Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πόλη του Λέοντα Δ΄

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πόλη του Λέοντα Δ΄
Χάρτης
Είδοςοχυρωματικό τείχος
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°54′11″N 12°27′35″E
Διοικητική υπαγωγήΡώμη
ΧώραΒατικανό
Commons page Πολυμέσα

Η πόλη του πάπα Λέοντα Δ', λατινικά : Civitas Leonina είναι το τμήμα της πόλης της Ρώμης, που κατά τον Μεσαίωνα περικλειόταν από το Τείχος του Λέοντα Δ΄, που κτίστηκε με εντολή του πάπα Λέοντα Δ' τον 9ο αι. [1]

Αυτή η περιοχή βρισκόταν στη δυτική πλευρά του Τίβερη, απέναντι από τους επτά λόφους της Ρώμης, και δεν είχε περικλειστεί στα Αυρηλιακά Τείχη της αρχαίας πόλης, που κτίστηκαν μεταξύ 271 και 275. Μετά την ανάδειξη του Χριστιανισμού και την κατάρρευση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η περιοχή έπρεπε να αμυνθεί με την κατασκευή ενός νέου τείχους, που θα περιέκλειε την Παλαιά Βασιλική του Αγίου Πέτρου.

Σήμερα, η επικράτεια της πρώην πόλης του Λέοντα αποτελείται από το κράτος της πόλης του Βατικανού και τη ρωμαϊκή περιοχή (rione) του Μπόργκο.

Το τείχος του Λέοντα Δ΄ δεξιά και ο πύργος του Αγίου Ιωάννη αριστερά, μέσα στους κήπους του Βατικανού.

Το Τείχος του Λέοντα Δ΄, που ορίζει την Πόλη του Λέοντα Δ΄, κατασκευάστηκε από τον πάπα Λέοντα Δ' μετά την λεηλασία από μουσουλμάνους επιδρομείς της Παλαιάς Βασιλικής του Αγίου Πέτρου το 846.[2] Κτισμένο από το 848 έως το 852 ως η μόνη επέκταση που έγινε ποτέ στα τείχη της Ρώμης, αυτό το τείχος τριών χιλιομέτρων περικύκλωσε πλήρως τον λόφο του Βατικανού για πρώτη φορά στην ιστορία του.[3] Ο Λέων Γ' είχε κάνει μια αποτυχημένη αρχή, αλλά οι αναταραχές στην πόλη είχαν αναστείλει τις εργασίες, και οι Ρωμαίοι διέλυσαν τα τμήματα που είχαν ξεκινήσει και χρησιμοποίησαν το υλικό τους σε ιδιωτικές κατασκευές. [4] Ο πάπας Λέων Δ΄ χρησιμοποίησε τους εργάτες του στα κτήματά του, κατοίκους της γύρω επαρχίας, Σαρακηνούς που αιχμαλωτίστηκαν μετά τη ναυμαχία της Όστιας το 849, και χρηματοδότηση από αυτοκρατορική φραγκική δωρεά για να κατασκευάσει το τείχος, το οποίο είχε το σχήμα U από την όχθη του ποταμού στον Μαυσωλείο του Αδριανού, που σύντομα θα γίνει γνωστό ως Καστέλ Σαντ' Άντζελο, στις πλαγιές του λόφου του Βατικανού, που περικύκλωνε τη βασιλική και κατέβαινε ξανά στον ποταμό. Το τείχος κατασκευάστηκε από τόφφο και πλίνθους, είχε ύψος 40 ποδιών (12,2 μ.), με 44 ισχυρούς πύργους σε διαστήματα όσο να ρίξεις ένα βέλος. Ο τεράστιος στρογγυλός γωνιακός πύργος που εξακολουθεί να στέφει τον λόφο του Βατικανού, έχει τις ρίζες του σε αυτήν την κατασκευαστική επιχείρηση. [5]

Τρεις νέες πύλες έδιναν πρόσβαση στον πρόσφατα κλειστό Μπόργκο. Δύο ήταν στο τμήμα του τείχους που οδηγούσε πίσω από το Καστέλ Σαντ' Άντζελo: μια μικρή οπίσθια πύλη πίσω από το οχυρωμένο Μαυσωλείο, που ονομάστηκε Posterula S. Angeli, και αργότερα από τη γειτνίασή του με το Καστέλo ονομάστηκε Porta Castelli, και μια μεγαλύτερη, η κύρια πύλη από την οποία περνούσαν οι αυτοκράτορες, κοντά στην εκκλησία του Αγίου Περεγκρίνου, που ονομάζεται Porta Peregrini, αργότερα Porta S. Petri. [5] Μια τρίτη πύλη άνοιγε την πόλη του Λέοντα Δ΄ στην περιοχή (rione) του Tραστέβερε. Ένα φεστιβάλ εόρτασε την επίσημη ολοκλήρωση του τείχους, στις 27 Ιουνίου 852. [6]

Επιπλέον, κτίστηκαν πύργοι αλυσίδων κατά μήκος του ποταμού Τίβερη, για να απωθήσουν τις επιθέσεις των Σαρακηνών από το νερό.[3]

Το 1083, αφού αρνήθηκε να στέψει τον Ερρίκο Δ' ως τον επόμενο αυτοκράτορα της Γερμανίας, ο πάπας Γρηγόριος Ζ' βρέθηκε υπό πολιορκία στην πόλη του Λέοντα Δ΄. Όταν ο Ερρίκος Δ΄ κατέλαβε την πόλη, ο Γρηγόριος Ζ΄ κατέφυγε στο Καστέλ Σαντ' Άντζελo. Ο Γρηγόριος Ζ΄ απέδωσε την απώλεια της πόλης του Λέοντα Δ΄ στην πείνα και την αμέλεια, και όχι τόσο στο «το θάρρος των ανδρών του Ερρίκου Ζ΄».[7]

Αργότερα, πιο εκτεταμένη περικύκλωση έγινε υπό τον πάπα Πίο Δ' (αρχιεράτευσε το 1559–1565), όταν το τείχος του Λέοντα Δ΄ διερράγη κατά τόπους. Τρεις ακόμη πύλες είχαν ανοίξει στα τείχη.

Το 1870, όταν οι στρατιωτικές δυνάμεις του βασιλείου της Ιταλίας κατέλαβαν τη Ρώμη, ανατρέποντας ό,τι είχε απομείνει από τα Παπικά Κράτη, η ιταλική κυβέρνηση σκόπευε να επιτρέψει στον πάπα να διατηρήσει την Πόλη του Λέοντα Δ΄ ως ένα μικρό εναπομείναν Παπικό Κράτος. Ωστόσο, ο πάπας Πίος Θ΄ δεν συμφωνούσε με αυτή τη ρύθμιση, και έτσι υπήρξε ένα 59χρονη αδιέξοδο, όταν οι πάπες θεωρούσαν τους εαυτούς τους «, κρατούμενους στο Βατικανό»,[8] ώσπου το θέμα τακτοποιήθηκε το 1929 με τη Συνθήκη του Λατερανού [9], που αναγνώριζε την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Πόλης του Βατικανού.

Βιβλιογραφικές αναφορές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. Gregorovius 1903, σελ. 95.
  2. Hodges, Richard. Mohammed, Charlemagne & the Origins of Europe, p. 168. Cornell University Press, 1983. (ISBN 0-8014-9262-9)
  3. 3,0 3,1 Wards-Perkins, Bryan. From Classical Antiquity to the Middle Ages, p. 195. Oxford University Press, 1984. (ISBN 0-19-821898-2)
  4. Gregorovius 1903, σελ. 96.
  5. 5,0 5,1 Gregorovius 1903, σελ. 97.
  6. Gregorovius 1903, σελ. 99.
  7. Robinson, I.S. Henry IV of Germany 1056–1106, p. 224. Cambridge University Press, 2003. (ISBN 0-521-54590-0)
  8. De Mattei, Roberto. Pius IX, p. 76. Gracewing Publishing, 2004. (ISBN 0-85244-605-5)
  9. Pham, John-Peter, Heirs of the Fisherman, p. 250. Oxford University Press US, 2004. (ISBN 0-19-517834-3)
  • Gibson, Sheila και Bryan Ward-Perkins . «The Surviving Remains of the Leonine Wall». Papers of the British School at Rome, 47 (1979): 30–57.
  • Χότζες, Ρίτσαρντ. Ο Μωάμεθ, ο Καρλομάγνος και η καταγωγή της Ευρώπης . Cornell University Press, 1983.(ISBN 0-8014-9262-9)ISBN 0-8014-9262-9
  • Wards-Perkins, Bryan. Από την Κλασική Αρχαιότητα έως τον Μεσαίωνα . Oxford University Press, 1984.(ISBN 0-19-821898-2)ISBN 0-19-821898-2