Μοδάτες Ανοησίες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μοδάτες Ανοησίες
ΣυγγραφέαςAlan Sokal, Jean Bricmont
ΤίτλοςImpostures Intellectuelles
ΓλώσσαFrench
Ημερομηνία δημοσίευσης1997
ΘέμαPostmodernism, Philosophy of science
LC ClassOL1751051W[1]
ΕπόμενοBeyond the Hoax
Αριθμός Σελίδωνxiv, 300

Οι Μοδάτες ανοησίες (αγγλ. Fashionable Nonsense) είναι η αμερικανική έκδοση του βιβλίου Πνευματικές απάτες[2] (γαλλικά: Impostures intellectuelles‎‎), που πρωτοδημοσιεύθηκε στη Γαλλία το 1997 (Éditions Odile Jacob, Παρίσι) με συγγραφείς δύο φυσικούς, τον Αμερικανό Άλαν Σόκαλ και τον Βέλγο Ζαν Μπρικμόν. Ο Σόκαλ είναι γνωστός από τη λεγόμενη Υπόθεση Σοκάλ ή Απάτη Σοκάλ, κατά την οποία υπέβαλε ένα σκόπιμα παράλογο άρθρο[3] στο περιοδικό κριτικής θεωρίας Social Text, και κατάφερε να γίνει αποδεκτό για δημοσίευση. Οι μεταγενέστερες εκδόσεις του βιβλίου στα αγγλικά (βρετανική έκδοση: Intellectual Impostures: Postmodern Philosophers' Abuse of Science, 1998· αμερικανική έκδοση: Fashionable Nonsense: Postmodern Intellectuals' Abuse of Science, 1999) αναθεωρήθηκαν ώστε να έχουν μεγαλύτερη σχέση με τις συζητήσεις στον αγγλόφωνο κόσμο.[4] 

Οι Σόκαλ και Μπρικμόν επέκριναν τονμεταμοντερνισμό για κακή χρήση των επιστημονικών και μαθηματικών εννοιών στη μεταμοντέρνα γραφή. Σύμφωνα με ορισμένες αναφορές, η ανταπόκριση εντός των ανθρωπιστικών επιστημών ήταν «πολωμένη». Οι επικριτές των Σόκαλ και Μπρικμόν απάντησαν ότι οι συγγραφείς δεν κατανοούσαν τα κείμενα που έκριναν. Οι απαντήσεις από την επιστημονική κοινότητα ήταν πιο υποστηρικτικές.

Η Υπόθεση Σοκάλ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η λεγόμενη «Υπόθεση Σοκάλ» ή «Φάρσα Σοκάλ» (Sokal affair, Sokal hoax) ήταν ένα πείραμα που έκανε ο Σόκαλ, καθηγητής φυσικής στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και στο Πανεπιστημιακό Κολέγιο του Λονδίνου. To 1996 υπέβαλε ένα άρθρο για δημοσίευση στο Social Text, ακαδημαϊκό περιοδικό μεταμοντέρνων σπουδών. Το άρθρο είχε τίτλο «Διαπερνώντας τα όρια: Προς μια μετασχηματιστική ερμηνευτική της Κβαντικής Βαρύτητας». Σε αυτό είχε σκόπιμα περιλάβει ανοησίες που ακούγονταν καλές και κολάκευαν τις ιδεολογικές προκαταλήψεις των εκδοτών του περιοδικού. Ισχυριζόταν ότι η κβαντική βαρύτητα είναι μία κοινωνική και γλωσσική κατασκευή. Το περιοδικό δεν έδωσε το άρθρο για αξιολόγηση σε ομότιμο φυσικό και το δημοσίευσε τον Μάιο του 1996. Την ίδια ημέρα ο Σοκάλ ανακοίνωσε ότι το άρθρο ήταν φάρσα.[5]

Περίληψη του βιβλίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Μοδάτες Ανοησίες εξετάζει δύο σχετικά θέματα:

  • Την φερόμενη ως ακατάλληλη και επιτηδευμένη χρήση επιστημονικών εννοιών από μια μικρή ομάδα σημαντικών φιλοσόφων και διανοούμενων.
  • Τα προβλήματα του γνωσιακού σχετικισμού, την ιδέα ότι η σύγχρονη επιστήμη δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένας «μύθος», μια «αφήγηση» ή μια «κοινωνική κατασκευή», μεταξύ άλλων.[6] , όπως φαίνεται στο Ισχυρό Πρόγραμμα (Strong programme) στην κοινωνιολογία της επιστήμης.

Λανθασμένη χρήση των επιστημονικών εννοιών έναντι της επιστημονικών μεταφορών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο δεδηλωμένος στόχος του βιβλίου δεν είναι να επιτεθεί κατά της «φιλοσοφίας, των ανθρωπιστικών ή των κοινωνικών επιστημών γενικά ... [αλλά] να προειδοποιήσει όσους εργάζονται σε αυτά (ιδίως φοιτητές) ενάντια σε κάποιες δηλωμένες περιπτώσεις τσαρλατανισμού».[7] Ειδικότερα, να «αποδομήσει» την ιδέα ότι κάποια βιβλία και συγγραφείς είναι δύσκολα, επειδή ασχολούνται με βαθιές και δύσκολες ιδέες. «Αν τα κείμενα φαίνονται ακατανόητα, είναι ακριβώς επειδή δεν σημαίνουν απολύτως τίποτα.»[8]

Το βιβλίο περιλαμβάνει εκτενή αποσπάσματα από τα έργα των Ζακ Λακάν, Τζούλια Κρίστεβα, Πωλ Βιρίλιο, Ζιλ Ντελέζ, Φελίξ Γκουαταρί, Λυς Ιριγκαραΰ, Μπρυνό Λατούρ και Ζαν Μπωντριγιάρ, που είναι μερικοί από τους κορυφαίους ακαδημαϊκούς της ευρωπαϊκής φιλοσοφίας, της κριτικής θεωρίας, της ψυχανάλυσης ή των κοινωνικών επιστημών. Οι Σόκαλ και Μπρικμόν έχουν σκοπό να δείξουν πώς αυτοί οι διανοούμενοι έχουν χρησιμοποιήσει εσφαλμένα έννοιες από τις φυσικές επιστήμες και τα μαθηματικά. Τα αποσπάσματα είναι εσκεμμένα αρκετά μεγάλα για να αποφύγουν τις κατηγορίες ότι έβγαλαν τις προτάσεις από τα συμφραζόμενα. 

Οι Σόκαλ και Μπρικμόν ισχυρίζονται ότι δεν προτίθενται να αναλύσουν την μεταμοντέρνα σκέψη εν γένει. Αντίθετα, στόχος τους είναι να επιστήσουν την προσοχή στην κατάχρηση των εννοιών από τα μαθηματικά και τη φυσική, πεδία στα οποία έχουν αφιερώσει τη σταδιοδρομία τους μελετώντας και διδάσκοντας.  

Το βιβλίο αφιερώνει ένα κεφάλαιο σε κάθε ένα από τους παραπάνω συγγραφείς, «την κορυφή του παγόβουνου» ενός αριθμού πρακτικών που μπορεί να περιγραφούν ως «μυθοποίηση, σκόπιμα ασαφής γλώσσα, μπερδεμένη σκέψη και κακοποίηση των επιστημονικών εννοιών».[9] Για παράδειγμα, ο Λυς Ιριγκαραΰ επικρίνεται για τη διαπίστωσή του ότι το E=mc2 είναι «μια σεξοποιημένη εξίσωση», επειδή «δίνει προνόμια στην ταχύτητα του φωτός σε σχέση με άλλες ταχύτητες που μας είναι απαραίτητες» και για τη διαπίστωσή του ότι η μηχανική των ρευστών έχει άδικα παραμεληθεί, επειδή ασχολείται με τα «θηλυκά» υγρά σε αντίθεση με την «αρσενική» μηχανική των στερεών. Ομοίως, ο Λακάν επικρίνεται για έναν παραλληλισμό μεταξύ τοπολογίας και ψυχικής ασθένειας, το οποίο κατά τους Σόκαλ και Μπρικμόν δεν υποστηρίζεται από κανένα επιχείρημα και «δεν είναι μόνο λάθος: είναι ασυναρτησία».[10]

Η μεταμοντέρνα αντίληψη για την επιστήμη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Σόκαλ και Μπρικμόν επισημαίνουν την άνοδο αυτού που ονομάζουν γνωσιακό σχετικισμό, την πεποίθηση ότι δεν υπάρχουν αντικειμενικές αλήθειες, αλλά μόνο τοπικές πεποιθήσεις. Ισχυρίζονται ότι αυτή είναι άποψη παράλογη, μη πρακτική και επικίνδυνη. Στόχος τους δεν είναι «να επικρίνουν την αριστερά, αλλά να βοηθήσουν  να αμυνθεί από ένα τμήμα του εαυτού της που είναι της μόδας».[11] 

Υποδοχή του βιβλίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τη συντάκτρια B. Epstein της New York Review of Books οι αντιδράσεις εντός των ανθρωπιστικών επιστημών ήταν μοιρασμένες, με άλλους να είναι ευχαριστημένοι και άλλους να είναι εξοργισμένοι.

Υποστήριξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο φιλόσοφος Τόμας Νέιγκελ υποστήριξε το βιβλίο, περιγράφοντας ότι αυτό αποτελείται σε μεγάλο βαθμό από «εκτενή αποσπάσματα από επιστημονικές ασυναρτησίες από επώνυμους Γάλλους διανοούμενους, μαζί με παράξενα υπομονετικές εξηγήσεις γιατί πρόκειται για ασυναρτησίες», και συμφώνησε ότι «φαίνεται να υπάρχει κάτι στην παριζιάνικη σκηνή που είναι ιδιαίτερα φιλόξενο για απερίσκεπτη φλυαρία».

Αρκετοί επιστήμονες εξέφρασαν παρόμοια συναισθήματα. Ο Ρίτσαρντ Ντόκινς έγραψε σχετικώς με τα αναφερόμενα στον Λακάν: «Δεν χρειαζόμαστε τη μαθηματική ειδίκευση των Σόκαλ και Μπρικμόν για να βεβαιωθούμε ότι ο συγγραφέας του πράγματος μας εξαπατά. Ίσως είναι γνήσιος όταν μιλάει για μη επιστημονικά θέματα. Αλλά ένας φιλόσοφος που συλλαμβάνεται να εξισώνει ένα όργανο σε στύση με την τετραγωνική ρίζα του μείον ένα (–1) έχει, σε ό,τι με αφορά, τινάξει στον αέρα τα διαπιστευτήριά του όταν αναφέρεται σε πράγματα για τα οποία δεν γνωρίζω». Ο Νόαμ Τσόμσκι αποκάλεσε το βιβλίο «πολύ σημαντικό» και είπε ότι «πολλή από τη λεγόμενη "αριστερή" κριτική [της επιστήμης] φαίνεται να είναι καθαρή ανοησία».[12]

Κριτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το βιβλίο έχει επικριθεί από μεταμοντέρνους φιλοσόφους και μελετητές με κάποιο ενδιαφέρον στην ευρωπαϊκή φιλοσοφία. Ο Μπρους Φινκ (Bruce Fink) κάνει μια κριτική μέσα από το βιβλίο του Lacan to the Letter, όπου κατηγορεί τους Σόκαλ και Μπρικμόν για την απαίτησή τους ότι η «σοβαρή γραφή» δεν κάνει τίποτα άλλο από το να «μεταφέρει σαφή νοήματα».[13] Ο Φινκ υποστηρίζει ότι κάποιες έννοιες που οι Σόκαλ και Μπρικμόν θεωρούν αυθαίρετες ή χωρίς νόημα έχουν ρίζες στην ιστορία της γλωσσολογίας, και ότι ο Λακάν ρητά χρησιμοποιεί μαθηματικές έννοιες με μεταφορικό τρόπο, και δεν ισχυρίζεται ότι οι έννοιες είναι μαθηματικά θεμελιωμένες. Κατά την άποψή του οι Σόκαλ και Μπρικμόν αδυνατούν να κατανοήσουν τη σκέψη του Λακάν.

Λακάν και μιγαδικοί αριθμοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτό το τελευταίο σημείο έχει αμφισβητηθεί από τον Arkady Plotnitsky (έναν από τους συγγραφείς που αναφέρονται από τον Σόκαλ στη φάρσα με την επιστημονική δημοσίευση).[14] Ο Plotnitsky λέει ότι «ορισμένοι από τους ισχυρισμούς τους σχετικά με τα μαθηματικά αντικείμενα και συγκεκριμένα με τους μιγαδικούς αριθμούς είναι εσφαλμένοι»[15], επιτιθέμενος στη δήλωσή τους ότι οι μιγαδικοί αριθμοί και οι άρρητοι αριθμοί «δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους».[16] Ο Plotnisky εδώ υπερασπίζεται την άποψη του Λακάν για «τους φανταστικούς αριθμούς ως επέκταση της ιδέας των ρητών αριθμών, τόσο στη γενική εννοιολογική σημασία, επεκτεινόμενος στις αρχαίες μαθηματικές και φιλοσοφικές ρίζες τους ... όσο στη σημασία κατά τη σύγχρονη άλγεβρα».[17] Ο Plotnitsky σημειώνει ένα απόσπασμα από τον Λάιμπνιτς: «Από τους άρρητους γεννήθηκαν οι αδύνατες ή φανταστικές ποσότητες των οποίων η φύση είναι πολύ περίεργη, αλλά των οποίων η χρησιμότητα δεν πρέπει να περιφρονείται».[18]

Ο Plotnitsky ωστόσο συμφωνεί με τους Σόκαλ και Μπρικμόν ότι η «τετραγωνική ρίζα του –1» του Λακάν (για την οποία ο Plotnitsky εισάγει το σύμβολο ), παρά το κοινό όνομα που έχει δεν είναι «ταυτόσημη, άμεσα συνδεδεμένη, ή ακόμα και μεταφορά της μαθηματικής τετραγωνικής ρίζας του –1»[19], και ότι η τελευταία δεν είναι το «όργανο σε στύση».

Ωστόσο, όσον αφορά τη δεύτερη έννοια, την οποία ο Plotnisky περιγράφει δηλώνοντας ότι «όλοι οι φανταστικοί και οι μιγαδικοί αριθμοί είναι, εξ ορισμού, άρρητοι»[20], οι μαθηματικοί συμφωνούν με τους Σόκαλ και Μπρικμόν στο ότι δεν δέχονται τους μιγαδικούς αριθμούς ως άρρητους.[21][22][23] Πράγματι, η έννοια των ρητών αριθμών έχει επεκταθεί ώστε να περιλαμβάνει τους γκαουσιανούς ακεραίους και τους γκαουσιανούς ρητούς.

Άλλη κριτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ενώ οι Φινκ και Plotnitsky αμφισβητούν στους Σόκαλ και Μπρικμόν το δικαίωμα να πουν ποιοί ορισμοί των επιστημονικών όρων είναι σωστοί, οι θεωρητικοί του πολιτισμού και κριτικοί λογοτεχνίας Andrew Milner και Jeff Browitt αναγνωρίζουν αυτό το δικαίωμα, το βλέπουν ως «υπεράσπιση των  κλάδων τους ενάντια σε αυτό που είδαν ως υπεξαίρεση των βασικών όρων και εννοιών» από συγγραφείς όπως οι Λακάν και Ιριγκαραΰ.

Στην απάντηση του Ζακ Ντεριντά «Οι Σοκάλ και Bricmont δεν Είναι Σοβαροί» που δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στη Le Monde, ο Ντεριντά γράφει ότι η φάρσα του Σόκαλ είναι, μάλλον, «λυπηρή», όχι μόνο γιατί το όνομα του Άλαν Σοκάλ είναι τώρα συνδεδεμένο κυρίως με μια φάρσα, και όχι με την επιστήμη, αλλά επίσης επειδή η ευκαιρία να προβληματιστούν σοβαρά για το θέμα αυτό έχει χαθεί για ένα ευρύ κοινό που αξίζει κάτι καλύτερο. Ο Derrida θυμίζει στους αναγνώστες του ότι η επιστήμη και η φιλοσοφία έχουν μακρά συζήτηση γύρω από τις ομοιότητες και διαφορές τους στον τομέα της επιστημολογίας, αλλά σίγουρα όχι με τόση έμφαση στην εθνικότητα των φιλοσόφων ή των επιστημόνων.  Επίσης γράφει ότι δεν υπάρχει «σχετικισμός» ή κριτική του Λόγου και του Διαφωτισμού στα έργα του. Στη συνέχεια γράφει για την ελπίδα του ότι στο μέλλον το έργο αυτό θα επιδιωχθεί πιο σοβαρά και με αξιοπρέπεια στο επίπεδο των σχετικών ζητημάτων.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. archive.org/details/fashionablenonse00soka. Ανακτήθηκε στις 2  Φεβρουαρίου 2019.
  2. Γεωργίου, Θεόδωρος (19 Οκτωβρίου 1997). «Ανατομία της «υπόθεσης Σόκαλ»». Το Βήμα. http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=92237. Ανακτήθηκε στις 7.11.2017. 
  3. Sokal, Alan (Μάιος 1996). «A Physicist Experiments With Cultural Studies». Lingua Franca. Ανακτήθηκε στις 5 Μαρτίου 2008. 
  4. Sokal, Alan· Jean Bricmont (1998). Intellectual Impostures. Λονδίνο: Profile Books. σελ. xii. ISBN 1-86197-631-3. 
  5. Sokal, Alan D. (5 Ιουνίου 1996). «A Physicist Experiments with Cultural Studies». Lingua Franca. Ανακτήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 2016. 
  6. Sokal, Alan· Jean Bricmont (1998). Fashionable NonsenseΑπαιτείται δωρεάν εγγραφή. New York: Picador. ISBN 0-312-19545-1. 
  7. Sokal & Bricmont, σελ. 5
  8. Sokal and Bricmont, σελ. 6
  9. Sokal and Bricmont, σελ. xi
  10. Sokal and Bricmont, σελ. 23
  11. Sokal and Bricmont, σελ. xii
  12. Chomsky on Science and Postmodernism. Συμβαίνει στα 3:00. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουνίου 2014. 
  13. Fink, Bruce (2004). Lacan to the Letter. Minneapolis: University of Minnesota Press. σελ. 130. ISBN 0-8166-4320-2. 
  14. Sokal & Bricmont, Appendix A
  15. Plotnitsky, Arkady (2002). The Knowable and the Unknowable. Ann Arbor: University of Michigan Press. σελίδες 112-113. ISBN 0-472-09797-0. 
  16. Sokal & Bricmont, σελ. 25
  17. Plotnitsky, 2002, σελ. 146
  18. Plotnitsky 2002, σελ. 145 (στο λατινικό πρωτότυπο: «Ex irrationalibus oriuntur quantitates impossibiles seu imaginariae, quarum mira est natura, et tamen non contemnenda utilitas»).
  19. Plotnitsky 2002, σελ. 147
  20. Plotnitsky 2002, σελ. 120
  21. Blakey, Joseph· Hutton, Maurice (1960). Engineering Mathematics. Philosophical Library. σελ. 40. 
  22. Yan, Song Y.· Hellman, Martin E. (2002). Number Theory for Computing (2η έκδοση). Springer. σελ. 15. ISBN 3-540-43072-5. 
  23. Phillips, George McArtney (2000). Two Millennia of Mathematics: From Archimedes to Gauss. Springer. σελ. 47. ISBN 0-387-95022-2. 

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ελληνικά άρθρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]