Σύλλογος Ποντιφικών

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κεφαλή ιερέα (flamen), έργο των ετών 250-265. Ύψος 38 εκατ., Μουσείο τού Λούβρου.

Ο Σύλλογος των Ποντιφικών, λατιν.: Collegium Pontificum (βλέπε collegium), ήταν ένα σώμα τού αρχαίου ρωμαϊκού κράτους, μέλη τού οποίου ήταν οι υψηλόβαθμοι ιερείς της κρατικής θρησκείας. Ο σύλλογος αποτελούνταν από τον μέγιστο αρχιερέα (pontifex maximus) και τους άλλους αρχιερείς (pontifices), τον βασιλιά τού ιερού (rex sacrorum), τους δεκαπέντε ιερείς (flamens) και τις Εστιάδες. [1] Ο Σύλλογος των Ποντιφικών ήταν ένας από τους τέσσερεις μεγάλους ιερατικούς συλλόγους. Αρχικά η ευθύνη τους περιοριζόταν στην επίβλεψη τόσο των δημόσιων όσο και των ιδιωτικών θυσιών, αλλά όσο περνούσε ο καιρός οι ευθύνες τους αυξάνονταν. [2] Οι άλλοι σύλλογοι ήταν οι οιωνοσκόποι (augures, που ερμήνευαν τους οιωνούς), οι δεκαπέντε άνδρες των ιερών πράξεων (quindecimviri sacris faciundis) και οι επιμελητές των εορτών (epulones).

Ο τίτλος pontifex προέρχεται από το λατινικό pontem aedificator (κατασκευαστής γεφυρών), μια πιθανή νύξη για έναν πολύ πρώιμο ρόλο στην κατευνασμό των θεών και των πνευμάτων που σχετίζονται με τον ποταμό Τίβερη, για παράδειγμα. [3] Επίσης, ο Βάρρων ερμηνεύει τον τίτλο ως «ικανός να κάνει». [4]

Ο μέγιστος αρχιερέας ήταν το πιο σημαντικό μέλος τού συλλόγου. Μέχρι το 104 π.Χ. ο μέγιστος αρχιερέας είχε την αποκλειστική εξουσία στο διορισμό μελών στα άλλα ιερατεία τού κολεγίου.

Οι ιερείς (flamen) ήταν υπεύθυνοι για δεκαπέντε επίσημες λατρείες της ρωμαϊκής θρησκείας, η καθεμία από τις οποίες ήταν αφιερωμένη σε έναν συγκεκριμένο θεό. Οι τρεις κύριοι ιερείς (flamines maiores) ήταν ο ιερέας τού Διός (flamen Dialis), o ιερέας τού Άρεως (flamen Martialis), και ο ιερέας τού Κουιρίνου (flamen Quirinalis). Οι λοιπές θεότητες που υπηρετούνταν από τους άλλους δώδεκα ιερείς ήταν οι: Καρμέντα, Κέρες, Φαλάκερ, Φλόρα, Φουρρίνα, Παλατούα, Πομόνα, Πορτούνος, Βολκάνος, Βολτούμους και δύο ακόμη, των οποίων τα ονόματα χάθηκαν.

Οι Εστιάδες Παρθένες (Vestal Virgines) ήταν οι μόνες γυναίκες μέλη τού συλλόγου. Ήταν υπεύθυνες για τη φύλαξη της ιερής εστίας της Ρώμης, διατηρώντας τη φλόγα αναμμένη μέσα στον Ναό της Εστίας (Vesta). Γύρω στην ηλικία των 6 έως 10 ετών, τα κορίτσια επιλέγονταν γι' αυτή τη θέση, και έπρεπε να εκτελούν τις ιεροτελεστίες και τις υποχρεώσεις για 30 χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της διατήρησης της αγνότητας.

Ιδιότητα μέλους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιδιότητα μέλους στους διάφορους συλλόγους ιερέων, συμπεριλαμβανομένου τού Συλλόγου των Ποντιφικών, ήταν συνήθως μία τιμή, που προσφερόταν σε μέλη πολιτικά ισχυρών ή εύπορων γενών. Η ιδιότητα μέλους ήταν ισόβια, εκτός από τις Εστιάδες Παρθένες, των οποίων η θητεία ήταν 30 χρόνια. Στην πρώιμη Δημοκρατία, μόνο οι πατρίκιοι μπορούσαν να γίνουν ιερείς. Ωστόσο, η Lex Ogulnia το 300 π.Χ. παραχώρησε το δικαίωμα να γίνουν ποντίφικες και οιωνοσκόποι στους πληβείους. Ωστόσο, ακόμη και στην ύστερη Δημοκρατία εξακολουθούσε να πιστεύεται, ότι η οιωνοσκοπία ανήκε τελικά σε πατρικίους αξιωματούχους, και ορισμένα αρχαία ιερατεία, όπως οι ιερείς τού Διός, τού Άρεως και tού Κουιρίνου και ο σύλλογος των Σαλίων δεν άνοιξαν ποτέ στους πληβείους. [5]

Ο αριθμός των μελών στον Σύλλογο των Ποντιφικών αυξήθηκε με την πάροδο τού χρόνου. Αρχικά αποτελούνταν από τρία μέλη, ο αριθμός αυξήθηκε σε εννέα τον 3ο αι. π.Χ. Ο Λ. Κ. Σύλλας αύξησε τον αριθμό σε δεκαπέντε. Ο Αύγουστος αύξησε τον αριθμό ακόμη περισσότερο, ίσως σε είκοσι πέντε. [6] vir

Αργυρό δηνάριο των ετών 45-44 π.Χ.. Εμπρός όψη: ο Ιούλιος Καίσαρας ως μέγιστος αρχιερέας, CAESAR DICT. PERPETUΟ. Πίσω όψη: Η Αφροδίτη Νικηφόρος (Venus Vitrix) κρατά Νίκη και σκήπτρο, δεξιά ασπίδα, αριστερά ΜACER. O Πόπλιος Σεπούλιος Μάκερ ήταν υπεύθυνος τού νομισματοκοπείου (vir monetalis).

Μέχρι τον 3ο αι. π.Χ. ο σύλλογος εξέλεγε τον μέγιστο αρχιερέα από τα δικά του μέλη. Το δικαίωμα τού συλλόγου να εκλέξει τον δικό του μέγιστο αρχιερέα αναιρέθηκε, αλλά οι συνθήκες γύρω από αυτό είναι ασαφείς. Αυτό άλλαξε ξανά μετά τον Σύλλα, όταν ως απάντηση στις μεταρρυθμίσεις του, η εκλογή τού μέγιστου αρχιερέα τέθηκε και πάλι στα χέρια μίας συνέλευσης δεκαεπτά ανδρών από τις είκοσι πέντε φυλές. Ωστόσο ο σύλλογος εξακολουθούσε να ήλεγχε, ποιους υποψηφίους θα ψήφιζε η συνέλευση. Κατά τη διάρκεια της Αυτοκρατορίας, ο μέγιστος αρχιερέας εκλεγόταν δημόσια από τους υποψηφίους των υφιστάμενων ποντιφικών, έως ότου οι Αυτοκράτορες άρχισαν να αναλαμβάνουν αυτόματα τον τίτλο, ακολουθώντας το παράδειγμα τού Ιουλίου Καίσαρα. Ο μέγιστος αρχιερέας ήταν μία ισχυρή πολιτική θέση, και οι υποψήφιοι για το αξίωμα ήταν συχνά πολύ ενεργά πολιτικά μέλη τού συλλόγου. Πολλοί, όπως ο Ιούλιος Καίσαρας, συνέχισαν να έχουν την υπατεία κατά τη διάρκεια της θητείας τους ως μεγίστων αρχιερέων.

Ωστόσο μετά το 44 π.Χ. οι ποντίφικες, όπως και οι άλλοι επίσημοι ιερείς της Ρώμης, έχασαν την πολιτική τους επιρροή. Η Μάρθα Χόφμαν Λιούις μπόρεσε να βρει μόνο τέσσερις περιπτώσεις, όπου ζητήθηκε η συμβουλή τού ποντίφικα: πριν από τον γάμο τού Αυγούστου με τη Λιβία το 37 π.Χ., όταν διέταξαν την απομάκρυνση τού σώματος ενός από τους απαγορευμένους από το Άρεως Πεδίον. Έκαναν εξιλαστήριες θυσίες, την ημέρα που ο Αυτοκράτορας Κλαύδιος νυμφεύτηκε την Αγριππίνα, και ζητήθηκε η συμβουλή τους σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις της πειθαρχίας των ηπατοσκόπων (haruspices). [7]

Ρόλος στο Ρωμαϊκό Κράτος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια της βασιλείας στη ρωμαϊκή ιστορία, οι ποντίφικες ήταν κυρίως σύμβουλοι (concilia) των βασιλέων, αλλά μετά την εκδίωξη τού τελευταίου Ρωμαίου βασιλιά το 510 π.Χ., ο σύλλογος των ποντιφικών έγινε θρησκευτικοί σύμβουλοι της Ρωμαϊκής Συγκλήτου. Ως ο σημαντικότερος από τους τέσσερεις ιερατικούς συλλόγους, τα καθήκοντα τού συλλόγου των ποντιφικών περιελάμβαναν την παροχή συμβουλών στη Σύγκλητο, σε θέματα που άπτονταν των θεών, την επίβλεψη τού ημερολογίου, την επίβλεψη των τελετών με τις συγκεκριμένες τελετουργίες τους, και τον κατευνασμό των θεών μετά την εμφάνιση διοσημειών.

Ένα από τα σημαντικότερα καθήκοντά τους ήταν η κηδεμονία των ποντιφικών βιβλίων (libri pontificales). Μεταξύ αυτών ήταν οι πράξεις (acta), indigitamenta (λίστες επικλήσεων ή ονομάτων θεοτήτων), τελετουργικά (ritualia), σχόλια (commentarii), ετήσια αρχεία αξιωματούχων και σημαντικά γεγονότα (fasti και annales). Αυτά τα αντικείμενα ήταν στην αποκλειστική κατοχή τού συλλόγου των ποντιφικών, και μόνο σε αυτούς επιτρεπόταν να συμβουλεύονται αυτά τα αντικείμενα, όταν ήταν απαραίτητο.

Η Lex Acilia de intercalando έδωσε εξουσία στον σύλλογο να διαχειρίζεται το ημερολόγιο. Έτσι καθόρισαν τις ημέρες, κατά τις οποίες θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν θρησκευτικές και πολιτικές συναθροίσεις, στις οποίες μπορούσαν να προσφερθούν θυσίες, και να ψηφιστούν και να ληφθούν αποφάσεις από τη Σύγκλητο.

Ο σύλλογος των ποντιφικών εγκαταστάθηκε στη Regia (το παλαιό παλάτι των βασιλέων) κατά την πρώιμη Δημοκρατική περίοδο. Ο σύλλογος ήρθε να αντικαταστήσει τη θρησκευτική εξουσία, που κάποτε είχε ο βασιλιάς. Μία θέση, αυτή τού βασιλιά τού ιερού (rex sacrorum), δημιουργήθηκε ακόμη για να αντικαταστήσει τον βασιλιά στα καθήκοντα θρησκευτικών τελετών.

Όταν ο Χριστιανισμός έγινε η επίσημη θρησκεία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο πάπας Λέων Α' άρχισε να χρησιμοποιεί τον τίτλο τού μέγιστου αρχιερέα γύρω στο 440, για να τονίσει την εξουσία τού πάπα. Ο όρος «αρχιερείς» στην Καινή Διαθήκη (π.χ Μάρκος 15:11) μεταφράζεται ως ποντίφικες στη Λατινική Δημώδη (Vulgata) και «πρωθιερέας» ως ποντίφικας στους Εβραίους 2:17.

Pontifex minor[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ποντίφικες βοηθούνταν από ποντιφικούς υπαλλήλους ή γραφείς (scribae), μία θέση γνωστή στην προηγούμενη Δημοκρατική περίοδο ως scriba pontificius, αλλά από την περίοδο τού Αυγούστου ως pontifex minor. [8] Ένας pontifex minor βοηθούσε στην ιεροτελεστία (res divina) για την Ήρα (Juno) που τελείτο στις καλένδες, την πρώτη ημέρα του μήνα. Αυτός είχε μία θέση στην Curia Calabra, έναν ιερό περίβολο (templum) στον λόφο τού Καπιτωλίου, για να παρατηρήσει τη νέα σελήνη. [9]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Jörg Rüpke, "Communicating with the Gods," in A Companion to Roman Religion, (Blackwell, 2010), p. 226; John A. North, "The Constitution of the Roman Republic," in the same volume, p. 268 (a table showing priestly roles of Roman religion, including assignment to colleges).
  2. Martha W. Hoffman Lewis, The Official Priests of Rome under the Julio-Claudians (Rome: American Academy, 1955), p. 7
  3. «Internet History Sourcebooks». fordham.edu. 
  4. Beard, Mary· North, John (28 Ιουνίου 1998). Religions of Rome: Volume 2, A Sourcebook. Cambridge University Press. 
  5. Hoffman Lewis, The Official Priests of Rome, pp. 8f
  6. Hoffman Lewis, The Official Priests of Rome, pp. 9f, 12
  7. Hoffman Lewis, The Official Priests of Rome, p. 17 n. 51
  8. Livy 22.57; Jörg Rüpke, The Roman Calendar from Numa to Constantine: Time, History, and the Fasti (Wiley-Blackwell, 2011), p. 24.
  9. Lawrence Richardson, A New Topographical Dictionary of Ancient Rome (Johns Hopkins University Press, 1992), p. 102.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Γενειάδα, Μαίρη. «Ρωμαϊκά Ιερατεία», στο Πολιτισμός της Αρχαίας Μεσογείου: Ελλάδα και Ρώμη . 3 τόμοι. Νέα Υόρκη: Scribner's, 1988.
  • Διονύσιος Αλικαρνασσού, Ρωμαϊκές Αρχαιότητες II . Π. lxxiii. Loeb Classical Library, Harvard University Press, Cambridge Massachusetts.
  • Szemler, GJ, The Priests of the Republic: A Study of the Interactions between Priesthoods and Magistraces . Συλλογή Latomus. 127 (1972)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]