McDonnell Douglas F-4 Phantom II

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
F-4 Phantom II
F-4E της ΠΑ
ΤύποςΜαχητικό-βομβαρδιστικό
ΚατασκευαστήςMcDonnell Douglas
Ώση2x75,4 kN
Πλήρωμα2
Μήκος19,2 m
Εκπέτασμα11,7 m
Ύψος5,0
Μεικτό βάρος18.825 kg
Μέγιστο βάρος απογείωσης28.030 kg
Μέγιστη ταχύτητα2,370 km/h (2,23 Mach)
Αυτονομία2.600 km
Μέγιστο ύψος18.300 m
Βαθμός ανόδου210 m/min
Πολυβόλα1x 20mm M61A1 Vulcan, 1-3x SUU-23 20mm gun pod
Έξυπνες βόμβες18x GBU-12 Paveway II, 5x GBU-10 Paveway II, 5x GBU-14, 4x GBU-15
Βόμβες ελεύθερης πτώσης18x Mk.82, 18x CBU-87, 18x CBU-89, 18x CBU-58, 5x Mk.84
Πύραυλοι αέρος-αέρος4x ΑΙΜ-7 Sparrow, 4x AIM-120 AMRAAM, 4x Skyflash, 4x AIM-9 Sidewider, 4x Type 90 AAM-3, 4x Python-3
Πύραυλοι αέρος-εδάφους6x AGM-65 Maverick, 2x AGM-142 Popeye,4x AGM-62 Walleye, 2x AGM-12 Bullpup
Πύραυλοι αντιραντάρ4x AGM-88 HARM, 4x AGM-45 Shrike, 2xAGM-78 Standard
F-4 Phantom

Το F-4 Phantom II είναι μαχητικό-βομβαρδιστικό αεροσκάφος παντός καιρού, 2ης γενιάς. Τα πρώτα αεροσκάφη πέταξαν με την Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ (USAF) το 1960 (αρχικά ως F-110 Spectre) ενώ εξήχθησαν σε 11 άλλες χώρες. Στην υπηρεσία της USAF παρέμεινε μέχρι το 1996 ενώ συνεχίζει να υπηρετεί σε άλλες πολεμικές αεροπορίες ανά τον κόσμο. Το αεροσκάφος ονομάστηκε ανεπίσημα και "Ρινόκερος" λόγω του τεράστιου μεγέθους του και της ιδιαίτερης αντοχής του.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές του 1950, με την ταχύτατη πρόοδο της πολεμικής αεροπορικής τεχνολογίας, το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ προκήρυξε διαγωνισμό για ένα αεροσκάφος που θα αντικαθιστούσε τα τότε μαχητικά και θα επέκτεινε την επιχειρησιακή δυνατότητα του σώματος. Αν και η αρχική πρόταση της McDonnell Douglas ήταν η αναβάθμιση των ήδη υπηρεσιακών αεροσκαφών, το Ναυτικό προσανατολίστηκε πιο πολύ σε προϊόντα ανταγωνιστών, όπως το Vought F-8 Crusader. Βλέποντας τον κίνδυνο να χάσει ένα ιδιαίτερα κερδοφόρο πελάτη, η εταιρία παρουσίασε ένα νέο μαχητικό πολλαπλών ρόλων το οποίο θα μπορούσε να αντικαταστήσει και τα A-4 Skyhawk στον ρόλο του βομβαρδισμού και τα F-8 Crusader στον ρόλο της αναχαίτισης. Το νέο αυτό μαχητικό πήρε την κωδική ονομασία YAH-1.

Για να είναι ένα πραγματικά πολλαπλών ρόλων αεροσκάφος, το ΥΑΗ-1 απαιτείτο να είχε ιδιαίτερα καλή κατασκευή ώστε να αντέχει τα μεγάλα φορτία βομβών, αλλά και να είναι ικανό στις αερομαχίες. Καθώς η τότε στρατηγική απέρριπτε τις κλειστές αερομαχίες λόγω της μεγάλης ταχύτητας των τζετ, αποφασίσθηκε το μοντέλο αυτό να είναι εξοπλισμένο με ένα πανίσχυρο ραντάρ και πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς - χαρακτηριστικά που θα του έδιναν τη δυνατότητα να καταρρίπτει στόχους από απόσταση χωρίς εμπλοκή σε αερομαχία. Παίρνοντας μια απόφαση που θα άλλαζε το ρου της αεροπορικής ιστορίας, οι σχεδιαστές αποφάσισαν να μην τοποθετήσουν πυροβόλο στο αεροσκάφος. Το πρωτότυπο πλέον πήρε την ονομασία F-4 Phantom. Άλλα ονόματα που προτάθηκαν ήταν Satan και Mithra, αλλά απορρίφθηκαν για ευνόητους λόγους.

Το 1959, έλαβε χώρα η πρώτη απονήωση του τύπου από αεροπλανοφόρο, ενώ την επόμενη χρονιά, το Ναυτικό άρχισε να εντάσσει το αεροσκάφος στη δύναμή του. Την ίδια εποχή, η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ αποφάσισε να ακολουθήσει το παράδειγμα, καθώς το Phantom έμοιαζε ιδανικό, και το 1963 παραγγέλθηκαν τα πρώτα αεροσκάφη, περίπου ίδια με την έκδοση του Ναυτικού.

Το Phantom κλήθηκε να πολεμήσει αμέσως μετά την εισαγωγή του στην ενεργό υπηρεσία, καθώς το επεισόδιο του Κόλπου Τονκίν άρχιζε τον πόλεμο του Βιετνάμ. Στην αρχή τα αεροσκάφη χρησιμοποιούνταν ως συνοδεία βομβαρδιστικών, και ένα χρόνο μετά την αρχή του πολέμου, στις 9 Απριλίου 1965, το Phantom σημείωσε την πρώτη του κατάρριψη, ένα βορειοβιετναμέζικο MiG-17. Το Phantom έκανε μια ιδιαίτερα ηρωική αλλά και προβληματική εμφάνιση σε αυτόν τον πόλεμο. Οι κανόνες εμπλοκής της εποχής απαιτούσαν την οπτική αναγνώριση των αεροσκαφών πριν την κατάρριψη. Έτσι το Phantom, που δεν ήταν σχεδιασμένο με αυτόν τον σκοπό, ξαφνικά βρέθηκε να υστερεί σημαντικά, κυρίως σε ευελιξία και σε οπλισμό για κλειστή αερομαχία, έναντι των MiG-17 και MiG-21 του Βόρειου Βιετνάμ. Με τους πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς να παρουσιάζονται ιδιαίτερα αναξιόπιστοι και το αεροσκάφος ιδιαίτερα αργό για κλειστές αερομαχίες, δεκάδες Phantom καταστράφηκαν πάνω από τους ουρανούς του Βιετνάμ.

Αυτή η καταστροφή ανάγκασε το Ναυτικό και την Αεροπορία να εισάγουν ειδικές τακτικές και εκπαίδευση (TOPGUN), πράγμα που βελτίωσε κάπως την απόδοση των πιλότων. Επίσης, ελήφθη η απόφαση να προστεθεί και πυροβόλο στο αεροσκάφος για κλειστές αερομαχίες. Το αναβαθμισμένο αεροσκάφος ονομάστηκε Phantom II. Ο πόλεμος του Βιετνάμ έδωσε το παρατσούκλι "Ο μεγαλύτερος διανομέας κομματιών MiG στον κόσμο" στο αεροσκάφος. Μετά τον πόλεμο, το αεροσκάφος αντικαταστάθηκε από το F-15 Eagle στο ρόλο της αερομαχίας και του δόθηκε ο ρόλος της καταστολής εχθρικής αεράμυνας (SEAD). Παράλληλα, άρχισαν οι εξαγωγές προς άλλες χώρες, κάποιες από τις οποίες χρησιμοποιούν τον τύπο ακόμα και σήμερα. Τα τελευταία F-4 αποσύρθηκαν από την ενεργό υπηρεσία των ΗΠΑ το 1996.

Στο Ναυτικό, ο τύπος αντικαταστάθηκε το 1974 από το F-14Α Tomcat και στην Αεροπορία από τα F-15 Eagle και F-16 Fighting Falcon.

Το αεροσκάφος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σχέδιο τριών όψεων του F-4 Phantom
F-4J Phantom του Αμερικανικού Ναυτικού ενώ προσνηώνεται στο αεροπλανοφόρο Saratoga
F-4Ε Phantom II της Αμερικανικής Αεροπορίας

Η βασική ιδέα στην κατασκευή του F-4 είναι η αντοχή. Έτσι, είναι ιδιαίτερα μεγάλο και βαρύ, όπως επίσης και δυσκίνητο. Καθώς η στρατηγική της εποχής πρόσταζε αερομαχίες με πυραύλους, το αεροσκάφος φτιάχθηκε για ταχύτητα, πράγμα που αντικατοπτρίζεται από τους κινητήρες του με τη θηριώδη ώση. Στην πραγματικότητα, αυτή η ισχύς τους είναι που βοήθησε το F-4 να επιβιώσει έναντι των πιο ευέλικτων σοβιετικών αεροσκαφών, επιτρέποντάς του να επιταχύνει με ρυθμούς που οι αντίπαλοι δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν. Οι απότομες γωνίες και το γενικότερα ιδιόμορφο σχήμα του αεροσκάφους οφείλονται στην ανάγκη για ταχύτητα. Καθώς το αεροσκάφος έχει δύο πολύ μεγάλους κινητήρες στην ουρά του, κρίθηκε αναγκαίο να μετατοπιστούν τα πτερύγια της ουράς σε υπερυψωμένη θέση, με αρνητική δίεδρο 23 μοιρών. Τα φτερά επίσης είναι σχεδιασμένα με τη φιλοσοφία "γλάρου" (θυμίζουν δηλαδή φτερά γλάρου), ώστε να μη διακόπτεται η ροή του αέρα προς τα πτερύγια της ουράς, με θετική δίεδρο 11 μοιρών.

Το πανίσχυρο αλλά και αρκετά περίπλοκο ραντάρ δημιούργησε την ανάγκη τοποθέτησης δεύτερου πιλότου ειδικά για το χειρισμό του. Έτσι, όλα τα Phantom είναι διθέσια: διαθέτουν έναν πιλότο και έναν χειριστή οπλικών συστημάτων. Ταυτόχρονα, το μέγεθος του ραντάρ έκανε απαραίτητη τη μεγάλη και μακριά μύτη. Το όλο βάρος του σκάφους σε συνδυασμό με την ανάγκη για προσνήωση σε αεροπλανοφόρα έχει ως αποτέλεσμα το σύστημα προσγείωσης να είναι ιδιαίτερα κοντό και ανθεκτικό, δημιουργώντας έτσι ένα ιπτάμενο τανκ. Μαρτυρίες πιλότων της εποχής αναφέρουν ότι είχανε δει Phantom να χτυπιούνται από αντιαεροπορικά, από πυραύλους, να πιάνουν φωτιά, αλλά ποτέ ένα Phantom να διαλύεται στον αέρα αμέσως.

Οι πιλότοι του αεροσκάφους το έβρισκαν σχετικά εύκολο στο χειρισμό, χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις στο φάκελο πτήσης του, και χωρίς να χρειάζεται να φοβούνται απώλειες ενέργειας από τους κινητήρες. Παρ' όλα αυτά, το Phantom ήταν ένα αεροσκάφος που απαιτούσε προχωρημένη εκπαίδευση και συνεργασία μεταξύ του πληρώματος.

Ένα από τα μεγαλύτερα εγγενή προβλήματα που παρουσίαζαν τα Phantom ήταν η κακοφτιαγμένη παροχή καυσίμου, που αν και γενικά αξιόπιστη, έκανε τους κινητήρες του να αφήνουν πίσω τους ένα σύννεφο μαύρου καπνού, πράγμα που τα έκανε ιδιαίτερα ορατά και προβλέψιμα. Με τους νέους κινητήρες που απέκτησαν στη διάρκεια της θητείας τους, το πρόβλημα βελτιώθηκε αρκετά.

Το F-4 σε πόλεμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

F-4G Phantom II της Αμερικανικής Αεροπορίας ενώ εκτοξεύει έναν πύραυλο AGM-45 Shrike
F-4E Phantom II της Ισραηλινής Αεροπορίας με τη χαρακτηριστική παραλλαγή ερήμου

Το F-4 ήταν το κύριο και πιο σύγχρονο μαχητικό του αμερικανικού Ναυτικού και Αεροπορίας από το 1960 μέχρι το 1975 περίπου. Έτσι, η ιστορία του στην υπηρεσία των Αμερικανών είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον πόλεμο του Βιετνάμ. Σε αυτόν, το F-4 αρχικά βρέθηκε σε δυσχερή θέση, με τα αντίπαλα μαχητικά, μικρότερα και πιο ευέλικτα, να το κατατροπώνουν. Αν και υποτιθέμενα κατά πολύ ανώτερο του ανταγωνισμού, η αναλογία καταρρίψεων βυθίστηκε σε 2:1 (2 βορειοβιετναμέζικα αεροσκάφη για κάθε 1 αμερικάνικο). Τα πληρώματα των F-4 επανεκπαιδεύτηκαν καλύτερα και μέχρι το τέλος του πολέμου το F-4 είχε καθιερωθεί, καταρρίπτοντας συνολικά 277 εχθρικά αεροσκάφη και φέρνοντας τη σχετική αναλογία σε 10:1. Το F-4 έδωσε στην USAF και το USN τους τελευταίους άσους τους:

  • Στις 10 Μαΐου 1972 ο Ντιουκ Κάνινγκχαμ (μετέπειτα πολιτικός) και ο Μπίλυ Ντρίσκολ του Ναυτικού έγιναν οι πρώτοι άσοι, πετυχαίνοντας την κατάρριψη του καλύτερου Βορειοβιετναμέζου πιλότου, σε μια επική αερομαχία. Αργότερα καταρρίφθηκαν από αντιαεροπορικό πύραυλο, επιβίωσαν όμως και επέστρεψαν στη βάση τους.
  • Στις 28 Αυγούστου 1972, ήταν σειρά του Ρίτσαρντ Ρίτσι της Αεροπορίας να γίνει άσος καταρρίπτοντας το 5ο του εχθρικό αεροσκάφος.
  • Ακολούθησαν ο Τσαρλς ΝτεΜπελβού καταρρίπτοντας 6 αεροσκάφη και ο Τζέφρι Φένσταϊν.

Το αεροσκάφος υπηρέτησε στο Βιετνάμ κυρίως σε ρόλο αεροπορικής υπεροχής, και δευτερευόντως βομβαρδισμού.

Τα αμερικάνικα F-4 στη συνέχεια μετατράπηκαν σε Wild Weasel (Άγριες Νυφίτσες), και οπλισμένα με τους πυραύλους Shrike και HARM ανέλαβαν το ρόλο της εξουδετέρωσης αεραμυνών (SEAD). Είδαν εκτεταμένη χρήση και στην Καταιγίδα της Ερήμου, που ήταν και η τελευταία τους μεγάλη αποστολή.

Ο τύπος χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα και στους Αραβο-Ισραηλινούς Πολέμους, αρχίζοντας από το 1970, και συμμετέχοντας στον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ (1974) και στην επιχείρηση Ειρήνη στη Γαλιλαία (1982). Η απόδοσή τους καταγράφεται σε 114 καταρρίψεις έναντι 56 απωλειών, τις οποίες οι Ισραηλινοί αποδίδουν σε βλάβες ή αντιαεροπορικά πυρά.

Όσα ελληνικά F-4Ε είχαν παραληφθεί, ήταν σε επιφυλακή κατά τον Αττίλα Ι ώστε να πολεμήσουν εναντίον των τουρκικών δυνάμεων, αλλά αυτό δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.

Το F-4 στην Ελληνική Πολεμική Αεροπορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ελληνικό F-4E Phantom AUP με παραλλαγή Aegean Ghost.

Τα πρώτα 36 F-4E Phantom II αγοράστηκαν το 1972 με το πρόγραμμα Peace Icarus I. Η συμφωνία - ύψους τότε 5 δις δραχμών - ολοκληρώθηκε τάχιστα και στις 20 Απριλίου 1974 ο τύπος εντάχθηκε στην ΠΑ και διαμοιράστηκε στην 338 Μοίρα Διώξεως/Βομβαρδισμού και 339 Μοίρα Παντός Καιρού.

Στη συνέχεια, το 1976, η Ελλάδα προέβη σε αγορά 24 ακόμα F-4E και φωτοαναγνωριστικών RF-4E. Αυτό το πρόγραμμα ονομάστηκε Peace Icarus II. Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η Αεροπορία έλαβε ακόμα 27 RF-4E από τη Γερμανική Πολεμική Αεροπορία. Μετά το 1990 και στο πλαίσιο ανταλλαγμάτων για την ανανέωση της συμφωνίας για τις αμερικανικές βάσεις, η ΠΑ απέκτησε από την Αεροπορική Εθνοφρουρά των ΗΠΑ 28 ακόμα F-4E SRA.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, η εκτεταμένη αγορά αεροσκαφών 3ης γενιάς από την Ελλάδα και την Τουρκία κατέστησαν τα παλαιότερα Phantom κατά πολύ υποδεέστερα. Έτσι, το 1997 η ΠΑ και η γερμανική DASA κατέληξαν σε συμφωνία για ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αναβάθμισης των αεροσκαφών. Αυτό το πρόγραμμα ονομάστηκε Peace Icarus 2000 και αναβάθμισε με ικανότητες αεροσκαφών 3ης γενιάς 38 από τα ήδη υπάρχοντα F-4, όλα των προγραμμάτων Peace Icarus I και ΙΙ. Ταυτόχρονα η ΕΑΒ άρχισε την αναβάθμιση των μεταχειρισμένων αεροσκαφών. Αυτή η αναβάθμιση ήταν κυρίως αντικατάσταση δομικών στοιχείων ώστε να επεκταθεί το όριο ζωής των αεροσκαφών. Άλλωστε, πριν πωληθούν, η Αεροπορική Εθνοφρουρά των Η.Π.Α. τα χρησιμοποιούσε τακτικά και ως εκ τούτου είχαν ήδη ικανοποιητικές επιχειρησιακές δυνατότητες και κρίθηκε ασύμφορη η τεχνολογική αναβάθμισή τους.

Peace Icarus 2000[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Peace Icarus 2000 ήταν ένα από τα καλύτερα προγράμματα αναβάθμισης των F-4 παγκοσμίως. Περιλαμβάνει την εγκατάσταση νέων ψηφιακών ενδείξεων στο πιλοτήριο του αεροσκάφους, την τοποθέτηση του ραντάρ APG-65GR, καινούρια συστήματα αδρανειακής πλοήγησης, όπως επίσης και λογισμικό και καλωδίωση για την εκτόξευση των σύγχρονων πυραύλων AIM-120 AMRAAM και AGM-65G Maverick. Τέλος, τα αεροσκάφη εξοπλίζονται με υπολογιστές πτήσης ισραηλινής κατασκευής.

Τα Phantom στη νέα χιλιετία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα μέσα της δεκαετίας του 2000, αν και το Phantom θεωρείται αεροσκάφος δεύτερης γενιάς, οι ικανότητες που του δόθηκαν με την αναβάθμιση το κάνουν ακόμα φονικό στο πεδίο της μάχης. Η χρήση πυραύλων μακρού βεληνεκούς, το σύγχρονο ραντάρ AN/APG-65 GR, οι ασύρματοι με δυνατότητα κρυπτογράφησης, το σύγχρονο ατρακτίδιο σκόπευσης LITENING II, καθώς και το ακριβέστατο αδρανειακό σύστημα ναυτιλίας το κάνουν ακόμα υπολογίσιμο αντίπαλο, ικανό να συμμετέχει μαζί με τα σύγχρονα αεροσκάφη σε σύνθετες αποστολές.

Σχηματισμοί F-4 στην ΠΑ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ονομασία Μοίρας Βάση Αποστολή
338 Άρης Ανδραβίδα Δίωξη/Βομβαρδισμός
339 Αίας Ανδραβίδα Αναχαίτιση
348 Μάτια Λάρισα Αεροφωτογράφιση (αναστολή λειτουργίας την 5η Μαΐου 2017)

Μοντέλα και εκδόσεις F-4[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

F-4 Phantom της Τουρκικής Αεροπορίας
Φωτοαναγνωριστικό RF-4Ε Phantom της Ιαπωνικής Αεροπορίας

F-4A/B/J/N/S Τα μοντέλα αυτά ήταν τα αρχικά που κατασκεύασε η McDonnell-Douglas για το αμερικανικό Ναυτικό και την αεροπορία του Σώματος των Πεζοναυτών. Το Α ήταν το πρωταρχικό μοντέλο, αλλά τα πιο διαδεδομένα ήταν τα Β και J. Αυτά αναβαθμίστηκαν σε N και S αντίστοιχα.

F-4C/D/E Τα μοντέλα αυτά είναι μεταγενέστερα και χρησιμοποιήθηκαν από την USAF, με το C να είναι το βασικό μοντέλο. Τα μοντέλα D και E ήταν αυτά που εξήχθησαν πιο πολύ (με το Ε να έρχεται και στην Ελλάδα).

F-4G Το F-4G ήταν μια αναβάθμιση που υπέστησαν πολλά F-4E. Τα κατέστησε ιδανικά για το ρόλο της εξουδετέρωσης αεραμυνών, τοποθετώντας τους λογισμικό και εξοπλισμό για τον πύραυλο AGM-88 HARM. Τα F-4G ήταν τα τελευταία Phantom που αποσύρθηκαν από την ενεργό υπηρεσία στις ΗΠΑ, και ήταν το βασικό αεροσκάφος σε αυτόν το ρόλο στην Καταιγίδα της Ερήμου.

RF-4B/C/E Φωτογραφικά/αναγνωριστικά. Βασική διαφορά τους από τα άλλα είναι η φωτογραφική κάμερα που φέρουν αντί πολυβόλου.

F-4K/M F-4 ειδικά φτιαγμένα για τις ανάγκες της RAF, με λογισμικό και καλωδίωση για τον εξοπλισμό αυτής. Επίσης, φέρουν τους αγγλικούς κινητήρες Rolls-Royce Spey. Τα Phantom αυτά αποσύρθηκαν από την ενεργό δράση στις αρχές τις δεκαετίας του 1990 και υπήρξε ενδιαφέρον γι´ αυτά από την Ελλάδα.

F4EJ/F Εκδόσεις που κατασκευάστηκαν ειδικά για την Ιαπωνία (EJ) και τη Γερμανία (F), με μειωμένες δυνατότητες λόγω των περιορισμών των κρατών αυτών σε πολεμικό υλικό.

QF-4 Τηλεκατευθυνόμενα μοντέλα F-4 για μελέτες νέων οπλικών συστημάτων. Είναι ο μοναδικός τύπος που χρησιμοποιείται αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ.

Kurnass 2000 Αναβάθμιση των F-4 της Ισραηλινής Αεροπορίας που έγινε από τις ισραηλινές αμυντικές βιομηχανίες.

Χρήστες του τύπου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χώρες χρήστες του F-4 Phantom

Στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

F-4F Phantom ICE της Γερμανικής Αεροπορίας
  • Το Phantom είναι ίσως το αεροσκάφος με τα πιο πολλά παρατσούκλια. Μερικά από αυτά είναι: "Διπλά άσχημο", "Ιπτάμενο Τούβλο", "Ο μεγαλύτερος διανομέας τμημάτων MiG στον κόσμο" κ.α.
  • Το αεροσκάφος άλλαξε το ρου της ιστορίας όταν η στιβαρή αλλά δυσκίνητη κατασκευή του το έκανε εύκολο στόχο για τα ευέλικτα αεροσκάφη των αντιπάλων. Τα μειονεκτήματα αυτά οδήγησαν σε αυξημένη εκπαίδευση, περίπλοκες τακτικές και πιο ιδανικά αεροσκάφη στη Δύση και ανάλογη κλιμάκωση και στο σοβιετικό μπλοκ.
  • Η μασκότ του αεροσκάφους είναι ένα φάντασμα, ο Spook, χαρακτήρας ο οποίος βρίσκεται σε οτιδήποτε έχει σχέση με το Phantom (από πρόθεση της κατασκευάστριας εταιρίας McDonnell-Douglas), και σε πολλά εμβλήματα μοιρών που το χρησιμοποιούσαν.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]