Πρωτοσύγκελλος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
μ Ρομπότ: Προσθήκη: ru:Протосинкелл |
μ r2.5.2) (Ρομπότ: Προσθήκη: la:Protosyncellus |
||
Γραμμή 14: | Γραμμή 14: | ||
[[de:Syncellus]] |
[[de:Syncellus]] |
||
[[en:Protosyncellus]] |
[[en:Protosyncellus]] |
||
[[la:Protosyncellus]] |
|||
[[ru:Протосинкелл]] |
[[ru:Протосинкелл]] |
Έκδοση από την 14:07, 25 Δεκεμβρίου 2010
Πρωτοσύγκελος ή Πρωτοσύγκελλος είναι τίτλος (οφφίκιο) εκκλησιαστικού αξιώματος της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας που ανάγεται στον 8ο αιώνα.
Η λέξη σημαίνει τον Πρώτο των Συγκέλων, των «ομοδιαίτων» της επισκοπής, των σημερινών δηλαδή γραμματέων μίας Επισκοπής - Μητρόπολης. Διοικητικά ο Πρωτοσύγγελος αποτελεί ιεραρχικά τον πρώτο βοηθό του Αρχιεπισκόπου ή Μητροπολίτη και είναι ο δεύτερος τη τάξη μετά εκείνου αξιωματούχος της Μητρόπολης. Ο Πρωτοσύγκελος αντικαθιστά τον Μητροπολίτη όταν αυτός απουσιάζει ή κωλύεται σε διοικητικές υποθέσεις ή εκκλησιαστικές τελετές.
Ο τίτλος αυτός δίδεται σε άγαμους κληρικούς που φέρουν το αξίωμα (Οφίκκιο) του Αρχιμανδρίτη και συνήθως σε πτυχιούχους Πανεπιστημίου ή της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
- Ιδιαίτερης σημασίας είναι το οφφίκιο του Μεγάλου Πρωτοσύγκελου του Οικουμενικού Πατριαρχείου που εκπροσωπεί σε κάθε περίπτωση τον Πατριάρχη και που διευθύνει το κλήρο της Αρχιεπισκοπής.
Βιβλιογραφία
Εκκλησιαστικό Κανονικό Δίκαιο
|