Δον Σάντσο της Αραγώνας (θεατρικό έργο)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δον Σάντσο της Αραγώνας
Εξώφυλλο έκδοσης του 2016
ΣυγγραφέαςΠιέρ Κορνέιγ
Υπότιτλοςcomédie héroïque
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1649
Μορφήθεατρικό έργο

Δον Σάντσο της Αραγώνας (γαλλικός τίτλος: Don Sanche d'Aragon) είναι πεντάπρακτη ηρωική κωμωδία του Πιέρ Κορνέιγ που παρουσιάσθηκε στο κοινό και εκδόθηκε το 1650.[1]

Ο γενναίος ιππότης δον Κάρλος αγαπά τη βασίλισσα Ισαβέλλα κρυφά και απελπισμένα καθώς γνωρίζει ότι η βασίλισσα δεν θα παντρευτεί ποτέ έναν απλό ιππότη. Όταν τον θεωρούν ως τον διάδοχο του θρόνου της Αραγώνας, αρνείται να εκμεταλλευτεί αυτό το λάθος και ομολογεί δημόσια την ταπεινή καταγωγή του. Το έργο έχει αίσιο τέλος, με την αποκάλυψη του μυστικού της καταγωγής του. Όταν αποκαλύπτεται ότι είναι πραγματικά ο δον Σάντσο, ο κληρονόμος του στέμματος της Αραγώνας, ο δον Κάρλος βοηθά τη βασίλισσα της Καστίλλης να υποτάξει τους ευγενείς και ανεβαίνει ο ίδιος στον θρόνο των ενωμένων βασιλείων. [2]

Στο έργο περιλαμβάνονται αρκετές από τις συμβάσεις της κλασικής γαλλικής τραγωδίας: οι ιστορίες απαγορευμένου έρωτα, το ζήτημα της ταυτότητας του ήρωα, η αναγνώριση των χαμένων παιδιών, οι περήφανοι και περιφρονητικοί ευγενείς, οι υποδειγματικοί ήρωες.

Σχόλια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γραμμένο σε ένα ταραχώδες πολιτικό πλαίσιο, τις εξεγέρσεις της Σφενδόνης (1648 - 1653), οπότε τα θέατρα έκλειναν και ξανάρχιζαν τις παραστάσεις ανάλογα με τα γεγονότα, ο Κορνέιγ ανέβασε με μεγάλη επιτυχία την ηρωική κωμωδία Δον Σάντσο της Αραγώνας. Το έργο είχε στην αρχή μεγάλη επιτυχία, μετά την τέταρτη παράσταση όμως κατέβηκε. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, υπεύθυνος ήταν ένας γνωστός άρχοντας με επιρροή, σε αντίθεση με την άποψη των άλλων αυλικών. Έτσι, το έργο καταδικάστηκε να παίζεται στις επαρχίες, όπου το υποδέχτηκαν ευνοϊκά. Οι μελετητές στο πρόσωπο του ανώνυμου αντιπάλου του ποιητή αναγνωρίζουν τον Λουδοβίκο Β΄ των Βουρβόνων-Κοντέ, ηγέτη της Σφενδόνης και εχθρό του καρδινάλιου Μαζαρέν.[2]
  • Το έργο θεωρήθηκε ως αποθέωση του καρδινάλιου Μαζαρέν. Ένας άντρας άγνωστης καταγωγής, χάρη στην ανδρεία και την αρετή του, ξεπέρασε τους ευγενείς και κέρδισε τον έρωτα μιας βασίλισσας. Πολέμησε με επιτυχία τους εξωτερικούς εχθρούς και αντιστάθηκε στις αξιώσεις των βαρόνων.
  • Προσθέτοντας τον υπότιτλο «ηρωική κωμωδία», ο Κορνέιγ επινοεί τον όρο για τα έργα στα οποία ευγενείς και μεγάλοι άρχοντες, κάτι που τα κατατάσσει στο είδος της τραγωδίας, έρχονται αντιμέτωποι με καταστάσεις που δεν τους εκθέτουν σε πραγματικό κίνδυνο. Το νέο είδος προϋπέθετε θαυμασμό για τον κύριο χαρακτήρα και όχι οίκτο ή φόβο όπως στην αριστοτελική τραγωδία.[3]
  • Η κωμωδία του Μολιέρου Οι υπέροχοι εραστές (1670) βασίζεται εν μέρει στην υπόθεση του έργου.

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το δράμα διαδραματίζεται στο Βαγιαδολίδ.

Πρώτη πράξη: Η δόνα Ελεονώρα, βασίλισσα της Αραγωνίας, που βρίσκεται εξόριστη στην Καστίλλη για είκοσι χρόνια, ελπίζει ότι η εξέγερση στην Αραγώνα θα επαναφέρει την κόρη της στον θρόνο. Έτσι, πείθει την Ελβίρα να παντρευτεί τον ερωτευμένο δον Άλβαρο, για να ενισχύσει τη θέση της. Η Ελβίρα δεν είναι σίγουρη πώς θα δεχτούν οι δικοί της τον ξένο, εξάλλου είναι κρυφά ερωτευμένη με τον γενναίο δον Κάρλος. Η βασίλισσα της Καστίλης, Ισαβέλλα, μετά το θάνατο του συζύγου της, σύμφωνα με απόφαση της πολιτειακής συνέλευσης, πρόκειται να επιλέξει έναν από τρεις ευγενείς μνηστήρες ως σύζυγό της: τον δον Άλβαρο, τον δον Λόπε και τον δον Μανρίκε. Όταν εμφανίζεται ο Κάρλος και προσπαθεί να καθίσει δίπλα τους, εκείνοι αντιδρούν λόγω της άγνωστης καταγωγής του. Ο Κάρλος αναφέρει τις υπηρεσίες του στην Καστίλλη και τον αείμνηστο βασιλιά στην αποφασιστική νίκη επί των Μαυριτανών, όπου έσωσε τη ζωή του βασιλιά, έσωσε τη σημαία τρεις φορές και κατέλαβε τα τείχη της Σεβίλλης ανοίγοντας τις πύλες της στον καστιλιανό στρατό. Η βασίλισσα για να τον ανταμείψει του απονέμει τίτλους ευγενείας. Οι ευγενείς αποχωρούν επιδεικτικά. Η βασίλισσα αναθέτει στον Κάρλος να τη βοηθήσει στην επιλογή του συζύγου της. Ο Κάρλος της απαντά ότι το δικαίωμά τους στον θρόνο θα κριθεί από μονομαχία μαζί του.[4]

Δεύτερη πράξη: Ο Κάρλος όμως είναι ερωτευμένος με την Ισαβέλλα και της εξομολογείται τον έρωτά του. Αν και η ίδια τρέφει επίσης αισθήματα γι' αυτόν, δεν μπορεί να εκθέσει το κράτος σε ταραχές από τον γάμο της με έναν ιππότη του οποίου η μόνη αξίωση για δημόσια εκτίμηση είναι η γενναιότητα και το σπαθί του. Οι μνηστήρες, που τον περιφρονούν λόγω της αβέβαιης καταγωγής του, αισθάνονται ταπεινωμένοι από τη διαδικασία εκλογής της βασίλισσας.

Τρίτη πράξη: Ο πρώτος που μονομαχεί με τον Κάρλος είναι ο δον Άλβαρο, μη θέλοντας να χάσει την ευκαιρία για τον θρόνο της Αραγονίας. Ωστόσο, η βασίλισσα τον αποκλείει, επειδή προορίζεται για την Ελβίρα. Από τους άλλους ζητά όρκο, όποιος γίνει σύζυγός της να παντρευτεί την αδερφή του δον Κάρλος, διασφαλίζοντας έτσι ότι θα διατηρηθούν οι σωστές σχέσεις με τον αρχηγό της. Οι ευγενείς δηλώνουν ότι είναι αδύνατο, γιατί έχουν υποσχεθεί ο ένας στον άλλον στις αδερφές τους για συζύγους. Ξαφνικά, μια φήμη κυκλοφορεί σύμφωνα με την οποία ο δον Σάντσο, ο διάδοχος του θρόνου της Αραγώνας και αδερφός της Ελβίρας δεν πέθανε, όπως πίστευαν, αλλά ότι βρίσκεται στην αυλή της Καστίλλης.

Τέταρτη πράξη: Οι ευγενείς είναι έτοιμοι να δεχτούν τον δον Σάντσο της Αραγώνας ως σύζυγο της βασίλισσας Ισαβέλλας. Η βασίλισσα Ελεονόρα, ωστόσο, έχει αμφιβολίες. Ο σύζυγός της, όταν έχασε τον θρόνο, διέφυγε με τον μικρό Σάντσο στα βουνά, όπου το αγόρι πέθανε μετά από ένα χρόνο. Πεθαίνοντας, τη διέταξε να καταφύγει στην Καστίλλη με την κόρη τους. Ο έμπιστος κόμης Ραϊμόνδος θα της έφερνε νέα, αλλά φυλακίστηκε. Όλοι σκέφτονται ότι ο πρίγκιπας μπορεί να είναι ο δον Κάρλος, τέτοια ήταν τα κατορθώματά του. Ωστόσο, ο Κάρλος αρνείται να εκμεταλλευτεί αυτό το λάθος και ομολογεί δημόσια την ταπεινή καταγωγή του. Γνωρίζει τους γονείς του: είναι απλοί άνθρωποι. Επίσης, δεν υποκύπτει στην πρόταση των ευγενών που, για χάρη της ένωσης της Καστίλλης και της Αραγώνας, του ζητούν να παραστήσει ότι είναι ο εξαφανισμένος πρίγκιπας. Η βασίλισσα Ελεονόρα, εντυπωσιασμένη από την εντιμότητα του νεαρού, αρχίζει να υποψιάζεται ότι μπορεί να είναι γιος της. Ο Κάρλος παραδέχεται την ενοχή του στην Ισαβέλλαː πάντα αγαπούσε και την Ελβίρα και δεν μπορούσε να επιλέξει μεταξύ των δύο.

Πέμπτη πράξη: Η Ελεονόρα ενημερώνει τη βασίλισσα Ισαβέλλα ότι σύμφωνα με τα νέα που έχει, ο σφετεριστής δον Γκαρσία και ο γιος του έχουν πεθάνει. Ο κόμης Ραϊμόνδος, ο οποίος απελευθερώθηκε από τη φυλακή, ανέλαβε την προσωρινή εξουσία και ισχυρίζεται ότι ο γιος της και διάδοχος του θρόνου της Αραγώνας δον Σάντσο βρίσκεται στην αυλή της Καστίλλης. Εν τω μεταξύ, ένας φτωχός ψαράς παρουσιάζεται και ισχυρίζεται ότι είναι πατέρας του Κάρλος, οι ευγενείς τον φυλακίζουν. Ο Κάρλος παρουσιάζεται στη βασίλισσα Ισαβέλλα ζητώντας την απελευθέρωση του πατέρα του. Η ευγενική υπεράσπιση του ηλικιωμένου κερδίζει τον σεβασμό των ευγενών. Ο Ραϊμόνδος φτάνει στο Βαγιαδολίδ και δηλώνει επίσημα ότι ο Κάρλος είναι ο γιος του βασιλιά της Αραγώνας. Η βασίλισσα Ελεονόρα βρίσκει μια επιστολή στην οποία ο εκλιπών της ζητά συγχώρεση που της είπε ψέματα για λόγους ασφαλείας για την τύχη του γιου τους και ότι τον παρέδωσε σε μια Καστιλιάνα που το παιδί της πέθανε στη γέννα, απουσία του συζύγου της. Ο σύζυγός της, ο ψαράς, δεν έμαθε ποτέ για την αντικατάσταση. Ο Σάντσο παντρεύεται την Ισαβέλλα της Καστίλλης και η αδερφή του Ελβίρα τον δον Άλβαρο.[5]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]