Τεχνολογία πληροφοριών
Αυτό το λήμμα παρουσιάζει το θέμα από ελληνική οπτική γωνία ή δίνει δυσανάλογο βάρος στην ελληνική πτυχή ενός παγκόσμιου θέματος. Προσπαθήστε να το ανασκευάσετε ή και να προσθέσετε πληροφορίες έτσι ώστε να καλύπτει πληρέστερα και περισσότερο ουδέτερα το θέμα. Παρακαλούμε δείτε τη σχετική συζήτηση στη σελίδα συζήτησης του λήμματος. |
Η τεχνολογία πληροφοριών, τεχνολογία πληροφοριών και επικοινωνίας ή τεχνολογία της πληροφορίας (ΤΠΕ, αγγλ. IT ή ICT) είναι το σύνολο των επαγγελματικών κλάδων οι οποίοι σχετίζονται με τη μελέτη, σχεδίαση, ανάπτυξη, υλοποίηση, συντήρηση και διαχείριση υπολογιστικών πληροφοριακών συστημάτων, κυρίως όσον αφορά εφαρμογές λογισμικού και υλικού υπολογιστών. Τα επαγγέλματα ΤΠΕ βασίζονται στην ανάπτυξη, εγκατάσταση και συντήρηση προϊόντων πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών, με στόχο την παραγωγή, αποθήκευση, διαχείριση και μετάδοση πληροφοριών κάθε τύπου. Στις ΤΠΕ συγκαταλέγεται και η βιομηχανία ανάπτυξης λογισμικού, ως διακριτό υποσύνολο.
Κατ' επέκταση, με τον όρο «ΤΠΕ» (ελ.) ή «IT» (αγγλ.) μπορεί να κατονομάζονται τα τμήματα τεχνικής υποστήριξης σε οργανισμούς και επιχειρήσεις, καθώς και δημόσια ή ιδιωτικά έργα που αφορούν προϊόντα πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών.
Ιστορία της Τεχνολογίας Πληροφορικής (IT)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι συσκευές χρησιμοποιούνταν για να βοηθήσουν τους υπολογισμούς εδώ και χιλιάδες χρόνια, ενώ η πρώτη συσκευή είχε πιθανώς τη μορφή ενός ραβδιού αρίθμησης. Ο μηχανισμός των Αντικυθήρων, ο οποίος χρονολογείται από τις αρχές του πρώτου αιώνα π.Χ., θεωρείται γενικά ο πρώτος μηχανικός αναλογικός υπολογιστής - είναι επίσης ο πρώτος γνωστός μηχανισμός με γρανάζια. Οι Συσκευές[PK(2] με παρόμοιους οδοντωτούς τροχούς δεν είχαν εμφανιστεί στην Ευρώπη μέχρι τον 16ο αιώνα και μόλις το 1745 αναπτύχθηκε η πρώτη μηχανική αριθμομηχανή ικανή να επιλύει τέσσερις βασικές αριθμητικές πράξεις.
Οι ηλεκτρονικές υπολογιστικές μηχανές που χρησιμοποιούσαν τόσο ηλεκτρονόμος όσο και βαλβίδες άρχισαν να εμφανίζονται στις αρχές της δεκαετίας του 1940. Η Ηλεκτρομαγνητική Μηχανή Zuse Z3, η οποία ολοκληρώθηκε το 1941, ήταν ο πρώτος προγραμματιζόμενος υπολογιστής στον κόσμο και, σύμφωνα με τα σύγχρονα πρότυπα, μια από τις πρώτες μηχανές που θεωρήθηκαν ως πλήρως εξελιγμένες υπολογιστικές μηχανές. Ο Colossus, που αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου για την αποκρυπτογράφηση γερμανικών μηνυμάτων, ήταν ο πρώτος ψηφιακός ηλεκτρονικός υπολογιστής. Παρόλο που ήταν προγραμματιζόμενος, δεν ήταν πολυδιεργασιακός, αλλά μονοδιεργασιακός. Ούτε μπορούσε να κρατήσει το πρόγραμμα στη μνήμη του. Αντ' αυτού, ο προγραμματισμός γινόταν με τη χρήση βυσμάτων και διακοπτών για την αλλαγή της εσωτερικής σύνδεσης. Ο πρώτος σύγχρονος ψηφιακός υπολογιστής που μπορούσε να αποθηκεύσει προγράμματα ήταν η πειραματική μηχανή μικρής κλίμακας Manchester (Manchester Small-Scale Experimental Machine)[PK(5] (SSEM), η οποία έτρεξε το πρώτο της πρόγραμμα στις 21 Ιουνίου 1948[1]. Ένα γεγονός ορόσημο για την πληροφορική έλαβε χώρα το 1971, όταν εστάλη το πρώτο μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μεταξύ δύο κεντρικών υπολογιστών. Σήμερα, τα περισσότερα ψηφιακά δεδομένα αποθηκεύονται σε μαγνητικά μέσα όπως οι σκληροί δίσκοι, ή σε οπτικά μέσα όπως τα CD-ROM . Η αποθηκευτική ικανότητα των ηλεκτρονικών συσκευών παγκοσμίως εκτιμάται ότι έχει αυξηθεί από λιγότερο από 3 exabytes το 1986 σε 295 exabytes το 2007[2], διπλασιάζοντας περίπου κάθε 3 χρόνια[3].
Εκπαίδευση και επαγγελματικά ζητήματα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ελλάδα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, βασικές έννοιες της πληροφορικής σε εισαγωγικό επίπεδο, από κοινού με απλές δεξιότητες χρήσης ηλεκτρονικών υπολογιστών και ΤΠΕ, διδάσκονται καθ' όλη τη διάρκεια του Γυμνασίου, από το 1993 κι έπειτα. Στο Γενικό Λύκειο διδάσκεται επιπρόσθετα το περισσότερο επιστημονικά προσανατολισμένο και πανελλαδικά εξεταζόμενο μάθημα «Ανάπτυξη Εφαρμογών σε Προγραμματιστικό Περιβάλλον» σε μαθητές αντίστοιχης κατεύθυνσης, εισάγοντάς τους σε βασικές έννοιες σχεδίασης και ανάλυσης αλγορίθμων και προγραμματισμού υπολογιστών. Στα τεχνικά λύκεια λειτουργεί κύκλος μαθημάτων πληροφορικής, για μαθητές οι οποίοι τον επιλέγουν, ο οποίος συνιστά μία εκτενέστερη απ' ό,τι στο Γυμνάσιο εισαγωγή σε κάποιες βασικές έννοιες της πληροφορικής από κοινού με τεχνικές γνώσεις περί ΤΠΕ, στοχευμένες στην κατάρτιση μελλοντικών τεχνικών και επαγγελματιών για επικουρικές θέσεις εργασίας[4].
Σε επίπεδο ανώτατης εκπαίδευσης, τα πανεπιστημιακά τμήματα με τίτλους όπως «Επιστήμης Υπολογιστών», «Πληροφορικής», «Μηχανικών Πληροφορικής» κλπ. έχουν παρόμοιο πρόγραμμα σπουδών, μπορεί όμως να εντάσσονται σε διαφορετικές σχολές (τετραετούς φοίτησης Θετικών Επιστημών, τετραετούς φοίτησης Οικονομικών ή πενταετούς φοίτησης Πολυτεχνεία). Ορισμένα από τα ανωτέρω τμήματα έχουν περισσότερο διακλαδικό χαρακτήρα, όπως π.χ. τα τμήματα «Μηχανικών Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και Πληροφορικής» τα οποία εστιάζουν στην τομή πληροφορικής και ηλεκτρονικής μηχανικής, τα τμήματα «Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών» ή «Μηχανικών Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών» τα οποία εστιάζουν στην τομή πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών κοκ. Τα τμήματα σε σχολές Οικονομικών (με τίτλους όπως «Εφαρμοσμένης Πληροφορικής») συνήθως δίνουν έμφαση στα πληροφοριακά συστήματα, επικεντρώνοντας στην ανάπτυξη και εφαρμογή προϊόντων πληροφορικής για την αντιμετώπιση επιχειρηματικών αναγκών, με βάση ένα υβριδικό πρόγραμμα σπουδών μεταξύ πληροφορικής και οικονομικών[5].
Η εμφάνιση πανεπιστημιακών τμημάτων «Πληροφορικής» στην Ελλάδα έγινε το 1980, με την ίδρυση του Τμήματος Μηχανικών Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και Πληροφορικής της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Πατρών και, στη συνέχεια, το 1984, με το Τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών της Σχολής Θετικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης. Τμήματα με παρόμοιους ή πανομοιότυπους τίτλους και κυρίως πρακτικό / τεχνολογικό προσανατολισμό υπάρχουν και σε ΑΤΕΙ, σε Σχολές Τεχνολογικών Εφαρμογών τετραετούς φοίτησης, ενώ μία λίστα όλων των ανάλογων τμημάτων σε ΑΕΙ και ΤΕΙ μπορεί να βρεθεί στην κατάλληλη ενότητα του άρθρου κατάλογος ελληνικών τμημάτων ανώτατης εκπαίδευσης (γνωστικό πεδίο: Πληροφορική). Τα περισσότερα από τα εν λόγω πανεπιστημιακά τμήματα διαθέτουν και μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών, οδηγώντας στην απόκτηση Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης (Master of Science) ή και Διδακτορικού Διπλώματος (PhD).
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τη νομοθεσία[6] οι διπλωματούχοι ή πτυχιούχοι απόφοιτοι των ΑΕΙ με τίτλο «Πληροφορικής» ή συναφή, αναγνωρίζεται πως έχουν την ικανότητα να ασχοληθούν ενδεικτικά με δραστηριότητες όπως μελέτη, σχεδίαση, ανάλυση, υλοποίηση, εγκατάσταση, επίβλεψη, λειτουργία, αξιολόγηση, διενέργεια πραγματογνωμοσύνης και πιστοποίηση στους επιστημονικούς τομείς:
α) του υλικού και λογισμικού των ηλεκτρονικών υπολογιστών
β) της πληροφορικής
γ) των συστημάτων και δικτύων επικοινωνιών, τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και εφαρμογών Διαδικτύου
δ) των συστημάτων και εφαρμογών γραφικών, επεξεργασίας σημάτων, επεξεργασίας εικόνας και επεξεργασίας ομιλίας.
Ακόμα, από τους ανωτέρω αποφοίτους οι διπλωματούχοι (απόφοιτοι τμημάτων πενταετούς φοίτησης) καθώς και οι πτυχιούχοι των (τετραετούς φοίτησης) Τμημάτων «Επιστήμης και Τεχνολογίας Τηλεπικοινωνιών» και «Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών», δύνανται επιπροσθέτως να απασχοληθούν και στον επιστημονικό τομέα των τηλεπικοινωνιακών συστημάτων και δικτύων, με βάση το ίδιο Προεδρικό Διάταγμα. Ωστόσο, σύμφωνα με παλαιότερο νόμο[7], όλοι οι πληροφορικοί και όλοι οι ηλεκτρονικοί μηχανικοί, απόφοιτοι είτε ΑΕΙ είτε ΤΕΙ, έχουν νομικά τη δυνατότητα να στελεχώσουν επιχειρήσεις τηλεπικοινωνιών ως τεχνικό προσωπικό.
Όλοι οι ανωτέρω απόφοιτοι έχουν επίσης τη δυνατότητα να απασχοληθούν επαγγελματικά στην επιστημονική έρευνα (σε δημόσια ή ιδιωτικά ιδρύματα), στη διδασκαλία σε δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών σε μονάδες πληροφορικής, δικτύων υπολογιστών, μηχανοργάνωσης και τεχνικών υπηρεσιών στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. Για τη διδασκαλία στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ωστόσο, απαιτείται επιπροσθέτως και λήψη πιστοποίησης παιδαγωγικής επάρκειας[8].
Όλες οι ανωτέρω ρυθμίσεις ισχύουν και για τους διπλωματούχους ηλεκτρολόγους ή ηλεκτρονικούς μηχανικούς[6], καθώς η πληροφορική και η επιστήμη ηλεκτρονικού μηχανικού επικαλύπτονται σε σημαντικό βαθμό ενώ οι τηλεπικοινωνίες συνιστούν προνομιακό πεδίο μελέτης για την τελευταία[9][10][11]. Το κύριο σημείο της εν λόγω επικάλυψης, όχι όμως το μοναδικό, είναι ο κλάδος της μηχανικής υπολογιστών, εφόσον ένας ηλεκτρονικός υπολογιστής μπορεί να ιδωθεί τόσο ως ηλεκτρονικό όσο και ως λογικό κύκλωμα. Ως αποτέλεσμα, όλα τα πανεπιστημιακά τμήματα «Ηλεκτρολόγων Μηχανικών» ή «Ηλεκτρονικών Μηχανικών» στην Ελλάδα έχουν ενσωματώσει και τη μηχανική υπολογιστών στον τίτλο και στο πρόγραμμα σπουδών τους.
Οι απόφοιτοι των ΤΕΙ με τίτλο «Πληροφορικής», κατέχοντας τίτλο (πτυχιούχων) μηχανικών πληροφορικής, σύμφωνα με τον νόμο[12] έχουν τη δυνατότητα να απασχοληθούν επαγγελματικά στον δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα, αυτοδύναμα ή σε συνεργασία με άλλους επιστήμονες υπολογιστών, ως προγραμματιστές ή αναλυτές εφαρμογών λογισμικού ή υπολογιστικών συστημάτων. Μπορούν επίσης να απασχοληθούν ως ερευνητές ή ως εκπαιδευτικοί στα εν λόγω πεδία. Ακόμα, οι απόφοιτοι των ΤΕΙ με τίτλο «Βιομηχανικής Πληροφορικής», «Ηλεκτρονικών Υπολογιστικών Συστημάτων» ή συναφή, έχουν τη δυνατότητα να απασχοληθούν επαγγελματικά, στον δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα, αυτοδύναμα ή σε συνεργασία με άλλους επιστήμονες, στους τομείς της σχεδίασης, συντήρησης, εγκατάστασης, διαχείρισης και υλοποίησης υπολογιστικών ή τηλεπικοινωνιακών δικτύων, της σχεδίασης, ανάπτυξης και προγραμματισμού λογισμικού, καθώς και της σχεδίασης, ανάπτυξης, συντήρησης και εγκατάστασης υπολογιστικού υλικού ή συσκευών. Από το 2013 και μετά όπου δόθηκε η δυνατότητα στα ΑΤΕΙ να έχουν κατευθύνσεις σπουδών στα τμήματα τους[13], πλέον οι πτυχιούχοι μηχανικοί πληροφορικής εξειδικεύονται μέσω κάποιας κατεύθυνσης είτε ως μηχανικοί δικτύων, είτε ως μηχανικοί υπολογιστών, είτε τέλος ως μηχανικοί λογισμικού.
Πέρα από τους εν λόγω κανονισμούς, στην Ελλάδα δεν υφίσταται κάποιο αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο ρύθμισης των τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνίας, ούτε κάποιο επαγγελματικό επιμελητήριο ειδικά για τους επαγγελματίες του κλάδου. Ισχύει μεν ότι οι απόφοιτοι πανεπιστημιακών τμημάτων πληροφορικής από Οικονομικές Σχολές μπορούν να εγγραφούν στο Οικονομικό Επιμελητήριο ως οικονομολόγοι και οι απόφοιτοι τμημάτων πληροφορικής από Πολυτεχνεία στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος ως μηχανικοί, όμως οι εν λόγω ρυθμίσεις δεν σχετίζονται με την όποια επαγγελματική τους ιδιότητα περί ΤΠΕ. Υφίστανται παρ' όλα αυτά οι επιστημονικές ενώσεις Ένωση Πληροφορικών Ελλάδας[14], Ένωση Μηχανικών Πληροφορικής και Επικοινωνιών Ελλάδας[15] και Σύλλογος Τεχνολογικής Εκπαίδευσης Μηχανικών Πληροφορικής[16].
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ODLIS: ONLINE DICTIONARY FOR LIBRARY AND INFORMATION SCIENCE, 2004, Information Technology Αρχειοθετήθηκε 2010-01-23 στο Wayback Machine.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «Computing's Golden Jubilee». cs.man.ac.uk. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2023.
- ↑ «The World's Technological Capacity to Store, Communicate, and Compute Information». science.org. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2023.
- ↑ «That giant sifting sound». ideas.economist.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2023.
- ↑ ΕΠΕ, Μελέτη Επισκόπησης της Πληροφορικής στην Ελλάδα (2006), Η Πληροφορική στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση
- ↑ Ενδεικτικά δείτε το Πρόγραμμα Σπουδών του Τμήματος Εφαρμοσμένης Πληροφορικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας Αρχειοθετήθηκε 2016-03-05 στο Wayback Machine.
- ↑ 6,0 6,1 ΦΕΚ 58Α-2009 ΠΔ44 Αρχειοθετήθηκε 2015-01-05 στο Wayback Machine.: «1) οι Διπλωματούχοι Ηλεκτρολόγοι Μηχανικοί και Μηχανικοί Υπολογιστών, οι Διπλωματούχοι Ηλεκτρολόγοι Μηχανικοί και Τεχνολογίας Υπολογιστών, οι Διπλωματούχοι Ηλεκτρονικοί Μηχανικοί και Μηχανικοί Υπολογιστών, οι Διπλωματούχοι Μηχανικοί Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και Πληροφορικής, οι Διπλωματούχοι Μηχανικοί Πληροφοριακών και Επικοινωνιακών Συστημάτων, οι Διπλωματούχοι Μηχανικοί Ηλεκτρονικών Υπολογιστών Τηλεπικοινωνιών και Δικτύων και οι Διπλωματούχοι Μηχανικοί Πληροφορικής και Τηλεπικοινωνιών απόφοιτοι των ΑΕΙ αναγνωρίζεται πως την ικανότητα να ασχοληθούν ενδεικτικά με τη μελέτη, τη σχεδίαση, την ανάλυση, την κατασκευή, την επίβλεψη κατασκευής και λειτουργίας, την αξιολόγηση, τη συντήρηση, τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης και την πιστοποίηση τήρησης προτύπων στις εγκαταστάσεις τους και στις πάσης φύσεως εφαρμογές τους στους επιστημονικούς τομείς:
- α) των ηλεκτρονικών υπολογιστών,
- β) των τηλεπικοινωνιών και τηλεπικοινωνιακών συστημάτων και δικτύων,
- γ) της πληροφορικής και των πληροφοριακών συστημάτων και
- δ) των συστημάτων αυτοματισμού, επεξεργασίας σημάτων, επεξεργασίας εικόνας και ήχου, επεξεργασίας ομιλίας, γραφικών, κ.λ.π
- α) του υλικού και λογισμικού των ηλεκτρονικών υπολογιστών,
- β) της πληροφορικής,
- γ) των συστημάτων και δικτύων επικοινωνιών, τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και εφαρμογών διαδικτύου και
- δ) των συστημάτων και εφαρμογών, γραφικών, επεξεργασίας σημάτων, επεξεργασίας εικόνας και επεξεργασίας ομιλίας.
- ↑ ΦΕΚ.7Β/2002, Απόφ. 44465.
- ↑ Σύμφωνα με το ΦΕΚ 71A-2010 Ν.3848
- ↑ «RECT Polytechnic College: «In the UK, the subject of electronic engineering became distinct from electrical engineering as a university degree subject around 1960. Before this time, students of electronics and related subjects like radio and telecommunications had to enroll in the electrical engineering department of the university as no university had departments of electronics. Electrical engineering was the nearest subject with which electronic engineering could be aligned, although the similarities in subjects covered (except mathematics and electromagnetism) lasted only for the first year of the three-year course.»». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Αυγούστου 2013. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013.
- ↑ «Πανεπιστήμιο του Έξετερ: «Electronic Engineering and Computer Science are both concerned with enhancing our experience of the world and shaping the convenience of our future in terms of solving problems and developing products and systems which will increase the accuracy, speed and quality of information sources and technology. These disciplines are closely linked and specifically interweave in the manufacture of equipment such as pocket computer products like mobile phones or e-books.»». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Ιουλίου 2013. Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2013.
- ↑ «Πανεπιστήμιο Duke, Computer Science vs. Electrical and Computer Engineering: «Both Computer Engineering and Computer Science study the use of the digital computer as a tool that makes possible much of modern technology and the overlap between the two fields is significant. Both disciplines study the inner workings of computers and both study hardware as well as software aspects of computer systems.»». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 6 Αυγούστου 2013.
- ↑ ΦΕΚ 246 Α Π.Δ. 183
- ↑ Όπως γίνεται αντιληπτό στα ΦΕΚ.119Α/2013, ΦΕΚ.123Α/2013, ΦΕΚ.124Α/2013, ΦΕΚ.130Α/2013, ΦΕΚ.129Α/2013, ΦΕΚ.131Α/2013, ΦΕΚ.132Α/2013, ΦΕΚ.133Α/2013, ΦΕΚ.134Α/2013, ΦΕΚ.135Α/2013, ΦΕΚ.136Α/2013, ΦΕΚ.137Α/2013, γνωστά και ως «Σχέδιο Αθηνά»
- ↑ Ιστοσελίδα της Ένωσης Πληροφορικών Ελλάδας
- ↑ «Ιστοσελίδα της Ένωσης Μηχανικών Πληροφορικής και Επικοινωνιών Ελλάδας». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Ιουλίου 2013. Ανακτήθηκε στις 16 Ιουλίου 2013.
- ↑ «Ιστοσελίδα του Συλλόγου Τεχνολογικής Εκπαίδευσης Μηχανικών Πληροφορικής». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Σεπτεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2013.
Αυτό το λήμμα σχετικά με την Πληροφορική χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |