Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μελίτη (θεατρικό έργο)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μελίτη
Εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης (1633)
ΣυγγραφέαςΠιέρ Κορνέιγ
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1633
Πολιτιστικό κίνημακλασικισμός
Μορφήθεατρικό έργο

Μελίτη ή Τα ψεύτικα γράμματα (γαλλικός τίτλος: Mélite, ou les faux lettres) είναι έμμετρη κωμωδία σε πέντε πράξεις του Πιέρ Κορνέιγ που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 1629 στο Παρίσι και εκδόθηκε το 1633.[1]

Είναι το πρώτο έργο του μελλοντικού σπουδαίου συγγραφέα, με το οποίο εισήγαγε ένα νέο θεατρικό είδος που διαδέχθηκε την κωμική φάρσα του μεσαιωνικού θεάτρου, κυρίαρχη μέχρι τότε στη γαλλική σκηνή αλλά είχε ήδη αρχίσει να θεωρείται χοντροκομμένη. Η καινοτομία συνεχίστηκε και στις επόμενες κωμωδίες του και έφθασε στην τελειότητα με τις κωμωδίες του Μολιέρου.

Ο Πιέρ Κορνέιγ σε ηλικία 23 ετών έκανε το πρώτο διστακτικό βήμα του στη σκηνή του Παρισιού το 1629 με την κωμωδία Μελίτη, που έγραψε από το 1625. Το έργο ανέβηκε από τον θίασο του Μοντορί, ο οποίος έχοντας εδραιώσει τη θέση του στο Παρίσι δημιούργησε αργότερα το 1634 το θέατρο του Μαραί, και με τον οποίο ο θεατρικός συγγραφέας από τη Ρουέν συνεργάστηκε για πολλά χρόνια. Το πρώτο έργο του άγνωστου ακόμη στο κοινό συγγραφέα έτυχε πολύ καλής υποδοχής από το κοινό και ευχαρίστησε τον καρδινάλιο Ρισελιέ, που του χορήγησε ετήσια επιχορήγηση αναμένοντας νέα έργα του.

Ο Κορνέιγ εμπνεύστηκε την υπόθεση από μια προσωπική του ιστορία: το ειδύλλιό του με μια κοπέλα, που δεν είχε ευτυχή έκβαση καθώς οι γονείς της αντί για τον νεαρό συγγραφέα προτίμησαν να την παντρέψουν με έναν πλούσιο αξιωματούχο.[2]

Σ'αυτή την πρώτη του κωμωδία, ο Κορνέιγ απομακρύνθηκε από τους συμβατικούς τύπους ηρώων του αναγεννησιακού θεάτρου. Εγκατέλειψε την ωμή, χοντροκομμένη φάρσα γεμάτη αξιολύπητους παιδαγωγούς, ύπουλους υπηρέτες και απατεώνες. Αφαίρεσε επίσης την υποχρεωτική στα έργα του είδους φιγούρα του γελωτοποιού, που κρατούσε συνήθως τον κύριο ρόλο και αποστολή του ήταν να διασκεδάσει το κοινό. Αντίθετα, έφερε στη σκηνή πρόσωπα της αριστοκρατικής ή αστικής κοινωνίας, όπου ο έρωτας συμβάδιζε με τον ψυχρό υπολογισμό. Τα ζευγάρια συνδέονταν σύμφωνα με τα συναισθήματά τους, αν ο έρωτας συνοδευόταν από οικονομικές εγγυήσεις είχε αίσιο τέλος, διαφορετικά οι γονείς επενέβαιναν γρήγορα και αποφασιστικά. Στη νέα κωμωδία του εισήγαγε επίσης την προδοσία, τη ζήλια, την εκδίκηση και ανατροπές καταστάσεων. Χρησιμοποίησε φυσική γλώσσα, αυτή που χρησιμοποιούσαν οι θεατές του.[3]

Η σκηνή της τρέλας στο τέλος του έργου αναγγέλλει τις δυνατότητες του Κορνέιγ, που αργότερα θα τις εκφράσει καλύτερα στις τραγωδίες του.

  • Εράστης, ερωτευμένος με τη Μελίτη.
  • Τιρσίς, φίλος και αντίζηλος του Έραστου.
  • Φίλανδρος, μνηστήρας της Χλώρης.
  • Μελίτη, τη διεκδικούν ο Έραστος και ο Τιρσίς.
  • Χλώρη, αδελφή του Τιρσίς.
  • Λύσης, φίλος του Τιρσίς.
  • Η τροφός της Μελίτης.
  • Κλείτων, γείτονας της Μελίτης.

Ο Εράστης είναι εδώ και δυο χρόνια ερωτευμένος με την ελκυστική νεαρή Μελίτη, η οποία απορρίπτει τις προτάσεις του. Αποκαλύπτει στον φίλο του Τιρσίς ότι είναι έτοιμος να την παντρευτεί για να την αποκτήσει. Ο Τιρσίς τον συμβουλεύει να μην το κάνει - η ομορφιά περνάει και τα χρήματα είναι πάντα ωραία για έναν σύζυγο. Τον συμβουλεύει να βρει μια καλύτερη σύζυγο. Ο Εράστης, για να πείσει τον φίλο του για την ομορφιά της Μελίτης, τον συστήνει στην κοπέλα, ο Τιρσίς την ερωτεύεται και της υπόσχεται να την παντρευτεί.[4]

Ο Τιρσίς εξομολογείται τον έρωτά του για τη Μελίτη στην αδελφή του Χλώρη, αν και είναι διχασμένος ανάμεσα στην πίστη στον φίλο του και στα συναισθήματά του για την κοπέλα. Η Χλώρη τον πείθει ότι αφού ο Εράστης την πολιορκεί ανεπιτυχώς εδώ και δύο χρόνια, είναι σαφές ότι δεν τον αγαπάει. Ο Εράστης, εν τω μεταξύ, αντιλαμβάνεται την προδοσία και από τη ζήλια του, στήνει ένα περίπλοκο σχέδιο για να εκδικηθεί τον φίλο του: δίνει στον γείτονα της Μελίτης, τον Κλείτωνα, ψεύτικο ερωτικό γράμμα που υποτίθεται ότι έγραψε η Μελίτη στον Φίλανδρο, αρραβωνιαστικό της Χλώρης, το οποίο θα παραδώσει στον Φίλανδρο έναντι αμοιβής. Ο Φίλανδρος το διαβάζει, αρχικά διστάζει, νιώθει δεμένος με την Χλώρη, αλλά η γοητεία της Μελίτης τελικά τον κερδίζει. Ο Εράστης απολαμβάνει διπλή εκδίκηση.

Ο Τιρσίς υμνεί τη γοητεία της Μελίτης και εκμυστηρεύεται στον Φίλανδρο την ευτυχία του. Ωστόσο, αυτός του δείχνει το γράμμα, που φανερώνει ότι η Μελίτη τον αγαπάει, αυτόν τον Φίλανδρο, και εκείνος ανταποκρίνεται. Ο Τιρσίς τον προκαλεί σε μονομαχία που ο Φίλανδρος δεν δέχεται. [5]

Η Μελίτη ομολογεί στην τροφό της ότι έχει ερωτευτεί τον Τιρσίς και δεν ενδιαφέρεται για τη μεγάλη περιουσία του Εράστη, που τον προτιμούν οι γονείς της. Η Μελίτη αποφασίζει να εμπιστευθεί την αδερφή του Τιρσίς. Όταν της λέει ότι έχει ερωτευτεί, η Χλώρη νομίζει ότι η Μελίτη αναφέρεται στον Φίλανδρο, την κατηγορεί για την προδοσία της και τελικά της δείχνει το γράμμα. Η Μελίτη αρνείται ότι το έγραψε. Φθάνει η είδηση ​​ότι ο Τιρσίς πέθανε από θλίψη επειδή η Μελίτη τον εγκατέλειψε. Η Μελίτη πέφτει αναίσθητη, αποκαλύπτοντας τα αισθήματά της.

Ο Εράστης απολαμβάνει την εκδίκησή του. Όταν όμως ο Κλείτων τον πληροφορεί για τον θάνατο του Τιρσίς και της Μελίτης, που την είδε να λιποθυμά και πίστεψε ότι είναι νεκρή, πέφτει σε απόγνωση, συγκλονισμένος από τις συνέπειες των πράξεών του. Κυριευμένος από τύψεις, χάνει τα λογικά του και νομίζει ότι ο Κλείτων είναι ο μεταφορέας των νεκρών στον Άδη. Ο Φίλανδρος συναντά τον Εράστη, ο οποίος μέσα στην τρέλα του συνομιλεί με χαρακτήρες από τον ελληνικό μυθολογικό κόσμο και επιζητεί τον θάνατο, παίρνοντας τον Φίλανδρο για τον Μίνωα παραδέχεται ότι αυτός πλαστογράφησε το γράμμα. [6]

Από την τρέλα τον συνεφέρνει η τροφός της Μελίτης, από την οποία μαθαίνει ότι η Μελίτη και ο Τιρσίς είναι ζωντανοί, η είδηση ​​του θανάτου του Τιρσίς ήταν ένα τέχνασμα για να αποκαλυφθούν τα αισθήματα της Μελίτης γι' αυτόν. Ο Εράστης πηγαίνει να ζητήσει συγχώρεση για τον δόλο του. Οι παρεξηγήσεις λύνονται και το έργο τελειώνει αίσια με έναν διπλό γάμο: ο Τιρσίς παντρεύεται με τη Μελίτη και ο Εράστης με την Χλώρη, η οποία δεν ήθελε πια τον Φίλανδρο μετά την επιπολαιότητα του. [7]