σωτηρία μέσω της παρέμβασης της θεάς Ίσιδας, στη λατρεία της οποίας προσχωρεί. Το έργο θεωρείται εν μέρει αυτοβιογραφικό, καθώς στο τέλος αποκαλύπτεται ότι ο πρωταγωνιστής Λούκιος κατάγεται από τα Μάδαυρα, την πατρίδα του ίδιου του Απουλήιου.[3]

Το μυθιστόρημα διαδραματίζεται στην Αρχαία Ελλάδα και παρουσιάζει την καθημερινή ζωή, τα ήθη και έθιμα και τις δεισιδαιμονίες της ελληνιστικής αρχαιότητας. Είναι διανθισμένο με ένθετες ιστορίες που ο γάιδαρος μέσα στις περιπλανήσεις του ακούει να διηγούνται, όπως η ιστορία του Έρωτα και της Ψυχής, η ιστορία της δηλητηριάστριας μητριάς, η ματωμένη νύφη και άλλες, ιστορίες που αναμειγνύουν τον ερωτισμό με αιματηρά εγκλήματα και τη μαγεία.

Το μυθιστόρημα είναι πρόδρομος του είδους του πικαρέσκο μυθιστορήματος, που ανέπτυξαν αργότερα οι Κεβέδο, Ραμπελαί, Βοκάκιος, Θερβάντες, Βολταίρος, Αλαίν Ρενέ Λεσάζ, Ντάνιελ Ντεφόε και πολλοί άλλοι.[4]

Συγγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ημερομηνία συγγραφής των Μεταμορφώσεων είναι αβέβαιη. Έχει θεωρηθεί από τους μελετητές ως νεανικό έργο πριν από την Απολογία του Απουλήιου το 158-159, ή ως το αποκορύφωμα της λογοτεχνικής του σταδιοδρομίας, και το πιθανότερο στη δεκαετία του 160 ή 170. Ο Απουλήιος διασκεύασε την ιστορία από ένα ελληνικό πρωτότυπο, του οποίου συγγραφέας ήταν πιθανώς ο κατά τα άλλα άγνωστος Λούκιος ο Πατρινός (αν αυτό το όνομα δεν προέρχεται απλώς από τον κύριο χαρακτήρα και αφηγητή του έργου).

Αυτό το ελληνικό κείμενο του Λούκιου του Πατρινού έχει χαθεί, αλλά έχει διασωθεί ο Λούκιος ἢ ὄνος, μια παρόμοια ιστορία αμφισβητούμενης συγγραφής, που παραδοσιακά αποδίδεται στον Λουκιανό, σύγχρονο του Απουλήιου. Αυτό το ελληνικό κείμενο που έχει διασωθεί φαίνεται να είναι μια σύνοψη του κειμένου του Λούκιου του Πατρινού. [5]

Σύμφωνα με πιο πρόσφατη εκδοχή, ο Λουκιανός και ο Απουλήιος χρησιμοποίησαν το κοινό πρότυπο του Λούκιου του Πατρινού αλλά πέραν του κοινού θέματος τα έργα έχουν διαφορές: Το έργο του Απουλήιου είναι κατά πολύ εκτενέστερο και με προεκτάσεις φιλοσοφικού χαρακτήρα. [6]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εικονογράφηση του 1787

Βιβλίο 1: Ο αφηγητής, που αυτοαποκαλείται Λούκιος, είναι ο ήρωας του μυθιστορήματος και αναφέρεται στο πρώτο πρόσωπο. Στον πρόλογο απευθύνεται στον αναγνώστη και συστήνεται εν συντομία, ταυτιζόμενος με τον ήρωα του μυθιστορήματος και διηγείται τις περιπέτειές του. Σε ένα ταξίδι του στη Θεσσαλία, γνωστή ως «χώρα της μαγείας», συναντά τον έμπορο Αριστομένη, ο οποίος διηγείται λεπτομερώς πώς ένας παλιός του φίλος δολοφονήθηκε μπροστά στα μάτια του από μια μάγισσα. Ο σύντροφός του είναι δύσπιστος και παίρνει την ιστορία για αστείο αλλά ο Λούκιος πιστεύει και προβληματίζεται με τα όσα παράδοξα και απίστευτα διηγείται ο συνταξιδιώτης του. Πηγαίνει στην Υπάτη, όπου φιλοξενείται από τον φιλάργυρο τοκογλύφο Μίλωνα.[7]

Βιβλίο 2: Τις μέρες που ακολουθούν, ο Λούκιος ακούει επανειλημμένα τρομερές ιστορίες για τους κινδύνους από τις μάγισσες. Συγκεκριμένα, λαμβάνει μια προειδοποίηση για τη σύζυγο του Μίλωνα, την Παμφίλη, που είναι μάγισσα. Αλλά αυτό του κεντρίζει την περιέργεια. Ένα βράδυ, γυρίζοντας σπίτι μεθυσμένος, βλέπει μπροστά στην πόρτα του σπιτιού του οικοδεσπότη του τρεις κλέφτες, τους οποίους σκοτώνει με το σπαθί του.

Βιβλίο 3: Την επόμενη μέρα, ο Λούκιος συλλαμβάνεται και κατηγορείται για φόνο. Εκπλήσσεται που όλοι γελούν μαζί του. Η ακροαματική διαδικασία πραγματοποιείται δημόσια στο θέατρο μπροστά σε τεράστιο πλήθος. Ο λόγος υπεράσπισης του κατηγορουμένου, πετυχημένος, δεν έχει αποτέλεσμα. Αναγκάζεται να ξεσκεπάσει τα τρία καλυμμένα πτώματα και αποδεικνύεται ότι στην πραγματικότητα είναι τρία φουσκωμένα ασκιά. Το κοινό ξεσπά στα γέλια και φεύγει. Τελικά, ο Λούκιος μαθαίνει ότι η κατηγορία ήταν απλώς ένα χοντροκομμένο αστείο για τη «γιορτή του γέλιου», που γιορταζόταν στην πόλη εκείνη την ημέρα.[8]

Στο σπίτι του Μίλωνα, ο Λούκιος μαθαίνει από την υπηρέτρια Φωτίδα, με την οποία μοιράζεται τις νύχτες του, ότι η Παμφίλη είχε ζωντανέψει με μαγικό τρόπο τα ασκιά έτσι ώστε να μοιάζουν με διαρρήκτες. Τώρα επιθυμεί να παρακολουθήσει τα μαγικά της Παμφίλης. Η Φωτίδα συμφωνεί απρόθυμα, αφήνοντας τον Λούκιο να δει την κυρά της να μεταμορφώνεται σε κουκουβάγια. Ο Λούκιος θέλει να μεταμορφωθεί ο ίδιος. Επειδή όμως η Φωτίδα μπερδεύει τη μαγική αλοιφή με την οποία πρέπει να τριφτεί, ο Λούκιος δεν μετατρέπεται σε πουλί αλλά σε γάιδαρο, η ανθρώπινη λογική του παραμένει ωστόσο αναλλοίωτη. Η υπηρέτρια του υπόσχεται να αντιστρέψει τη μεταμόρφωση το επόμενο πρωί, που θα του δώσει να φάει τριαντάφυλλα. Μέχρι τότε θα πρέπει να μείνει στο στάβλο. Αλλά το βράδυ, κλέφτες εισβάλλουν στο σπίτι και για να μεταφέρουν τα λάφυρά τους χρησιμοποιούν τον Λούκιο. Έτσι ξεκινούν οι μεγάλες περιπλανήσεις του γαϊδάρου. Βαριά φορτωμένος και χτυπημένος άσχημα, βαδίζει σε ανώμαλα μονοπάτια μέσα από αδιάβατα βουνά.

Έρωτας και Ψυχή, Ουιλιάμ-Αντόλφ Μπουγκερώ, 1889

Βιβλία 4-6: Μετά την είσοδο του Λούκιου στον κόσμο της μαγείας, η περιέργειά του ικανοποιήθηκε. Τώρα αλλάζει αναπόφευκτα οπτική και κοιτάζει τον συνηθισμένο κόσμο των ανθρώπων απ' έξω. Θεωρώντας τον κανονικό ζώο, οι άνθρωποι συνεχίζουν χωρίς ενδοιασμούς παρουσία του τις ασχολίες και τις συζητήσεις τους. Ο Λούκιος παρατηρεί, ακούει και καταλαβαίνει τα πάντα, χάρη στα μακριά αυτιά του. Ο ρόλος του του επιτρέπει να γνωρίσει τις δυστυχίες του κόσμου, που του φαίνεται τόσο φρικτός όσο ο κόσμος της μαγείας. Πρέπει να ληφθεί υπόψιν ότι ο Λούκιος, που ως άνθρωπος ανήκε στην ανώτερη τάξη, βρίσκεται στο έλεος ανθρώπων που βρίσκονται χαμηλά στην κοινωνική ιεραρχία ή ακόμα και παριών της κοινωνίας.

Μετά από κακουχίες, η ομάδα των ληστών και ο Λούκιος φτάνουν σε μια σπηλιά, την κρυψώνα της συμμορίας. Σύντομα καταφθάνει μια άλλη ομάδα ληστών και συζητούν τις περιπέτειές τους. Μετά από μια νυχτερινή επιδρομή, οι ληστές φέρνουν στη σπηλιά μια όμορφη κοπέλα, τη Χάρη, την οποία απήγαγαν για να αποσπάσουν λύτρα. Η γριά που τη φυλάει, για να τη διασκεδάσει, της διηγείται την ιστορία του Έρωτα και της Ψυχής. Μια προσπάθεια του γαϊδάρου να δραπετεύσει μαζί με την κοπέλα αποτυγχάνει. Οι ληστές συζητούν μια σκληρή τιμωρία των φυγάδων, ο γάιδαρος θα σκοτωθεί.

Βιβλίο 7: Ένας κατάσκοπος των ληστών αναφέρει ότι στο μεταξύ, στην Υπάτη, αναζητούν τον Λούκιο ως συνεργό τους. Λίγο πριν από την προγραμματισμένη θανάτωση του γαϊδάρου, καταφθάνει ο αρραβωνιαστικός της Χάρης, ο Τληπόλεμος. Παρουσιάζεται ως κλέφτης και κερδίζει την εμπιστοσύνη των ληστών. Καταφέρνει να τους ξεγελάσει και να ελευθερώσει την Χάρη, παίρνοντας και τον γάιδαρο. Από εκεί και πέρα ​​ο γάιδαρος ανήκει στο νεαρό ζευγάρι και στην αρχή περνάει καλά. Σύντομα όμως τον παίρνει ένας χωρικός και υφίσταται μεγάλη κακομεταχείριση.

Βιβλία 8 έως 10: Ένας σκλάβος της Χάρης φτάνει και αναφέρει ότι ο Τληπόλεμος έχει δολοφονηθεί. Η Χάρη αυτοκτονεί, αφού εκδικείται τον δολοφόνο. Όταν οι σκλάβοι τους μαθαίνουν τα νέα, τρέπονται σε φυγή. Ο γάιδαρος πρέπει να τους ακολουθήσει προς ένα αβέβαιο μέλλον και στο δρόμο περνάει ξανά επικίνδυνες περιπέτειες. Τελικά, πωλείται στην αγορά. Ο νέος του αφέντης είναι ένας ιερέας της Συρίας Θεάς, ένας θεομπαίχτης ​​που περιπλανιέται ζητιανεύοντας με άλλους αγύρτες. Ζουν από τα δώρα εύπιστων ανθρώπων στους οποίους ανακοινώνουν, ως μάντεις, μελλούμενες επιτυχίες. Ο γάιδαρος βασανίζεται ξανά και κινδυνεύει η ζωή του.[9]

Ο Λούκιος μεταμορφώνεται σε άνθρωπο, από χειρόγραφο του 1345

Μια μέρα, οι απατεώνες ιερείς συλλαμβάνονται για κλοπή και ο γάιδαρος πωλείται ξανά στην αγορά. Ο αγοραστής είναι ένας μυλωνάς, που τον χρησιμοποιεί στον μύλο, όπου γίνεται μάρτυρας της σκληρότητας προς τους σκλάβους και τα ζώα που απασχολούνται εκεί. Παράλληλα, παρακολουθεί τη μοιχεία της γυναίκας του μυλωνά, την ανακάλυψη της οποίας καθιστά δυνατή, αναγκάζοντας τον εραστή να βγει από την κρυψώνα του. Στη συνέχεια, ο μυλωνάς διώχνει τη γυναίκα του. Εκείνη εκδικείται σκοτώνοντάς τον με μάγια. Αυτό σημαίνει για τον γάιδαρο νέα αλλαγή ιδιοκτήτη, ακολουθούμενη από άλλες. Υποφέρει από πείνα και κρύο, γίνεται μάρτυρας τρομερών περιπετειών. Εμπλέκεται ακόμη και σε σεξουαλικές διαστροφές καθώς μια αρχόντισσα τον ερωτεύτηκε. Τελικά καταφέρνει να δραπετεύσει και καταφεύγει στην πόλη Κεγχρεές.

Βιβλίο 11: Ο γάιδαρος απελπισμένος στρέφεται στη Μητέρα Θεά και την παρακαλεί για βοήθεια. Σεβαστή από όλους τους λαούς με διάφορα ονόματα, του εμφανίζεται με τη μορφή της Ίσιδας και ανακοινώνει τη διάσωσή του κατά την επόμενη γιορτή της, οπότε θα έχει την ευκαιρία να φάει τα σωτήρια τριαντάφυλλα. Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, πρέπει αφού επιστρέψει στην ανθρώπινη μορφή να την υπηρετήσει για το υπόλοιπο της ζωής του. Και πράγματι, ο Λούκιος μεταμορφώνεται σε άνθρωπο μπροστά στο έκπληκτο πλήθος. Μετά από λίγο καιρό, η Ίσις και ο Όσιρις τον μυούν στα μυστήρια τους. Με τις οδηγίες της θεάς, πηγαίνει στη Ρώμη, όπου συνεχίζει να την υπηρετεί. Τα ιερατικά καθήκοντα τον γεμίζουν ικανοποίηση και κερδίζει τα προς το ζην ως δικηγόρος, με μεγάλες επιτυχίες. Έτσι τελειώνουν αισίως οι περιπέτειές του.[10]

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ο Χρυσός γάιδαρος ή οι Μεταμορφώσεις, μετάφραση: Αριστείδης Αϊβαλιώτης, εκδόσεις Νεφέλη, 1982[11][12]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]