Κίνημα Λεοναρδόπουλου-Γαργαλίδη
Το κίνημα Λεοναρδόπουλου-Γαργαλίδη σημειώθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1923, μόλις τρεις ημέρες μετά την προκήρυξη βουλευτικών εκλογών, για τις 16 Δεκεμβρίου 1923. Το στρατιωτικό αυτό κίνημα είχε ηγέτες τους υποστράτηγους Γεώργιο Λεοναρδόπουλο (βενιζελικός) και Παναγιώτη Γαργαλίδη (ασαφούς πολιτικής τοποθέτησης) και τον συνταγματάρχη Γεώργιο Ζήρα (εκπρόσωπο των αντιβενιζελικών αξιωματικών) καθώς και τους τότε αντισυνταγματάρχες Δημήτριο Αβράμπο και Μιχαήλ Ν. Νικολαρέα.[1]
Χρονικό του κινήματος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το κίνημα εκδηλώθηκε τα μεσάνυχτα της 21ης προς 22η Οκτωβρίου.[2] Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε στην οργάνωση και την εκδήλωση του κινήματος μια ομάδα κατώτερων αντιβενιζελικών αξιωματικών, γνωστή ως «Οργάνωση Ταγματαρχών»,[3] οι οποίοι βρίσκονταν σε άμεση επαφή με τον Ιωάννη Μεταξά, ενώ ταυτόχρονα, στην προσπάθειά τους να παρουσιάσουν την κίνησή τους ως υπερκομματική, προσέφεραν την αρχηγία στους υποστράτηγους Λεοναρδόπουλο και Γαργαλίδη, που ήταν βενιζελικών πεποιθήσεων, καθώς και στον συνταγματάρχη Γεώργιο Ζήρα.[4]
Οι κινηματίες προσκαλούσαν την Επαναστατική Κυβέρνηση να διαλυθεί, ενώ είχαν κατορθώσει να προσεταιριστούν τις περισσότερες στρατιωτικές μονάδες στη Μακεδονία και τη Θράκη, περιοχές που είχε αναλάβει να κινητοποιήσει ο Ζήρας, καθώς και όλες τις στρατιωτικές φρουρές της Πελοποννήσου, όπου οι αξιωματικοί τους ήταν, στη μεγάλη πλειοψηφία τους, αντιβενιζελικοί. Ακόμη, εκδηλώθηκαν υπέρ του κινήματος και μονάδες του Ε΄ Σώματος Στρατού στην Ήπειρο. Πιστές στην Επαναστατική Κυβέρνηση έμειναν οι φρουρές της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, της Λάρισας και των Ιωαννίνων[5], ενώ και το Ναυτικό έμεινε πιστό στην κυβέρνηση αφού, ούτως ή άλλως, ο Γαργαλίδης είχε ταχθεί εναντίον της συμμετοχής του στόλου στο κίνημα.[6]
Η Επαναστατική Κυβέρνηση, ενώ, αρχικά, αιφνιδιάστηκε, στη συνέχεια, αντέδρασε πολύ γρήγορα και δυναμικά. Ο Νικόλαος Πλαστήρας, αφού χαρακτήρισε το κίνημα «προδοτική πράξη», κήρυξε στρατιωτικό νόμο και κινητοποίησε τις στρατιωτικές μονάδες που είχαν μείνει πιστές στην κυβέρνηση. Η επίκληση ενότητας, αλλά και των εκλογών, που είχαν προκηρυχτεί για τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, μαζί με την αποφασιστικότητα, που έδειξε η κυβέρνηση, μετά την αρχική, εφεκτική στάση του πρωθυπουργού, Στυλιανού Γονατά, απομόνωσαν τους κινηματίες. Ο βενιζελικός κόσμος, πολλές οργανώσεις, η ηγεσία του στρατεύματος, ακόμα και η Ιερά Σύνοδος, τάχθηκαν με το μέρος της κυβέρνησης και αποδοκίμασαν το κίνημα. Ταυτόχρονα, με την επίδειξη ισχύος, η κυβέρνηση άφησε να εννοηθεί, στα διαγγέλματά της προς τον λαό και τον στρατό, ότι είχε πρόθεση να ανακινήσει και να λύσει το πολιτειακό. Οι σχέσεις των Κινηματιών με βασιλικούς κύκλους, και ιδιαίτερα με τον Μεταξά και τα Ανάκτορα, θεωρήθηκαν από την αντίπαλη πλευρά ως ενοχοποιητικά στοιχεία για τον βασιλιά Γεώργιο Β΄.[7]
Στη Θεσσαλονίκη, το κίνημα δεν είχε προλάβει να εκδηλωθεί. Αξιωματικοί, πιστοί στην κυβέρνηση, όπως ο Γεώργιος Κονδύλης, ο Ευριπίδης Μπακιρτζής, ο Στέφανος Σαράφης, ο Δημήτριος Ψαρρός και άλλοι, είχαν πληροφορηθεί τις κινήσεις των συνωμοτών και πρόλαβαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Στη συνέχεια, αντιμετώπισαν, στις Νάρες (Νέα Φιλαδέλφεια), τις στρατιωτικές δυνάμεις που οδηγούσε εναντίον της πόλης ο Ζήρας και τις ανάγκασαν να παραδοθούν. Ο ίδιος ο Ζήρας κατέφυγε στη Γιουγκοσλαβία. Στον νότο, οι Λεοναρδόπουλος και Γαργαλίδης, αφού συγκέντρωσαν στρατιωτικές δυνάμεις (στην Πελοπόννησο), πέρασαν τον Ισθμό και βάδισαν προς την Αθήνα. Τελικά, όμως, κυκλώθηκαν από κυβερνητικά στρατεύματα και αναγκάστηκαν να παραδοθούν, στις 27 Οκτωβρίου, άνευ όρων. Οι δύο ηγέτες του κινήματος, Λεοναρδόπουλος και Γαργαλίδης καθώς και οι αντισυνταγματάρχες Δημήτριος Αβράμπος και Μιχαήλ Ν. Νικολαρέας καταδικάστηκαν από στρατοδικείο σε θάνατο, αλλά η ποινή δεν εκτελέστηκε και, αργότερα, αμνηστεύτηκαν. Ο Ιωάννης Μεταξάς, που στη διάρκεια του κινήματος βρισκόταν στην Κόρινθο, κατόρθωσε να διαφύγει κρυφά στην Ιταλία.[7]
Αίτια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι ηγέτες και, γενικότερα, οι πρωταγωνιστές του Κινήματος είχαν ετερόκλητη πολιτική προϊστορία και τοποθέτηση.[7] Ο υποστράτηγος Γεώργιος Λεοναρδόπουλος ήταν βενιζελικός και είχε πάρει μέρος στο Κίνημα της Εθνικής Άμυνας, στη Θεσσαλονίκη, το 1916. Ήταν, όμως, προσωπικά δυσαρεστημένος με τον Θεόδωρο Πάγκαλο, που τον είχε απομακρύνει από τη διοίκηση του Γ΄ Σώματος Στρατού. Από την άλλη, ο συνταγματάρχης Ζήρας, ο Μεταξάς και η «Οργάνωση των Ταγματαρχών» ήταν στοιχεία σαφώς αντιβενιζελικά. Από αντιβενιζελικά αισθήματα διαπνέονταν και οι περισσότεροι αξιωματικοί που ακολούθησαν το κίνημα, ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο. Ένα κοινό στοιχείο που ένωνε τους ηγέτες του Κινήματος ήταν η φιλοδοξία τους να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα.
Συνέπειες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ανεξάρτητα από τα κίνητρα και τους στόχους του, η εκδήλωση και η αποτυχία του κινήματος είχαν ιδιαίτερα σημαντικές συνέπειες και επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές εξελίξεις της χώρας, επιταχύνοντας την πορεία της προς την πολιτειακή μεταβολή. Η αντιβενιζελική παράταξη δέχτηκε σοβαρό πλήγμα, ένα χρόνο μετά τη δίκη των Έξι, από το οποίο δε μπόρεσε να συνέλθει, παρά δέκα χρόνια αργότερα. Απομακρύνθηκαν από το στράτευμα περισσότεροι από 1.200 αντιβενιζελικοί αξιωματικοί, με την κατηγορία πως συμμετείχαν ή ευνόησαν το Κίνημα ή απλά δεν έσπευσαν να το καταδικάσουν.[7] Ήταν μια εκκαθάριση στο στράτευμα, την οποία οι βενιζελικοί αξιωματικοί επιζητούσαν από το 1922, και την πέτυχαν μόνο μετά την αποτυχία του Κινήματος αυτού.
Το κίνημα και η καταστολή του επέτειναν τις διασπαστικές τάσεις που διαγράφονταν στη βενιζελική παράταξη και όξυναν τις αντιθέσεις μεταξύ των δύο πτερύγων της, της συντηρητικής πλειοψηφίας και της προοδευτικής μειοψηφίας. Βασικό διαφοροποιό κριτήριο, και, προοδευτικά, διασπαστικό στοιχείο των δύο μερίδων, ήταν το ζήτημα του πολιτεύματος και η θέση τους στο ζήτημα αυτό.
Το κίνημα απέτυχε και παρέτεινε την πολιτική ανωμαλία, καθώς και την ισχύ του στρατιωτικού νόμου και την απαγόρευση έκδοσης των αντιβενιζελικών εφημερίδων. Μέσα σε κλίμα έντασης, έγιναν οι βουλευτικές εκλογές, στις 16 Δεκεμβρίου 1923, για την ανάδειξη της Δ΄ Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης. Στις εκλογές, από τις οποίες δήλωσε αποχή η αντιβενιζελική παράταξη, εκλέχτηκαν βουλευτές μόνο από τους βενιζελικούς. Τρεις μέρες αργότερα, στις 19 Δεκεμβρίου 1923, με υπόδειξη της κυβέρνησης Γονατά, ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ έφυγε προσωρινά από την Ελλάδα, ώσπου να αποφασιστεί η τύχη του πολιτεύματος, και ορίστηκε αντιβασιλέας ο Παύλος Κουντουριώτης.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Παπαπανωγιώτου, Γ. (2008). «Ο Γεώργιος Παπανδρέου και η εποχή του». Εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ.
- ↑ «Το Κίνημα Γαργαλίδη - Λεοναρδόπουλου».
- ↑ Χαρατσής Ι. Στυλιανός, 1023 αξιωματικοί και 22 κινήματα, Α' τόμος, Libro, Αθήναι 1985, σελ. 98.
- ↑ Χαρατσής Ι. Στυλιανός, 1023 αξιωματικοί και 22 κινήματα, Α' τόμος, Libro, Αθήναι 1985, σελ. 98–99.
- ↑ Χαρατσής Ι. Στυλιανός, 1023 αξιωματικοί και 22 κινήματα, Α' τόμος, Libro, Αθήναι 1985, σελ. 99 - 100.
- ↑ Χαρατσής Ι. Στυλιανός, 1023 αξιωματικοί και 22 κινήματα, Α' τόμος, Libro, Αθήναι 1985, σελ. 99.
- ↑ 7,0 7,1 7,2 7,3 Πατρίς Ηρακλείου - Ξεφυλίζοντας την Ιστορία: Κίνημα στο... κίνημα, πριν 80 χρόνια - Η ΑΝΤΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΓΑΡΓΑΛΙΔΗ-ΛΕΟΝΑΡΔΟΠΟΥΛΟΥ
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Βερέμης Θ.,(1999), Η Ελλάδα του Μεσοπολέμου (1922-1940), Εκπαιδευτική Εγκυκλοπαίδεια, Ελληνική Ιστορία, (Τόμος 22, σσ. 389-396), Εκδοτική Αθηνών.
- Δασκαρόλης, Ι. Β. (2012) Στρατιωτικά κινήματα στην Ελλάδα του μεσοπολέμου (1922-1935). Αθήνα: Γνώμων Εκδοτική.
- Χαρατσής Ι. Στυλιανός, (1985), 1023 Αξιωματικοί και 22 Κινήματα, (Τόμος Α', σσ.98-100), Αθήνα: Libro.