Λεκάνη του Αμαζονίου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 2°18′S 54°52′W / 2.300°S 54.867°W / -2.300; -54.867

Η Λεκάνη του ποταμού Αμαζονίου (κίτρινο χρώμα) με τους κυριότερους παραποτάμους του
Οι εκβολές του Αμαζονίου σε δορυφορική απεικόνιση το 2006

Η Λεκάνη του Αμαζονίου, γνωστή και με την ονομασία Αμαζονία, είναι η λεκάνη απορροής του μεγαλύτερου σε όγκο νερού ποταμού της Γης, του Αμαζονίου. Καταλαμβάνει το 35,5% (πάνω από το ένα τρίτο) της εκτάσεως της ηπείρου της Νότιας Αμερικής, έχοντας έκταση πάνω από 6.300.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, δηλαδή 48 φορές την έκταση της Ελλάδας. Απλώνεται κυρίως στη Βραζιλία, αλλά και στα κράτη Βολιβία, Περού, Κολομβία, Ισημερινό, Γουιάνα, Σουρινάμ, Βενεζουέλα, καθώς και στη γαλλική κτήση της Γαλλικής Γουιάνας.[1][2]

Το μεγαλύτερο μέρος της λεκάνης καταλαμβάνεται από το τροπικό δάσος του Αμαζονίου (επίσης αποκαλούμενο κάποιες φορές «Αμαζονία»). Με 5,5 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα έκταση, το δάσος αυτό είναι η μεγαλύτερη ζούγκλα στον κόσμο.

Γεωγραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ποταμός Αμαζόνιος πηγάζει από την οροσειρά των Άνδεων στα δυτικά όρια της λεκάνης του, σχηματιζόμενος από τη συμβολή των ποταμών Μαρανιόν και Ουκαγιάλι στο Περού. Το υψηλότερο σημείο της λεκάνης απορροής του Αμαζόνίου, στον υδροκρίτη, είναι η δεύτερη υψηλότερη κορυφή του Περού, η Γιερουπάχα, με υψόμετρο 6.635 μέτρα.

Το υδατικό σύστημα του Αμαζονίου μεταφέρει τον μεγαλύτερο όγκο νερού από κάθε άλλο ποτάμιο σύστημα στη Γη, περίπου το 20% του συνολικού όγκου νερού που μεταφέρεται στη θάλασσα από τα ποτάμια της Γης. Μέρος του τροπικού δάσους του Αμαζονίου έχει αποδασωθεί εξαιτίας της μετατροπής του σε βοσκότοπους βοοειδών και καλλιέργειες σόγιας. Πριν τον σχηματισμό των Άνδεων, πριν από εκατομμύρια χρόνια, η Λεκάνη του Αμαζονίου άδειαζε το νερό της στον Ειρηνικό Ωκεανό, ενώ σήμερα το αδειάζει στον Ατλαντικό.[3]

Χλωρίδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αεροφωτογραφία μέρους της ζούγκλας του Αμαζονίου

Η φυτική κάλυψη της Λεκάνης του Αμαζονίου είναι πολύ πυκνή, εξαιτίας των πολλών και έντονων βροχοπτώσεων, με πυκνά και εκτεταμένα δάση αειθαλών δένδρων, πλατύφυλλων κυρίως, αλλά και κωνοφόρων. Ο θόλος του δάσους είναι τόσο πυκνός στα περισσότερα μέρη, ώστε πολύ λίγο ηλιακό φως φθάνει μέχρι το έδαφος, το οποίο παραμένει σκοτεινό και άρα υγρό. Ορχιδέες και βρομελιοειδή εκμεταλλεύονται την αναρρίχηση στα δέντρα, ώστε να σκαρφαλώνουν σχετικώς γρήγορα μέχρι ένα ύψος που θα τους προσφέρει περισσότερο φως. Αναπτύσσουν εναέριες ρίζες και ζουν ως επίφυτα. Χαρακτηριστικά ιθαγενή είδη φυτών στο χαμηλότερο μέρος της Λεκάνης, το λεγόμενο Βαθύπεδο του Αμαζονίου, είναι το καουτσουκόδενδρο (Hevea brasiliensis) και η φοινικιά ασάι (Euterpe oleracea).[4][5]

Πανίδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιαγουάρος στην περιοχή Μιράντα

Θηλαστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περισσότερα από 1.400 είδη θηλαστικών συναντώνται στη Λεκάνη του Αμαζονίου, με τα περισσότερα να είναι νυχτερίδες και τρωκτικά. Μεταξύ των μεγαλύτερων θηλαστικών συγκαταλέγονται ο ιαγουάρος, ο οσελότος, το καπιμπάρα, το πούμα ή κούγκαρ και ο τάπιρος ο χερσαίος. Γενικώς η πανίδα της Αμαζονίας είναι πιο φτωχή σε μεγάλα θηλαστικά από όσο ίσως θα ανέμενε κάποιος.

Πτηνά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη Λεκάνη του Αμαζονίου υπάρχουν περί τα 1.500 είδη πτηνών.[6] Ως προς τη βιοποικιλότητα της ορνιθοπανίδας της Λεκάνης είναι ενδεικτικός ο αριθμός των διαφορετικών οικογενειών πτηνών που κατοικούν σε αυτά τα υγρά δάση. Για παράδειγμα, οι οικογένειες κοτινγκίδες, ραμφαστίδες (τουκάν) και Τροχιλίδες (κολίβρια). Οι μακάου και άλλοι παπαγάλοι είναι περίφημοι για το ότι συγκεντρώνονται κατά εκατοντάδες στις αργιλώδεις όχθες του Αμαζονίου.

Ερπετά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ανακόντα κατοικεί στα αβαθή νερά του Αμαζονίου και των παραποτάμων του, ενώ ο πράσινος δενδρόβιος βόας και ο βόας σφιγκτήρας ζουν ψηλά στα δένδρα.

Πολλά είδη ερπετών από τη Λεκάνη του Αμαζονίου συλλέγονται παράνομα και εξάγονται ως εμπορεύσιμα «εξωτικά κατοικίδια» ζώα.[7]

Αμφίβια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περισσότερα από 1.500 είδη αμφιβίων συναντώνται στην περιοχή. Αντίθετα με τους βατράχους των εύκρατων χωρών, που περιορίζονται κυρίως σε ενδιαιτήματα κοντά στο νερό, οι τροπικοί βάτραχοι αφθονούν περισσότερο στα δέντρα και σχετικώς λιγότεροι, εδαφόβιοι, βρίσκονται κοντά στο νερό. Ο λόγος είναι απλός: οι βάτραχοι πρέπει να διατηρούν πάντοτε το δέρμα τους υγρό, καθώς η μισή σχεδόν αναπνοή τους γίνεται μέσα από το δέρμα τους. Η μεγάλη υγρασία του δάσους της Αμαζονίας με τις συχνές καταρρακτώδεις βροχές τους δίνει πολύ περισσότερη ελευθερία κινήσεων», ώστε να μεταβαίνουν στα δέντρα, αποφεύγοντας έτσι τους περισσότερους από τους θηρευτές τους.

Ψάρια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ερυθρό πιράνχα (Pygocentrus nattereri) είναι είδος ψαριού που ζει στη Λεκάνη του Αμαζονίου, αλλά και σε παραλιακά ποτάμια της βορειοανατολικής Βραζιλίας, όπως και στις λεκάνες των ποταμών Παραγουάη, Παρανά και Εσεκίμπο.

Σήμερα είναι γνωστά περί τα 2.500 είδη ψαριών που συναντώνται στη Λεκάνη του Αμαζονίου και εκτιμάται ότι πρέπει να υπάρχουν πάνω από χίλια επιπλέον είδη που δεν έχουν ακόμα περιγραφεί.[8] Ο αριθμός αυτός είναι μεγαλύτερος από εκείνον οποιασδήποτε άλλης ποτάμιας λεκάνης στη Γη, με την Αμαζονία να αποτελεί το κέντρο βιοποικιλότητας των νεοτροπικών ιχθύων.[9] Περίπου το 45% (πάνω από χίλια είδη) των γνωστών ψαριών της Αμαζονίας είναι ενδημικά στη Λεκάνη του Αμαζονίου.[10] Η αξιοσημείωτη ποικιλία ειδών μπορεί να ερμηνευθεί εν μέρει από τις μεγάλες διαφορές ανάμεσα στα τόπους της Λεκάνης, και πολλά είδη ψαριών είναι ενδημικά σε μικρές περιοχές της. Π.χ. η πανίδα στους διαυγείς ποταμούς είναι διαφορετική από εκείνη στους λασπώδεις ή τους πλούσιους σε φυτικά υπολείμματα, η πανίδα σε αργούς ποταμούς διαφέρει από εκείνη στους ορμητικούς, η πανίδα σε μικρά ποταμάκια διαφέρει από εκείνη στους μεγάλους ποταμούς, και η πανίδα σε βαθιά νερά διαφέρει από εκείνη στα αβαθή μέρη.[11][12][13] Η συντριπτική πλειονότητα των ειδών στον Αμαζόνιο ανήκουν σε δύο μόνο τάξεις ιχθύων, τα χαρακόμορφα (43% του συνόλου των ειδών ψαριών στον Αμαζόνιο) και τα σιλουρόμορφα (γατόψαρα) (39%). Δύο άλλες ομάδες με πολλά είδη στην Αμαζονία είναι η οικογένεια κιχλίδες (6%) και η τάξη γυμνωτίμορφα (3%).[8]

Εκτός από μεγάλες διαφορές στη συμπεριφορά και στην οικολογία τους, τα ψάρια της Λεκάνης του Αμαζονίου έχουν μεγάλη ποικιλία στο μέγεθος και το σχήμα. Τα μεγαλύτερα, που είναι τα αραπαΐμα και τα πιραΐμπα, μπορούν να φθάσουν τα τρία μέτρα σε μήκος και τα 200 κιλά σε βάρος, όντας από τα μεγαλύτερα ψάρια που ζουν μόνο σε γλυκό νερό πσγκοσμίως.[14] Ο ταυροκαρχαρίας και το πριονόψαρ, που έχουν παρατηρηθεί στον Αμαζόνιο αρκετά μακριά από τις εκβολές του, είναι πολύ μεγαλύτερα ζώα, αλλά ζουν τόσο στο γλυκό, όσο και στο θαλάσσιο νερό. Σε αντίθεση με όλα τα παραπάνω, υπάρχουν ψάρια στην Αμαζονία αρκετών οικογενειών, που έχουν μήκος μικρότερο των 2 εκατοστών. Τα μικρότερα ανήκουν πιθανότατα στο γένος Leptophilypnion, που ταυτοποιήθηκε μόλις το 2013, και δεν ξεπερνούν το 1 εκατοστό σε μήκος, όντας μεταξύ των μικρότερων ψαριών σε όλη τη Γη.[15]

Τα ποτάμια της Λεκάνης του Αμαζονίου στηρίζουν μεγάλη αλιευτική δραστηριότητα, που περιλαμβάνει γνωστά είδη μεγάλων γατόψαρων, ενώ φιλοξενούν πολλά είδη μικρών ψαριών που είναι σημαντικά ως ψάρια ενυδρείου, όπως το «όσκαρ» (Astronotus ocellatus), ο συμφυσόδοντας («δίσκος» ή «πομπαντούρ»), το πτερόφυλλο και αρκετά είδη τέτρα.[8] Παρά το ότι ο πραγματικός κίνδυνος που αντιπροσωπεύουν είνσι πολύ «υπερτιμημένος», αρκετά «φοβίσιμα» ψάρια ζουν στα νερά της Λεκάνης του Αμαζονίου, όπως τα πιράνχας (ιδίως το διαβόητο είδος Pygocentrus nattereri), το ηλεκτρικό χέλι, οι ποταμοτρυγονίδες και το ψάρι-βαμπίρ.[16]

Αρκετά είδη του γένους φρεατόβιος ζουν μέσα σε σπήλαια, προς τα δυτικά, στα ορεινά της Λεκάνης, όπως και το Astroblepus pholeter.[17] Επιπροσθέτως, τα βαθύτερα σημεία των μεγαλύτερων ποταμών της Λεκάνης είναι πάντοτε σκοτεινά και κάποια είδη που ζουν σε αυτά έχουν προσαρμογές παρόμοιες με εκείνες των σπηλαιόβιων ψαριών (π.χ. ο ορθοστέρναρχος).[18] Μερικά άλλα είδη έχουν αναπτύξει χερσαίες προσαρμογές: το Copella arnoldi είναι περίφημο για το ότι γεννά τα αβγά του σε φυτά πάνω από την επιφάνεια του νερού και τα διατηρεί υγρά τινάζοντας συνεχώς νερό επάνω τους[19], η λεπιδοσειρήνα η παράδοξη μπορεί να επιβιώσει κάτω από το έδαφος μέσα σε ένα ουλώδες κουκούλι όλη την ξηρή εποχή[20] και μερικές μικρές ριβουλίδες μπορούν να εκτιναχθούν έξω στην όχθη προκειμένου να αποφύγουν θηρευτές που βρίσκονται στο νερό[21]

Έντομα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περισσότερα από το 90% όλων των ζωικών ειδών της Λεκάνης του Αμαζονίου είναι έντομα[22], από τα οποία περί το 40% είναι κολεόπτερα (σκαθάρια), που είναι και η πολυπληθέστερη τάξη σε ολόκληρο το ζωικό βασίλειο.[23][24][25]

Στο Εθνικό Πάρκο Μανού του Περού, σε τμήμα μόλις 40 τετραγωνικών χιλιομέτρων, ζουν περίπου 2.300 είδη πεταλούδων, ενώ συγκριτικά σε ολόκληρη την Ευρώπη έχουν καταμετρηθεί 321 είδη πεταλούδων. Αντιστοίχως, το Εθνικό Καταφύγιο Ταμποπάτα (επίσης στο Περού) έχει τουλάχιστον 1.231 είδη σε τμήμα 55 τετραγων. χιλιομέτρων.

Κλίμα και εποχές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Λεκάνη του Αμαζονίου έχει μια εποχή «χαμηλών νερών» (γνωστή κοινώς στην περιοχή ως «καλοκαίρι») και μια εποχή των βροχών, όπως όλες οι μη ξηρές τροπικές περιοχές. Κατά την εποχή των βροχών τα ποτάμια πλημμυρίζουν τις παρακείμενες χαμηλές δασικές εκτάσεις. Το κλίμα της Λεκάνης είναι γενικώς θερμό και υγρό, εκτός από τις υψηλές περιοχές. Ωστόσο σε κάποιες περιοχές της η ξηρή εποχή (Ιούνιος–Σεπτέμβριος) μπορεί να φέρει ψυχρές ημέρες τροφοδοτούμενες από ανέμους από την Ανταρκτική, που ταξιδεύουν κατά μήκος των παρακείμενων Άνδεων. Η μέση ετήσια θερμοκρασία κυμαίνεται μεταξύ 25 και 28 βαθμούς Κελσίου, με μικρές έως μηδαμινές εποχικές διαφορές.

Η ανθρώπινη παρουσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πλωτό χωριό κοντά στο Ικίτος του Περού

Η Αμαζονία είναι αραιοκατοικημένη από τον άνθρωπο. Υπάρχουν διάσπαρτοι οικισμοί στο εσωτερικό, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ζει σε λίγες μεγάλες πόλεις στις όχθες του Αμαζονίου και των μεγαλύτερων άλλων ποταμών, όπως το Ικίτος στο βόρειο Περού, το Μανάους και το Μπελέμ στη Βραζιλία. Πολλές περιοχές έχουν αποδασωθεί για τη δημιουργία φυτειών σόγιας και κτηνοτροφικών αγροκτημάτων (ράντσων, η πιο εκτεταμένη μη δασική χρήση γης στην Αμαζονία), ενώ μερικοί κάτοικοι συλλέγουν ελαστικό κόμμι και βραζιλιάνικα κάρυα από την άγρια φύση. Αυτή είναι μια μορφή αειφόρου δραστηριότητας, σε αντίθεση με την υλοτομία ή τη γεωργία που εξαρτάται από την αποδάσωση. Οι περισσότεροι κάτοικοι στο εσωτερικό ζουν σε ψαθοκαλύβες σε σχήμα κυψέλης. Υπάρχουν επίσης μεγαλύτερες καλύβες πολλαπλών διαμερισμάτων, που αποκαλούνται μαλόκα και έχουν κεκλιμένη στέγη.

Γλώσσες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι περισσότερο ομιλούμενες γλώσσες στη Λεκάνη του Αμαζονίου είναι η πορτογαλική και η ισπανική. Υπάρχουν επίσης εκατοντάδες ιθαγενείς γλώσσες που ομιλούνται ως μητρική γλώσσα, οι περισσότερες όμως από αυτές κινδυνεύουν να σβήσουν.

Ιθαγενείς[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολλές φυλές ιθαγενών ζουν στη Λεκάνη του Αμαζονίου, συχνά σχετικώς απομονωμένες. Εκτιμάται ότι 400 και πλέον φυλετικές ομάδες έχουν ζήσει στην τεράστια αυτή περιοχή επί εκατοντάδες χρόνια με τον δικό τους πολιτισμό, γλώσσα/διάλεκτο και τρόπο ζωής. Σήμερα ο συνολικός πληθυσμός της Λεκάνης είναι 1,5 εκατομμύριο κάτοικοι. Υπάρχουν κατ' εκτίμηση εκατό περίπου φυλές με τις οποίες δεν έχει γίνει επαφή μέχρι σήμερα. Ο μεγαλύτερος οργανισμός που παλεύει υπέρ των αυτόχθονων πληθυσμών της Αμαζονίας είναι ο COICA. Είναι ένας δευτεροβάθμιος οργανισμός, που συμπεριλαμβάνει όλες τις οργανώσεις δικαιωμάτων των ιθαγενών που δραστηριοποιούνται στην περιοχή της Λεκάνης του Αμαζονίου, σε διαφορετικές χώρες της.

Ποτάμιο εμπόριο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αμαζόνιος και οι άλλοι μεγάλοι ποταμοί αποτελούν την κυριότερη μεταφορική οδό για ανθρώπους και εμπορεύματα, με μεταφορικά μέσα που ποικίλλουν από σχεδίες τύπου balsa και μονόξυλα μέχρι χειροποίητες ξύλινες βάρκες ή σύγρονα μεταλλικά σκαριά.

Γεωργία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι εποχικές πλημμύρες ανασκάπτουν και αναδιανέμουν ιλύ πλούσια σε θρεπτικά συστατικά πάνω σε όχθες και ποταμόνησα, καθιστώντας δυνατή την παρόχθια γεωργία κατά την ξηρή εποχή με καλλιέργειες ρυζιού, φασολιών και καλαμποκιού χωρίς την προσθήκη χημικών λιπασμάτων, ενώ σε υψηλότερες πλημμυρικές πεδιάδες συναντάται η καλλιέργεια με αποψίλωση της βλαστήσεως. Η αλιεία παρέχει πρόσθετη τροφή όλο το έτος, ενώ τα πουλερικά ελεύθερης βοσκής δεν απαιτούν ζωοτροφές πέρα από αυτές που μπορούν να βρουν στη φύση. Παράγεται ξυλοκάρβουνο από το δάσος και τα νεκρά δέντρα στις όχθες για χρήση στις αστικές περιοχές. Συνήθης είναι επίσης η κατανάλωση θηραμάτων, ιδίως ελαφιών και χελωνών.

Η αποδάσωση και η αυξημένη κατασκευή δρόμων σημειώνουν την ανθρώπινη διείσδυση σε παρθένες περιοχές, την αυξημένη εξαγωγή των φυσικών πόρων και απειλές για τη βιοποικιλότητα.

Η εκτεταμένη αποδάσωση, ιδίως στη Βραζιλία, οδηγεί στον αφανισμό γνωστών και άγνωστων ειδών ζωντανών οργανισμών, μειώνοντας τη βιοποικιλότητα και επιδρώντας αρνητικά στην ποιότητα του εδάφους, των υδάτων και του αέρα. Αλλά τα εδάφη της ζούγκλας είναι γενικώς μικρού πάχους και έτσι δεν μπορούν να τα εκμεταλλευθούν για πάνω από τρία έως τέσσερα έτη χωρίς την προσθήκη εισαγόμενων χημικών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων.

Παγκόσμιος οικολογικός ρόλος και η κλιματική αλλαγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

«Κατά τα τελευταία 20 έτη (2021), το βραζιλιάνικό μέρος της Αμαζονίας απελευθέρωσε 13% περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα από όσο απορρόφησε.»[26]

«Η βιοποικιλότητα της Αμαζονίας διαδραματίζει έναν κομβικό ρόλο ως μέρος παγκόσμιων συστημάτων, που επιδρούν στον παγκόσμιο κύκλο του άνθρακα και συνεπώς στην κλιματική αλλαγή, καθώς και στα υδρολογικά συστήματα του Νότιου Ημισφαιρίουs, χρησιμεύοντας ως μια σημαντική «αγκύρωση» για το νοτιοαμερικανικό κλίμα και βροχοπτώσεις. Παράγει περί το 20% του οξυγόνου που απελευθερώνεται συνολικά στη γήινη ατμόσφαιρα.»[27]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Goulding, M., Barthem, R.B. και Duenas, R.: The Smithsonian Atlas of the Amazon, Smithsonian Books, 2003, ISBN 1-58834-135-6
  2. «Amazon». World Wildlife Fund. 24 Μαρτίου 2023. 
  3. «Amazon river flowed into the Pacific millions of years ago». Mongabay. 24 Οκτωβρίου 2006. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιανουαρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 8 Ιουνίου 2014. 
  4. Amazon, Plants. «Amazon plants and trees». 
  5. «The Coolest Plants in the Amazon Rainforest». Rainforest Cruises. 
  6. Butler, Rhett (31 Ιουλίου 2012). «Diversities of Image». Mongabay.com. Ανακτήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 2014. 
  7. «Amazon Reptiles». Mongabay.com. 
  8. 8,0 8,1 8,2 Junk, W.J.; M.G.M. Soares; P.B. Bayley (2007), «Freshwater fishes of the Amazon River Basin: their biodiversity, fisheries, and habitats», Aquatic Ecosystem Health and Management 10 (2): 153-173, doi:10.1080/14634980701351023 
  9. James S. Albert· Roberto E. Reis (2011). Historical Biogeography of Neotropical Freshwater Fishes. σελ. 308. ISBN 978-0-520-26868-5. 
  10. Reis R.E.; Albert J.S.; Di Dario F.; Mincarone M.M.; Petry P.; Rocha L.A. (2016). «Fish biodiversity and conservation in South America». Journal of Fish Biology 89 (1): 12-47. doi:10.1111/jfb.13016. PMID 27312713. https://zenodo.org/record/896303. 
  11. Stewart D.J.; Ibarra M. (2002). «Comparison of Deep-River and Adjacent Sandy-Beach Fish Assemblages in the Napo River basin, Eastern Ecuador». Copeia 2002 (2): 333-343. doi:10.1643/0045-8511(2002)002[0333:codraa]2.0.co;2. 
  12. Mendonça, F.P., W.E. Magnusson, J. Zuanon και C.M. Taylor: «Relationships between habitat characteristics and fish assemblages in small streams of Central Amazonia», Copeia, τόμος του 2005 (4), σσ. 751-764
  13. Duncan, W.P., και Fernandes, M.N.: «Physicochemical characterization of the white, black, and clearwater rivers of the Amazon Basin and its implications on the distribution of freshwater stingrays (Chondrichthyes, Potamotrygonidae)», PanamJAS, τόμ. 5 (έτος 2010): 454–464.
  14. Βλ. τα είδη Arapaima gigas και Brachyplatystoma filamentosum στη FishBase, Σεπτέμβριος 2017
  15. Roberts, T.R. (2013). «Leptophilypnion, a new genus with two new species of tiny central Amazonian gobioid fishes (Teleostei, Eleotridae)». Aqua, International Journal of Ichthyology 19 (2): 85-98. 
  16. Field Guide to the Fishes of the Amazon, Orinoco, and Guianas. Princeton University Press. 2017. ISBN 978-0691170749. 
  17. Romero, Aldemaro, επιμ. (2001). The Biology of Hypogean Fishes. Developments in environmental biology of fishes. 21. ISBN 978-1402000768. 
  18. Fenolio, Danté (2016). Life in the Dark: Illuminating Biodiversity in the Shadowy Haunts of Planet Earth. Johns Hopkins University Press. ISBN 978-1421418636. 
  19. Howard, Brian Clark (27 Σεπτεμβρίου 2013). «Fish That Lay Eggs Out of the Water». National Geographic. Water Currents. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Μαΐου 2015. 
  20. SeriouslyFish. «Lepidosiren paradoxa». Ανακτήθηκε στις 30 Απριλίου 2017. 
  21. Vermeulen, F. «The genus Rivulus». itrainsfishes.net. Ανακτήθηκε στις 6 Μαΐου 2017. [νεκρός σύνδεσμος]
  22. «Amazon Insects». Mongabay.com. 
  23. Powell 2009
  24. ωRosenzweig, Michael L. (1995). Species Diversity in Space and Time. Cambridge University Press. ISBN 978-0-521-49952-1. 
  25. Hunt, T.; Bergsten, J.; Levkanicova, Z.; Papadopoulou, A.; John, O. St.; Wild, R.; Hammond, P.M.; Ahrens, D. και άλλοι. (2007). «A Comprehensive Phylogeny of Beetles Reveals the Evolutionary Origins of a Superradiation». Science 318 (5858): 1913-1916. doi:10.1126/science.1146954. PMID 18096805. Bibcode2007Sci...318.1913H. 
  26. «Rapid deforestation outweighs carbon capture by remaining trees». The Economist. 21 May 2022. https://www.economist.com/interactive/graphic-detail/2022/05/21/the-brazilian-amazon-has-been-a-net-carbon-emitter-since-2016. Ανακτήθηκε στις 2023-06-10. Kaiser, Anna Jean (27 Αυγούστου 2019). «Explainer: Role of the Amazon in global climate change». phys.org. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2023. 
  27. «Why the Amazon's Biodiversity is Critical for the Globe: An Interview with Thomas Lovejoy». World Bank (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2023. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Το λήμμα «Αμαζονία» στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 4, σσ. 616-618

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]