Σφηκιάρης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σφηκιάρης

Κατάσταση διατήρησης

Ελαχίστης Ανησυχίας
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Πουλιά (Αves)
Τάξη: Ιερακόμορφα (Accipitriformes)
Οικογένεια: Αετίδες (Accipitridae)
Γένος: Πέρνης (Pernis)
Είδος: P. apivorus (Π. ο μελισσοφάγος)
Διώνυμο
Pernis apivorus
(Πέρνης ο μελισσοφάγος)

(Λινναίος 1758)

Ο Σφηκιάρης (επιστ. ονομ.: Pernis apivorus) είναι ένα μεταναστευτικό αρπακτικό πτηνό μεγάλων αποστάσεων της οικογένειας Accipitridae (Αξιπιτρίδες ή Αετίδες). Το όνομα του προέρχεται από την Ελληνική λέξη Πέρνης, που ο Αριστοτέλης χρησιμοποιούσε ως συνώνυμο του αρπακτικού πτηνού[1], και τη Λατινική λέξη apivorus που σημαίνει μελισσοφάγος.

Ταξινόμηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σφηκιάρης ανήκει στην τάξη των Ιερακόμορφων, στην οικογένεια Accipitridae (Αξιπιτρίδες· όπου η λατινική accipiter < πρωτοιταλική *akupetros = αυτός που έχει μυτερά φτερά[2]), στο γένος Πέρνης. Δεν έχουν καταγραφεί υποείδη του Σφηκιάρη. Παλιότερα θεωρούταν συγγενής των Γερακίνων αλλά σήμερα θεωρείται περισσότερο συνδεδεμένος με τις Ελανίδες (όπως ο Έλανος και ο Τσίφτης.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σφηκιάρης

Πρόκειται για ένα μεσαίου μεγέθους αρπακτικό που μοιάζει με τη Γερακίνα. Τα θηλυκά είναι ελαφρώς μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Το μέγεθος τους είναι 52 με 60 εκατοστά και το βάρος τους κυμαίνεται, στα αρσενικά από 510 έως 940 γραμμάρια και στα θηλυκά από 530 έως 1050 γραμμάρια. Έχουν άνοιγμα φτερών 125 με 143 εκατοστά. Ο χρωματισμός του ποικίλει και θεωρείται το αρπακτικό με τη μεγαλύτερη χρωματική ποικιλία. Το πάνω μέρος του σώματος είναι καφέγκρι χρώματος, στην πιο τυπική του εμφάνιση, αλλά στις διάφορες παραλλαγές του μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο έντονη η παρουσία του γκρι. Τα θηλυκά, συνήθως, είναι πιο σκούρα και πιο έντονα καφέ. Το κάτω μέρος είναι ανοιχτόχρωμο, λευκό ή κρεμ, με σκούρες καφέ, κοκκινωπές ή μαύρες ραβδώσεις ή κηλίδες. Τα θηλυκά έχουν πιο σκούρα και έντονα τα στίγματα. Μερικά άτομα μπορεί να φτάσουν να είναι τελείως σκούρα και στο κάτω μέρος του σώματος. Τα φτερά είναι σκούρα στο πάνω μέρος, στις αποχρώσεις του υπόλοιπου σώματος, ενώ το κάτω μέρος είναι ανοιχτόχρωμο με σκούρες κηλίδες και μία μεγαλύτερη στο επίπεδο του καρπού. Και η ουρά ακολουθεί τους χρωματισμούς του υπόλοιπου σώματος ενώ στο κάτω μέρος έχει απαλές ραβδώσεις με την τελευταία, στην άκρη της ουράς, πιο φαρδιά και έντονη. Το ράμφος είναι γκρι ή μαύρο με το κήρωμα κίτρινο στα νεαρά και μαύρο στα ενήλικα. Τα ρουθούνια είναι σχισμοειδή και επιμήκης. Η ίριδα είναι καφετιά στα νεαρά και κίτρινη στα ενήλικα. Τα πόδια είναι σχετικά μακριά και λεπτά, κίτρινου χρώματος, που καταλήγουν σε νύχια που δεν είναι ιδιαίτερα γαμψά.

Βιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σφηκιάρης σε πτήση

Ο Σφηκιάρης είναι ένα καθαρά μεταναστευτικό είδος μεγάλων αποστάσεων. Οι περιοχές αναπαραγωγής απέχουν και πάνω από 5000 χιλιόμετρα από τις περιοχές διαχείμασης. Κατά τη μετανάστευση μετακινείτε σε μεγάλες ομάδες ενώ τον υπόλοιπο χρόνο ζει μοναχικά ή σε ζευγάρια. Η ανοιξιάτικη μετανάστευση ξεκινάει σχετικά αργά, συνήθως το δεύτερο μισό του Απριλίου, σε σχέση με τα άλλα μεταναστευτικά πτηνά. Αυτό, πιθανότατα, είναι συνδεδεμένο με την τροφή του, προνύμφες εντόμων, που δεν υπάρχουν νωρίτερα. Η φθινοπωρινή μετανάστευση πραγματοποιείται κατά το δεύτερο μισό του Αυγούστου και τον Σεπτέμβρη.

Η διάρκεια ζωής του στη φύση μπορεί να πλησιάσει τα 30 χρόνια.

Διατροφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η διατροφή του είναι αρκετά εξειδικευμένη, για το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου. Τρέφεται με τις προνύμφες, τις νύμφες, τα αβγά, τα ενήλικα άτομα ακόμα και με τις φωλιές των κοινωνικών εντόμων όπως οι μέλισσες και οι σφήκες. Όταν υπάρχει έλλειψη αυτών των εντόμων δεν περιφρονεί άλλα έντομα, αμφίβια, μικρά ερπετά, μικρά τρωκτικά και αβγά και νεοσσούς άλλων πουλιών. Το κυνήγι ξεκινάει με την αναζήτηση του θηράματος που γίνεται είτε εν πτήση είτε εν αναμονή καθισμένος σε κάποιο κλαδί. Μόλις ο Σφηκιάρης εντοπίσει το κατάλληλο θήραμα το ακολουθεί μέχρι τη φωλιά του. Εκεί θα αρχίσει να καταστρέφει τη φωλιά με τα πόδια του ενώ ταυτόχρονα πιάνει με το ράμφος του τα θηράματα που βρίσκει. Τα πόδια του Σφηκιάρη είναι κατάλληλα διαμορφωμένα για αυτό το είδος κυνηγιού. Τα νύχια είναι σχεδόν ευθεία, κατάλληλα για το περπάτημα στο έδαφος και για το σκάψιμο, ενώ τα πόδια είναι καλυμμένα με χοντρά λέπια που τα προστατεύουν από τα τσιμπήματα των εντόμων.

Αναπαραγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αβγό Σφηκιάρη

Η αναπαραγωγική περίοδος του Σφηκιάρη είναι, συνήθως, μεταξύ Απριλίου και Μαΐου αλλά μπορεί να υποστεί αλλαγές εάν υπάρχει έλλειψη των βασικών τους θηραμάτων. Το ζευγάρι σχηματίζεται μετά από μία εναέρια επίδειξη του αρσενικού ενώ το ζευγάρωμα πραγματοποιείται εν πτήση. Η φωλιά κατασκευάζεται πάνω σε ένα δέντρο σε ύψος 10 με 30 μέτρα από το έδαφος. Για την κατασκευή χρησιμοποιούνται κλαδιά και άλλα φυτικά υλικά, με προτίμηση στα χλωρά, ενώ επενδύεται με φύλλα. Κάθε χρόνο χτίζεται μια νέα φωλιά αλλά πολλές φορές μπορεί να χρησιμοποιηθεί, σαν βάση, η εγκαταλελειμμένη φωλιά άλλων πουλιών. Μετά το ζευγάρωμα υο θηλυκό θα εναποθέσει 1 με 3 αβγά, συνήθως 2, λευκά ή ανοιχτού καφέ χρώματος με σκούρες κηλίδες, που θα επωαστούν και από τους δύο γονείς για 30 με 37 ημέρες. Οι νεοσσοί ανατρέφονται και από τους δύο γονείς και θα αναπτύξουν το φτέρωμα σε ηλικία 35 με 48 ημερών οπότε και θα πετάξουν. Θα γίνουν ανεξάρτητα σε ηλικία 75 με 100 ημερών αλλά αυτή την τελευταία περίοδο συνήθως παραμένει μαζί τους μόνο ο ένας από τους δύο γονείς. Οι σεξουαλική ωρίμανση των νεαρών ολοκληρώνεται σε ηλικία δύο χρόνων αλλά είναι πολύ σπάνιο να ζευγαρώσουν νωρίτερα από τα τρία χρόνια.

Βιότοπος και Γεωγραφική εξάπλωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεωγραφική εξάπλωση του Σφηκιάρη

Είναι ένα ημιδασόβιο είδος και προτιμάει τα ανοιχτά δάση με μεγάλα ξέφωτα. Στις αναπαραγωγικές περιοχές τον βρίσκουμε κυρίως σε δάση φυλλοβόλων ή μικτά χωρίς, όμως, να αποφεύγει και τα πεδινά δάση κωνοφόρων. Στις περιοχές διαχείμασης προτιμάει τα πεδινά τροπικά και υγρά δάση στα οποία υπάρχουν ξέφωτα και ανοίγματα.

Η γεωγραφική του εξάπλωση περιλαμβάνει την τροπική Αφρική σαν περιοχή διαχείμασης ενώ σαν περιοχή αναπαραγωγής περιλαμβάνει την Ευρώπη, την κεντρική Ασία και μέρος της μέσης ανατολής, όπως το Ιράν και τη Συρία. Στην Ευρώπη απουσιάζει από την Ισλανδία, την Ιρλανδία, τη βόρειο Σκανδιναβία και τη νότια Ισπανία ενώ στη Ρωσία φτάνει μέχρι τη δυτική Σιβηρία. Στην Ελλάδα έχει αρκετά ευρεία διανομή στην ηπειρωτική χώρα καθώς και σε μερικά νησιά του βόρειου και ανατολικού Αιγαίου όπως τη Λέσβο, τη Σκόπελο και τη Σκιάθο. Στην Πελοπόννησο είναι αρκετά αραιή η παρουσία του, σύμφωνα με τα λιγοστά στοιχεία που υπάρχουν, ενώ είναι πιο έντονη η παρουσία του στη δυτική Στερεά Ελλάδα, τη Θράκη και τη Μακεδονία. Στην Κύπρο είναι κυρίως περαστικό κατά τις μεταναστεύσεις του.

Απειλές και πληθυσμιακή κατάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι μεγαλύτερες απειλές για το είδος είναι η καταστροφή των ώριμων πεδινών δασών με μεγάλα δέντρα και ελεύθερες ανοιχτές εκτάσεις που ο Σφηκιάρης χρησιμοποιεί για την αναπαραγωγή και το κυνήγι. Η εντατική γεωργία και η χρήση εντομοκτόνων, σε αυτή, είναι ακόμα μία απειλή επειδή εξαφανίζουν τη βασική πηγή τροφής του. Η μεγάλη γεωγραφική του εξάπλωση, που τον κάνει λιγότερο ευάλωτο σε τοπικές αρνητικές επιδράσεις, μαζί με τον μεγάλο αριθμό αναπαραγόμενων ζευγαριών, υπολογίζονται στις 100 με 160 χιλιάδες ζεύγη, οδήγησαν το IUCN να τον κατατάξει ανάμεσα στα είδη ελάχιστης ανησυχίας (LC).

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Αριστοτέλης. Τῶν περὶ τὰ ζῷα ἱστοριῶν. 
  2. Βλέπε βικιλεξικό accipiter.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Τα πουλιά της Ελλάδας και της Ευρώπης, Έκδοση Χρυσός τύπος. Των Roger Peterson, Guy Mountfort & P.A.D. Hollom
  • Περιγραφικό λεξικό των πουλιών της Ελλάδος, Έκδοση Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας. Του Ντίνου Απαλόδημου.
  • Τα πουλιά της Ελλάδος και της Κύπρου, Έκδοση Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρία. Των Mullarney, Svensson, Zetterstroem, Grant.
  • The birds of Greece / George Handrinos, Triantaphyllos Akriotis. Έκδοση C. Helm 1997
  • Cramp, S.; Perrins, C. M. 1977-1994. Handbook of the birds of Europe, the Middle East and Africa. The birds of the western Palearctic. Oxford University Press, Oxford.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]