Ξυλόφωνο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ξυλόφωνο από τις Φιλιππίνες

Το ξυλόφωνο είναι κρουστό μουσικό όργανο, το οποίο αποτελείται από σειρά ξύλινων ημικυλινδρικών πλακών ίδιου πλάτους και πάχους, αλλά διαφορετικού μήκους, οι οποίες στηρίζονται σε δυο σημεία από ελαστικό και παράγουν φθόγγους δύο ή και τριών μουσικών κλιμάκων με τη χρήση μπαγκετών.

Η προέλευση του ξυλόφωνου είναι μάλλον από τη Νοτιοανατολική Ασία, όπως για παράδειγμα στη μουσική της Ινδονησίας. Ήρθε πιθανότατα στην Ευρώπη κατά την εποχή των Σταυροφοριών, ενώ συσχετίστηκε σε μεγάλο βαθμό με τη λαϊκή παραδοσιακή μουσική των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης.

Το σύγχρονο ξυλόφωνο χρησιμοποιείται στη συμφωνική ορχήστρα από το τέλος του 19ου αιώνα, ενώ θεωρείται πρόδρομος του βιμπράφωνου, το οποίο πρωτοεμφανίστηκε τη δεκαετία του '20.

Μουσικό παράδειγμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]