Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μασατόσι Κοσίμπα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μασατόσι Κοσίμπα
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
小柴 昌俊 (Ιαπωνικά)
Γέννηση19  Σεπτεμβρίου 1926[1][2][3]
Τογιοχάσι
Θάνατος12  Νοεμβρίου 2020[4]
Τόκιο
ΥπηκοότηταΙαπωνία (1947) και Ιαπωνική Αυτοκρατορία (1926)
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο του Τόκιο, Πανεπιστήμιο Μέιτζι, Πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ και Kanagawa Prefectural Yokosuka High School
ΒραβεύσειςΜεγαλόσταυρος του Τάγματος της Αξίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (1985), Τάγμα του Πολιτισμού (1997), Βραβείο Νόμπελ Φυσικής (2002), Μετάλλιο Βενιαμίν Φραγκλίνος (2003), Μεγάλη Κορδέλα της Τάξης του Ανατέλλοντος Ηλίου (2003), βραβείο φυσικής Βολφ (2000), εταίρος του Αλεξάντερ φον Χούμπολτ, Πρόσωπο Πολιτιστικής Αξίας (1988), βραβείο Asahi (1987), συνεργάτης της Αμερικανικής Εταιρείας Φυσικής, Panofsky Prize (2002), βραβείο Χούμπολτ (1997), Fellow of Bangladesh Academy of Sciences και Nishina Memorial Prize (1987)
Επιστημονική σταδιοδρομία
Ερευνητικός τομέαςσωματιδιακή φυσική και αστροφυσική
Ιδιότηταφυσικός, καθηγητής πανεπιστημίου και ερευνητής
Διδακτορικός καθηγητήςΣιν-Ιτίρο Τομονάγκα

Ο Μασατόσι Κοσίμπα (ιαπωνικά: 小柴昌俊‎‎), 19 Σεπτεμβρίου 192612 Νοεμβρίου 2020) ήταν Ιάπωνας φυσικός, που βραβεύθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Φυσικής το 2002 από κοινού με τον Ρέιμοντ Ντέιβις «για την πρωτότυπη συμβολή τους στην Αστροφυσική και ειδικότερα στην ανίχνευση των κοσμικών νετρίνων». Οι δύο τους μοιράσθηκαν το βραβείο με τον Ρικάρντο Τζιακόνι, που τιμήθηκε για την ανακάλυψη των αστρονομικών πηγών ακτίνων Χ.

Βιογραφικά στοιχεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κοσίμπα γεννήθηκε το 1926 στην πόλη Τογιοχάσι του Νομού Αΐτσι της Ιαπωνίας. Πήρε πτυχίο από το Πανεπιστήμιο του Τόκιο το 1951 και διδακτορικό στη φυσική από το Πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ στις ΗΠΑ το 1955. Από τον Ιούλιο του 1955 μέχρι τον Φεβρουάριο του 1958 ήταν ερευνητής στο Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου του Σικάγου. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Ιαπωνία και τον Μάρτιο του 1958 προσλήφθηκε στο Ινστιτούτο Πυρηνικών Μελετών στο Τόκιο, αλλά έλειψε για τρία χρόνια (1959-1962) στο Εργαστήριο Φυσικής Υψηλών Ενεργειών και Κοσμικής Ακτινοβολίας του Τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου του Σικάγου. Τον Μάρτιο του 1963 έγινε αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τόκιο (Τμήμα Φυσικής). Από το 1987 ως το 1997 ο Κοσίμπα δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Τοκάι, ένα ιδιωτικό πανεπιστήμιο στο Τόκιο.

Στα τελευταία χρόνια του ο Κοσίμπα ήταν σύμβουλος του Διεθνούς Κέντρου Φυσικής Στοιχειωδών Σωματιδίων (ICEPP) του Πανεπιστημίου του Τόκιο και ομότιμος καθηγητής στο ίδιο πανεπιστήμιο. Απεβίωσε στο Νοσοκομείο Εντογκάβα του Τόκιο σε ηλικία 94 ετών. Ο Κοσίμπα ήταν έγγαμος με την Κιότο Κάτο, μια έφορο μουσείου τέχνης, από τα τέλη της δεκαετίας του 1950, και είχαν αποκτήσει έναν γιο και μία κόρη.[5]

Εκτός από το Βραβείο Νόμπελ, ο Μασατόσι Κοσίμπα είχε τιμηθεί με το Βραβείο Humboldt το 1997, με το Βραβείο Βολφ στη φυσική το 2000 και με το μετάλλιο Βενιαμίν Φραγκλίνου το 2003. Το 2007 ένα κτήριο του Πανεπιστημίου του Τόκιο πήρε το όνομά του.

Το βραβευμένο ερευνητικό έργο του Κοσίμπα επικεντρώθηκε στα νετρίνα, υποατομικά σωματίδια που τότε ήταν άγνωστο αν έχουν ή όχι μάζα ηρεμίας. Από την άλλη, είχε γίνει αποδεκτό ότι οι αντιδράσεις πυρηνικής σύντηξης ήταν η πηγή της ηλιακής ενέργειας. Αργότερα, θεωρητικοί υπολογισμοί έδειξαν ότι αναρίθμητα νετρίνα πρέπει να απελευθερώνονται από αυτές τις αντιδράσεις και συνεπώς η Γη πρέπει να δέχεται μία συνεχή ροή ηλιακών νετρίνων. Επειδή όμως τα νετρίνα αλληλεπιδρούν ασθενώς με την ύλη, μόνο ελάχιστα από αυτά σταματούν στη Γη.

Κατά τη δεκαετία του 1980 ο Κοσίμπα κατασκεύασε έναν υπόγειο ανιχνευτή νετρίνων σε ένα ορυχείο ψευδαργύρου στην Ιαπωνία, τον «Καμιοκάντε II». Αυτός ήταν μία τεράστια υδατοδεξαμενή περιβαλλόμενη από φωτοπολλαπλασιαστές για την ανίχνευση των λάμψεων που θα παράγονταν όταν κάποια νετρίνα αλληλεπιδρούσαν με πυρήνες στα μόρια του νερού. Ο Κοσίμπα μπόρεσε έτσι να επαληθεύσει τα αποτελέσματα του Ντέιβις, ότι δηλαδή ο `Ηλιος παράγει νετρίνα και ότι ανιχνεύονται λιγότερα νετρίνα από όσα αναμενόταν, μία διαφορά που έγινε γνωστή ως πρόβλημα των ηλιακών νετρίνων. Το 1987 ο Καμιοκάντε ανίχνευσε νετρίνα και από τον υπερκαινοφανή αστέρα στο Μέγα Νέφος του Μαγγελάνου, βοηθώντας έτσι στη δημιουργία ενός νεου κλάδου της αστρονομίας-αστροφυσικής, της «αστρονομίας νετρίνων». Αφού κατόρθωσε να επιτύχει την κατασκευή ενός μεγαλύτερου και πιο ευαίσθητου ανιχνευτή, του σούπερ-Καμιοκάντε, που άρχισε να λειτουργεί το 1996, ο Κοσίμπα ανεκάλυψε ισχυρές ενδείξεις για το ότι τα νετρίνα μετασχηματίζονται από τον ένα από τους τρεις τύπους τους στον άλλο κατά τη διαδρομή τους από τον ηλιακό πυρήνα μέχρι τη Γη, κάτι που επέλυε το πρόβλημα των ηλιακών νετρίνων, καθώς τα πρώτα πειράματα μπορούσαν να ανακαλύψουν μόνο τον ένα τύπο νετρίνων. Ταυτόχρονα, αυτό απεδείκνυε ότι τα νετρίνα έχουν μάζα, αφού δεν κινούνται με την ταχύτητα του φωτός.

Οι δημοσιεύσεις που του απέφεραν το Βραβείο Νόμπελ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 26  Απριλίου 2014.
  2. «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Koshiba-Masatoshi. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. (Γερμανικά) Εγκυκλοπαίδεια Μπρόκχαους. koshiba-masatoshi.
  4. «Japanese physicist Koshiba, 2002 Nobel Prize laureate, dies at 94». (Αγγλικά)
  5. Overbye, Dennis: «Masatoshi Koshiba, 94, Dies; Nobel Winner Tracked Ghostly Neutrinos», The New York Times, 16 Νοεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2020"

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]