Εξέγερση των Πετσενέγκων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

 

Η εξέγερση των Πετσενέγκων ήταν μία ανταρσία των Πετσενέγκων κατά της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η οποία διήρκεσε από το 1049 έως το 1053. Αν και η σύγκρουση ολοκληρώθηκε με διαπραγμάτευση ευνοϊκών όρων για τους αντάρτες, κατέδειξε επίσης την κακή κατάσταση του Βυζαντινού στρατού. Η αδυναμία του να νικήσει τους εξεγερθέντες προμήνυε τις μελλοντικές απώλειες κατά των Σελτζούκων Τούρκων στα ανατολικά και των Νορμανδών στα δυτικά.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές του 1049 ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Θ΄ Μονομάχος αποφάσισε να μεταφέρει 15.000 πολεμιστές Πετσενέγκους από τις θέσεις τους στα Βαλκάνια στο ανατολικό μέτωπο. Πλησιάζοντας όμως αυτοί στον Βόσπορο, αποφάσισαν να γυρίσουν πίσω και πορεύτηκαν αργά μέσω της Βουλγαρίας, μέχρι να φτάσουν στη Βυζαντινή πόλη Σερδική. Σύντομα ενώθηκαν με τους οπαδούς του Πετσενέγκου πολέμαρχου Τύραχ, ο οποίος ήταν φυλακισμένος στην Κωνσταντινούπολη, και του πρώην φυλάρχου των Πετσενέγκ Κέγκεν, και ύψωσαν το λάβαρο της εξέγερσης. [1]

Επανάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο στρατός αυτός των Πετσενέγκων άρχισε σύντομα να λεηλατεί την περιοχή γύρω από την Αδριανούπολη. Ο τοπικός δούκας (στρατιωτικός διοικητής) συνεπλάκη με τους Πετσενέγκους σε μάχη, αλλά ηττήθηκε σοβαρά. Σύντομα ο Κωνσταντίνος Θ΄ αποφάσισε να βγάλει τον Τύραχ από τη φυλακή, με την προϋπόθεση ότι θα ειρηνεύσει τους οπαδούς του. Όπως ήταν αναμενόμενο, ενώθηκε μαζί τους. [1] Ο Αυτοκράτορας σύντομα έφερε τα ανατολικά στρατεύματά του στη δύση, αλλά αυτά, υπό τη διοίκηση του Κεκαυμένου και του Ερβέ Φρανκοπούλου, ηττήθηκαν σοβαρά. [1] Εκείνη τη χρονική στιγμή οι Πετσενέγοι μπορούσαν να λεηλατούν όλη τη Μακεδονία και τη Θράκη ατιμώρητα.

Τον Ιούνιο του 1050 ένας άλλος Βυζαντινός στρατός υπό τον Σαμουήλ Βούρτση καταστράφηκε από τους Πετσενέγκους. Σε αυτή τη μάχη ο στρατηγός Δαβίδ Αριανίτης σκοτώθηκε και ένας βετεράνος διοικητής από την Ιταλία, ο Μιχαήλ Δοκειανός, αιχμαλωτίστηκε και επίσης σύντομα σκοτώθηκε. [2] [3] [4] Σε αυτό το σημείο ο Κωνσταντίνος Θ΄ συνειδητοποίησε ότι έπρεπε να αλλάξει τακτική, για να νικήσει τους Πετσενέγκους. Οργάνωσε τον σχηματισμό πολλών μονάδων, που αποτελούντο σε μεγάλο βαθμό από Βαράγγους, Φράγκους και άλλους Δυτικούς, προκειμένου να αντιμετωπίσει τους Πετσενέγκους με τη δική τους τακτική των ανταρτών. [4] Για τρία χρόνια οι μονάδες αυτές πολέμησαν εναντίον των Πετσενέγων, έως ότου το 1053 ο Κωνσταντίνος Θ΄ μπόρεσε να οργανώσει έναν άλλο τακτικό στρατό. Αυτός ο στρατός, υπό τη διοίκηση του δούκα της Βουλγαρίας Βασιλείου Αποκάπη εξοντώθηκε επίσης στην Πρέσλαβ.

Τότε οι Πετσενέγοι κουράστηκαν από τον πόλεμο και προσπάθησαν να συνάψουν ειρήνη με τον Κωνσταντίνο Θ΄. Υπογράφηκε συνθήκη ειρήνης, η οποία διήρκεσε τριάντα χρόνια. Οι Πετσενέγοι αναγκάστηκαν να παραχωρήσουν όλες τις κατακτήσεις τους στους Βυζαντινούς, πιθανώς με αντάλλαγμα κάποια μορφή αυτονομίας. [4]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]