Ρουσλάν και Λουντμίλα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ρουσλάν και Λουντμίλα
Εικονογράφηση της έκδοσης του 1820
ΣυγγραφέαςΑλεξάντρ Σεργκέγεβιτς Πούσκιν
ΤίτλοςРуслан и Людмила
ΓλώσσαΡωσικά
Ημερομηνία δημιουργίας1818
Ημερομηνία δημοσίευσης1820
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ρουσλάν και Λουντμίλα (ρωσικός τίτλος:Руслан и Людмила) είναι αφηγηματικό ποίημα με επικά και φανταστικά στοιχεία του Αλεξάντρ Πούσκιν, που δημοσιεύτηκε το 1820.[1]

Το έργο περιέχει στοιχεία παρωδίας και συνδυάζει τους θρύλους με τα ιστορικά στοιχεία και το κωμικό με το ηρωικό, υπερβαίνοντας τη μορφή του κλασικού έπους. Το ποίημα έκανε τον συγγραφέα διάσημο σε όλη τη Ρωσία.[2]

Η πλοκή του ποιήματος είναι αρκετά απλή: η Λουντμίλα, η κόρη του Βλαντιμίρ της Ρωσίας του Κιέβου, απάγεται τη νύχτα του γάμου της από τον κακό μάγο Τσερνομόρ και ο αγαπημένος της σύζυγος, ο γενναίος ιππότης Ρουσλάν, ξεκινά να τη σώσει. Ωστόσο, υπάρχουν πολλές δευτερεύουσες πλοκές, ιδιαίτερα αφού η Λουντμίλα έχει τρεις ακόμη μνηστήρες που τη διεκδικούν και στην ιστορία εμπλέκονται υπερφυσικές δυνάμεις.[3]

Έχει διασκευαστεί στην ομώνυμη όπερα του Μιχαήλ Γκλίνκα, σε μπαλέτο και στον κινηματογράφο.[4]

Συγγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πούσκιν άρχισε να γράφει το ποίημα το 1817, ενώ φοιτούσε στο λύκειο στο Τσάρσκογιε Σελό, ανταποκρινόμενος στην παρότρυνση της λογοτεχνικής εταιρείας Αρζαμάς, της οποίας ήταν μέλος, για δημιουργία εθνικών ρωσικών ηρωικών επών για την ενίσχυση της ρωσικής λογοτεχνίας. Βασίστηκε σε παλιά ρωσικά παραμύθια που είχε ακούσει ως παιδί.[5]

Το ποίημα ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 1820 και αμέσως προκάλεσε έντονη αίσθηση στους λογοτεχνικούς κύκλους. Ο Βασίλι Ζουκόφσκι, το ποίημα του οποίου Οι Δώδεκα Κοιμωμένες Κόρες παρωδούσε ο Πούσκιν, έστειλε στον νεαρό συγγραφέα μια αφιέρωση: «Στον νικητή μαθητή από τον ηττημένο δάσκαλο».[1]

Πριν εκδοθεί το 1820, ο Πούσκιν εξορίστηκε στη νότια Ρωσία για πολιτικές ιδέες που είχε εκφράσει σε άλλα έργα. Μια ελαφρώς αναθεωρημένη έκδοση δημοσιεύθηκε το 1828.

Ιστορική βάση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σκηνογραφία για την όπερα

Κάποια από τα γεγονότα και τα ονόματα στο ποίημα έχουν ιστορική βάση. Η ιστορία διαδραματίζεται την εποχή που το Κίεβο (η πρωτεύουσα της σύγχρονης Ουκρανίας) ήταν η πρωτεύουσα του ανατολικού σλαβικού κράτους της Ρωσίας. Ο Μέγας Βλαδίμηρος κυβέρνησε αυτό το κράτος από το 980 έως το 1015. Το όνομα Ρουσλάν είναι δανεισμένο από τον λαϊκό λογοτεχνικό ήρωα Γερουσλάν Λαζάρεβιτς, ο οποίος εμφανίζεται σε προηγούμενες ρωσικές ιστορίες και αναφέρεται στον Μαυριτανό του Μεγάλου Πέτρου του Πούσκιν. Ο Ρογκντάι και ο Φάρλαφ αναφέρονται στην Ιστορία του Ρωσικού Κράτους του Νικολάι Καραμζίν.

Οι Πετσενέγκοι, που αναφέρονται στο τελευταίο άσμα, πολιόρκησαν την πόλη του Κιέβου το 968, και πάλι (σε μια ημερομηνία που ταιριάζει με τη χρονολογία του ποιήματος) το 997. Οι περιγραφές της μάχης είναι ιστορικά ακριβείς σε σχέση με όπλα και τακτικές που χρησιμοποιήθηκαν τον 10ο αιώνα.

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ποίημα αποτελείται από μια αφιέρωση, πρόλογο, έξι άσματα και επίλογο.

Αφιέρωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πούσκιν αφιερώνει το ποίημα σε ανώνυμες νεαρές «βασίλισσες της ψυχής του» και δηλώνει ότι η ανταμοιβή του είναι η ελπίδα ότι κάποια ερωτοχτυπημένη κοπέλα θα διαβάσει το ποίημα στα κρυφά.

Πρόλογος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η γάτα στην πράσινη βελανιδιά

Σε έναν σύντομο πρόλογο, ο αφηγητής περιγράφει μια πράσινη βελανιδιά δίπλα στη θάλασσα, πάνω στην οποία μια γάτα περπατά πέρα ​​δώθε πάνω σε μια χρυσή αλυσίδα. Όταν η γάτα περπατά προς τα δεξιά, τραγουδά - στα αριστερά λέει ιστορίες. Σ' αυτό το μαγικό μέρος, ζωντανεύουν παραμύθια, ιστορίες για νεράιδες, ξωτικά και μάγισσες όπως το πνεύμα του δάσους Μπάμπα Γιαγκά. Ο αφηγητής μας λέει ότι έχει πάει εκεί και η γάτα του αφηγήθηκε ιστορίες, μεταξύ των οποίων και την ακόλουθη.[6]

Πρώτο άσμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιστορία ξεκινά στο Κίεβο με ένα γλέντι που έδωσε ο πρίγκιπας Βλαντιμίρ για να γιορτάσει τον γάμο της κόρης του Λουντμίλας με τον γενναίο πολεμιστή Ρουσλάν. Ανάμεσα στους καλεσμένους είναι οι ζηλότυποι αντίζηλοι του Ρουσλάν, ο τολμηρός Ρογκντάι, ο δειλός, καυχησιάρης Φάρλαφ και ο νεαρός Χαζάρος Ρατμίρ. Τη νύχτα του γάμου, μόλις το ζευγάρι αποσύρθηκε, μια παράξενη παρουσία γεμίζει την κρεβατοκάμαρα, συνοδευόμενη από βροντές και κεραυνούς και ο Ρουσλάν ανακαλύπτει ότι η νύφη του έχει εξαφανιστεί μυστηριωδώς. Στο άκουσμα της εξαφάνισης, θυμωμένος ο Βλαντιμίρ ακυρώνει τον γάμο και υπόσχεται το χέρι της κόρης του σε όποιον καταφέρει να τη φέρει πίσω. Ο Ρουσλάν και οι τρεις αντίζηλοι ξεκινούν έφιπποι.[7]

Κοστούμι για την όπερα, Ιβάν Μπιλίμπιν (1905)

Ο Ρουσλάν συναντά σε μια σπηλιά έναν ηλικιωμένο ερημίτη, ο οποίος του λέει ότι ο κακός μάγος Τσερνομόρ, ένας νάνος με γένια ένα μέτρο, απήγαγε τη Λουντμίλα, όπως και πολλές νύφες πριν, και προφητεύει στον Ρουσλάν ότι μετά από περιπέτειες θα νικήσει τον μάγο και θα βρει σώα τη Λουντμίλα. Ο ίδιος είναι Φινλανδός και αφηγείται την ιστορία του: ως νεαρός είχε ερωτευτεί μια όμορφη κοπέλα, τη Νάινα, η οποία τον απέρριψε. Για να κερδίσει την αγάπη της προσπάθησε να γίνει ένδοξος πολεμιστής, αλλά όταν πάλι τον απέρριψε, πέρασε χρόνια μελετώντας μαγικές τέχνες. Μετά από πολλά χρόνια έμαθε ένα ξόρκι που θα την έκανε να τον αγαπήσει. Η Νάινα τον ερωτεύτηκε πράγματι - αλλά πλέον είχε γίνει 70χρονη μάγισσα και αυτός δεν την ήθελε πια, έτσι έφυγε μακριά. Από τότε η Νάινα τον κυνηγάει για να τον εκδικηθεί και σίγουρα θα πάρει την εκδίκησή της και από τον Ρουσλάν. Του αποκαλύπτει επίσης ότι η μαγική του δύναμη του Τσερνομόρ βρίσκεται στη γενειάδα του.[8]

Δεύτερο άσμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο μάγος Τσερνομόρ

Εμφανίζεται μια ηλικιωμένη γυναίκα, η Νάινα, και δείχνει στον Ρογκντάι το δρόμο για να βρει τον Ράσλαν και να τον σκοτώσει. Ο Ρογκντάι ακολουθεί τη συμβουλή της, αλλά πρώτα συναντά τον Φάρλαφ και παραλίγο να τον σκοτώσει πριν καταλάβει το λάθος του. Η Νάινα εμφανίζεται επίσης και στον Φάρλαφ με τη συμβουλή να αποσυρθεί σε ένα σπίτι κοντά στο Κίεβο και να περιμένει.

Η ιστορία στρέφεται για λίγο στη μοίρα της Λουντμίλας που ξυπνά σε ένα υπέροχο κάστρο, όπου τρεις υπηρέτριες είναι έτοιμες να εκπληρώσουν κάθε της επιθυμία. Της δείχνουν έναν όμορφο κήπο μέσα στο μαγεμένο κάστρο, αλλά τριγύρω βρίσκεται μια φρικτή παγωμένη έρημος. Απαρηγόρητη, η Λουντμίλα περπατά στον κήπο όλη μέρα. Τη νύχτα, ένας καμπούρης νάνος την πλησιάζει, είναι ο μάγος Τσερνομόρ που τον μεταφέρουν δέκα υπηρέτες. Εκείνη ούρλιαξε τόσο δυνατά που οι υπηρέτες όρμησαν έξω και εκείνος έπεσε στο έδαφος, σκοντάφτοντας πάνω στη μακριά γενειάδα του. Καθώς φεύγει, του πέφτει το καπέλο του.[9]

Στις όχθες του Δνείπερου, ο Ρογκντάι βρίσκει τον Ρουσλάν και ρίχνεται πάνω του. Στη μακρά μονομαχία τους, οι δύο ιππότες σπάζουν τα όπλα τους, ο Ρουσλάν νικάει και πετά τον αναίσθητο Ρογκντάι στον ποταμό, όπου πνίγηκε.

Τρίτο άσμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ρουσλάν αντιμετωπίζει το κεφάλι, πίνακας του Νικολάι Γκε

Η μάγισσα Νάινα εμφανίζεται στο κάστρο του Τσερνομόρ και προσφέρει στον μάγο τη βοήθειά της για να καταστρέψουν μαζί τον ηλικιωμένο Φινλανδό.

Ο Τσερνομόρ πηγαίνει στο δωμάτιο της Λουντμίλας, αλλά η κοπέλα είναι άφαντη γιατί όταν δοκίμασε το καπέλο του μάγου εκείνο το πρωί, ανακάλυψε ότι ήταν μαγικό και όταν το φορούσε γινόταν αόρατη. Έτσι μπόρεσε να κρύβεται στον κήπο για μέρες και να γλιτώσει από τους υπηρέτες που την αναζητούσαν.

Εν τω μεταξύ, ο Ρουσλάν βρίσκεται σε ένα παλιό πεδίο μάχης γεμάτο όπλα και οστά από προηγούμενες μάχες. Παίρνει μια νέα ασπίδα και δόρυ για να αντικαταστήσει τα σπασμένα του όπλα, αλλά δεν βρίσκει σπαθί. Τη νύχτα, ανακαλύπτει το τεράστιο κεφάλι ενός γίγαντα, που ήταν ακόμα ζωντανός αλλά κοιμόταν. Το χτυπά με το δόρυ, το κεφάλι πέφτει αποκαλύπτοντας ένα σπαθί, το οποίο παίρνει. Ο Ρουσλάν μαθαίνει από το ετοιμοθάνατο κεφάλι ότι ήταν κάποτε γίγαντας και ότι ο αδερφός του Τσερνομόρ τον αποκεφάλισε με πονηριά και τοποθέτησε το κεφάλι του στην ερημιά για να κρατήσει το σπαθί μακριά του, καθώς σύμφωνα με μια παλιά προφητεία θα έφερνε κακοτυχία και στους δύο. Το κεφάλι καλεί τον Ρουσλάν να εκδικηθεί.[5]

Τέταρτο άσμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο φλογερός Χαζάρος Ρατμίρ στο ταξίδι του συνάντησε ένα μαγεμένο κάστρο με δώδεκα εξίσου φλογερές κοπέλες που τον περιποιήθηκαν και σύντομα ξέχασε τη Λουντμίλα, το Κίεβο και την αναζήτηση.

Η Λουντμίλα συνεχίζει να ξεφεύγει από τον Τσερνομόρ παραμένοντας αόρατη, αλλά ο μάγος παίρνει τη μορφή του Ρουσλάν και την καλεί με τη φωνή του. Έτσι καταφέρνει τελικά να την πιάσει και τη ρίχνει σε έναν μαγεμένο ύπνο.[10]

Πέμπτο άσμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μάχη του Τσερνομόρ με τον Ρουσλάν. Λιθογραφία, 1887.

Εκείνη τη στιγμή εμφανίζεται ο Ρουσλάν με το άλογό του μπροστά στο κάστρο και προκαλεί τον Τσερνομόρ σε μονομαχία. Ο Τσερνομόρ, που μπορούσε να πετάξει, του επιτίθεται από ψηλά. Ο Ρουσλάν πιάνει τα γένια του και τον αναγκάζει να πετάει στον αέρα για τρεις μέρες ενώ ο Ρουσλάν κρεμόταν από τα γένια του, μέχρι που ο μάγος παρακαλάει για έλεος και συμφωνεί να τον πάει στη Λουντμίλα. Ο Ρουσλάν ψάχνει στο παλάτι και περιπλανιέται στον κήπο, καλώντας τη Λουντμίλα, η οποία δεν εμφανίζεται. Τελικά τη βρίσκει αλλά η κοπέλα βρίσκεται σε λήθαργο και δεν τον ακούει.

Ο Ρουσλάν ξεκινάει, μεταφέροντας τη Λουντμίλα στην αγκαλιά του και τον Τσερνομόρ, που του έκοψε τη γενειάδα, σε ένα σάκο. Συναντά το κεφάλι, το οποίο, ικανοποιημένο που τον εκδικήθηκε, πεθαίνει εν ειρήνη. Σταματά να ξεκουραστεί σε ένα ρέμα και τον συναντά ένας ψαράς, ο οποίος αποδεικνύεται ότι είναι ο Ρατιμίρ. Εξηγεί ότι έχει γνωρίσει την αληθινή του αγάπη και δεν ενδιαφέρεται πια τη Λουντμίλα. Χωρίζονται σαν φίλοι.

Η Νάινα εμφανίζεται στον Φάρλαφ και του λέει ότι έφτασε η ώρα να δράσει. Ο Φάλσταφ βρίσκει τον Ρουσλάν, που σταμάτησε για τη νύχτα κοντά στο Κίεβο, να κοιμάται και τον χτυπά το σπαθί του. Καθώς παίρνει τη Λουντμίλα και φεύγει, ο Ρουσλάν υποκύπτει στα τραύματά του.

Έκτο άσμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γραμματόσημο της Σοβιετικής ένωσης, 1961

Ο Φάρλαφ επιστρέφει τη Λουντμίλα στον πατέρα της, του οποίου η αρχική ευτυχία μετατρέπεται σύντομα σε απόγνωση καθώς ανακαλύπτει ότι δεν μπορεί να την ξυπνήσει από τον βαθύ λήθαργο. Για να γίνουν τα πράγματα ακόμη χειρότερα, το Κίεβο βρίσκεται υπό πολιορκία ορδών Πετσενέγκων.

Ο Φινλανδός βρίσκει τον Ρουσλάν και τον ανασταίνει με το μαγικό νερό. Του δίνει και ένα δαχτυλίδι που μπορεί να ξυπνήσει τη Λουντμίλα, αλλά του λέει ότι πρέπει πρώτα να σώσει την πόλη από την εχθρική επίθεση. Ο Ρουσλάν επιστρέφει στο Κίεβο και οδηγεί τους υπερασπιστές της πόλης στη νίκη.

Ο Ρουσλάν αγγίζει το πρόσωπο της Λουντμίλα με το δαχτυλίδι και αυτή ξυπνά. Ο Βλαντιμίρ δίνει την ευλογία του στο ζευγάρι. Ο Ρουσλάν συγχωρεί τον Φάρλαφ και τον Τσερνομόρ.[11]

Επίλογος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ένα σχόλιο του συγγραφέα, που αναφέρεται στις «καλές μέρες που πέρασαν».

Διασκευές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ρουσλάν και Λουντμίλα 1938
  • Ρουσλάν και Λουντμίλα. Το «μεγάλο μαγικό-ηρωικό μπαλέτο» του Άνταμ Γκλουσκόφσκι σε μουσική του Φρίντριχ Σολτς (1821).
  • Το 1842, όπερα Ρουσλάν και Λουντμίλα του Μιχαήλ Γκλίνκα έκανε πρεμιέρα στην Αγία Πετρούπολη. Ο Nestor Kukolnik έγραψε το λιμπρέτο με βάση το πρότυπο του Πούσκιν.[12]
  • Το 1938, ομώνυμη κινηματογραφική ταινία σε σκηνοθεσία Ivan Nikitchenko και ο Viktor Neveschin.
  • 1968-1972. Ο Alexander Lukitsch Ptuschko κινηματογράφησε το υλικό με πολλά ειδικά εφέ στη Σοβιετική Ένωση. Ήταν η τελευταία του ταινία.
  • Το 2018, κυκλοφόρησε η ταινία κινουμένων σχεδίων υπολογιστή Μίλα και Ρουσλάν, βασισμένη σε αυτό το ποίημα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]