Μετάβαση στο περιεχόμενο

Στου Χατζηφράγκου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Στου Χατζηφράγκου
Εξώφυλλο της α΄ έκδοσης (1963)
ΣυγγραφέαςΚοσμάς Πολίτης
ΜορφήΜυθιστόρημα
ΒραβείαΑ΄ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 1964

Το βιβλίο Στου Χατζηφράγκου είναι μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη. Δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στο περιοδικό Ταχυδρόμος την περίοδο 1962–1963, και κυκλοφόρησε για πρώτη φορά σε βιβλίο τον Οκτώβριο του 1963. Το βιβλίο τιμήθηκε με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος του 1964. Παρότι γράφτηκε την δεκαετία του 1960, θεωρείται ως κορυφαίο δημιούργημα της Γενιάς του 1930 και της λεγόμενης «Λογοτεχνίας των Προσφύγων» της Μικράς Ασίας.

Αντικείμενο του βιβλίου είναι η ζωή σε μια ελληνική λαϊκή συνοικία της Σμύρνης στις αρχές του 20ού αιώνα, και η έμμεση ανάδειξη των κοινωνικών και εθνικών στοιχείων που έφεραν τελικά την Καταστροφή του 1922 και τον αφελληνισμό της Μικράς Ασίας. Ο υπότιτλός του (Τα σαραντάχρονα μιας χαμένης πολιτείας) δίνει στο βιβλίο χαρακτήρα μνημόσυνου, δηλαδή οριστικού τέλους.

Ο συγγραφέας και το βιβλίο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κοσμάς Πολίτης έγραψε το μυθιστόρημα Στου Χατζηφράγκου όταν ήταν 74 ετών, και ήδη καταξιωμένος πεζογράφος και μεταφραστής[1]. Ο ίδιος είχε ζήσει την Μικρασιατική Καταστροφή, αλλά, σε αντίθεση με άλλους συγγραφείς της Γενιάς του 1930, μέχρι τότε δεν είχε γράψει τίποτα το σχετικό. Έτσι γι' αυτόν, τα σαραντάχρονα από τα γεγονότα του 1922 ήταν η αφορμή για να εκφράσει τον πόνο του, με τον δικό του τρόπο, για την απώλεια της νεανικής αθωότητας και του σμυρνέικου χώρου που φιλοξένησε αυτή την αθωότητα. Ταυτόχρονα, είχε την ευκαιρία να δώσει τις δικές του πολιτικές εξηγήσεις για ένα ιστορικό γεγονός που άφησε μεγάλες πληγές στον ευρύτερο Ελληνισμό[2].

Το βιβλίο γράφτηκε μέσα σε πέντε μήνες (Μάιος–Σεπτέμβριος 1962) για να δημοσιευθεί κατόπιν σε 36 συνέχειες στο περιοδικό Ταχυδρόμος κατά την περίοδο 1962–1963 (τεύχη 452–487)[3]. Οι συνέχειες στον Ταχυδρόμο κοσμούνταν από σκίτσα του Μίνω Αργυράκη. Για την δημοσίευση στον Ταχυδρόμο, μάλλον μεσολάβησε ο Γ.Π. Σαββίδης[4], ο οποίος προλόγισε και την πρώτη έκδοση σε βιβλίο.

Χρόνος, πρόσωπα και υπόθεση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο χρόνος του μυθιστορήματος είναι το 1901 ή το 1902[5], από τον Μάιο έως τον Φεβρουάριο του επόμενου έτους. Κύρια πρόσωπα είναι τα παιδιά της σμυρνέικης φτωχογειτονιάς Χατζηφράγκου[6], όπου κατοικούν Ρωμιοί.

Στην παρέα των παιδιών δυο αγόρια ξεχωρίζουν: ο Αρίστος Μαυρέας, μαθητής άριστος και πολύ ευαίσθητος, και ο Σταυράκης του Αμανατζή, που είναι κακός μαθητής και περνάει δύσκολα μέσα στην φτωχή και δυσλειτουργική οικογένειά του. Κοντά σ' αυτά τα δυο παιδιά ξεχωρίζουν επίσης: ο δεκαεπτάχρονος Παντελής, που ερωτεύεται την εβραιοπούλα σιόρα Φιόρα Σιμωνά από την Κέρκυρα· ο εβραίος Ζαχαρίας Σιμωνάς, σύζυγος της σιόρας Φιόρας, ο οποίος παίζει καλό ούτι· και ο παπα-Νικόλας Παπανικολάου, πνεύμα ανήσυχο με μόρφωση, καλλιέργεια και αναζητήσεις πολύ περισσότερες από τον μέσο κλήρο. Τέλος, μια τραγική φιγούρα του μυθιστορήματος είναι ο Γιακουμής, που ερωτεύεται το Κατερινάκι, την παντρεύεται και την χάνει στην πυρπόληση της Σμύρνης το 1922, για να καταλήξει κατόπιν πρόσφυγας χωρίς οικογένεια στην Αττική.

«Εἶδες ποτέ σου πολιτεία νὰ σηκώνεται ψηλά; Δεμένη ἀπὸ χιλιάδες σπάγγοι ν' ἀνεβαίνει στὰ οὐράνια; Ἔ, λοιπόν, οὔτε εἶδες οὔτε θὰ μεταδεῖς ἕνα τέτοιο θάμα.»[7]

Κεντρικός άλλά χαλαρός άξονας του μυθιστορήματος είναι η «περίεργη φιλία»[8] του Αρίστου με τον Σταυράκη. Ο πρώτος δείχνει οίκτο και αγάπη για τον δεύτερο. Τον βοηθάει στα μαθήματα, προσέχει την αγαπημένη του σκυλίτσα, περνάει ώρες μαζί του. Όμως ο Σταυράκης ζει καθημερινά δράματα στην οικογένειά του· και τα δράματα αυτά του γίνονται ψυχικά τραύματα. Έτσι, ενώ συμπαθεί τον Αρίστο, ταυτόχρονα αισθάνεται «ἀσύνειδο φθόνο γιὰ τὴν ἥσυχη οἰκογενειακή ζωή του»[8]. Η ζήλεια θα οδηγήσει τελικά τον Σταυράκη σε μια έκρηξη θυμού, στον φόνο του φίλου του και στην αυτοκτονία.

Γύρω από την υπόθεση αυτή, μέσα σε δώδεκα κεφάλαια, ο συγγραφέας ξετυλίγει και άλλες μυθιστορίες φτιαγμένες από «αγαπημένες μνήμες, εξωραϊσμένες κάποτε από την απόσταση του χρόνου, αλλά και κοιταγμένες μέσα από το φακό της πικρής εμπειρίας, που […] απεκόμισε από την κατοπινή πορεία του στη ζωή, στην ίδια αυτή πολιτεία και στην ελεύθερη Ελλάδα»[9]. Μερικά γεγονότα που αφηγείται ο Πολίτης έχουν ιστορική βάση, αλλά δεν είναι πολύ γνωστά: τέτοια γεγονότα είναι π.χ. οι συχνές επιθέσεις — για λόγους μάλλον τυφλού αντισημιτισμού — Ελλήνων κατά Εβραίων που ζούσαν επίσης στην Σμύρνη[10].

«Ἐκεῖνο τὸ πρωί, λοιπόν, πρωτοβγῆκε ξανὰ καὶ μιὰ δικιά μας ἐφημερίδα. Πρώτη καὶ τελευταία φορά. Ἤγραφε πὼς μᾶς πλανέψανε οἱ Ἕλληνοι, πὼς οἱ Τοῦρκοι εἶναι καλοὶ ἄνθρωποι, πὼς πρέπει ν' ἀνανήψομε, τὴ θυμᾶμαι αὐτὴ τὴ λέξη ἂν καὶ δὲν ξέρω τί θὰ πεῖ — ἄκου! ἄκου! αὐτὲς ποὺ τρία χρόνια μᾶς πιπιλίζανε τὸ μυαλὸ γιὰ λευτεριὰ καὶ δόξα, γιὰ περιούσιο λαό, γιὰ Πόλη καὶ Ἅγια Σοφιά, καὶ στέλνανε τὸν Τοῦρκο στὴν Κόκκινη Μηλιά.»[11]

Μεταξύ του 7ου και του 8ου κεφαλαίου, παρεμβάλλεται σαν χορικό σε αρχαία τραγωδία[12], ένα αναρίθμητο κεφάλαιο, με το οποίο ο συγγραφέας κάνει ένα άλμα στο μέλλον μέσα από την αφήγηση του Γιακουμή. Στην «Πάροδο», δίνεται μια μοναδική περιγραφή της ομορφιάς της Σμύρνης με τα τσερκένια (χαρταετοί) πριν από την καταστροφή και του τραγικού τέλους αυτής της ομορφιάς με την πυρπόληση της πόλης τον Σεπτέμβριο του 1922.

Το μυθιστόρημα είναι γραμμένο στο σμυρνέικο ιδίωμα, με πολλές λέξεις τουρκικής προέλευσης, αλλά και λέξεις γαλλικές κ.ά. που μεταφέρονται αυτούσιες.

Ο ίδιος ο συγγραφέας, σε σημείωμά του στην αρχή της α΄ έκδοσης γράφει πως παρασύρθηκε «σὲ πολλὰ μέρη ἀπὸ τὸ γλωσσικὸ καὶ συνταχτικὸ ἰδιωματισμὸ τῆς χαμένης πολιτείας»[13]. Κατά τον Mackridge, ο Πολίτης δεν παρασύρθηκε στο γλωσσικό του ύφος, αλλά ήταν πρόθεσή του «να αναστήσει ένα χώρο, επιχειρώντας μια γλωσσική χαρτογράφηση της παλιάς Σμύρνης»[14]. Πάντως, κατά τον Κουμανταρέα, στο βιβλίο «υπάρχει μια υπερβολική συσσώρευση ανατολίτικης ντοπιολαλιάς» που πιθανώς δυσκολεύει τους νεότερους αναγνώστες που δεν είναι εξοικειωμένοι με τα μικρασιατικά ιδιώματα[4]. Επιφυλακτική «για την ηθογραφική προέλευση και κατάχρηση των ιδιωματισμών» δήλωσε επίσης η κριτικός Βεατρίκη Σπηλιάδη[15].

«Πλάι τους ἁπλωνότανε ἡ κάτω πολιτεία, μὲ τὰ μπερδεμένα σοκάκια της, τοὺς τρούλλους καὶ τὰ καμπαναριά. Τὸ πιὸ ψηλό, εἴτανε τῆς Ἅγιας Φωτεινῆς, τὸ ψηλότερο χτίριο τῆς πολιτείας, τριαντατρία μέτρα, ὅσα καὶ τὰ χρόνια τοῦ Χριστοῦ.»[16]
Στην εικόνα το καμπαναριό της Αγίας Φωτεινής στην Σμύρνη πριν από το 1922. Καταστράφηκε από τους Τούρκους με δυναμίτιδα στο διάστημα από 15 έως 20 Σεπτεμβρίου 1922[17].

Οι Έλληνες κριτικοί υποδέχθηκαν το μυθιστόρημα με πολύ θετικά σχόλια. Άλλωστε το γνώριζαν ήδη πριν βγει σε βιβλίο, από το περιοδικό Ταχυδρόμος. Ο Γ.Π. Σαββίδης, στον πρόλογο της πρώτης έκδοσης, έσπευσε να το χαρακτηρίσει «αναμφισβήτητο μνημείο»[18]. Και ο Βαρίκας, ένας από τους πιο γνωστούς κριτικούς της εποχής εκείνης, χαρακτήρισε το μυθιστόρημα «απόκτημα για την [ελληνική] πεζογραφία» και εξήρε τις ικανότητες του συγγραφέα ως τοπιογράφου. Ο Βαρίκας επέκρινε ωστόσο τον χαλαρό δεσμό των ιστοριών, εκ των οποίων κάποιες «θα μπορούσαν απομονωμένες να θεωρηθούν αυτοτελή πεζογραφήματα, χωρίς τίποτε να θυμίζει την ένταξή τους σε μια ενότητα»[9]. Σημειώνεται ότι ο Βαρίκας ήταν επίσης στην εξαμελή επιτροπή η οποία πρότεινε «παμψηφεί» τον Πολίτη για το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος του 1964 για το συγκεκριμένο βιβλίο. Και πράγματι, ο συγγραφέας τιμήθηκε με το Βραβείο, το οποίο συνοδεύονταν με το σημαντικό για την εποχή εκείνη χρηματικό έπαθλο των 25.000 δρχ.

Το 1979, ένα απόσπασμα από το βιβλίο δημοσιεύθηκε στα Κείμενα Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας για την Γ΄ Γυμνασίου[19]. Το 1984, σε ένα αφιέρωμα του περιοδικού Διαβάζω, ο Μένης Κουμανταρέας τόνισε πως το μυθιστόρημα «ακτινοβολεί νεότητα, συνάμα και μια στοχαστική και θωπευτική ματιά πάνω στα ανθρώπινα», και ότι αποτελεί τον απολογισμό «μιας χαμένης ευτυχίας κι ένα τέλος εποχής»[4]. Στο ίδιο περιοδικό, ο Τάσος Κόρφης παρατήρησε πως υπάρχουν πέντε βασικά στοιχεία στο μυθιστόρημα Στου Χατζηφράγκου [20]:

  1. θαυμασμός για την αθωότητα, την τρυφερότητα αλλά και την σκληρότητα των παιδιών,
  2. παγανισμός που υποβόσκει «κάτω από το φανερό»,
  3. μυθοποίηση των πραγμάτων,
  4. φανατισμός των μαζών «από ενδογενή ή εξωτερικά αίτια», και
  5. μίσος για την εξουσία «που εμποδίζει τη διαφώτιση του ανθρώπου, την ανακούφιση του πόνου, το δίκαιο του φτωχού».

Ο Peter Mackridge, που επιμελήθηκε την γ΄ έκδοση του βιβλίου το 1988, βρήκε ότι το συγκεκριμένο έργο του Πολίτη είναι συγκρίσιμο με κορυφαία έργα των Προυστ (Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο), του Τζόυς (Οδυσσέας) και του Παπαδιαμάντη. Κατά τον Mackridge, κύριοι άξονες του μυθιστορήματος είναι τρία προσωπικά δράματα: του παπα-Νικόλα, που έρχεται αντιμέτωπος με το ίδιο του το πιστεύω· του Παντελή, που αυτοπαγιδεύεται σε έναν αδιέξοδο έρωτα· και του Σταυράκη, που σκοτώνει τον μοναδικό του φίλο — τα υπόλοιπα περιστατικά που αφηγείται ο Πολίτης είναι κατά τον Mackridge απλές παρεκβάσεις[14]. Ο Χριστόφορος Μηλιώνης σημείωσε, μετά τον Mackridge, πως το Στου Χατζηφράγκου είναι μια πυραμιδοειδής αφήγηση βασισμένη σε «μικρές καταστροφές», οι οποίες «συμβάλλονται και κορυφώνονται» στην «μεγάλη Καταστροφή» της Σμύρνης[21].

Το μυθιστόρημα, κατά τον Mackridge, εντάσσεται στην λεγόμενη «Λογοτεχνία των Προσφύγων» από την Κωνσταντινούπολη και την Μικρά Ασία, δηλαδή στην εργογραφία των Ελλήνων πεζογράφων που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους μετά την Μικρασιατική Καταστροφή (Δούκας, Κόντογλου, Βενέζης, Ιορδανίδου, κ.ά.)[22]. Στο ίδιο πνεύμα, η Έρη Σταυροπούλου έχει συγκρίνει το Στου Χατζηφράγκου με το μυθιστόρημα της Διδώς Σωτηρίου Ματωμένα χώματα, το οποίο είχε κυκλοφορήσει για πρώτη φορά το 1962, σχεδόν τον ίδιο χρόνο με το έργο του Πολίτη[23].

Παρά την απήχησή του στην Ελλάδα, το μυθιστόρημα Στου Χατζηφράγκου μεταφράστηκε μόνο σε δύο γλώσσες:

  • Στα Τουρκικά: Kozmas Politis, Yitik Kentin Kırk Yılı İzmir’in Hacı Frangu Semtinden [Σαράντα χρόνια της χαμένης σμυρνέικης συνοικίας του Χατζηφράγκου], Türkçesi: Osman Bleda. Belge Yayinlari, İstanbul 1992. ISBN 975-344-002-2.[24]
  • Στα Γαλλικά: Cosmas Politis, Avant que la ville brûle [Πριν καεί η πόλη], traduit du grec par Michel Volkovitch, Éditions publie.net/Hachette, Paris 2016. ISBN 978-2-37177-439-1.
  1. Από το 1930 έως το 1962, ο Πολίτης είχε ήδη δημοσιεύσει τέσσερα μυθιστορήματα, μια συλλογή με διηγήματα και νουβέλες καθώς και ένα θεατρικό έργο. Είχε επίσης μεταφράσει πολλά μυθιστορήματα στα Ελληνικά (Mackridge, 1984).
  2. Οι απόψεις που εκφράζει ο Πολίτης για τα αίτια της Μικρασιατικής Καταστροφής (Πολίτης, 1963· σσ. ια΄ και 176) συμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό με την γενικότερη ελληνική αριστερή ιστοριογραφία, η οποία αποδίδει τα γεγονότα σε ελληνικό σωβινισμό, που τροφοδοτήθηκε από κοινωνικές ανισότητες και παρεμβάσεις ξένων καπιταλιστικών και ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, κυρίως της Αγγλίας (Ψυρούκης, 1964).
  3. Mackridge (1984).
  4. 4,0 4,1 4,2 Κουμανταρέας (1984).
  5. «Ἡ βασίλισσα Βικτώρια εἶχε πεθάνει μόλις τὸν περασμένο χρόνο» (Πολίτης, 1963· σ. 149). Η βασίλισσα της Μεγάλης Βρετανίας Βικτώρια πέθανε στις 22 Ιανουαρίου 1901.
  6. Η γειτονιά Χατζηφράγκου ήταν στο εσωτερικό της Σμύρνης, δυτικά από τις γραμμές του τρένου που κατέληγαν στον Σταθμό Αϊδινίου και στον βραχίονα της Πούντας.
  7. Πολίτης (1963), σσ. 170-171.
  8. 8,0 8,1 Πολίτης (1963), σ. 66.
  9. 9,0 9,1 Βαρίκας (1964).
  10. Κατά τους Deutsch και Galante (1906), στην Σμύρνη «στις 9 Μαρτίου 1901, ένας νεαρός Έλληνας, ονόματι Ανέστης Καλιόπουλος, χάθηκε ξαφνικά και, καθώς όλες οι έρευνες γι' αυτόν αποδείχθηκαν άκαρπες, οι Έλληνες προετοιμάζονταν να επιτεθούν στους Εβραίους. Ο γενικός κυβερνήτης, Κιαμίλ πασάς [Mehmet Kâmil Paşa (1833–1913), ο επονομαζόμενος "Κύπριος" λόγω της καταγωγής του από την Κύπρο], κάλεσε αμέσως την φρουρά και την αστυνομία, ενώ πολλές εβραϊκές ομάδες έσπευσαν να αμυνθούν. Ακολούθησε σύγκρουση κατά την οποία πολλοί Έλληνες τραυματίστηκαν, και μέσα στην σύγχυση βρέθηκε ζαλισμένος και ο Καλιόπουλος.»
  11. Πολίτης (1963), σ. 175.
  12. Πολίτης (1963β).
  13. Πολίτης (1963), σ. ε΄.
  14. 14,0 14,1 Mackridge (1988).
  15. Σπηλιάδη (1964).
  16. Πολίτης (1963), σ. 67.
  17. www.levantineheritage.com/ayafotini.htm Αρχειοθετήθηκε 2017-11-03 στο Wayback Machine. (ανακτήθηκε στις 31 Οκτ. 2017).
  18. Σαββίδης (1963).
  19. Πολίτης (1979).
  20. Κόρφης (1984).
  21. Μηλιώνης (1989).
  22. Mackridge (1992).
  23. Σταυροπούλου (2007).
  24. Για την υποδοχή του μυθιστορήματος από το τουρκικό αναγνωστικό κοινό, βλ. Neyzi (2008).
  • Βαρίκας, Βάσος (1964). «Νοσταλγική μνήμη μιας χαμένης πολιτείας. Κ. Πολίτη: Στου Χατζηφράγκου». Εφημ. Το Βήμα (Αθήνα), 22 Μαρτίου. Επίσης στο: Βαρίκας, Βάσος (1975). Συγγραφείς και κείμενα Α΄ (1961-1965), Ερμής, Αθήνα, σσ. 200-202.
  • Καραντώνης, Ανδρέας (1974). «Κοσμάς Πολίτης». Νέα Εστία, τχ. 1121 (15 Μαρτίου), σσ. 406-409.
  • Κουμανταρέας, Μένης (1985). «Ο Παρασκευάς που έγινε Κοσμάς». Διαβάζω, τχ. 116, (9 Απριλίου), σσ. 13-22.
  • Κόρφης, Τάσος (1985). «Η επιστροφή ενός κοσμοπολίτη». Διαβάζω, τχ. 116, (9 Απριλίου), σσ. 28-31.
  • Μηλιώνης, Χριστόφορος (1989). «Γιατί το σκότωσε το παιδί;» Η λέξη, τχ. 87 (Σεπτέμβριος), σσ. 770-775.
  • Πολίτης, Κοσμάς (1963). Στοῦ Χατζηφράγκου. Τὰ σαραντάχρονα μιᾶς χαμένης πολιτείας. Εκδόσεις Α. Καραβία, Αθήναι.
  • Πολίτης, Κοσμάς (1963β). Επιστολή προς την Μέλπω Αξιώτη, 9 Δεκεμβρίου. Στο: Καλλίνης, Γιώργος (2004). «"Αγαπητή Μέλπω". Οκτώ επιστολές του Κοσμά Πολίτη προς τη Μέλπω Αξιώτη». Νέα Εστία, τχ. 1767 (Μάιος), σσ. 741-753.
  • Πολίτης, Κοσμάς (1979). «Στοῦ Χατζηφράγκου (απόσπασμα)». Στο: Γρηγοριάδης, Ν., Καρβέλης, Δ., Μπαλάσκας, Κ. και Παγανός, Γ. (1979), Κείμενα Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας Γ΄ Γυμνασίου, Αθήνα, Οργανισμός Εκδόσεων Διδακτικών Βιβλίων, σσ. 337-339.
  • Σαββίδης, Γ. Π. (1963). «Μια συνομιλία με το συγγραφέα». Στο: Πολίτης, Κοσμάς (1963). Στου Χατζηφράγκου, Εκδόσεις Α. Καραβία, Αθήναι, σσ. ζ΄-ια΄.
  • Σπηλιάδη, Βεατρίκη (1964). «Κοσμά Πολίτη: Στου Χατζηφράγκου» (κριτική). Επιθεώρηση Τέχνης, τχ. 113 (Μάιος), σσ. 474-476.
  • Σταυροπούλου, Έρη (2007). «Μνήμη πατρίδας: Διδώ Σωτηρίου, Ματωμένα χώματα· Κοσμάς Πολίτης, Στου Χατζηφράγκου». Αντί, τχ. 889 (23 Φεβρουαρίου), σσ. 48-55.
  • Ψυρούκης, Νίκος (1964). Μικρασιατική καταστροφή (1918-1923). Ανεξάρτητος Δρόμος, Αθήνα.
  • Deutsch, Gotthard and Galante, Abraham (1906). "Smyrna." Jewish Encyclopedia, New York, vol. 11, pp. 414–417.
  • Mackridge, Peter (1984). «Εργογραφία Κοσμά Πολίτη». Διαβάζω, τχ. 116, (9 Απριλίου), σ. 47.
  • Mackridge, Peter (1988). «H ποιητική του χώρου και του χρόνου Στου Xατζηφράγκου». Στο: Πολίτης, Κοσμάς (1988). Στου Xατζηφράγκου. Eρμής, Αθήνα, σσ. 27*-63*.
  • Mackridge, Peter (1992). "Kosmas Politis and the literature of exile." Δελτίο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, τόμ. 9, σσ. 223-239.
  • Neyzi, Leyla (2008). "Remembering Smyrna/Izmir: Shared History, Shared Trauma." History and Memory, vol. 20, no. 2, pp. 106-127.