Καθεδρικός Ναός Αγίου Αλεξάνδρου Νιέφσκι (Σόφια): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 18: Γραμμή 18:
Ο καθεδρικός ναός του Αλέξανδρου Νιέβσκι είναι μια σταυροειδής [[Βασιλική (αρχιτεκτονική)|βασιλική]] με πέντε κλίτη και τρούλο, με τονισμένο τον κεντρικό τρούλο. Ο επιχρυσωμένος τρούλος του ναού έχει ύψος 45 m και το καμπαναριό φθάνει τα 53 μέτρα. Ο ναός έχει 12 καμπάνες, που χυτεύθηκαν στη [[Μόσχα]], με ανάγλυφες διακοσμήσεις και συνολικό βάρος 23 τόνων, η βαρύτερη βάρους 12 τόνων και η ελαφρύτερη 10 κιλών.
Ο καθεδρικός ναός του Αλέξανδρου Νιέβσκι είναι μια σταυροειδής [[Βασιλική (αρχιτεκτονική)|βασιλική]] με πέντε κλίτη και τρούλο, με τονισμένο τον κεντρικό τρούλο. Ο επιχρυσωμένος τρούλος του ναού έχει ύψος 45 m και το καμπαναριό φθάνει τα 53 μέτρα. Ο ναός έχει 12 καμπάνες, που χυτεύθηκαν στη [[Μόσχα]], με ανάγλυφες διακοσμήσεις και συνολικό βάρος 23 τόνων, η βαρύτερη βάρους 12 τόνων και η ελαφρύτερη 10 κιλών.


Στο επάνω μέρος της κεντρικής εισόδου του ναού εικονίζεται σε πολύχρωμο μωσαϊκό η μορφή του Αγίου Αλέξανδρου Νιέφσκι, φιλοτεχνημένη από το Βούλγαρο ζωγράφο [[Αντόν Μίτοφ]] (Anton Mitov, 1862 – 1930). Στις δύο πλευρές της εισόδου, επάνω από τις πλευρικές θύρες του ναού, οι μορφές της [[Αγία Ευδοκία|Αγίας Ευδοκίας]] και της [[Παρασκευή η Oσιομάρτυς|Αγίας Παρασκευής]] έχουν φιλοτεχνηθεί από τους καλλιτέχνες V. Dimov και V. Marinov.
Στο επάνω μέρος της κεντρικής εισόδου του ναού εικονίζεται σε πολύχρωμο μωσαϊκό η μορφή του Αγίου Αλέξανδρου Νιέφσκι, φιλοτεχνημένη από το Βούλγαρο ζωγράφο Αντόν Μίτοφ (1862 – 1930). Στις δύο πλευρές της εισόδου, επάνω από τις πλευρικές θύρες του ναού, οι μορφές της [[Αγία Ευδοκία|Αγίας Ευδοκίας]] και της [[Παρασκευή η Oσιομάρτυς|Αγίας Παρασκευής]] έχουν φιλοτεχνηθεί από τους καλλιτέχνες Β. Ντίμοφ και Β. Μαρίνοφ.


Στην εσωτερική διακόσμηση του ναού έχουν χρησιμοποιηθεί πολύχρωμα [[Ιταλία|ιταλικά]] [[Μάρμαρο|μάρμαρα]], [[Βραζιλία|βραζιλιανικός]] [[όνυχας]], [[αλάβαστρος]] και άλλα πολυτελή υλικά, ενώ τα [[Μωσαϊκό|μωσαϊκά]] και τα γλυπτά, φιλοτεχνημένα από Βουλγάρους, Ρώσους και άλλους ξένους καλλιτέχνες, είναι ιδιαίτερα υψηλής τέχνης.
Στην εσωτερική διακόσμηση του ναού έχουν χρησιμοποιηθεί πολύχρωμα [[Ιταλία|ιταλικά]] [[Μάρμαρο|μάρμαρα]], [[Βραζιλία|βραζιλιανικός]] όνυχας, αλάβαστρο και άλλα πολυτελή υλικά, ενώ τα [[Μωσαϊκό|μωσαϊκά]] και τα γλυπτά, φιλοτεχνημένα από Βουλγάρους, Ρώσους και άλλους ξένους καλλιτέχνες, είναι ιδιαίτερα υψηλής τέχνης.


Ο κεντρικός θόλος του ναού είναι ζωγραφισμένος από το διάσημο Ρώσο ζωγράφο Ivan Grigorevich Miasoedov (1881 – 1953). To αριστουργηματικό αυτό έργο έχει συνολική επιφάνεια 850 τ.μ., ενώ στην περίμετρο του θόλου είναι γραμμένο το «Πάτερ Ημών» με χρυσά γράμματα.
Ο κεντρικός θόλος του ναού είναι ζωγραφισμένος από το διάσημο Ρώσο ζωγράφο Ivan Grigorevich Miasoedov (1881 – 1953). To αριστουργηματικό αυτό έργο έχει συνολική επιφάνεια 850 τ.μ., ενώ στην περίμετρο του θόλου είναι γραμμένο το «Πάτερ Ημών» με χρυσά γράμματα.

Έκδοση από την 10:35, 23 Μαρτίου 2017

Συντεταγμένες: 42°41′45″N 23°19′59″E / 42.695833°N 23.332956°E / 42.695833; 23.332956

O Καθεδρικός Ναός της Σόφιας που είναι αφιερωμένος στον Άγιο Αλέξανδρο Νιέφσκι

O Καθεδρικός Ναός της Σόφιας (βουλγ. Храм-паметник „Свети Александър Невски“, Χραμ-πάμετνικ „Σβέτι Αλεξάνταρ Νιέβσκι“) είναι Βουλγαρικός Ορθόδοξος καθεδρικός στη Σόφια, πρωτεύουσα της Βουλγαρίας. Χτισμένος σε Νεοβυζαντινό ρυθμό, είναι ο καθεδρικός ναός του Πατριάρχη της Βουλγαρίας και ένας από τους μεγαλύτερους Ορθόδοξους καθεδρικούς στον κόσμο, καθώς και ένα από τα σύμβολα και τα βασικά αξιοθέατα της Σόφιας. Ο Καθεδρικός του Αγίου Αλεξάνδρου Νιάβσκι καταλαμβάνει έκταση 3.170 τετρ. μέτρων και χωράει στο εσωτερικό του 10.000 ανθρώπους. Είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος καθεδρικός στη Βαλκανική Χερσόνησο, μετά τον Καθεδρικό του Αγίου Σάββα στο Βελιγράδι.

Ιστορία και κατασκευή

Ο Καθεδρικός του Αλέξανδρου Νιέβσκι και πίσω του η Εθνική Πινακοθήκη Ξένης Τέχνης.

Στα τέλη του 18ου αιώνα οι απαγορεύσεις της Οθωμανικής διακυβέρνησης στη Βουλγαρία, που αφορούσαν την ανέγερση χριστιανικών εκκλησιών, ατόνησαν και το 1839 καταργήθηκαν. Εφεξής η θρησκευτική αρχιτεκτονική γνώρισε νέα ανάπτυξη. Είναι η εποχή της επικράτησης της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως εθνικής εκκλησίας των Βουλγάρων. Το γεγονός αυτό είχε ως συνέπεια την εξαφάνιση του αρχιτεκτονικού τύπου της βυζαντινής βασιλικής, υπό την επίδραση μάλιστα της ρωσικής σχολής.

Στις 4 Ιανουαρίου 1878 η Σόφια απελευθερώθηκε από τους Τούρκους και τον επόμενο χρόνο (187]) ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα του βουλγαρικού κράτους, οπότε η πόλη άρχισε να αναπτύσσεται πολεοδομικά και κτηριολογικά κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα.

Η κατασκευή του καθεδρικού ναού του Αγίου Αλεξάνδρου Νιέφσκι (που σχεδιαζόταν από τις 19 Φεβρουαρίου 1879) ξεκίνησε το 1882 , όταν τέθηκε ο θεμέλιος λίθος, αλλά το μεγαλύτερο τμήμα του χτίστηκε μεταξύ 1904 και 1912. Ο Αγιος Αλέξανδρος Νιέφσκι ήταν Ρώσος πρίγκιπας και ο καθεδρικός ναός κατασκευάστηκε προς τιμή των Ρώσων στρατιωτών που έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού Πολέμου του 1877-1878, αποτέλεσμα του οποίου ήταν να απελευθερωθεί η Βουλγαρία από τηνΟθωμανική κυριαρχία.

Ο καθεδρικός ναός σχεδιάστηκε από τον Αλέξανδρο Πομεράντσεφ, με τη βοήθεια των Αλέξανδρου Σμιρνόφ και του Αλέξανδρου Γιάκοβλεφ, που άλλαξε ριζικά το αρχικό σχέδιο του 1884-1885 του Ιβάν Μπογκομόλοφ. Το τελικό σχέδιο ολοκληρώθηκε το 1898, και η κατασκευή και διακόσμησή του έγιναν από ομάδα της Βούλγαρων, Ρώσων, Αυστροούγγρων και άλλων Ευρωπαίων καλλιτεχνών, αρχιτεκτόνων και εργατών, περιλαμβανομένων των προαναφερθέντων αρχιτεκτόνων, καθώς και των Πέτκο Moμτσίλοφ, Γιορντάν Mιλάνοφ, Χαραλάμπι Tάτσεφ, Ιβάν Mρκβίτσκα, Βασίλι Μπολότνοφ, Νικολάι Μπρούνι, Αλέξανδρου Κισέλιοφ, Αντον Μίτοφ και πολλών άλλων.

Τα μαρμάρινα μέρη και τα φωτιστικά κατασκευάσθηκαν στο Μόναχο, τα μεταλλικά στοιχεία για τις πύλες στο Βερολίνο, ενώ οι ίδιες οι πύλες κατασκευάστηκαν στο εργοστάσιο του Καρλ Μπάμπεργκ στη Βιέννη και τα ψηφιδωτά μεταφέρθηκαν από τη Βενετία.

Αρχιτεκτονική και διακόσμηση του ναού

Ο καθεδρικός ναός του Αλέξανδρου Νιέβσκι είναι μια σταυροειδής βασιλική με πέντε κλίτη και τρούλο, με τονισμένο τον κεντρικό τρούλο. Ο επιχρυσωμένος τρούλος του ναού έχει ύψος 45 m και το καμπαναριό φθάνει τα 53 μέτρα. Ο ναός έχει 12 καμπάνες, που χυτεύθηκαν στη Μόσχα, με ανάγλυφες διακοσμήσεις και συνολικό βάρος 23 τόνων, η βαρύτερη βάρους 12 τόνων και η ελαφρύτερη 10 κιλών.

Στο επάνω μέρος της κεντρικής εισόδου του ναού εικονίζεται σε πολύχρωμο μωσαϊκό η μορφή του Αγίου Αλέξανδρου Νιέφσκι, φιλοτεχνημένη από το Βούλγαρο ζωγράφο Αντόν Μίτοφ (1862 – 1930). Στις δύο πλευρές της εισόδου, επάνω από τις πλευρικές θύρες του ναού, οι μορφές της Αγίας Ευδοκίας και της Αγίας Παρασκευής έχουν φιλοτεχνηθεί από τους καλλιτέχνες Β. Ντίμοφ και Β. Μαρίνοφ.

Στην εσωτερική διακόσμηση του ναού έχουν χρησιμοποιηθεί πολύχρωμα ιταλικά μάρμαρα, βραζιλιανικός όνυχας, αλάβαστρο και άλλα πολυτελή υλικά, ενώ τα μωσαϊκά και τα γλυπτά, φιλοτεχνημένα από Βουλγάρους, Ρώσους και άλλους ξένους καλλιτέχνες, είναι ιδιαίτερα υψηλής τέχνης.

Ο κεντρικός θόλος του ναού είναι ζωγραφισμένος από το διάσημο Ρώσο ζωγράφο Ivan Grigorevich Miasoedov (1881 – 1953). To αριστουργηματικό αυτό έργο έχει συνολική επιφάνεια 850 τ.μ., ενώ στην περίμετρο του θόλου είναι γραμμένο το «Πάτερ Ημών» με χρυσά γράμματα.

Στο εικονοστάσιο του κεντρικού κλίτους και σε κάθε πλευρά της Ωραίας Πύλης υπάρχουν οι εικόνες του Ιησού Χριστού και της Παρθένου Μαρίας, έργα του μεγάλου Ρώσου ζωγράφου Βίκτορ Βεσνέτσοφ (Viktor Vesnetsov, 1848 – 1926). Στα αριστερά της Παναγίας υπάρχει η εικόνα του Αγίου Αλέξανδρου Νιέφσκι.

Στο νότιο κλίτος του ναού υπάρχουν έργα των προσωπογράφων καλλιτεχνών Αντόν Μίτοφ και του τσεχικής καταγωγής (εγκατεστημένου στη Σόφια από το 1889) Ιβάν Μαρκβίτσκα (Ivan Mrkvichka, 1856 – 1938).

Σε περίτεχνη λειψανοθήκη εκτίθενται τα λείψανα του Αγίου Αλέξανδρου Νιέφσκι, που τα δώρησε στο ναό η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία.

Πηγές

  • “Sofia” (Guide Book), TANGRA TanNaRa Publishing House, Sofia, Bulgaria, 2003.
  • Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάνικα, λήμμα «Βουλγαρία», τόμ. 15, Εκδόσεις Πάπυρος, Αθήνα, 1996.