Μετάβαση στο περιεχόμενο

New wave μουσική

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Νιου Γουέιβ (New wave) είναι ένα μουσικό είδος,[1][2][3] το οποίο συνδυάζει ποικίλα μουσικά είδη με ποπ στοιχεία και εμφανίστηκε από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 μέχρι και τη δεκαετία 1980. Θεωρείται μια πιο ελαφριά και μελωδική εκδοχή της πανκ μουσικής, που συνήθως περιλαμβάνει τη χρήση συνθεσάιζερ.[4] Αρχικά, ο όρος χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τα διάφορα μουσικά είδη που προέκυψαν μετά την πανκ ροκ μουσική και σε αρκετές περιπτώσεις την ίδια την πανκ μουσική της εποχής.[3][5] Αργότερα, ο όρος "νιου γουέιβ" καθιερώθηκε από τους κριτικούς ως ένας όρος- ομπρέλα, που περιλαμβάνει πολλά δημοφιλή μουσικά είδη της εποχής, όπως την power pop, τη synth-pop, την εναλλακτική χορευτική μουσική και τη λιγότερο σκληρή πανκ. Επίσης, θεωρείτε ως ένα πιο προσιτό προς το ευρύ κοινό είδος, που συγγενεύει με το είδος της ποστ-πανκ μουσικής.[3]

Ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά της νιου γουέιβ μουσικής είναι τα εύθυμα, χιουμοριστικά ή ιδιόμορφα ποπ στοιχεία, οι κοφτοί, σπασμωδικοί ρυθμοί και τα ανάλογα ριφς κιθάρας, η χρήση ηλεκτρονικών οργάνων, σε συνδυασμό με ένα ιδιαίτερο στυλ εμφάνισης των καλλιτεχνών και των βίντεο κλιπ.[3][6] Στις αρχές της δεκαετίας του '80, σχεδόν κάθε καινούριο ποπ και ποπ ροκ μουσικό σχήμα – και ιδιαίτερα εκείνα που χρησιμοποιούσαν συνθεσάιζερ – χαρακτηρίστηκε ως νιου γουέιβ.[3] Αν και οι καλλιτέχνες της new wave μοιράζονται τη do-it-yourself φιλοσοφία της πανκ κουλτούρας, επηρεάστηκαν περισσότερο από τα μουσικά είδη της δεκαετίας του '50 και τον ελαφρύ ποπ ήχο της δεκαετίας του '60, ενώ ήταν αντίθετοι με τις οργισμένες, πολιτικές εκφάνσεις της πανκ ροκ, καθώς και με το "εταιρικό" είδος της ροκ, που ονομάστηκε αρένα ροκ.[6]

Το μουσικό είδος της νιου γουέιβ κορυφώθηκε εμπορικά από τα τέλη της δεκαετίας του '70 έως τις αρχές της δεκαετίας του '80, από πολλούς σημαντικούς μουσικούς, αλλά και πλήθος καλλιτεχνών της μίας επιτυχίας. Το μουσικό τηλεοπτικό δίκτυο MTV, που ιδρύθηκε το 1981, προώθησε συστηματικά τη new-wave μουσική, ενισχύοντας τη δημοτικότητα του είδους.[3] Στα μέσα της δεκαετίας του '80, η δημοτικότητά της νιου γουέιβ μειώθηκε εξαιτίας της εμφάνισης νέων μουσικών ειδών, όπως η New Romantic, η New Pop και η New Music.[7] Από τη δεκαετία του '90 κι έπειτα, το είδος της νιου γουέιβ αναζωπυρώθηκε πολλές φορές λόγω της νοσταλγίας αρκετών καλλιτεχνών, που είχαν επηρεαστεί από το συγκεκριμένο είδος μουσικής.[8][9][10]

Ο όρος νιου γουέιβ αναφέρεται σε μια μεγάλη ποικιλία μουσικών στυλ, τα οποία μοιράζονται έναν ιδιόρρυθμο, ανάλαφρο, εύθυμο και χιουμοριστικό τόνο,[11] που κατέστη ιδιαίτερα δημοφιλής στα τέλη της δεκαετίας του '70 και του '80. Περιλαμβάνει διάφορα μουσικά είδη, που συνδυάζουν στοιχεία ποπ μουσικής από τη συγκεκριμένη περίοδο. Στα κοινά χαρακτηριστικά της νιου γουέιβ, συμπεριλαμβάνονται το εύθυμο, χιουμοριστικό ύφος, οι ποπ επιρροές, η χρήση ηλεκτρονικών ήχων και το ιδιαίτερο στυλ των βίντεο κλιπ και της μόδας που ακολουθούν οι καλλιτέχνες και το κοινό τους.[3] Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Σάιμον Ρέινολντς, η νιου γουέιβ μουσική είχε μια σπασμωδική, ταραγμένη αίσθηση. Οι μουσικοί, συχνά, έπαιζαν κιθάρα με ασταθείς και γρήγορους ρυθμούς, τα πλήκτρα και η δομή της μελωδίας χαρακτηρίζονται από συχνές παύσεις και οι τραγουδιστές ερμηνεύουν σε υψηλούς, τσιριχτούς τόνους.[12]

Η νιου γουέιβ μουσική εμφανίστηκε στη Βρετανία, από όπου προέρχονται πολλοί από τους πρώτους καλλιτέχνες του είδους.[13] Τα βρετανικά μουσικά σχήματα έγιναν γνωστά στην Αμερική, εν μέρει, λόγω τηλεοπτικών δικτύων, όπως το MTV, τα οποία αναμετέδιδαν βρετανικά new wave βίντεο κλιπ, καθώς τα περισσότερα επιτυχημένα αμερικανικά τραγούδια δεν διέθεταν βίντεο κλιπ.[14]

Στην πλειοψηφία τους, τα αμερικανικά νιου γουέιβ μουσικά σχήματα στα τέλη της δεκαετίας του '70, απαρτίζονταν από άντρες, προερχόμενους από λευκά μεσοαστικά περιβάλλοντα. Σύμφωνα με τον μελετητή Θίο Κατεφόρης, οι συγκεκριμένοι καλλιτέχνες παρουσίαζαν σκόπιμα και με υπερβολικό τρόπο αυτά τους τα χαρακτηριστικά, με σκοπό να τα επικρίνουν και να αντικατοπτρίσουν την ταυτότητά τους.[15] Οι καλλιτέχνες του είδους, όπως οι Talking Heads, οι Devo και ο Έλβις Κοστέλο, χόρευαν με ρομποτικό τρόπο, ερμήνευαν με τσιριχτά φωνητικά και φορούσαν ρούχα που έκρυβαν το σώμα, όπως κοστούμια και μεγάλα γυαλιά.[16][17] Η εικόνα αυτή έμοιαζε ριζοσπαστική στο κοινό που προτιμούσε τα είδη αντικουλτούρας, τα οποία έδιναν έμφαση στη φιλοσοφία της χαλαρής ζωής και την ανοιχτή σεξουαλικότητα.[15]

Το συγκρότημα Blondie, 1976. Από αριστερά προς δεξιά: Γκάρι Λάχμαν, Κλεμ Μπουρκ, Ντέμπι Χάρι, Κρις Στάιν και Τζίμμυ Ντέστρι.

Αν και η νιου γουέιβ μοιράζεται την do-it-yourself καλλιτεχνική φιλοσοφία της πανκ κουλτούρας, οι μουσικοί της επηρεάστηκαν περισσότερο από τους καλλιτέχνες και τον ήχο της ποπ μουσικής της δεκαετίας του '60, ενώ ήταν αντίθετοι με το είδος της δημοφιλούς "εταιρικής"ροκ, το οποίο θεωρούσαν δημιουργικά στάσιμο, καθώς και με τις οργισμένες και πολιτικές θέσεις της πανκ ροκ.[6] Στις αρχές της δεκαετίας του '80, ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, αρκετά αξιοσημείωτα νιου γουέιβ μουσικά σχήματα πειραματίστηκαν, συνδυάζοντας την ποπ και τη ροκ μουσική με αφρικανικά και αφροαμερικανικά μουσικά είδη. Οι Adam and the Ants και οι Bow Wow Wow, που είχαν συνάψει επαγγελματικούς δεσμούς με τον πρώην μάνατζερ των Sex Pistols, Μάλκομ Μακλάρεν, χρησιμοποιούσαν κρουστά από την μουσική παράδοση του Μπουρούντι.[18] Το άλμπουμ των Talking Heads, με τίτλο Remain in Light, αξιολογήθηκε θετικά ως μια επαναστατική συγχώνευση της νιου γουέιβ με αφρικανικά μουσικά στυλ παρά το γεγονός ότι ο ντράμερ του συγκροτήματος, Κρίς Φραντζ, δήλωσε πως συνειδητοποίησε αυτή την υποτιθέμενη αφρικανική επιρροή μόνο μετά τα δημοσιεύματα.[19] Στη διάρκεια της δεκαετίας, Αφροαμερικανοί καλλιτέχνες, όπως η Γκρέις Τζόουνς, η Τζάνετ Τζάκσον και ο Prince, υιοθέτησαν στοιχεία νιου γουέιβ μουσικής,[20] θέτοντας τις βάσεις για το μουσικό είδος της Minneapolis sound.[21]

Πρόδρομοι καλλιτέχνες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Velvet Underground θεωρούνται πρωτοπόροι για την επιρροή τους στα μουσικά είδη της νιου γουέιβ, ποστ-πανκ και εναλλακτικής ροκ μουσικής.[22][23] Οι Roxy Music επηρρέασαν, επίσης, σημαντικά το είδος, όπως και η μουσική των Ντέιβιντ Μπόουι, Iggy Pop[24] και Μπράιαν Ένο.[25]

Αρχές της δεκαετίας του '70

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τη New Rolling Stone Encyclopedia of Rock, ο όρος "νιου γουέιβ" θεωρείται τόσο ευρύς και αόριστος που «πρακτικά δεν έχει νόημα».[2] Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Παρκ Πούτερμπο, ο όρος «δεν περιγράφει τόσο ένα μεμονωμένο μουσικό στυλ, αλλά χαράζει μια γραμμή στο χρόνο, διακρίνοντας το είδος που προηγήθηκε από αυτό που ακολούθησε».[26] Προέκυψε για να περιγράψει τη μουσική που εμφανίστηκε μετά την πανκ ροκ, συμπεριλαμβανομένης και της ίδιας της πανκ [3] στη Βρετανία. Ο μελετητής Θίο Κατεφόρης θεωρεί, πως ο όρος χρησιμοποιήθηκε με σκοπό την εμπορευματοποίηση των πανκ συγκροτημάτων από τα μέσα ενημέρωσης:

«Τα πανκ ροκ ή νιου γουέιβ συγκροτήματα εξέφρασαν, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, τη δυσαρέσκειά τους για τις επικρατούσες ροκ τάσεις της εποχής. Έβλεπαν με περιφρόνηση τα progressive rock συγκροτήματα, όπως οι Emerson Lake and Palmer και Pink Floyd και αντ' αυτού διοχέτευσαν την ενέργειά τους σε έναν πιο απογυμνωμένο ήχο… Τα μέσα ενημέρωσης, ωστόσο, παρουσίασαν τα πανκ συγκροτήματα, όπως οι Sex Pistols και τους θαυμαστές τους ως βίαιους και απείθαρχους, και τελικά το πανκ στιγματίστηκε —ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες— καθιστώντας τη μουσική τους, ουσιαστικά, μη εμπορεύσιμη. Ταυτόχρονα, εμφανίστηκαν διάφοροι καλλιτέχνες, όπως οι The Cars, The Police, ο Elvis Costello και οι The Attractions, που συνδύασαν την ενέργεια και την επαναστατική στάση της πανκ με έναν ήχο, πιο προσιτό, εκλεπτυσμένο και φιλικό προς το ραδιόφωνο. Αυτοί οι καλλιτέχνες κατηγοριοποιήθηκαν και διατέθηκαν στην αγορά αποκλειστικά με την ετικέτα "νιου γουέιβ".»[27]

Οι Talking Heads σε ζωντανή εμφάνισή τους, στο Τορόντο το 1978.

Ήδη από το 1973, μουσικοκριτικοί, όπως οι Νικ Κεντ και Ντέιβ Μαρς, χρησιμοποίησαν τον όρο "νιου γουέιβ" για να ταξινομήσουν συγκροτήματα με έδρα τη Νέα Υόρκη, όπως οι Velvet Underground και οι New York Dolls.[28] Στις ΗΠΑ, ο χαρακτηρισμός αποδόθηκε, αρχικά στα όχι και τόσο πανκ συγκροτήματα που εμφανιζόντουσαν στο κλαμπ CBGB της Νέας Υόρκης (π.χ. Talking Heads, Mink DeVille and Blondie),[8] καθώς και στην πρωτο-πανκ σκηνή του Οχάιο, που περιλάμβανε τους Devo, Electric eels, Rocket from the Tombs και Pere Ubu.[29][30] Ορισμένα σημαντικά συγκροτήματα του είδους, όπως οι Suicide και οι Modern Lovers είχαν κάνει ήδη το ντεμπούτο τους.[31] Ο ιδιοκτήτης του CBGB, Χίλλυ Κρίσταλ, δήλωσε στην πρώτη, αφιερωμένη στο κλαμπ, τηλεοπτική εκπομπή τον Μάρτιο του 1974, πως θεωρεί το κλαμπ του ως την αρχή της new wave.[32] Πολλοί μουσικοί, των οποίων η μουσική θα είχε, υπό άλλες συνθήκες, χαρακτηρισθεί ως πανκ, αντ' αυτού θεωρήθηκε νιου γουέιβ. To 1977, η δισκογραφική Phonogram Records κυκλοφόρησε ένα συλλογικό άλμπουμ, με τίτλο New Wave. Στο συγκεκριμένο άλμπουμ συμπεριλαμβάνονται τραγούδια από ποικίλα αμερικανικά συγκροτήματα, όπως οι The Dead Boys, Ramones, Talking Heads και The Runaways.[8][33]

Μέσα έως τέλη της δεκαετίας του '70

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεταξύ του 1976 και 1977, οι όροι "νιου γουέιβ" και "πανκ" χρησιμοποιήθηκαν ως ισοδύναμοι.[34][35] Ο ιστορικός Βέρνον Τζόινσον θεωρεί ότι το είδος της νιου γουέιβ εμφανίστηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο στα τέλη του 1976, όταν πολλά συγκροτήματα άρχισαν να απομακρύνονται από το είδος της πανκ μουσικής. Την ίδια χρονιά, ο όρος απέκτησε ευρεία αποδοχή, όταν εμφανίστηκε σε βρετανικά πανκ φανζίν, όπως το Sniffin' Glue και σε εβδομαδιαία μουσικά περιοδικά, όπως τα Melody Maker και New Musical Express.[36] Τον Νοέμβριο του 1976, η δημοσιογράφος Καρολίν Κουν χρησιμοποίησε τον όρο "νιου γουέιβ", που είχε επινοήσει ο Μάλκομ Μακλάρεν, με σκοπό να προσδιορίσει τη μουσική συγκροτημάτων που δεν ήταν ακριβώς πανκ, αλλά σχετίζονταν με την πανκ μουσική σκηνή.[37] Η βρετανική παμπ ροκ σκηνή των μέσων της δεκαετίας του 1970, αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για πολλούς από τους πιο επιτυχημένους, εμπορικά, νιου γουέιβ καλλιτέχνες, όπως οι Ian Dury, Nick Lowe, Eddie and the Hot Rods και Dr. Feelgood.[38]

Σε συνέντευξή του στο CBS News, ο τραγουδιστής των ABC, Μάρτιν Φράι περιέγραψε τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο ως «μια έκρηξη που προέκυψε μετά την πανκ ροκ στη Βρετανία – μια ολόκληρη γενιά που ενδιαφερόταν να κάνει πιο εκλεπτυσμένη μουσική. Αυτό, προφανώς, οδήγησε σε μια χρυσή εποχή με τους Duran Duran, Spandau Ballet, Human League, ABC, Depeche Mode και άλλα πολλά συγκροτήματα σαν αυτούς».[39]

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο πρόεδρος της δισκογραφικής εταιρείας Sire Records, Σέιμουρ Στάιν, θεωρώντας πως ο όρος "πανκ" θα επηρέαζε αρνητικά τις πωλήσεις των μουσικών σχημάτων της δισκογραφικής που εμφανιζόντουσαν στο κλαμπ CBGB, ξεκίνησε μια καμπάνια με τίτλο "Don't Call It Punk" (ελληνικά: μην το αποκαλείται πανκ), με σκοπό την αντικατάσταση του όρου "πανκ" με τον όρο "νιου γουέιβ".[40] Επίσης, πολλοί ραδιοφωνικοί σύμβουλοι έπεισαν τους πελάτες τους πως ο όρος "πανκ" αποτελεί εφήμερη μόδα, με αποτέλεσμα να αποδεχθούν κι αυτοί τον καινούριο όρο. Όπως οι κινηματογραφιστές του γαλλικού κινήματος του New Wave (Νουβελ Βαγκ), από όπου πήρε το όνομά του και το μουσικό είδος, τα νιου γουέιβ συγκροτήματα, όπως οι Ramones και οι Talking Heads ήταν ανεξάρτητα, αντίθετα με τις μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες και πειραματίζονταν έντονα με τον ήχο τους. Αρχικά, οι περισσότεροι Αμερικανοί δημοσιογράφοι και κριτικοί χρησιμοποιούσαν τον όρο "νιου γουέιβ" για να αναφερθούν, αποκλειστικά, στα βρετανικά πανκ μουσικά σχήματα.[41] Τον Δεκέμβριο του 1976, το μουσικό περιοδικό The New York Rocker, όντας καχύποπτο με τον όρο "πανκ", έγινε το πρώτο αμερικανικό περιοδικό που χρησιμοποίησε με ενθουσιασμό τον όρο "νιου γουέιβ", αρχικά για να χαρακτηρίσει τα βρετανικά σχήματα και αργότερα για τα συγκροτήματα που εμφανιζόντουσαν στο κλαμπ CBGB.[36] Το λιτό μουσικό ύφος και οι αισιόδοξοι ρυθμοί θεωρήθηκαν από επαγγελμτίες του χώρου, όπως ο Στάιν, ως αναγκαία για την επιστροφή στην ενέργεια του ροκ εντ ρολ και του ροκ της δεκαετίας του '60, που είχε μειωθεί τη δεκαετία του '70 με την εμφάνιση των progressive rock συγκροτημάτων και των θεαματικών εμφανίσεών τους σε στάδια.[42] 

Μέχρι το τέλος του 1977, ο όρος "νιου γουέιβ" είχε αντικαταστήσει τον όρο "πανκ" για να περιγράψει τη νέα underground μουσική του Ηνωμένου Βασιλείου.[36] Στις αρχές του 1978, οι Βρετανοί XTC κυκλοφόρησαν το σινγκλ "This Is Pop" ως άμεση απάντηση στον χαρακτηρισμό "νιου γουέιβ", που τους αποδόθηκε. Ο τραγουδιστής τους, Άντυ Πάρτριτζ, δήλωσε, αργότερα, αναφερόμενος και σε άλλα συγκροτήματα, που όπως και οι ίδιοι, χαρακτηρίστηκαν νιου γουέιβ: «Ας είμαστε ειλικρινείς [...] Αυτό που παίζουμε είναι ποπ... Μην προσπαθείτε να του προσδώσετε νέα φανταχτερά ονόματα ή λέξεις που έχετε επινοήσει, γιατί είναι ξεκάθαρα απλώς ποπ μουσική. Ήμασταν ένα νέο ποπ συγκρότημα. Αυτό είναι όλο».[43]

Στις αρχές της δεκαετίας του '80, το είδος της νιου γουέιβ, σταδιακά, σταμάτησε να συσχετίζεται με την πανκ μουσική στην κοινή αντίληψη. Το 1989, ο μουσικοκριτικός Μπιλ Φλάναγκαν δήλωσε: «Σιγά σιγά τα τελευταία ίχνη της πανκ αποσυνδέθηκαν από τη νιου γουέιβ, καθώς ο όρος "νιου γουέιβ" μετασχηματίστηκε, χαρακτηρίζοντας, αρχικά, την μουσική των Talking Heads, μετά των The Cars και στη συνέχεια των Duran Duran, ώσπου τελικά, έφτασε να προσδιορίζει τη μουσική των Wham!».[44] Σχεδόν κάθε καινούριο ποπ/ ροκ μουσικό σχήμα, και ιδιαίτερα όσα χρησιμοποιούσαν συνθεσάιζερ, χαρακτηρίστηκε ως "νιου γουέιβ".[3] Από το 1983 περίπου, η αμερικανική μουσική βιομηχανία ξεκίνησε να χρησιμοποιεί τον γενικότερο όρο "νέα μουσική (αγγλικά:new music)", ώστε να κατηγοριοποιήσει τα πρωτοεμφανιζόμενα μουσικά είδη, όπως η "νέα ποπ (αγγλικά:new pop)" και ο "Νέος Ρομαντισμός (αγγλικά: new romantism)'.[45] Στη Βρετανία, οι δημοσιογράφοι και οι μουσικοκριτικοί εγκατέλειψαν, σε μεγάλο βαθμό, τους όρους "νιου γουέιβ" και "νέα μουσική" και στράφηκαν σε διαφορετικούς όρους για να χαρακτηρίσουν τα νέα μουσικά υποείδη, όπως η "synth-pop".[46] Ο Πίτερ Ίβερς, που ξεκίνησε την καριέρα του στα τέλη της δεκαετίας του 1960, έγινε ο οικοδεσπότης του τηλεοπτικό προγράμματος <i>New Wave Theatre</i>, όπου παρουσίαζε ανερχόμενα μουσικά σχήματα της underground νιου γουέιβ σκηνής. Σύμφωνα με τον ραδιοφωνικό σταθμό NTS, Ίβερς ήταν «ένας δεξιοτέχνης τραγουδοποιός και μουσικός, του οποίου οι εμφανίσεις γεφύρωσαν όχι μόνο την αντικουλτούρα με τη νιου γουέιβ μουσική της δεκαετίας του '60, αλλά και τον κινηματογράφο, το θέατρο και τις μουσικές τηλεοπτικές εκπομπές».[47][48]

Παρά το γεγονός ότι η πανκ ροκ μουσική επιρρέασε σημαντικά τη δημοφιλή μουσική σκηνή του Ηνωμένου Βασίλειου, στις ΗΠΑ παρέμεινε κομμάτι της underground μουσικής σκηνής.[42]

H νιου γουέιβ συνδεόταν στενά με την πανκ μουσική, ωστόσο εξαφανίστηκε από το προσκήνιο πιο γρήγορα στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Δυτική Ευρώπη από ό,τι στις ΗΠΑ. Από τις απαρχές της ακόμα, η πανκ αποτέλεσε σημαντικό φαινόμενο για το Ηνωμένο Βασίλειο, όμως θεωρήθηκε ένα ασήμαντο γεγονός για τις ΗΠΑ. Όταν τα νιου γουέιβ σχήματα άρχισαν να γίνονται γνωστά στις ΗΠΑ, ο όρος "πανκ"σήμαινε ελάχιστα για το ευρύ κοινό, αν και τα αμερικανικά ροκ κλαμπ και οι ντίσκο συνήθιζαν να παίζουν βρετανικές χορευτικές μίξεις και βίντεο κλιπ ανάμεσα στις ζωντανές εμφανίσεις των μουσικών.[49] Μέχρι τη δεκαετία του 2000, οι κριτικοί χρησιμοποιούσαν τον όρο "νιου γουέιβ" ως έναν όρο-ομπρέλα, που περιλαμβάνει διάφορα είδη, όπως την πάουερ ποπ, τη συνθ-ποπ, την αναβίωση της σκα μουσικής και την λιγότερο σκληρή πανκ ροκ. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η μουσική εξέλιξη του είδους, με την εμφάνιση της ποστ-πανκ κατέστη ιδιαίτερα δημοφιλής.[50] Σύμφωνα με τον μουσικοκριτικό Ντέιβιντ Σμέι, το 2001: «Η σύγχρονη άποψη των κριτικών δυσφημεί τη νιου γουέιβ ως είδος, παρουσιάζοντάς την ως ένα τέχνασμα μάρκετινγκ με σκοπό την πώληση του λιγότερο σκληρού πανκ, και ως έναν ανούσιο όρο ομπρέλα που συμπεριλαμβάνει συγκροτήματα πολύ διαφορετικά μεταξύ τους, παρομοιάζοντάς τα· πάουερ ποπ, συνθ-ποπ, αναβιώσεις της σκα, καινοτομίες σε μουσικές σχολές και ανανεωμένοι παμπ ροκ καλλιτέχνες παρουσιάστηκαν όλα ως "νιου γουέιβ"».

Δημοτικότητα στις Ηνωμένες Πολιτείες (1970-1980)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα μέσα του 1977, τα περιοδικά Time[51] και Newsweek έγραψαν ευνοϊκά άρθρα για το "πανκ/νιου γουέιβ" κίνημα.[52] Τα μουσικά σχήματα, που σχετίζονταν με το συγκεκριμένο είδος, έλαβαν καθόλου ή ελάχιστη υποστήριξη από το ραδιόφωνο και τη μουσική βιομηχανία. Ωστόσο, στις μεγάλες πόλεις αναπτύχθηκαν μικρές μουσικές σκηνές τους είδους. Τον επόμενο χρόνο, η δημόσια υποστήριξη παρέμεινε περιορισμένη και προερχόταν, κυρίως, από ανθρώπους του καλλιτεχνικού, μποέμ και διανοούμενου κόσμου,[36] καθώς στα τσαρτς κυριαρχούσαν τα μουσικά είδη της αρένα ροκ και της ντίσκο.[53]

Από τα τέλη του 1978 μέχρι και το 1979, τα μουσικά σχήματα, που συνδέονταν με την πανκ ή που συνδύαζαν την πανκ με άλλα μουσικά είδη άρχισαν, σταδιακά, να εμφανίζονται στα τσαρτς και να μεταδίδονται σε ροκ ραδιοφωνικούς σταθμούς και σε ροκ ντίσκο, [54] συμπεριλαμβανομένων των Blondie, Talking Heads, The Police και The Cars.[34] Το "My Sharona", ένα σινγκλ των The Knack, έγινε το νούμερο ένα σινγκλ του περιοδικού Billboard για το 1979. Η επιτυχία του, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι τα νιου γουέιβ άλμπουμ ήταν πολύ φθηνότερα στην παραγωγή, ώθησε τις δισκογραφικές να υπογράψουν νέα νιου γουέιβ συγκροτήματα, κατά τη διάρκεια της χειρότερής ύφεσης της μουσική βιομηχανίας εδώ και δεκαετίες.[55][56] Ταυτόχρονα, μια νέα μουσική σκηνή αναπτύχθηκε στο Οχάιο.[53] Το 1980, νιου γουέιβ επιρροές εντοπίζονται στη μουσική μη-νιου-γουέιβ καλλιτεχνών, όπως οι Μπίλι Τζόελ, Ντόνα Σάμερ και Λίντα Ρόνσταν.[34]

Στις αρχές του 1980, ο ραδιοφωνικός σύμβουλος Λι Έιμπραμς σημείωσε πως, με λίγες εξαιρέσεις, «δεν πρόκειται να δούμε πολλά από τα σχήματα της νιου γουέιβ να γίνονται επιτυχημένα [στις ΗΠΑ]. Δεν περιμένουμε να έχει μεγάλη επιρροή ως κίνημα».[3][57] Ο Λι Φέργκιουσον, σύμβουλος του ραδιοφωνικού σταθμού KWST, δήλωσε σε συνέντευξή του, ότι οι ραδιοφωνικοί σταθμοί του Λος Άντζελες απαγόρευαν στους DJ και τους ραδιοφωνικούς παραγωγούς να χρησιμοποιούν τον όρο νιου γουέιβ και σημείωσε: «Οι περισσότεροι που αποκαλούν τη συγκεκριμένη μουσική νιου γουέιβ, είναι αυτοί που ψάχνουν τρόπο να μην την παίξουν».[58] Τα δεύτερα άλμπουμ νιου γουέιβ μουσικών, των οποίων τα ντεμπούτο άλμπουμ σημείωσαν επιτυχία, αλλά και οι νέοι μουσικοί, που υπέγραψαν συμβόλαια με δισκογραφικές, απέτυχαν να κάνουν πωλήσεις και οι ραδιοφωνικοί σταθμοί απέσυραν το μεγαλύτερο μέρος των νιου γουέιβ προγραμμάτων τους.[34]

Το 1981, η ίδρυση του MTV σήμανε την πιο επιτυχημένη εποχή του νιου γουέιβ στις ΗΠΑ. Οι Βρετανοί μουσικοί, σε αντίθεση με πολλούς από τους Αμερικανούς συναδέλφους τους, είχαν αρχίσει από νωρίς να αξιοποιούν τα βίντεο κλιπ.[53][59] Αρκετά βρετανικά μουσικά σχήματα από ανεξάρτητες δισκογραφικές, ξεπέρασαν σε πωλήσεις τους Αμερικανούς μουσικούς, που ανήκαν σε μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες· ένα φαινόμενο που οι δημοσιογράφοι ονόμασαν «Δεύτερη Βρετανική Εισβολή».[59][60] Το MTV συνέχισε τη συστηματική αναμετάδοση new wave βίντεο κλιπ μέχρι και το 1987, όταν άρχισε να εστιάζει σε heavy metal και ροκ τραγούδια.[61]

Σε μια δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Γκάλοπ, που δημοσιεύτηκε τον Δεκέμβριο του 1982, το 14% των Αμερικανών εφήβων κατονόμασε τη νιου γουέιβ ως το αγαπημένο τους είδος μουσικής, καθιστώντας το τρίτο πιο δημοφιλές είδος.[62] Η νιου γουέιβ απέκτησε μεγαλύτερη δημοτικότητά στη Δυτική Ακτή, ενώ σε αντίθεση με άλλα μουσικά είδη, η φυλή δεν αποτελούσε παράγοντα δημοτικότητας για τη new wave μουσική, σύμφωνα με την ίδια δημοσκόπηση.[62] Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί των μεγάλων πόλεων ήταν οι πρώτοι που έπαιξαν μουσική νιου γουέιβ συγκροτημάτων, τα οποία συνδύαζαν στοιχεία χορευτικής μουσικής, όπως οι The B-52's, Culture Club, Duran Duran και ABC.[63]

Την ίδια περίοδο, νιου γουέιβ τραγούδια χρησιμοποιήθηκαν ως soundtrack σε διάφορες δημοφιλής ταινίες της εποχής, ιδιαίτερα στις ταινίες ενηλικίωσης του κινήματος των Brat Pack, όπως οι Sixteen Candles, Pretty in Pink, The Breakfast Club και Valley Girl.[53][64] Ο Τζον Χιούζ, σκηνοθέτης πολλών από τις ταινίες, ενθουσιάστηκε με τη βρετανική νιου γουέιβ μουσική και ενσωμάτωσε στις ταινίες του τραγούδια συγκροτημάτων, όπως οι The Psychedelic Furs, Simple Minds, Orchestral Maneuvers in the Dark και Echo and the Bunnymen, συμβάλλοντας στη δημοτικότητα της νιου γουέιβ μουσικής. Αρκετά από αυτά τα τραγούδια παραμένουν αντιπροσωπευτικά της εποχής.[65] Οι κριτικοί της εποχής περιέγραψαν τα τραγούδια που πρόβαλλε, τότε, το MTV ως ρηχά ή αδιάφορα,[53][59] ενώ χρησιμοποιήσαν μέχρι και ομοφοβικές προσβολές για να περιγράψουν τους μουσικούς του είδους.[66] Παρά τις αρνητικές κριτικές, το χορευτικό ύφος της μουσικής και η ιδιόμορφη μόδα που υιοθέτησαν οι καλλιτέχνες της νιου γουέιβ, κατέστησαν το είδος ελκυστικό για το κοινό.[53]

Τον Σεπτέμβριο του 1988, το περιοδικό Billboard κυκλοφόρησε το τσαρτ Modern Rock, όπου η παρουσία της νιου γουέιβ ήτανε εμφανής, με πληθώρα μουσικών σχημάτων από το Ηνωμένο Βασίλειο, τα οποία ήτανε δημοφιλείς στις ροκ ντίσκο, ενώ το όνομα του τσαρτ αντανακλά το ότι η new wave μουσική θεωρήθηκε "μοντέρνα".[67] Το ίντι ροκ πνεύμα του new wave συνέβαλλε σημαντικά στην ανάπτυξη της κολεγιακής ροκ, της grunge μουσικής και της εναλλακτιλης ροκ, από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του '80 και μετά.

Αναβιώσεις και επιρροή μετά τη δεκαετία του ΄80

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι Franz Ferdinand ερμηνεύουν ζωντανά το 2006.

Η δημοτικότητα της νιου γουέιβ μειώθηκε μετά τα μέσα της δεκαετίας του '80, από τα ροκ μουσικά ακούσματα που εμφανίστηκαν ως αντίδραση στη μόδα της νιου γουέιβ.[68] Στον απόηχο της grunge μουσικής, ο βρετανικός μουσικός τύπος ξεκίνησε μια εκστρατεία προώθησης του νέου κύματος της νιου γουέιβ, που προέκυψε από μουσικά σχήματα, εμφανώς επηρεασμένα από την πανκ και τη νιου γουέιβ μουσική, όπως οι Elastica. Ωστόσο το νέο κύμα της νιου γουέιβ επισκιάστηκε γρήγορα από την εμφάνιση της Μπριτ ποπ μουσικής.[8]

Κατά τη διάρκεια αυτής της δεκαετίας, οι χορευτικοί ρυθμοί των βρετανικών και ευρωπαϊκών νιου γουέιβ καλλιτεχνών, που χρησιμοποιούσαν ευρέως το συνθεσάιζερ, επηρέασαν τα είδη της Eurodisco και της trance μουσικής.[53]

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000, εμφανίστηκαν ποικίλα μουσικά σχήματα με εμφανείς επιρροές από τη νιου γουέιβ και την ποστ-πανκ μουσική. Τα σχήματα αυτά, συχνά, χαρακτηρίστηκαν ως "Νέο νιου γουέιβ".[69][70] Η μουσική ιστοσελίδα AllMusic σημειώνει ότι η εμφάνιση αυτών των καλλιτεχνών, τη δεκαετία του 2000, «οδήγησε δημοσιογράφους και λάτρεις της μουσικής να μιλήσουν για μια αναβίωση της ποστ-πανκ και της νιου γουέιβ», ενώ υποστηρίζει ότι αυτή η αναβίωση ήταν «πραγματικά ανάλογη μια συνέχειας, που θα μπορούσε να έχει εντοπιστεί ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του '80».[9]

Ηλεκτρονική μουσική

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, το μουσικό είδος της new rave συνδύασε νιου γουέιβ στοιχεία με άλλα μουσικά είδη, όπως η ίντι ροκ και η electro house,[71] και υιοθέτησε αισθητικά στοιχεία των ρέιβ πάρτι, όπως τα light shows και τα glow sticks.[72][73][74]

  1. Romanowski, Patricia (1995). New Rolling Stone Encyclopedia Of Rock & Roll: Completely Revised And Updated. New York: Fireside. ISBN 9780684810447. 
  2. 2,0 2,1 Theo Cateforis (7 Ιουνίου 2011). Are We Not New Wave?: Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελ. 11. ISBN 978-0472034703. 
  3. 3,00 3,01 3,02 3,03 3,04 3,05 3,06 3,07 3,08 3,09 «New Wave Music Genre Overview». AllMusic. 
  4. «New Wave». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Οκτωβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2023. 
  5. Graham Thompson,American Culture in the 1980s, Edinburgh University Press, 2007, p. 163
  6. 6,0 6,1 6,2 Seddon, Stephen. «New wave». Encyclopedia Britannica. Ανακτήθηκε στις 26 Μαΐου 2020. 
  7. Cateforis, Theo. «The Death of New Wave» (PDF). IASPM US. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 5 Φεβρουαρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2023. 
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 Peter Childs· Mike Storry (1999). Encyclopedia of Contemporary British CultureΑπαιτείται δωρεάν εγγραφή. Taylor & Francis. σελ. 365. ISBN 978-0-415-14726-2. 
  9. 9,0 9,1 New Wave/Post Punk Revival AllMusic
  10. «Q&A with Theo Cateforis, author of Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s» (PDF). University of Michigan Press. 2011. 
  11. . 
  12. Reynolds, Simon Rip It Up and Start Again PostPunk 1978–1984 p.160
  13. Puterbaugh, Parke (10 Νοεμβρίου 1983). «Anglomania: The Second British Invasion». Rolling Stone (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 24 Αυγούστου 2023. 
  14. Greenberg, Steve. «From Comiskey Park To 'Thriller' (How The Pop Music Audience Was Torn Apart, And Then Put Back Together)». S-Curve Records. S-Curve Records. Ανακτήθηκε στις 18 Μαρτίου 2022. Why did MTV choose to play videos of songs that weren’t on the radio, rather than concentrating on the biggest pop hits? Quite simply, music videos for most of the American hit records of the day did not exist. Desperate to fill a round-the-clock schedule with videos, MTV’s initial playlists were chock full of clips by British new wave acts unfamiliar to American radio audiences. British videos were easy to come by since they’d been a staple of UK pop music TV programs like "Top of the Pops" since the mid-70s. 
  15. 15,0 15,1 Cateforis, Theodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. The University of Michigan Press. σελίδες 71–94. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  16. Theo Cateforis (7 Ιουνίου 2011). Are We Not New Wave?: Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελ. 84. ISBN 978-0472034703. 
  17. Theo Cateforis (7 Ιουνίου 2011). Are We Not New Wave?: Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελ. 75. ISBN 978-0472034703. 
  18. Cateforis, Theodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελίδες 185–201. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  19. Cateforis, Theodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελίδες 203–211. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  20. Berlatsky, Noah. «New Wave is Defined By Whiteness». Splice Today (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 3 Μαΐου 2023. 
  21. Campbell, Michael (2009). Popular music in America : the beat goes on (3rd έκδοση). Boston: Schirmer Cengage Learning. ISBN 978-0-495-50530-3. 
  22. Media, ACRN (2 Μαρτίου 2020). «Punk'd: The Velvet Underground – The Velvet Underground & Nico». ACRN.com (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 23 Απριλίου 2023. 
  23. Jones, Chris. «BBC - Music - Review of The Velvet Underground - The Velvet Underground & Nico (Deluxe Edition)». www.bbc.co.uk (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 23 Απριλίου 2023. 
  24. Peacock, Tim (21 Απριλίου 2023). «Best Iggy Pop Songs: 20 Tracks With An Insatiable Lust For Life». uDiscover Music (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 3 Μαΐου 2023. 
  25. James, Mark (28 Φεβρουαρίου 2023). «What is New Wave Music? 9 Examples & History». Music Industry How To (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 29 Απριλίου 2023. 
  26. Puterbaugh, Parke (10 Νοεμβρίου 1983). «Anglomania: The Second British Invasion». Rolling Stone (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 25 Αυγούστου 2023. 
  27. Cateforis, Theo (4 Μαΐου 2011). «Q&A με τον Theo Cateforis, συγγραφέα του Are We Not Νέο κύμα?». Ιστολόγιο τύπου University of Michigan. Michigan Publishing. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Μαΐου 2022. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2022. 
  28. Cateforis, Theodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελ. 20. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  29. Savage, Jon (14 November 2013). «Cleveland's early punk pioneers: from cultural vacuum to creative explosion» (στα αγγλικά). The Guardian. ISSN 0261-3077. https://www.theguardian.com/music/2013/nov/14/clevelands-early-punk-pioneers-ohio. Ανακτήθηκε στις 6 October 2019. 
  30. «Robert Christgau: A Real New Wave Rolls Out of Ohio». Robertchristgau.com. Ανακτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2019. 
  31. Rombes, Nicholas (18 Φεβρουαρίου 2005). The Ramones' Ramones (στα Αγγλικά). Bloomsbury Publishing USA. ISBN 9781441103703. 
  32. Clinton Heylin, Babylon's Burning (Conongate, 2007), p. 17.
  33. Savage, Jon. (1991) England's Dreaming, Faber & Faber
  34. 34,0 34,1 34,2 34,3 . Αρχειοθετήθηκε στις 5 February 2013. Error: Αν ορίσετε |archivedate=, πρέπει πρώτα να ορίσετε |url=. 
  35. Joynson, Vernon (2001). Up Yours! A Guide to UK Punk, New Wave & Early Post Punk. Wolverhampton: Borderline Publications. σελ. 12. ISBN 1-899855-13-0. 
  36. 36,0 36,1 36,2 36,3 Gendron, Bernard (2002).
  37. Clinton Heylin, Babylon's Burning (Conongate, 2007), pp. 140, 172.
  38. Adams, Bobby.
  39. Chiu, David. «A look back at 1983: The year of the second British Invasion». CBS News (CBS Interactive Inc.). https://www.cbsnews.com/news/a-look-back-at-1983-the-year-of-the-second-british-invasion/. Ανακτήθηκε στις 19 March 2022. 
  40. Cateforis, Theodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελ. 25. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  41. The Grove Dictionary of American Music, 2nd edition New 3 September 2014
  42. 42,0 42,1 Cateforis, Theo.
  43. Bernhardt, Todd· Partridge, Andy (11 Νοεμβρίου 2007). «Andy discusses "This Is Pop"». Chalkhills. 
  44. Cateforis, Theodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελ. 63. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  45. Cateforis, Theodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελίδες 12,56. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  46. Cateforis, Theodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελ. 254. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  47. Radio, N. T. S. «In Focus: Peter Ivers 10th March 2020». NTS Radio (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 21 Απριλίου 2023. 
  48. «New Wave Theater : The Waitresses and The Plimsouls : 1982 Los Angeles». www.tvparty.com. Ανακτήθηκε στις 21 Απριλίου 2023. 
  49. Cateforis, Theodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελίδες 46,47,62. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  50. Cateforis, Thodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. The University of Michigan Press. σελίδες 46–47. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  51. «Anthems of the Blank Generation». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Απριλίου 2009. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2023. 
  52. Genre Punk/New Wave Allmusic
  53. 53,0 53,1 53,2 53,3 53,4 53,5 53,6 «New Wave Music». New Wave Music. https://www.encyclopedia.com/media/encyclopedias-almanacs-transcripts-and-maps/new-wave-music. 
  54. Cateforis 2011, σελ. 37.
  55. Cateforis, Theodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελ. 37. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  56. Cateforis, Theo. «The Death of New Wave» (PDF). IASPM US. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 5 Φεβρουαρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 26 Αυγούστου 2023. 
  57. Abrams, Lee; Goldstein, Patrick (16 February 1980). «Is New-Wave Rock on the Way Out?» (Image). https://ladailymirror.com/2010/02/16/radio-consultant-sees-dim-future-for-new-wave-rock/. Ανακτήθηκε στις 18 March 2022. «"With the exception of the Boomtown Rats, the Police and a few other bands, we're not going to be seeing many of the New Wave circuit acts happening very big over here (in America). As a movement, we don't expect it to have much influence."» 
  58. Goldstein, Patrick (16 February 2010). «Is New-Wave Rock on the Way Out?». Latimesblogs.latimes.com. https://latimesblogs.latimes.com/thedailymirror/2010/02/radio-consultant-sees-dim-future-for-new-wave-rock.html. Ανακτήθηκε στις 15 May 2011. 
  59. 59,0 59,1 59,2 Rip It Up and Start Again Postpunk 1978–1984 by Simon Reynolds Pages 340, 342–343
  60. «1986 Knight Ridder news article». Nl.newsbank.com. 3 October 1986. http://nl.newsbank.com/nl-search/we/Archives?p_product=WE&s_site=kansas&p_multi=WE&p_theme=realcities&p_action=search&p_maxdocs=200&p_topdoc=1&p_text_direct-0=0EADB2EE79F08981&p_field_direct-0=document_id&p_perpage=10&p_sort=YMD_date:D&s_trackval=GooglePM. Ανακτήθηκε στις 15 May 2011. 
  61. Holden, Stephen (15 June 1988). «The Pop Life». The New York Times. https://www.nytimes.com/1988/06/15/arts/the-pop-life-681988.html?scp=80&sq=%22new+wave%22+music&st=nyt. Ανακτήθηκε στις 15 May 2011. 
  62. 62,0 62,1 «Rock Still Favorite Teen-Age music». Gainesville Sun. 13 April 1983. https://news.google.com/newspapers?id=QJcRAAAAIBAJ&pg=2928,4154291. Ανακτήθηκε στις 15 May 2011. 
  63. «Crossover: Pop Music thrives on black-white blend». Knight Ridder News Service. 4 Σεπτεμβρίου 1986. Ανακτήθηκε στις 15 Μαΐου 2011. 
  64. «But what does it all mean? How to decode the John Hughes high school movies». The Guardian (UK). 26 September 2008. https://www.theguardian.com/film/2008/sep/26/drama.comedy1. Ανακτήθηκε στις 15 May 2011. 
  65. Gora, Susannah (7 Μαρτίου 2010). «Why John Hughes Still Matters». MTV. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Ιανουαρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 15 Μαΐου 2011. 
  66. Cateforis, Theodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελ. 233. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  67. Cateforis, Theodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελίδες 65–66. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  68. Cateforis, Thodore. Are We Not New Wave? Modern Pop at the Turn of the 1980s. University of Michigan Press. σελίδες 57–62. ISBN 978-0-472-03470-3. 
  69. Paoletta, Michael (17 Σεπτεμβρίου 2004). «New wave is back – in hot new bands». Today.com. Ανακτήθηκε στις 15 Μαΐου 2011. 
  70. «Gwen Stefani MTV biography». Mtv. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Μαΐου 2012. Ανακτήθηκε στις 15 Μαΐου 2011. 
  71. The Observer. 5 October 2006 Rousing Rave from the Grave.
  72. BBC News. 3 January 2007.
  73. Robinson, Peter (3 February 2007). «The Future's Bright...». The Guardian. https://www.theguardian.com/theguide/features/story/0,,2004020,00.html. Ανακτήθηκε στις 31 March 2007. 
  74. Times Online. 12 November 2006.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα New wave music στο Wikimedia Commons