Εθνική αυτοδιάθεση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Εθνική αυτοδιάθεση ονομάζεται το δικαίωμα ενός έθνους ή λαού να αποφασίζει αυτοδύναμα για το διεθνές στάτους της επικράτειάς του και για τα ζητήματα που σχετίζονται άμεσα με αυτό. Στο μέσο νου ο όρος έχει συνδεθεί με τα κινήματα ανεξαρτησίας, άρα με την επιδίωξη δημιουργίας νέων κυρίαρχων εθνικών κρατών, αλλά το εύρος του δεν περιορίζεται σε αυτήν - π.χ. ενδέχεται ένας λαός να επιλέγει συνειδητά την παραμονή του σε ένα πολυεθνικό κράτος ή την προσάρτησή του σε ένα άλλο.

Συχνά χρησιμοποιείται με την ίδια σημασία ο πιο «παγκόσμιος» όρος του εθνικού αυτοπροσδιορισμού (αγγλικά national self-determination), ο οποίος μάλιστα αποτελεί στοιχείο του Διεθνούς Δικαίου. Στην ελληνική γλώσσα οι δύο έννοιες διαφέρουν ελαφρώς: η αυτοδιάθεση σχετίζεται περισσότερο με το έθνος ως πολιτική οντότητα, ενώ ο αυτοπροσδιορισμός ως ταυτότητα.

Στο βαθμό που είναι δύσκολο να συμφωνηθεί επακριβώς τι αποτελεί έθνος, λαό κτλ., καθίσταται εξίσου δύσκολο να συμφωνηθεί μια συγκεκριμένη μεθοδολογία, υπό τις οποίες αναγνωρίζεται σε ένα έθνος το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Το κενό καλύπτεται συνήθως από την προσφυγή στην ισχύ, είτε πολιτική είτε στρατιωτική, μέσω της οποίας οι αιτούμενοι αυτοδιάθεσης επιδιώκουν να εξαναγκάσουν το «κράτος-καταπιεστή» σε αναγνώριση του δικαιώματος. Σημαντικό ρόλο παίζει επίσης το διεθνές περιβάλλον, ιδιαίτερα οι εκάστοτε βουλήσεις των μεγάλων δυνάμεων που έχουν την ισχύ να καθορίζουν τους όρους του παιχνιδιού. Η Ελληνική Επανάσταση αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα, στο οποίο όλοι αυτοί οι παράγοντες συνυπήρξαν: Οι Έλληνες εξεγέρθηκαν το 1821 εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, πετυχαίνοντας σημαντικές στρατιωτικές νίκες και ταυτόχρονα προκαλώντας κύμα φιλελληνισμού στο χριστιανικό κόσμο. Βαθμιαία αυτοί οι δύο παράγοντες, σε συνδυασμό με τα συμφέροντα Μεγ. Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας στη Μεσόγειο, οδήγησαν τις μεγάλες δυνάμεις στην απόφαση να επιβάλουν την ελληνική ανεξαρτησία στους Οθωμανούς, εμπλεκόμενοι ακόμα και στρατιωτικά (Ναυμαχία του Ναβαρίνου κ.ά.).