Γιαννούλη Έβρου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 41°12′40″N 26°12′10″E / 41.21111°N 26.20278°E / 41.21111; 26.20278

Γιαννούλη
Γιαννούλη is located in Greece
Γιαννούλη
Γιαννούλη
Διοίκηση
ΧώραΕλλάδα
ΠεριφέρειαΑνατολικής Μακεδονίας και Θράκης
ΔήμοςΣουφλίου, Δημοτική Κοινότητα Σουφλίου
Δημοτική ΕνότηταΣουφλίου
Γεωγραφία
ΝομόςΝομός Έβρου
Υψόμετρο250 μέτρα
Πληθυσμός
Μόνιμος121
Έτος απογραφής2021
Πληροφορίες
Παλαιά ονομασίαΓιανερί
Ταχ. κώδικας684 00
Τηλ. κωδικός2554

Η Γιαννούλη είναι ημιορεινό χωριό της περιφερειακής ενότητας Έβρου,σε υψόμετρο 250 μέτρων[1], η οποία βρίσκεται μέσα και προς τα βόρεια του Εθνικού Πάρκου Δάσους Δαδιάς-Λευκίμμης-Σουφλίου. Απέχει 77 χλμ. ΒΑ.της Αλεξανδρούπολης και 10,5 Δ.-ΒΔ. από το Σουφλί. Αναφέρεται επίσημα ως οικισμός το 1924, μετά την απελευθέρωση, στο ΦΕΚ 194Α-14/08/1924 να προσαρτάται στην τότε κοινότητα Σουφλίου[2]. Σύμφωνα με το Σχέδιο Καλλικράτης διοικητικά, μαζί με το Σουφλί και τη Σιδηρώ αποτελούν τη δημοτική κοινότητα Σουφλίου που ανήκει στη δημοτική ενότητα Σουφλίου του Δήμου Σουφλίου και σύμφωνα με την απογραφή 2011 έχει 185 κατοίκους.[3]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άποψη τμήματος του οικισμού από το κωδωνοστάσιο

Σύμφωνα με αρχεία του 1903, που αφορούν την απογραφή του πληθυσμού στον καζά Σουφλίου, ο οικισμός κατοικούνταν από 302 Βούλγαρους και 5 Τούρκους κατοίκους, ενώ έφερε το όνομα Vanviran ή διαφορετικά Yanviran. Γύρω στις αρχές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου πραγματοποιήθηκε ανταλλαγή πληθυσμού με αποτέλεσμα να το εγκαταλείψουν οι Βούλγαροι κάτοικοί του και να εγκατασταθούν σε αυτό Έλληνες της Ανατολικής Ρωμυλίας από το χωριό Λιμπαβού (σημερινό Oreshino Βουλγαρίας) του καζά του Ορτάκιοϊ. Οι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν αρχικά στα εγκαταλελειμμένα σπίτια, με την πάροδο του χρόνου όμως έκαναν προσθήκες στα υπάρχοντα κτίσματα ή έχτισαν εξ ολοκλήρου δικές τους κατοικίες. Ακολουθεί ο Μεσοπόλεμος και τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου. Η δεύτερη μεγάλη εγκατάσταση πληθυσμού παρατηρείται στις αρχές της δεκαετίας του 1960, με μετοικήσεις κατοίκων από χωριά του Βορείου Έβρου, όπως τα Πετρωτά και η Πάλλη, καθώς και την άφιξη Σαρακατσάνων κατοίκων από τη γύρω περιοχή. Ο πληθυσμός του χωριού αυξάνεται σημαντικά και χτίζονται νέες κατοικίες με χαρακτηριστική τυπολογία για την εποχή. Η τρίτη μεγάλη εγκατάσταση πληθυσμού πραγματοποιήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990, από Πόντιους πρόσφυγες, που διέμεναν σε περιοχές του πρώην Ανατολικού Μπλοκ και του Καυκάσου, όπως η Γεωργία και η Ρωσία. Η δημιουργία επεκτάσεων του συνοικισμού, καθώς και τα προγράμματα αφίξεων νέων κατοίκων έρχονταν να απαντήσουν στο δημογραφικό πρόβλημα του οικισμού, του οποίου ο πληθυσμός έτεινε να ακολουθεί φθίνουσα πορεία, αφού πολλοί κάτοικοι το εγκατέλειπαν για το γειτονικό Σουφλί, την Αλεξανδρούπολη και άλλες μεγαλύτερες πόλεις.[4]

Διώροφη οικία με παλιό καφενείο κοντά στην πλατεία του οικισμού (πλέον κατεδαφισμένη)

Δομή του οικισμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το χωριό αναπτύσσεται στις παρυφές του λόφου Ταουσάν τεπέ ή Οσάντεπε, όπως αποκαλείται από τους ντόπιους, κατά μήκος του δρόμου που συνδέει το Σουφλί με τη Δαδιά και διασχίζει το Εθνικό Πάρκο, με ισχυρό κεντρικό πυρήνα την πλατεία, γύρω από την οποία βρίσκονται η κεντρική βρύση, το σχολείο και αρκετά παλιά καφενεία στις γύρω γειτονιές. Η βασική διάκριση σε οικιστικές ενότητες γίνεται ως προς έναν νοητό άξονα που διέρχεται από την πλατεία και χωρίζει τον οικισμό σε Πάνω και Κάτω Χωριό. Κατά μήκος του κεντρικού δρόμου διατάσσονται οι γειτονιές, που απαρτίζονται από μερικές κατοικίες γύρω από ένα δρόμο. Παλαιότερα κάθε γειτονιά είχε μία κοινή βρύση, ενώ κατείχε το δικό της πηγάδι για την άντληση νερού. Πολλές γειτονιές απαρτίζονταν από τα μέλη της ίδιας οικογένειας, οπότε λάμβαναν το όνομα από το επώνυμο των οικογενειών. Παραδείγματος χάριν, η γειτονιά που έμενε η οικογένεια Τσόλη, ονομάστηκε "τα Τσολέικα", ενώ η γειτονιά που έμεναν πολλά μέλη της οικογένειας Καλτσά έφερε το όνομα "τα Καλτσέικα". Πλήθος πηγών και πηγαδιών βρίσκονται σε σημεία διάσπαρτα πέριξ του οικισμού. Κάθε τοποθεσία φέρει και ένα χαρακτηριστικό τοπωνύμιο, όπως η τοποθεσία 'Μπακτσάδες', της οποίας το όνομα οφείλεται στον 'μπακτσά', δηλαδή τη μουριά που φύτευαν οι κάτοικοι στην περιοχή για τις ανάγκες της σηροτροφίας.

Περιμετρικά του οικισμού υπάρχουν καλλιεργήσιμες εκτάσεις με ηλιοτρόπια, βαμβάκι και αραβόσιτο. Υπάρχουν και καλλιέργειες με σιτάρι, αλλά και μποστάνια. Τα μαντριά κάθε οικογένειας ήταν σκορπισμένα σε διάφορα σημεία γύρω από το χωριό και έδιναν το όνομά τους στην αντίστοιχη περιοχή.

Τοπόσημα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ
Το ξωκλήσι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο λόφο Ταουσάν τεπέ

Σημαντικό κτίριο του οικισμού αποτελεί η εκκλησία, ο Ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ, στην πλαγιά ενός λοφίσκου κοντά στην κεντρική πλατεία. Πρόκειται για τρίκλιτη βασιλική με μια αψίδα για ιερό και με ανεξάρτητο πύργο κωδωνοστασίου στα ανατολικά, που έχει ιστορία μεγαλύτερη του ενός αιώνα. Πρόκειται για κατάλοιπο της παλιάς βουλγαρικής κοινότητας του οικισμού. Το 2013 πραγματοποιήθηκαν εργασίες αποκατάστασης του ναού, που ωστόσο επέφεραν σοβαρές αλλοιώσεις στο εσωτερικό του.

Το ξωκλήσι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου βρίσκεται στην πλαγιά του λόφου Ταουσάν τεπέ ή Οσάντεπε και κτίστηκε κατά η διάρκεια του εμφυλίου πολέμου από τον ελληνικό στρατό. Στο εσωτερικό του ναϊδρίου υπάρχει εντοιχισμένη επιγραφή με τα ονόματα των πεσόντων της περιοχής κατά την περίοδο του πολέμου. Το μικρό ξωκλήσι περιβάλλεται από ένα κατάφυτο δάσος βελανιδιάς.

Σημαντικό τοπόσημο του χωριού αποτελεί και η λιθόκτιστη γέφυρα στα ανατολικά του οικισμού μέσα σε ένα ιδιαίτερο φυσικό τοπίο. Βρίσκεται κατά μήκος του παλιού χωμάτινου μονοπατιού που συνδέει τη Γιαννούλη με το Σουφλί. Η γέφυρα διαθέτει τρεις θολωτές καμάρες. Το συνολικό μήκος του καταστρώματος είναι 32 μέτρα και το πλάτος του είναι 3 μέτρα. Το κεντρικό μεγάλο τόξο έχει μήκος 6,70 μέτρα, ενώ το μήκος των δύο μικρότερων τόξων είναι 4 και 2,10 μέτρα αντίστοιχα. Το νότιο τόξο της γέφυρας είναι διπλό, με το πάνω τόξο να λειτουργεί ως ανακουφιστικός θόλος.

Η παλιά λιθόκτιστη γέφυρα της Γιαννούλης

Μέσα στον οικισμό σώζονται ακόμα πολλά μικρά λιθόχτιστα και πλινθόχτιστα σπίτια, που αποτυπώνουν την οργάνωση της κοινωνικής και οικιστικής ζωής του χωριού. Κάθε μονάδα κατοικίας περιλάμβανε την κυρίως κατοικία, το λιθόκτιστο θολωτό φούρνο, εξωτερικά της κατοικίας και το στάβλο, ενώ κάποιες διέθεταν και καφενείο που ανήκε στον ιδιοκτήτη. Κυρίαρχη τυπολογία κατοικίας αποτελεί το ορθογώνιο σε κάτοψη κτίσμα, με κεντρική είσοδο από ημιυπαίθρεια εσοχή, που οδηγεί σε κεντρικό σαλόνι και εκατέρωθεν του κεντρικού σαλονιού βρίσκονται οι βασικοί χώροι, δηλαδή υπνοδωμάτια, καθιστικό και κουζίνα, με ανάμικτες χρήσεις. Η τυπολογία αυτή επικράτησε και παγιώθηκε κατά τη δεκαετία του '60. Ο οικισμός περιβάλλεται από ένα πυκνό δάσος πεύκου, κέδρου και δρυός, επέκταση του κεντρικού πυρήνα του δάσους της Δαδιάς.[5]

Οικονομικές και παραγωγικές δραστηριότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι κάτοικοι του οικισμού τον προηγούμενο αιώνα ασχολούνταν με τη γεωργία, την κτηνοτροφία, την αμπελουργία και τη σηροτροφία, δηλαδή την εκτροφή των μεταξοσκωλήκων, με στόχο την παραγωγή μεταξιού.[6] Κάθε μονάδα κατοικίας ήταν αυτάρκης, με το φούρνο, το στάβλο και τις αποθήκες της. Σημαντική ασχολία των κατοίκων ήταν η υλοτομία, ενώ στα δάση περιμετρικά του οικισμού οι κάτοικοι έκοβαν ξυλεία και την εμπορεύονταν μέσω συνεταιρισμού. Σήμερα οι κάτοικοι εργάζονται αυτοαπασχολούμενοι ή καλλιεργούν τα χωράφια περιμετρικά του χωριού. Οι νέοι ζουν και εργάζονται σε άλλες πόλεις και επιστρέφουν τακτικά προκειμένου να φροντίσουν τα σπίτια τους και να περάσουν τις διακοπές τους στον οικισμό. Κέντρο της κοινωνικής ζωής αποτελεί η πλατεία στο κέντρο του οικισμού και το καφενείο.

Παραδοσιακός φούρνος στο εσωτερικό κτίσματος του οικισμού

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Εγκυκλοπαίδεια Νέα Δομή. Τεγόπουλος - Μανιατέας. 1996. σελ. 272, τομ. 8. 
  2. «Διοικητικές Μεταβολές Οικισμών». ΕΕΤΑΑ. Ανακτήθηκε στις 6 Απριλίου 2019. 
  3. «ΦΕΚ αποτελεσμάτων ΜΟΝΙΜΟΥ πληθυσμού απογραφής 2011 Αρχειοθετήθηκε 2021-10-04 στο Wayback Machine.», σελ. 10491 (σελ. 17 του pdf)
  4. «Λαογραφία Σουφλίου». www.tosoufli.gr. Ανακτήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2021. 
  5. Βαρδούλη, Βασιλική. «Οδοιπορικό στον κεντρικό Έβρο». Ενώσεις επαγγελματιών - βιοτεχνών και εμπόρων Διδυμοτείχου και Σουφλίου. 
  6. «Σηροτροφία». mythotopia.eu. Ινστιτούτο Επεξεργασίας του Λόγου. Ανακτήθηκε στις 27 Αυγούστου 2023.