Πολιτικός κρατούμενος
Πολιτικός κρατούμενος ονομάζεται ο άνθρωπος που είναι φυλακισμένος εξαιτίας της πολιτικής του δραστηριότητας. Το πολιτικό αδίκημα δεν αποτελεί πάντοτε την επίσημη αιτία για τη φυλάκισή του. Από την άλλη, ένας πολιτικός κρατούμενος μπορεί να έχει τελέσει και αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου στα πλαίσια της ακτιβιστικής πολιτικής του δράσεως ή και εκτός αυτών.
Δεν υπάρχει διεθνώς αναγνωρισμένος νομικός ορισμός της έννοιας του πολιτικού κρατουμένου, αν και πολλοί παρόμοιοι ορισμοί έχουν προταθεί από διάφορους οργανισμούς και μελετητές, και υπάρχει γενική συναίνεση μεταξύ των μελετητών ότι «σε ανθρώπους έχουν επιβληθεί κυρώσεις από νομικά συστήματα και φυλάκιση από πολιτικά καθεστώτα όχι για την παραβίαση των κωδικοποιημένων νόμων, αλλά για τις σκέψεις και τις ιδέες τους που αμφισβήτησαν θεμελιωδώς τις υπάρχουσες σχέσεις εξουσίας».[1] Η ιδιότητα του πολιτικού κρατούμενου «απονέμεται» γενικά σε φυσικά πρόσωπα με βάση δηλώσεις μη κυβερνητικών οργανώσεων όπως η Διεθνής Αμνηστία, κατά περίπτωση. Παρότι η ιδιότητα αυτή αναγνωρίζεται συχνά από τη διεθνή κοινή γνώμη, συχνά απορρίπτεται από μεμονωμένες κυβερνήσεις που κατηγορούνται ότι κρατούν πολιτικούς κρατουμένους, οι οποίες τείνουν να αρνούνται οποιαδήποτε προκατάληψη στα δικαστικά τους συστήματα.[1][2]
Στενότερα καθορισμένος όρος είναι ο «κρατούμενος συνείδησης», που διαδόθηκε από τη Διεθνή Αμνηστία. Περιγράφει κάποιον που διώχθηκε εξαιτίας των προσωπικών του πεποιθήσεων.
Μερικές φυλακές ανά τον κόσμο φιλοξενούν κυρίως ή και αποκλειστικώς πολιτικούς κρατουμένους.
Ορισμοί
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η έννοια του πολιτικού κρατουμένου, όπως πολλές έννοιες στις κοινωνικές επιστήμες, έχει αρκετούς ορισμούς και δεν ορίζεται στο Διεθνές Δίκαιο, ούτε στις συνθήκες για τα ανθρώπινα δικαιώματα.[2][1] Η Χέλεν Τέυλορ Γκρην και ο εγκληματολόγος Shaun L. Gabbidon έγραψαν το 2009 ότι «οι τυποποιημένοι νομικοί ορισμοί έχουν παραμείνει ασαφείς», αλλά ταυτόχρονα παρατηρούν ότι υπάρχει γενική συναίνεση στο ότι «σε άτομα έχουν επιβληθεί κυρώσεις από νομικά συστήματα και έχουν φυλακισθεί από πολιτικά καθεστώτα όχι για παραβίαση κωδικοποιημένων νόμων, αλλά για τις σκέψεις και τις ιδέες τους που αμφισβήτησαν θεμελιωδώς τις υπάρχουσες σχέσεις εξουσίας».[3]
Μερικοί οργανισμοί που εμπλέκονται σε ζητήματα ανθρώπινων δικαιωμάτων, καθώς και θεωρητικοί που τα μελετούν, έχουν αναπτύξει τους δικούς τους ορισμούς, μερικοί από τους οποίους παρουσιάζονται παρακάτω.
Οργανισμοί
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Διεθνής Αμνηστία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Διεθνής Αμνηστία διεξάγει εκστρατείες για την απελευθέρωση κρατουμένων συνείδησης, στις οποίες περιλαμβάνονται τόσο πολιτικοί κρατούμενοι όσο και όσοι φυλακίζονται για τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές τους πεποιθήσεις. Για να μειωθούν οι αντιπαραθέσεις, και ως θέμα αρχής, η πολιτική της οργανώσεως ισχύει μόνο για κρατούμενους που δεν έχουν προβεί σε βίαιες πράξεις, ούτε έχουν υποστηρίξει τη βία. Υπάρχουν έτσι πολιτικοί κρατούμενοι που δεν ανταποκρίνονται στα στενότερα αυτά κριτήρια. Η Διεθνής Αμνηστία (Δ.Α.) ορίζει τις διαφορές ως εξής:
Η Δ.Α. χρησιμοποιεί ευρέως τον όρο «πολιτικός κρατούμενος». Δεν τον χρησιμοποιεί, όπως κάποιοι άλλοι, για να υπονοήσει ότι αυτοί οι κρατούμενοι έχουν ειδικό καθεστώς ή ότι πρέπει να αφεθούν όλοι ελεύθεροι. Χρησιμοποιεί τον όρο μόνο για να ορίσει μια κατηγορία κρατουμένων για τους οποίους η Δ.Α. απαιτεί μια δίκαιη και άμεση δίκη.
Στη χρήση της Δ.Α. ο όρος περιλαμβάνει οποιονδήποτε κρατούμενο του οποίου η υπόθεση ενέχει σημαντικό πολιτικό στοιχείο: είτε είναι το κίνητρο των πράξεων του κρατουμένου, οι πράξεις αυτές καθαυτές, είτε το κίνητρο των αρχών.
Ο όρος «πολιτικό» χρησιμοποιείται από τη Δ.Α. για πτυχές των ανθρώπινων σχέσεων που σχετίζονται με την «πολιτική»: τους μηχανισμούς της κοινωνίας και της πολιτικής τάξης, τις αρχές, την οργάνωση ή τη συμπεριφορά της κυβερνήσεως ή των δημόσιων υποθέσεων, και τη σχέση όλων αυτών με ζητήματα γλώσσα, εθνική καταγωγή, φύλο ή θρησκεία, θέση ή επιρροή (μεταξύ άλλων παραγόντων).
Η κατηγορία των πολιτικών κρατουμένων αγκαλιάζει την κατηγορία των κρατουμένων συνείδησης, οι μόνοι κρατούμενοι που η Δ.Α. απαιτεί να απελευθερωθούν άμεσα και άνευ όρων, καθώς και πρόσωπα που καταφεύγουν σε εγκληματική βία για πολιτικά κίνητρα.
Ακολουθούν παραδείγματα πολιτικών κρατουμένων με τη χρήση του όρου από τη Δ.Α.:
- Πρόσωπο που κατηγορείται ή καταδικάζεται για ένα συνηθισμένο έγκλημα που διαπράχθηκε για πολιτικά κίνητρα, όπως δολοφονία ή ληστεία που πραγματοποιήθηκε για την υποστήριξη των στόχων μιας ομάδας της αντιπολίτευσης.
- Πρόσωπο που κατηγορείται ή καταδικάζεται για ένα συνηθισμένο έγκλημα που διαπράχθηκε σε πολιτικό πλαίσιο, όπως σε μια διαδήλωση από συνδικαλιστική οργάνωση ή οργάνωση αγροτών.
- Μέλος ή ύποπτο μέλος ομάδας ένοπλης αντιπολιτεύσεως που έχει κατηγορηθεί για προδοσία ή «ανατροπή».
Οι κυβερνήσεις συχνά λένε ότι δεν έχουν πολιτικούς κρατούμενους, παρά μόνο κρατούμενους που κρατούνται σύμφωνα με το κοινό ποινικό δίκαιο. Ωστόσο, η Διεθνής Αμνηστία περιγράφει περιπτώσεις όπως τα παραδείγματα που δίνονται παραπάνω ως «πολιτικές» και χρησιμοποιεί τους όρους «πολιτική δίκη» και «πολιτική φυλάκιση» όταν αναφέρεται σε αυτές. Αλλά με αυτόν τον τρόπο η Δ.Α. δεν αντιτίθεται στη φυλάκιση, εκτός εάν υποστηρίζει περαιτέρω ότι ο κρατούμενος είναι κρατούμενος συνείδησης ή καταδικάζει τη δίκη, εκτός εάν συμπεράνει ότι ήταν άδικη.
Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης έχει τον ακόλουθο ορισμό:
Κάποιο πρόσωπο που στερείται την προσωπική του ελευθερία πρέπει να θεωρείται ως «πολιτικός κρατούμενος» στις εξής περιπτώσεις[4]:
α) Αν η κράτηση έχει επιβληθεί με παραβίαση κάποιας από τις θεμελιώδεις αρχές που δηλώνονται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου ή στα Πρωτόκολλά της, ειδικότερα την ελευθερία της σκέψεως, της συνειδήσεως, του θρησκεύειν, του λόγου, του «συνέρχεσθαι» και του «συνεταιρίζεσθαι».
β) Αν η κράτηση έχει επιβληθεί για καθαρώς πολιτικούς λόγους, χωρίς σύνδεση με κάποιο αδίκημα.
γ) Αν για πολιτικούς λόγους η διάρκεια της κρατήσεως ή οι συνθήκες της είναι καθαρά δυσανάλογες με το αδίκημα για το οποίο το πρόσωπο αυτό βρέθηκε ένοχο ή είναι ύποπτο.
δ) Αν για πολιτικούς λόγους, το πρόσωπο κρατείται με τρόπο που συνιστά διάκριση σε σχέση με άλλα πρόσωπα.
ε) Αν η κράτηση είναι αποτέλεσμα διαδικασιών που ήταν καθαρά άδικες και αυτό φαίνεται να συνδέεται με πολιτικά κίνητρα εκ μέρους των αρχών.
Ένωση Βοήθειας για Πολιτικούς Κρατουμένους
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Βιρμανική Ένωση Βοήθειας για Πολιτικούς Κρατουμένους ορίζει τον πολιτικό κρατούμενο ως κάποιο πρόσωπο «που συλλαμβάνεται λόγω της αντιλαμβανόμενης ως ή πραγματικής συμμετοχής ή υποστηρικτικού ρόλου σε κινήματα της αντιπολιτεύσεως με ειρηνικά μέσα ή μέσα αντιστάσεως».[5]
Η άποψη του Στάινερτ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Κρίστοφ Βάλεντιν Στάινερτ (Christoph Valentin Steinert), ο οποίος το 2020 εξέτασε 366 ορισμούς των πολιτικών κρατουμένων που χρησιμοποιούνται στην ακαδημαϊκή βιβλιογραφία (κυρίως στην αγγλική γλώσσα) το 1956 και το 2019, υπεστήριξε ότι οποιοσδήποτε ορισμός του πολιτικού κρατουμένου πρέπει να αποφεύγει την εστίαση στα ατομικά κίνητρα των κρατουμένων και ο όρος «θα πρέπει να προορίζεται αποκλειστικά για θύματα πολιτικά προκατειλημμένων δικών» (με άλλα λόγια, «θύματα κρατικής καταστολής»), ώστε να αποφευχθεί η απονομιμοποίηση του όρου με την εφαρμογή του σε κρατούμενους οποιασδήποτε δράσεως με πολιτικά κίνητρα (η οποία στο άκρο του φάσματος θα περιελάμβανε π.χ. τρομοκράτες της Κου-Κλουξ-Κλαν, του νεοναζισμού και τζιχαντιστές). Επικρίνει συγκεκριμένα τους ορισμούς των πολιτικών κρατουμένων ως «άτομα που φυλακίζονται για πράξεις με πολιτικά κίνητρα» ή «διαπράττουν πολιτικό αδίκημα». Πρότεινε[2] τον ακόλουθο ορισμό:
Ως πολιτικοί κρατούμενοι ορίζονται τα άτομα που καταδικάζονται και φυλακίζονται σε πολιτικά προκατειλημμένες δίκες (ή εκτελεστικές αποφάσεις ελλείψει δικών). Οι δίκες θεωρούνται πολιτικά προκατειλημμένες εάν εγκρίνονται από την κυβέρνηση και (α) στερούνται εγχώριας νομικής βάσεως, (β) παραβιάζουν τις αρχές της δικονομικής δικαιοσύνης ή (γ) παραβιάζουν οικουμενικά ανθρώπινα δικαιώματα.
Ο Στάινερτ σημείωσε ότι ο ορισμός του επεκτείνεται σε κρατούμενους «φυλακισμένους για μη πολιτικές ταυτότητες, όπως οι θρησκευτικές τους πεποιθήσεις ή οι σεξουαλικοί τους προσανατολισμοί», καθώς και σε πρόσωπα που εμπλέκονται σε βίαιες ενέργειες, υποστηρίζοντας ότι η ουδέτερη «κατάταξη ως πολιτικού κρατουμένου δεν συνεπάγεται εκ των προτέρων κρίση σχετικά με την ηθική νομιμότητα των πράξεων των κρατουμένων ούτε υπονοεί ότι διέπραξαν εγκλήματα με πολιτικά κίνητρα».
Αίτια υπάρξεως
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σκοπός της φυλακίσεως αντιφρονούντων είναι να επιδειχθεί η δύναμη του καθεστώτος στους διαφωνούντες. Οι αντίπαλοι του καθεστώτος απομονώνονται και στιγματίζονται, κακοποιούνται συχνά και βασανίζονται. Ο στόχος μιας τέτοιας μεταχειρίσεως δεν είναι απλώς να τιμωρήσει όσους αντιτίθενται στο καθεστώς, αλλά και να τρομάξει όσους σκέπτονται να αντιταχθούν στο καθεστώς επιδεικνύοντας τη δύναμη του καθεστώτος, στέλνοντας μια σαφή προειδοποίηση ότι η αντίρρηση δεν γίνεται ανεκτή και ότι το καθεστώς είναι καλά προετοιμασμένο και έτοιμο να τιμωρήσει τους αντιρρησίες μέσω της δημιουργίας δομών αφιερωμένων στον εγκλεισμό πολιτικών κρατουμένων.
Η ιδιότητα του πολιτικού κρατουμένου χαρακτηριζει κάποιον μόνο μετά την έναρξη της κρατήσεώς του. Πριν από αυτό, οι πιθανοί πολιτικοί κρατούμενοι μπορεί να θεωρούνται «αντιφρονούντες, επαναστάτες, κοινωνικοί μεταρρυθμιστές ή ριζοσπάστες στοχαστές». Η φύση της συμπεριφοράς που οδηγεί σε πολιτική φυλάκιση είναι δύσκολο να ορισθεί και μπορεί να περιγραφεί χονδρικά ως οποιαδήποτε «δραστηριότητα που θεωρείται αμφισβητήσιμη από τις άρχουσες ελίτ». Ως εκ τούτου, οι πολιτικοί κρατούμενοι κρατούνται και καταδικάζονται για πλήθος διαφορετικών παραβάσεων, αντί για ένα μόνο καλά καθορισμένο έγκλημα. Οι πολιτικοί κρατούμενοι συχνά συλλαμβάνονται και δικάζονται με ένα κάλυμμα νομιμότητας, όπου ψευδείς ποινικές κατηγορίες, κατασκευασμένα στοιχεία και άδικες δίκες χρησιμοποιούνται προκειμένου να συγκαλύψουν το γεγονός ότι ένα πρόσωπο είναι πολιτικός κρατούμενος. Π.χ. η Ένωση Βοήθειας για Πολιτικούς Κρατουμένους δηλώνει ότι «το κίνητρο πίσω από τη σύλληψη κάθε ατόμου στη βάση δεδομένων μας είναι πολιτικό, ανεξάρτητα από τους νόμους βάσει των οποίων έχουν καταδικαστεί». Αυτό είναι σύνηθες σε καταστάσεις που διαφορετικά μπορεί να χαρακτηρισθούν σε εθνικό και διεθνές επίπεδο ως παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή καταστολή ενός πολιτικού αντιφρονούντος. Ο Στάινερτ σημειώνει ότι «τα αντικειμενικά στοιχεία για πολιτικά προκατειλημμένες φυλακίσεις είναι διαχρονικώς σπάνια, δεδομένου ότι οι κυβερνήσεις έχουν σημαντικά κίνητρα για να κρύψουν πρακτικές καταστολής». Στην πραγματικότητα, όλες οι κυβερνήσεις αρνούνται συνήθως τις κατηγορίες ότι φυλακίζουν ανθρώπους για πολιτικές δραστηριότητες.
Πολιτικός κρατούμενος μπορεί επίσης να είναι πρόσωπο του οποίου αρνήθηκαν άδικα την καταβολή εγγυήσεως, του οποίου αρνήθηκαν την αποφυλάκιση υπό όρους όταν εύλογα αυτή θα είχε δοθεί σε κρατούμενο που κατηγορείται για παρόμοιο έγκλημα ή για την κράτηση του οποίου το δικαστικό σώμα μπορεί να επικαλεσθεί «ειδικές εξουσίες». Ιδιαίτερα σε αυτή την τελευταία περίπτωση, το εάν ένα άτομο θεωρείται πολιτικός κρατούμενος μπορεί να εξαρτάται από την υποκειμενική πολιτική προοπτική ή την ερμηνεία των αποδεικτικών στοιχείων. Πολιτικοί κρατούμενοι μπορούν επίσης να φυλακιστούν χωρίς νομικό πέπλο: με εξωδικαστικές διαδικασίες ή μέσω εκτελεστικών αποφάσεων ελλείψει δικών ή ακόμη και κατηγοριών. Ορισμένοι πολιτικοί κρατούμενοι δεν χρειάζεται να καταδικασθούν καθόλου, καθώς μπορεί να υπόκεινται σε παρατεταμένη προφυλάκιση. Ο Στάινερτ σημείωσε ότι τεχνικά, οι πολιτικοί κρατούμενοι θα πρέπει να διακρίνονται από τους πολιτικούς φυλακισμένους, αλλά συχνά ομαδοποιούνται μαζί. Πρακτικά συνιστά να αντιμετωπίζονται ως ειδικοί τύποι πολιτικών κρατουμένων. Παραδείγματα τέτοιων κρατουμένων μπορεί να περιλαμβάνουν άτομα σε «κατ' οίκον περιορισμό», όπως η βραβευμένη με Νόμπελ Ειρήνης Αούνγκ Σαν Σου Κι, η οποία κρατήθηκε έτσι για πολλά χρόνια χωρίς δίκη. Ομοίως, οι υποστηρικτές του Θιβετιανού πνευματικού ηγέτη Γκεντούν Τσόκυ Νύμα στη διαμάχη για τον 11ο Παντσέν Λάμα τον απεκάλεσαν «πολιτικό κρατούμενο», παρά το γεγονός ότι δεν κατηγορείται για κάποιο πολιτικό αδίκημα και κρατείται στο σπίτι του.
Το καθεστώς του πολιτικού κρατουμένου μπορεί να είναι σημαντικό, καθώς τέτοιοι κρατούμενοι μπορούν να γίνουν αντικείμενο διεθνούς υπερασπίσεως και να λάβουν βοήθεια από διάφορες μη κυβερνητικές οργανώσεις. Η κριτική από τη διεθνή κοινή γνώμη έχει αποδειχθεί ότι διευκολύνει την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων ή μειώνει τις ποινές τους, αλλά είναι λιγότερο αποτελεσματική στην εξασφάλιση της απελευθέρωσης ατόμων που έχουν ήδη καταδικαστεί.[6] Όταν το καθεστώς ενός κρατουμένου ως πολιτικού κρατουμένου είναι γνωστό, μπορεί να θεωρηθεί ως μια μορφή συμβόλου, ορισμένοι πολιτικοί κρατούμενοι αυτοπροσδιορίζονται σκόπιμα ως «οι φυλακισμένοι μάρτυρες και ηγέτες του κινήματός τους» και αυτό το καθεστώς μπορεί επίσης να θεωρηθεί ως «παρέχον εγγύηση για την ασφάλειά τους και τον σεβασμό των δικαιωμάτων τους πίσω από τα κάγκελα».
Ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Σωκράτης έχει χαρακτηρισθεί ως ο πρώτος γνωστός πολιτικός κρατούμενος. Φυλακίστηκε για δήθεν «δηλητηρίαση» του μυαλού της ελληνικής νεολαίας, μέσω της κριτικής του κατά της αθηναϊκής κοινωνίας και των αρχόντων της.[2] Οι πρώτοι Χριστιανοί, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Ιησού Χριστού και του Αποστόλου Πέτρου, έχουν επίσης χαρακτηρισθεί ως τέτοιοι.[7] Μια άλλη διάσημη ιστορική μορφή που περιγράφεται ως πολιτική κρατούμενη είναι η Γαλλίδα ηρωίδα του 15ου αιώνα Ιωάννα της Λωρραίνης, της οποίας η τελευταία κατηγορία για «αίρεση» θεωρήθηκε ως νομική πρόφαση.
Ο Παντράικ Κένυ (Padraic Kenney) σημείωσε ότι «η εμφάνιση των σύγχρονων πολιτικών κρατουμένων συμπίπτει με μια περίοδο πενήντα ετών (δεκαετίες 1860-1910) κατά την οποία ωρίμασαν τα [μοντέρνα] πολιτικά κινήματα σε όλο τον κόσμο», ορίζοντας επίσης ότι τέτοια κινήματα έχουν «σαφώς διατυπωμένα πολιτικά και κοινωνικά προγράμματα». Αυτό ανάγκασε τις κυβερνήσεις να αναπτύξουν μια συγκεκριμένη αντίδραση σε τέτοια κινήματα (μια αντίδραση που συχνά περιελάμβανε φυλάκιση αντί διαλόγου, ιδίως από τα λιγότερο φιλελεύθερα καθεστώτα).
Σε ορισμένα μέρη οι πολιτικοί κρατούμενοι είχαν τα δικά τους ήθη, έθιμα και ημιεπίσημες οργανώσεις και προνόμια. Ιστορικά, αυτό ήταν πιο σύνηθες μέχρι την περίοδο του Μεσοπολέμου, καθώς οι πολλοί πολιτικοί κρατούμενοι προέρχονταν από ανώτερες κοινωνικές τάξεις (ιδίως ευγενείς) και οι αρχές συχνά τους αντιμετώπιζαν καλύτερα από τους κοινούς εγκληματίες. Αυτό άλλαξε με την εμφάνιση των ολοκληρωτικών καθεστώτων, τα οποία προσπάθησαν να «κατηχήσουν» ή να εξαλείψουν την οποιαδήποτε αντιπολίτευση.
Στην Πολωνία η έννοια, ακόμη και οι παραδόσεις των πολιτικών κρατουμένων, εμφανίστηκαν περί το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, στην εποχή του Ρωσικού Διαμελισμού.[8]
Αν και η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων του 1948 δεν είναι νομικώς δεσμευτική, αναγνωρίζεται γενικώς ως «κοινό πρότυπο επιτευγμάτων για όλους τους λαούς και όλα τα έθνη». Ιδιαίτερη σημασία για τους πολιτικούς κρατουμένους είναι τα άρθρα 5, 6, 9 και 18 αυτής της Διακηρύξεως. Η UDHR και οι μετέπειτα Συμφωνίες του Ελσίνκι του 1975 χρησιμοποιήθηκαν από έναν αριθμό μη κυβερνητικών οργανώσεων ως βάση για να υποστηρίξουν ότι ορισμένες κυβερνήσεις κρατούν στην πραγματικότητα πολιτικούς κρατουμένους.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες ο όρος «πολιτικός κρατούμενος» χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του αγώνα για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων στα μέσα του 20ού αιώνα και περιστασιακά για ανθρώπους όπως η Ρόζα Παρκς ή ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ενώ αργότερα χρησιμοποιήθηκε για πολίτες που φυλακίσθηκαν επειδή εναντιώθηκαν στην εμπλοκή των ΗΠΑ σε τον πόλεμο του Βιετνάμ.
Οι πολιτικοί κρατούμενοι γράφουν μερικές φορές απομνημονεύματα των εμπειριών τους και τις ιδέες που προκύπτουν. Κάποια από αυτά τα απομνημονεύματα έχουν γίνει σημαντικά πολιτικά κείμενα. Για παράδειγμα, το «Γράμμα από μια φυλακή της πόλης του Μπέρμιγχαμ» του Κινγκ έχει περιγραφεί ως «ένα από τα πιο σημαντικά ιστορικά ντοκουμέντα που γράφηκαν από σύγχρονο πολιτικό κρατούμενο».
Μερικοί προβεβλημένοι πολιτικοί κρατούμενοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πρόσωπα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Ο Πάλντεν Γκιάτσο, ένας Θιβετιανός βουδιστής μοναχός που συνελήφθη κατά τη διάρκεια της κινεζικής εισβολής στο Θιβέτ για διαμαρτυρία, πέρασε 33 χρόνια σε κινεζικές φυλακές και στρατόπεδα εργασίας, όπου βασανίστηκε, εκτίοντας τη μεγαλύτερη ποινή από οποιονδήποτε άλλον Θιβετιανό πολιτικό κρατούμενο.
- Η Αούνγκ Σαν Σου Κι (Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης 1991) ηγήθηκε του αντιπολιτευόμενου κόμματος «Εθνική Ένωση για τη Δημοκρατία», που κέρδισε στις γενικές εκλογές του 1990 στη Μιανμάρ. Πέρασε φυλακισμένη ή σε κατ' οίκον περιορισμό τα 15 από τα 21 χρόνια από το 1990 έως το 2010.
- Η Μπεναζίρ Μπούτο υπήρξε πολιτική κρατούμενη επί τέσσερα χρόνια, υπό το καθεστώς του στρατηγού Ζία-Ουλ-Χακ.
- Ο Κάρλος Μένεμ, πρώην πρόεδρος της Αργεντινής, ήταν προγενέστερα πολιτικός κρατούμενος.
- Ο Ρούμπιν Κάρτερ,ο επονομαζόμενος «Τυφώνας», ήταν Αφροαμερικανός πυγμάχος που φυλακίσθηκε παράνομα για 19 χρόνια στις ΗΠΑ λόγω «έκκλησης στον ρατσισμό και όχι στη λογική».
- Ο Αντόνιο Γκράμσι ήταν αριστερός Ιταλός συγγραφέας και πολιτικός ακτιβιστής, που φυλακίσθηκε και πέρασε 8 χρόνια στη φυλακή. Αφέθηκε ελεύθερος υπό όρους για λόγους υγείας και λίγο αργότερα πέθανε.
- Ο Αμπντουλάχ Οτζαλάν, Κούρδος πολιτικός ακτιβιστής και ιδρυτικό μέλος του PKK, φυλακίσθηκε το 1999 και κρατείται ακόμα σε απομόνωση.
- Ο Ντίτριχ Μπονχέφερ ήταν Γερμανός πάστορας, θεολόγος, αντιναζί αντιφρονών, ο οποίος κατηγορήθηκε ότι είχε σχέση με το σχέδιο δολοφονίας του Αδόλφου Χίτλερ στις 20 Ιουλίου.
- Ο Κιμ Ντε-τζουνγκ (Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης 2000) φυλακίσθηκε και μετά εξορίσθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά επέστρεψε το 1985 και έγινε Πρόεδρος της Νότιας Κορέας το 1998.
- Ο μουσικός Τόμας Μαπφούμο φυλακίσθηκε χωρίς κατηγορίες το 1979 από την κυβέρνηση της Ροδεσίας (σημερινή Ζιμπάμπουε) για τους στίχους του στη γλώσσα σόνα που καλούσαν σε επανάσταση.
- Ο Μπενίνιο Ακίνο από τις Φιλιππίνες φυλακίστηκε κατά τη διάρκεια καθεστώτος στρατιωτικού νόμου, λόγω της έντονης αντιθέσεώς του στη δικτατορία του Φερδινάντο Μάρκος.
- Ο Αντόνιο Ναρίνιο (1765-1823) ήταν Κολομβιανός που μετέφρασε τη γαλλική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη στα ισπανικά, και αντιμετώπισε πολλαπλές ποινές φυλακίσεως με την κατηγορία «μετάφραση λογοκριμένου υλικού».
- Ο Νέλσον Μαντέλα φυλακίσθηκε από το 1963 έως το 1990 στη Νότια Αφρική εξαιτίας του ακτιβισμού του κατά του απαρτχάιντ και της οργανώσεως επιθέσεων σε διάφορους κυβερνητικούς στόχους. Αργότερα έγινε πρόεδρος της Νότιας Αφρικής, μεταξύ 1994 και 1999.
- Ο Μαχάτμα Γκάντι φυλακίσθηκε πολλές φορές από τους Βρετανούς, τόσο στη Νότια Αφρική όσο και στην Ινδία.
- Ο Γιουτζήν Ντεμπς, ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κόμματος των Ηνωμένων Πολιτειών, φυλακίσθηκε από την κυβέρνηση των ΗΠΑ για την αντίθεσή του στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
- Η Έμμα Γκόλντμαν φυλακίσθηκε επί διετία και στη συνέχεια απελάθηκε από την κυβέρνηση των ΗΠΑ για την αντίθεσή της στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
- Ο Σκωτσέζος σοσιαλιστής Τζων Μακλήν φυλακίσθηκε από τη βρετανική κυβέρνηση, επίσης για την αντίθεσή του στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το ίδιο και ο σημαντικός φιλόσοφος Μπέρτραντ Ράσελ (επί εξάμηνο).
- Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ φυλακίσθηκε πολλές φορές, με πιο διαβόητη φυλάκιση εκείνη στο Μπέρμιγχαμ της Αλαμπάμα.
- Η Λεονώρα Κριστίνα Ούλφελντ φυλακίσθηκε σε απομόνωση για 21 χρόνια ως σύζυγος και αργότερα χήρα του Δανού πολιτικού Κόρφιτς Ούλφελντ.
- Ο Τζαβαχαρλάλ Νεχρού, πολιτικός ακτιβιστής, πολιτικός και ο πρώτος πρωθυπουργός της ανεξάρτητης Ινδίας (1948-1963) φυλακίσθηκε πολλές φορές για τον εθνικιστικό ακτιβισμό του, εκτίοντας συνολικά πάνω από 9 χρόνια στη φυλακή.[9]
- Η Ντίλμα Ρούσεφ, πρώην πρόεδρος της Βραζιλίας, φυλακίσθηκε από τη δεξιά στρατιωτική κυβέρνηση της χώρας μεταξύ 1970 και 1973.
- Ο Λιου Σιαομπό, Κινέζος ακτιβιστής υπέρ της δημοκρατίας, φυλακίσθηκε πολλές φορές (από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 έως πριν από τον θάνατό του το 2017) από την κινεζική κυβέρνηση.
- Ο Ανουάρ Ιμπραήμ, ηγέτης αντιπολιτευόμενου κόμματος της Μαλαισίας, φυλακίστηκε δύο φορές μετά από δίκη, με την κατηγορία της σοδομίας.
- Ο Άι Γουέι-γουέι είναι Κινέζος καλλιτέχνης και πολιτικός αντιφρονών, που κρατήθηκε επί τρίμηνο «για φοροδιαφυγή».
- Ο Λεοπόλδο Λόπες, ηγέτης της αντιπολιτεύσεως της Βενεζουέλας, κηρύχθηκε ειδικότερα «κρατούμενος συνείδησης» από τη Διεθνή Αμνηστία.
Ομάδες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Στη Σοβιετική Ένωση μερικές φορές χρησιμοποιούνταν αμφίβολες ψυχιατρικές διαγνώσεις για τον περιορισμό αντιφρονούντων σε ψυχιατρικές κλινικές, αναφερόμενες ειρωνικά με το υποκοριστικό «ψυχούσκες» (психу́шка).
Στη Ναζιστική Γερμανία οι σοσιαλιστές και οι κομμουνιστές υπήρξαν από τα πρώτα θύματα καταστολής. Αργότερα ομάδες όπως οι κρατούμενοι και οι ιερείς υπό το Διάταγμα «Νύχτα και Ομίχλη».
- Στις Ηνωμένες Πολιτείες, Αφροαμερικανοί ακτιβιστές όπως οι «Wilmington Ten» φυλακίσθηκαν παράνομα.[10]
- Σύμφωνα με κάποιες οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων, υπάρχουν σήμερα περίπου 60.000 πολιτικοί κρατούμενοι στην Αίγυπτο.[11]
- Ως αντίδραση στην αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία στις 15 Ιουλίου 2016, περισσότερα από 77.000 άτομα συνελήφθησαν επίσημα.
Αξιοσημείωτες φυλακές πολιτικών κρατουμένων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι παρακάτω φυλακές έχουν αναγνωρισθεί ως έχουσες κρατήσει (ή κυρίως ή και αποκλειστικώς) πολιτικούς κρατουμένους:
- Φυλακή της Μπερέζα Καρτούσκα ή Μπιαρόζα, σήμερα στη Λευκορωσία
- Φυλακή Έβιν στην Τεχεράνη
- Φρούριο Πέτρου και Παύλου στην Αυτοκρατορική Ρωσία
- Φρούριο Σλίσελμπουργκ στην Αυτοκρατορική Ρωσία
- Φυλακές Σπατς στην Αλβανία
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 Greene, Helen Taylor· Gabbidon, Shaun L. (14 Απριλίου 2009). «Political Prisoners». Encyclopedia of Race and Crime. SAGE Publications. σελίδες 636–639. ISBN 978-1-4522-6609-1.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 Steinert, Christoph Valentin (2021). «Who Is a Political Prisoner?». Journal of Global Security Studies 6 (3). doi: . ISSN 2057-3170. https://doi.org/10.1093/jogss/ogaa052.
- ↑ ό.π.
- ↑ «The definition of political prisoner». Parliamentary Assembly of the Council of Europe. 3 Οκτωβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2015.
- ↑ «The recognition of political prisoners: essential to democratic and national reconciliation process» (PDF). Assistance Association for Political Prisoners (Burma). 9 Νοεμβρίου 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 21 Σεπτεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2012.
- ↑ Gruffydd-Jones, Jamie J. (2021-03-04). «International Attention and the Treatment of Political Prisoners». International Studies Quarterly 65 (4): 999-1011. doi: . ISSN 0020-8833. https://doi.org/10.1093/isq/sqab017.
- ↑ Kenney, Padraic: «"I felt a kind of pleasure in seeing them treat us brutally": The Emergence of the Political Prisoner, 1865–1910», στο Comparative Studies in Society and History, τόμος 54 (4), Οκτώβριος 2012, σσ. 863-889.
- ↑ Machcewicz, Anna: «Political Prisoners in Poland, 1944-56: The Sources and Strategies of Resistance in the Authoritarian State's Prison System», Acta Poloniae Historica, τόμος 118 (έτος 2018), σσ. 93-126
- ↑ «Jawaharlal Nehru Biography», Encyclopedia Britannica
- ↑ «Pardons for the Wilmington 10», New York Times Sunday Review, 22 Δεκεμβρίου 2012
- ↑ «No political prisoners freed as Egypt pardons thousands on Eid», Al-Jazeera, 24 Μαΐου 2020
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Whitehorn, Laura: «Fighting to Get Them Out», Social Justice, San Francisco 2003, τόμος 30, νο. 2, σελ. 51
- Political Prisoners in South Vietnam, Amnesty International Publications, Λονδίνο 1973
- Luz Arce: The Inferno: A Story of Terror and Survival in Chile, The University of Wisconsin Press, Madison 2003, ISBN 0-299-19554-6
- Christina Fink: Living Silence: Burma Under Military Rule, Zed Press, Λονδίνο 2001 (ιδίως το Κεφάλαιο 8: «Prison: Life University»), ISBN στην Ταϊλάνδη 974-7534-68-1, αλλού ISBN 1-85649-925-1 και 1-85649-926-X
- Marek M. Kaminski: Games Prisoners Play, Princeton University Press, 2004, ISBN 0-691-11721-7
- Stephen M. Kohn: American Political Prisoners, εκδ. Praeger, Westport 1994, ISBN 0-275-94415-8
- Barbara Olshansky: Secret Trials and Executions: Military Tribunals and the Threat to Democracy, εκδ. «Seven Stories Press», Νέα Υόρκη 2002, ISBN 1-58322-537-4