Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ιωάννης Α΄ του Γκραγύ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιωάννης Α΄ του Γκραγύ
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση13ος αιώνας
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταδιπλωμάτης
Οικογένεια
ΤέκναPierre I de Grailly[1]
ΟικογένειαΟίκος του Γκραγί
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Πόλεμοι/μάχεςΗ΄ Σταυροφορία
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΣενεσάλος του Βασιλείου της Ιερουσαλήμ (1272–1276)[2]
recteur du Comtat Venaissin[3]
recteur du Comtat Venaissin (1295–1298)[4]
Σενεσάλος της Γασκώνης (από 1278)[5]
Σενεσάλος της Γασκώνης (1266–1268)[6]
Θυρεός

Ο Ιωάννης Α΄, γαλλ. Jean I de Grailly (απεβ. π. 1301) από τον Οίκο του Γκραγύ ήταν σενεσάλης τού δουκάτου της Γασκώνης (1266-68), τού βασιλείου της Ιερουσαλήμ (π. 1272-π.1276) και πάλι της Γασκώνης (1278-87).

Γεννήθηκε στις ακτές της λίμνης της Γενεύης, στην κομητεία της Σαβοΐας. Πιθανόν να ταξίδεψε στην Αγγλία κατά τη βασιλεία τού Ερρίκου Γ΄ ως μέλος της ακολουθίας τού Πέτρου Β΄ κόμη της Σαβοΐας. Ο Πέτρος Β΄ ήταν θείος της Ελεονώρας, συζύγου τού βασιλιά της Αγγλίας. Το 1262 ήταν ήδη ιππότης στην κατοικία τού Εδουάρδου (Α΄), τότε διαδόχου. Το επόμενο έτος κατείχε τη θέση τού συμβούλου τού νεαρού πρίγκιπα. Το 1266 αμείφθηκε για τις υπηρεσίες του με το κάστρο και την υποκομητεία τού Μπενώζ (Βεnauges). Απέκτησε τις αλυκές τού Μπορντώ και το δικαίωμα δασμών στο Πιερφίτ του Ντορντόν, ως πηγές εισοδήματος. Ακόμη έλαβε την κυριότητα τού Λανγκόν και έγινε σενεσάλης στη Γασκώνη, φέουδο τού Εδουάρδου (Α΄). Το 1280 ίδρυσε την πόλη Καντιγιάκ για να αποκτήσει λιμάνι το Μπενώζ.

Συμμετοχή στην Θ΄ Σταυροφορία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1270 συνόδευσε τον Εδουάρδο (Α΄) στην Θ΄ Σταυροφορία στη Συρία. Έμεινε στο εκεί βασίλειο ως σενεσάλης της Ιερουσαλήμ και επέστρεψε στη Γσσκώνη το 1276 ή λίγο νωρίτερα. Ωστόσο κράτησε το ενδιαφέρον του για τη μοίρα τού Σταυροφορικού βασιλείου σε όλη υπόλοιπη ζωή του. Τον Οκτώβριο τού 1277 ήταν στην Αγγλία για να προειδοποιήσει τον τώρα βασιλιά Εδουάρδο Α΄ για τη συνωμοσία τού υποκόμη τού Καστιγιόν. Το 1278 επανατοποθετήθηκε στην παλαιά του θέση στη Γασκώνη.

Το 1279 ο Ιωάννης ταξίδευσε από την Αμιένη στην Αγγλία για να διαπραγματευθεί τη συνθήκη της Αμιένης, που τελείωνε τον πόλεμο μεταξύ τού Εδουάρδου Α΄ και τού Φιλίππου Γ΄ της Γαλλίας· επέστρεψε το Αζεναί στον Αγγλικό έλεγχο. Δύο μόλις μήνες μετά ο Ιωάννης Α΄ ενθάρρυνε μία έρευνα, για το αν το Κερσύ ήταν Αγγλικό έδαφος. Ορίστηκε στην επιτροπή επίβλεψης για την επιστροφή τού Αζεναί και τα καθήκοντά του ως σενεσάλη επεκτάθηκαν και στη νέα αυτή περιοχή. Ο Εδουάρδος Α΄ επίσης διέταξε τον Ιωάννη Α΄ να μην πληρώσει το φουάζ, έναν φόρο που είχε ορίσει ο Γάλλος βασιλιάς: του χορηγήθηκαν βασιλικές επιστολές για να δείξουν την πρόθεση τού βασιλιά να πληρώσει τον φόρο έπειτα από λίγα έτη, μετά από καλύτερες σοδειές. Το 1285 διαπραγματεύτηκε μία συμφωνία καθορισμού τού δασμού στον οίνο τού Μπορντώ.

Ο Ιωάννης Α΄ επίσης είχε να διαπραγματευτεί με την Αυλή στο Παρίσι τιςι φράσεις χρονολόγησης στις πράξεις στη Γασκώνη. Η τελική, αμοιβαία αποδεκτή διατύπωση ήταν: actum fuit regnantibus Philippo regis Francie, Edwardo rege Anglie, duce Aquitanie. Ο Ιωάννης Α΄ ταξίδευσε εκτεταμένα, όχι μόνο στο Παρίσι, αλλά και στη Φουεντεράμπια των Βάσκων για να διαπραγματευθεί με τον Αλφόνσο Ι΄ της Καστίλης. Το 1281 ήταν στη Βιέννη ως μάρτυρας σε μία συμφωνία μεταξύ τού Φιλίππου Α΄ κόμη της Σαβοΐας και τού Ροβέρτου Β΄ δούκα της Βουργουνδίας. Αργότερα το ίδιο έτος εστάλη στο Μασόν για να συμβουλεύσει τη Μαργαρίτα της Προβηγκίας, χήρα τού Λουδοβίκου Θ΄ της Γαλλίας. Ο Εδουάρδος τον είχε ως αντιπρόσωπό του στην ηπειρωτική Ευρώπη.

Το διάστημα 1280-85 ο Ιωάννης Α΄ έλαβε μέρος στις δαιδαλώδεις διαπραγματεύσεις της κληρονομίας της κομητείας τού Μπιγκόρ, όταν απεβίωσε η κόμισσα Πετρονίλλα, η οποία είχε παντρευτεί πέντε φορές. Τελικά ορίστηκε, ότι η νόμιμη κληρονόμος ήταν η Ιωάννα Α΄ των Μπλουά βασίλισσα της Ναβάρρας. Τέθηκε το θέμα τού σε ποιον θα είναι υποτελής, καθώς η Ιωάννα Α΄ και ο σύζυγός της Φίλιππος Δ΄ της Γαλλίας ήταν και οι δύο βασιλείς και έτσι δεν ορκιζόταν σε κάποιον επικυρίαρχο. Παρ' όλα αυτά έμενε το θέμα τού πού ανήκει φεουδαλικά το Μπιγκόρ, στον δούκα της Ακουιτανίας ή στον βασιλιά της Γαλλίας· το ζήτημα έμεινε μεταξύ των δύο μοναρχών σε όλο τον 14ο αι.

Ο Ιωάννης Α΄ τελικά έμεινε χωρίς χρήματα για τις δραστηριότητές του, καθώς οι δαπάνες του χρειαζόταν επικύρωση από τον Θησαυροφύλακα, πριν λάβει τον μισθό του. Έτσι άρχισε την εκμετάλλευση και τις παράνομες εισφορές από τους αγρότες, των οποίων τα παράπονα έφθασαν τελικά στα ώτα τού Εδουάρδου Α΄. Έφυγε από το αξίωμά του κάποια στιγμή μεταξύ τού Ιουνίου 1286 και της άνοιξης τού 1287, όταν ο βασιλιάς και η σύζυγός του Ελεονώρα της Καστίλης, παρόντες στη Γασκόνη, άρχισαν να ερευνούν τις πράξεις του. Η επιτροπή που όρισαν διαπίστωσε, ότι ο Ιωάννης Α΄ είχε κακοδιαχειριστεί ποσά σε διάφορους δήμους. Διατάχθηκε να τα επιστρέψει, αλλά αυτές οι πληρωμές θα μπορούσαν να γίνουν από τα μεγάλα ποσά που τού όφειλαν. Ο ίδιος μετέβη στη Σαβοΐα, αφήνοντας τις γαίες του στον γιο του Πέτρο Α΄.

Τελευταίες εκστρατείες στην Ανατολή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ιωάννης Α΄ επέστρεψε στην Ανατολή (Levant) στα τέλη της δεκαετίας τού 1280. Το 1289 οδήγησε ένα Γαλλικό σύνταγμα από την Άκρα στην υπό πολιορκία Τρίπολη, η οποία έπεσε τον Απρίλιο τού 1289. Έπειτα εστάλη στην Ευρώπη από τον Ερρίκο Β΄ της Κύπρου για να προειδοποιήσει τους εκεί μονάρχες για την κρίσιμη κατάσταση της Ανατολής. Συνάντησε τον πάπα Νικόλαο Δ΄, που συμμερίστηκε τις ανησυχίες του και έγραψε επιστολές στους ισχυρούς της Ευρώπης να κάνουν κάτι για τους Αγίους Τόπους. Όμως οι περισσότεροι ήταν πολύ απορροφημένοι από το Σικελικό ερώτημα οργάνωσης μίας Σταυροφορίας και ο Εδουάρδος Α΄ ήταν περιπλεγμένος με δυσκολίες δικές του. Μόνο ένας μικρός στρατός αγροτών και άνεργων πολιτών από την Τοσκάνη και τη Λομβαρδία μπόρεσε να συγκεντρωθεί. Οι στρατολογημένοι μεταφέρθηκαν με 20 Βενετικές γαλέρες· τους καθοδηγούσε ο Νικόλαος Τιέπολο, γιος τού δόγη Λορέντσο Τιέπολο, βοηθούμενος από τον Ιωάννη Γ΄ και τον Ρου ντε Συλλύ.

Ο Ιωάννης Γ΄ήταν παρών ως διοικητής τού στρατού τού Γάλλου βασιλιά στην πτώση της Άκρας. Πληγωμένος, σώθηκε από τον φίλο του Όθωνα του Γκράνντσον από τη Σαβοΐα, επίσης πιστού στην υπηρεσία τού Εδουάρδου Α΄, και δραπέτευσε με πλοίο στην Κύπρο. Επέστρεψε έπειτα στη Σαβοΐα, όπου απεβίωσε. Οι απόγονοί του συνέχισαν να παίζουν κρίσιμο ρόλο στη Γασκώνη κατά τον επόμενο αιώνα.

Γιος του ήταν ο:

  • Πέτρος Α΄, που είχε τέκνο:
    • Πέτρος Β΄, πατέρας των:
      • Αρσαμπώ 1330-1412, νυμφεύτηκε την κόμισσα της Φουά.
      • Ιωάννης Β΄. Γιος του ήταν ο:
  • Labarge, Margaret Wade. Gascony, England's First Colony 1204–1453. London: Hamish Hamilton, 1980.
  • Runciman, Steven, History of the Crusades III