Μετάβαση στο περιεχόμενο

Τουραντότ (Πουτσίνι)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τουραντότ
Γλώσσα πρωτοτύπου Ιταλικά
Μουσική Τζάκομο Πουτσίνι
Λιμπρέτο Τζιουζέπε Αντάμι, Ρενάτο Σιμόνι
Πράξεις 3
Πρεμιέρα 25 Απριλίου 1926
Θέατρο Σκάλα του Μιλάνου, Μιλάνο
Ρόλοι

Τουραντότ, Πρίγκηπας Κάλαφ, Τιμούρ, Λιού

Η Τουραντότ είναι μια όπερα του Τζάκομο Πουτσίνι σε 3 πράξεις, σε λιμπρέτο των Τζιουζέπε Αντάμι και Ρενάτο Σιμόνι. Ο συνθέτης απεβίωσε πριν τελειώσει το έργο, την ολοκλήρωση του οποίου ανέλαβε ο συνθέτης Φράνκο Αλφάνο. Η παγκόσμια πρεμίερα δόθηκε στη Σκάλα του Μιλάνου στις 25 Απριλίου 1926 με διευθυντή ορχήστρας τον Αρτούρο Τοσκανίνι.

Ιστορικό σύνθεσης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο μύθος και οι προσαρμογές του κατά τον 18ο και 19ο αιώνα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1710, ενώ έγραφε την πρώτη βιογραφία του Τζένγκις Χαν, ο Γάλλος λόγιος Φρανσουά Πετί ντε Λα Κρουά (François Pétis de La Croix 1653–1713) δημοσίευσε ένα βιβλίο με παραμύθια και μύθους με διάφορα ασιατικά λογοτεχνικά θέματα. Μια από τις εκτενέστερες και καλύτερες ιστορίες του έχει αρχαίες καταβολές, προέρχεται από την ιστορία της Μογγόλου πριγκίπισσας Χουτουλούν. Στη διασκευή του, ωστόσο, την ονόμαζε Turandot, που σημαίνει «κόρη του Τουράν». Πενήντα χρόνια αργότερα, το 1762 ο Βενετσιάνος θεατρικός συγγραφέας Κάρλο Γκότσι μετέτρεψε τον μύθο αυτό στην ιστορία μιας γυναίκας με αδυσώπητη περηφάνια, που υποκύπτει στον έρωτα. Ο Φρίντριχ Σίλερ μετέφρασε αυτό το έργο στα γερμανικά ως Turandot, Prinzessin von China και ο Γκαίτε το σκηνοθέτησε στο θέατρο της Βαϊμάρης το 1802. Το θεατρικό παραμύθι του Γκότσι, έγινε αντικείμενο σημαντικών μουσικών προσαρμογών π.χ. από τον Καρλ Μαρία φον Βέμπερ το 1809, και τον Φερούτσιο Μπουζόνι, η ομώνυμη όπερα του οποίου πρωτοπαρουσιάστηκε το 1917.[1]

Η σύνθεση του Πουτσίνι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το λιμπρέτο της όπερας του Πουτσίνι βασίζεται, στη μετάφραση του Αντρέα Μαφφέι της γερμανικής διασκευής του έργου του Γκότσι από τον Σίλερ. Η ιδέα για την όπερα ήρθε στον συνθέτη μετά από μια συνάντηση με τους λιμπρετίστες Τζιουζέπε Αντάμι και Ρενάτο Σιμόνι, η οποία έλαβε χώρα στο Μιλάνο τον Μάρτιο του 1920[2]. Τον Αύγουστο του ίδιου έτους, ενώ βρισκόταν στη λουτρόπολη Μπάνι ντι Λούκα, χάρη στον φίλο του βαρόνο Φασίνι, ο οποίος ήταν Ιταλός πρόξενος στην Κίνα για αρκετό καιρό, ο συνθέτης μπόρεσε να ακούσει ένα μουσικό κουτί με μελωδίες από την Κίνα. Μερικές από αυτές τις μελωδίες υπάρχουν στο τελικό προσχέδιο της παρτιτούρας.

Τον Ιανουάριο του 1921 παρέλαβε ο Πουτσίνι η οριστική εκδοχή του κειμένου της Α΄ πράξης και τον Αύγουστο του ίδιου έτους ολοκλήρωσε την παρτιτούρα της Α΄ πράξης. Για να δημιουργήσει μια αυθεντική αποανατολίτικη ατμόσφαιρα, ο συνθέτης χρησιμοποίησε κάποιες κινέζικες μελωδίες και σχημάτισε δικές του πεντατονικές κλίμακες, δημιουργώντας μια πλούσια παρτιτούρα με προχωρημένη αρμονικά γλώσσα. Η δε πολυάριθμη ορχήστρα, που απαιτείται για την απόδοση της Τουραντότ. πλαισιώνεται από πολλά ασυνήθιστα κρουστά.[3] Η Τουραντότ είναι η μοναδική ιταλική ιμπρεσιονιστική[σημ. 1] όπερα.[5] Το πραγματικό εμπόδιο για τον συνθέτη ήταν, από την αρχή, η μεταμόρφωση του χαρακτήρα της Τουραντότ, από μια ψυχρή και εκδικητική πριγκίπισσα σε μια ερωτευμένη γυναίκα. Επιθυμούσε μια ιδανική τελική σκηνή όπου η αγάπη εκρήγνυται. Το ντουέτο της Τουραντότ με τον άγνωστο πρίγκηπα το έβλεπε σαν το αποκορύφωμα, το ήθελε μεγαλειώδες, τολμηρό, απρόσμενο, πραγματικά θεατράλε. Τον Δεκέμβριο του 1923 ο Πουτσίνι είχε ολοκληρώσει τη σύνθεση μέχρι τον θάνατο της Λιού, δηλαδή μέχρι την έναρξη του κρίσιμου ντουέτου. Από το φινάλε είχε γράψει μόνο πρόχειρες σημειώσεις. Δεν μας είναι ξεκάθαρο αν δεν ολοκλήρωσε την όπερα γιατί δεν έβρισκε το μεγαλειώδες φινάλε που αποζητούσε ή του στάθηκε εμπόδιο ο καρκίνος του λάρυγγα, που τον ταλαιπωρούσε. Ο Πουτσίνι πέθανε στις Βρυξέλλες στις 29 Νοεμβρίου 1924.[2] Στην Τουραντότ βρίσκουμε συγκεντρωμένα όλα τα συστατικά της ιδιοφυΐας του Πουτσίνι: το ασυγκράτητο πάθος που αντισταθμίζεται από τις κωμικές πινελιές, την παραφορά ενός δράματος που χρωματίζεται από τη σαγήνη της Άπω Ανατολής, τη στοιχειωμένη ατμόσφαιρα φανταστικών θρύλων. Όλα αυτά τα στοιχεία οδηγούν σε αυτό το μνημείο της αποθέωσης της λυρικής τέχνης που είναι συνάμα η μουσική διαθήκη που μας άφησε ο μαέστρο Τζάκομο Πουτσίνι.[1]

Ο μουσικός εκδοτικός οίκος Ρικόρντι, που είχε τα δικαιώματα, αποφάσισε τότε, υπό την πίεση του μαέστρο Αρτούρο Τοσκανίνι και του Αντόνιο Πουτσίνι, γιου του συνθέτη, να εμπιστευτεί την ολοκλήρωση της όπερας στον συνθέτη Φράνκο Αλφάνο. Η πρεμιέρα τελικά δόθηκε στις 25 Απριλίου 1926 στη Σκάλα του Μιλάνου. Ο Τοσκανίνι σταμάτησε την παράσταση στα μέσα της τρίτης πράξης, μετά τη φράση "Κοιμήσου, ξέχασε, Λιού, ποίηση!" και απευθυνόμενος στο κοινό, σύμφωνα με ορισμένες μαρτυρίες, είπε τα εξής λόγια: «Εδώ τελειώνει η παράσταση γιατί σε αυτό το σημείο ο Μαέστρος απεβίωσε.» Και μόνο τις επόμενες βραδιές, η όπερα ανέβηκε με το φινάλε του Αλφάνο,[6] με διευθυντή ορχήστρας τον Έττορε Πιανίτσα. Ο Αρτούρο Τοσκανίνι δεν διεύθυνε ποτέ ξανά την Τουραντότ. Η μη ολοκλήρωση της όπερας από τον Πουτσίνι αποτελεί αντικείμενο συζήτησης μεταξύ των μελετητών, και ως προς τις αιτίες που την προκάλεσαν και ως πως θα ήταν ακριβώς το φινάλε που θα είχε γράψει ο μεγάλος μαέστρος. Μελετώντας τις ατελείς σημειώσεις που μας άφησε ο Πουτσίνι, ορισμένοι μουσικοί, όπως η Τζάνετ Μαγκουάιρ και ο Λουτσιάνο Μπέριο, έχουν συνθέσει τη δική τους εκδοχή του φινάλε της Τουραντότ αν και η εκδοχή του Αλφάνο κατά κανόνα υιοθετήθηκε και στα περισσότερα ανεβάσματα και ηχογραφήσεις της όπερας.[2]

Η αφίσα της παγκόσμιας πρεμιέρας το 1926
Χαρακτήρας Είδος φωνής Ερμηνευτές παγκόσμιας πρεμιέρας[6],
25 Απριλίου 1926
(Διευθυντής ορχήστρας: Αρτούρο Τοσκανίνι)
Τουραντότ Σοπράνο Rosa Raisa
Αυτοκράτορας Αλτούμ, πατέρας της Τενόρος Francesco Dominici
Τιμούρ, ο έκπτωτος βασιλιάς των Τατάρων Βαθύφωνος Carlo Walter
Ο άγνωστος πρίγκηπας (Κάλαφ) Τενόρος Miguel Fleta
Λιού, μια σκλάβα Σοπράνο Maria Zamboni
Ο μέγας σφραγιδοφύλακας Πινγκ Βαρύτονος Giacomo Rimini
Ο μέγας μάγειρας Πανγκ Τενόρος Emilio Venturini
Ο μέγας διαχειριστής Πονγκ Τενόρος Giuseppe Nessi
Ένας μανδαρίνος Βαρύτονος Aristide Baracchi
Ο πρίγκηπας της Περσίας Τενόρος
Που Τιν Πάο, Ο δήμιος σιωπηλός ρόλος
Σιωπηλοί ρόλοι: Αυτοκρατορικοί φρουροί, οι άνδρες του δήμιου, αγόρια, ιερείς, μανδαρίνοι, αξιωματούχοι, οκτώ σοφοί άνδρες, θεραπαινίδες της Τουραντότ, στρατιώτες, μουσικοί, σημαιοφόροι, τα φαντάσματα των επίδοξων μνηστήρων, πλήθος

Ένας κήρυκας αναγγέλλει ότι η πριγκίπισσα Τουραντότ, κόρη του κινέζου αυτοκράτορα, θα παντρευτεί εκείνον τον πρίγκιπα που θα καταφέρει να επιλύσει τρεις γρίφους, ενώ όσοι δοκιμάσουν και αποτύχουν θα αποκεφαλιστούν. Μέσα στο πλήθος βρίσκεται και ένας άγνωστος πρίγκιπας, ο οποίος ξανασυναντά τυχαία τον γέρο πατέρα του, τον Τιμούρ, βασιλιά των Τατάρων, τον οποίον, εκθρονισμένο και τυφλό, φροντίζει η σκλάβα Λιού, που είναι ερωτευμένη με τον πρίγκιπα. Γίνονται οι ετοιμασίες για την εκτέλεση του πρίγκιπα της Περσίας, που δεν κατάφερε να λύσει τους γρίφους. Η Τουραντότ εμφανίζεται στιγμιαία και αρνείται να δώσει χάρη στον καταδικασμένο. Αυτό το μικρό χρονικό διάστημα είναι αρκετό για να σαγηνευτεί ο άγνωστος πρίγκιπας από την ομορφιά της. Η τελευταία κραυγή του πρίγκιπα της Περσίας, που εκτελείται, δεν τον σταματά και αποφασίζει να δοκιμάσει κι αυτός τη τύχη του για να κερδίσει την όμορφη και απρόσιτη πριγκίπισσα. Τρεις υπουργοί της αυτοκρατορίας, ο Πινγκ, ο Πονγκ και ο Πανγκ, προσπαθούν να τον μεταπείσουν και μαζί τους και η σκλάβα Λιού, την οποία ο πρίγκιπας παρηγορεί, πριν χτυπήσει τρεις φορές το μοιραίο γκονγκ.

Οι τρεις υπουργοί ετοιμάζουν την τελετή, που θα είναι νυφική ή νεκρική, και αναλογίζονται την ήσυχη ζωή που θα ζούσαν αν η Τουραντότ δεν είχε ταράξει την γαλήνη της Κίνας με την αιμοσταγή ιεροτελεστία της. Οι πολίτες του Πεκίνου και η Αυλή μαζεύονται για να παρακολουθήσουν τη δοκιμασία. Η Τουραντότ, παρά τα παρακάλια του πατέρα της, αυτοκράτορα Αλτούμ, παραμένει ακλόνητη στην απόφασή της, θέλοντας έτσι να εκδικηθεί όλους τους πρίγκιπες του κόσμου για τον ασεβή θάνατο μιας προγόνου της, της πριγκιπέσσας Λο ου Λινγκ, από χέρι ξένου κατακτητή. Η Τουραντότ θέτει τους γρίφους. Θέτει το πρώτο ερώτημα: «Τι γεννιέται κάθε βράδυ και πεθαίνει κάθε πρωί;» «Η ελπίδα», απαντάει σωστά ο πρίγκιπας. Η Τουραντότ συνεχίζει: «Τι είναι κόκκινο και ζεστό, αλλά δεν είναι φωτιά;» «Το αίμα», απαντάει ο πρίγκιπας μετά από μια στιγμή. Τρομαγμένη η Τουραντότ λέει τον τελευταίο γρίφο: «Τι είναι σαν πάγος, αλλά καίει;» Απλώνεται απόλυτη σιωπή μέχρι που ο πρίγκιπας φωνάζει θριαμβευτικά: «Η Τουραντότ!». Νικημένη η Τουραντότ, αρνείται να δοθεί στον ξένο, παραβαίνοντας τους όρους που η ίδια είχε θέσει. Ικετεύει, χωρίς αποτέλεσμα, τον πατέρα της, ο οποίος απαιτεί να σεβαστεί τον λόγο της. Ο ίδιος ο πρίγκιπας της προσφέρει μια νέα συμφωνία: αν ανακαλύψει πριν το χάραμα την ταυτότητά του, αυτός θα δεχτεί να πεθάνει.

Δίνεται η εντολή στο Πεκίνο να μην κοιμηθεί κανείς και όλοι να ψάχνουν το όνομα του αγνώστου. Και ο πρίγκιπας αγρυπνά, σίγουρος για την επερχόμενη νίκη του. Οι υπουργοί του προσφέρουν, μάταια, χρυσάφι, γυναίκες και δόξα σε μακρινές χώρες, για να εγκαταλείψει τα πάντα και να φύγει μακριά. Έπειτα, φέρνουν τον Τιμούρ και την Λιού. Εκείνη ισχυρίζεται ότι είναι η μόνη που γνωρίζει το όνομα του αγνώστου και αντιστέκεται στα βασανιστήρια. Η Τουραντότ την ρωτάει τι την κάνει τόσο δυνατή και η Λιού απαντά: ο έρωτας, και προβλέπει ότι σύντομα η Τουραντότ θα υποκύψει στον έρωτα του πρίγκιπα. Φοβούμενη μην υποκύψει από τα βασανιστήρια, η Λιού αρπάζει το μαχαίρι ενός στρατιώτη και αυτοκτονεί. Μεταφέρουν τη σωρό της και ο Τιμούρ, συγκινημένος καταριέται το πλήθος και ακολουθεί τη σωρό. Μένοντας μόνος με την Τουραντότ ο πρίγκιπας της σκίζει το πέπλο, την αγκαλιάζει παθιασμένα και τη φιλάει. Η Τουραντότ αναστατωμένη παρασύρεται σε ένα ερωτικό ντουέτο. Ο πρίγκιπας αποκαλύπτει πως το όνομά του είναι Κάλαφ και μοιάζει έτσι να χάνει το στοίχημα. Αλλά μπροστά στο συγκεντρωμένο πλήθος η Τουραντότ ανακοινώνει πως γνωρίζει το όνομα του ξένου και στη συνέχεια λέει: «Το όνομά του είναι Έρωτας!».[7]

Αξιοσημείωτα κομμάτια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Α΄ Πράξη
    • Gira la cote! (χορωδία του πλήθους και των βοηθών του δήμιου)
    • Perché tarda la luna? (χορωδία)
    • Là sui monti dell'est (μελωδία παρμένη από το κινέζικο παραδοσιακό άσμα Μο Λι Χούα)
    • Signore, ascolta! (Λιού)
    • Non piangere, Liù! (πρίγκηπας Κάλαφ)
  • Β΄ Πράξη
    • Olà Pang! Olà Pong! (Οι 3 υπουργοί)
    • In questa reggia (άρια της Τουραντότ)
    • Straniero, ascolta! (η σκηνή των γρίφων)
  • Γ΄ Πράξη
    • Nessun dorma (πρίγκηπας Κάλαφ)
    • Tu che di gel sei cinta (άρια της Λιού και θάνατος αυτής)
    • Liù, Liù sorgi...Liù bontà, Liù dolcezza (άρια του Τιμούρ)
  1. Το πιο εξέχον χαρακτηριστικό στον μουσικό ιμπρεσιονισμό είναι η χρήση του «χρώματος», ή με μουσικούς όρους, του ηχοχρώματος, που μπορεί να επιτευχθεί μέσω ενορχήστρωσης, αρμονικής χρήσης, υφής κ.λ.π. Άλλα στοιχεία του είναι επίσης οι νέοι συνδυασμοί συγχορδιών, η διφορούμενη τονικότητα, οι εκτεταμένες αρμονίες, η χρήση εξωτικών κλιμάκων κ.ά.[4]
  1. 1,0 1,1 1,2 «Turandot». Opera online. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2022. 
  2. 2,0 2,1 2,2 Ίσμα Μ. Τουλάτου (24 Νοεμβρίου 2008). «Τα αινίγματα της «Τουραντότ» λύνονται στο Μέγαρο». Το Βήμα. Ανακτήθηκε στις 22 Μαρτίου 2022. 
  3. Γιάννης και Ανθούλα Παπαδοπούλου (2001). «VII. Η Ιταλική όπερα τον 19ο αιώνα». Όπερα, Διαδρομή στα Λυρικά Μονοπάτια. Αθήνα: Μουσικός οίκος Φίλιππος Νάκας. σελίδες 113–114. ISBN 960-290-571-9. 
  4. Nolan Gasser. «Period: Impressionist». Classical Archives. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2022. 
  5. Claudio Sartori. «Giacomo Puccini». Encyclopædia Britannica. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2022. 
  6. 6,0 6,1 Harold Rosenthal -John Warrack (ed. italiana Luciano Alberti) (1991). «Turandot». Dizionario enciclopedico dell'opera lirica. Φλωρεντία: Le lettere. σελίδες 920–921. ISBN 88 7166 038 2. 
  7. «Σύνοψη Τουραντότ». metingreece, The Metropolitan Opera. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2022. 

Βιβλιογραφικές πηγές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]