Προπυλοφωσφίνη
Προπυλοφωσφίνη | |
---|---|
Γενικά | |
Όνομα IUPAC | Προπυλοφωσφίνη |
Άλλες ονομασίες | Προπυλοφωσφάνιο Προπυλοφωσφίνη 1-φωσφυλοπροπάνιο 1-φωσφινοπροπάνιο 1-φωσφαβουτάνιο |
Χημικά αναγνωριστικά | |
Χημικός τύπος | C3H9P |
Μοριακή μάζα | 76.07 amu[1] |
Σύντομος συντακτικός τύπος |
CH3CH2CH2PH2 |
Συντομογραφίες | PrPH2 |
SMILES | CCCP |
Ισομέρεια | |
Ισομερή θέσης | 3 Προπανοφωσφαμίνη-2 P-Μεθυλαιθανοφωσφαμίνη P,P-διμεθυλομεθανοφωσφαμίνη |
Φυσικές ιδιότητες | |
Χημικές ιδιότητες | |
Εκτός αν σημειώνεται διαφορετικά, τα δεδομένα αφορούν υλικά υπό κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος (25°C, 100 kPa). |
Η προπυλοφωσφίνη[2] (αγγλικά: propylphosphine) είναι οργανική χημική ένωση, που περιέχει άνθρακα, υδρογόνο και φωσφόρο, με χημικό τύπο C3H9P. Eίναι μια πρωτοταγής (δηλαδή μονοϋποκατεστημένη) οργανική φωσφίνη. Είναι το φωσφορούχο ανάλογο της 1-προπαναμίνης. Μπορεί να θεωρηθεί ότι προέρχεται από τη «μητρική» ένωση «φωσφίνη» (PH3), με αντικατάσταση ενός ατόμου υδρογόνου της τελευταίας από προπύλιο (CH3CH2CH2-). Ομοίως, βέβαια, μπορεί να θεωρηθεί ότι προέρχεται από το προπάνιο, με αντικατάσταση ενός ατόμου υδρογόνου των ακραίων ατόμων άνθρακα του τελευταίου από φωσφύλιο (-PH2). Με βάση το χημικό τύπο της (C3H9P) έχει τρία (3) ισομερή θέσης:
- Ισοπροπυλοφωσφίνη, με σύντομο συντακτικό τύπο CH3CH(PH2)CH3.
- Αιθυλομεθυλοφωσφίνη, με σύντομο συντακτικό τύπο CH3CH2PHCH3.
- Τριμεθυλοφωσφίνη, με σύντομο συντακτικό τύπο (CH3)3P.
Ονοματολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Η πρώτη προκύπτει αν η ένωση θεωρηθεί φωσφαμίνη (συστηματική ονομασία, δηλαδή αμίνη με φωσφόρο αντί άζωτο) άκυκλη με τρία (3) άτομα άνθρακα, χωρίς διπλό ή τριπλό δεσμό και το φωσφύλιο συνδεμένο στο #1 άτομο άνθρακα.
- Η δεύτερη προκύπτει αν η ένωση θεωρηθεί υποκατεστημένο φωσφάνιο (συστηματική ονομασία, PH3), δηλαδή ένα άτομο υδρογόνου έχει αντικατασταθεί από προπύλιο (CH3CH2CH2).
- Η τρίτη προκύπτει αν η ένωση θεωρηθεί υποκατεστημένη φωσφίνη (παλαιότερη, αλλά πολύ πιο συνηθισμένη ονομασία, PH3), δηλαδή ένα άτομο υδρογόνου έχει αντικατασταθεί προπύλιο (CH3CH2CH2).
- Η τέταρτη προκύπτει αν η ένωση θεωρηθεί υποκατεστημένο προπάνιο (CH3CH2CH3), δηλαδή ένα άτομο υδρογόνου στο #1 άτομο άνθρακα έχει αντικατασταθεί από φωσφύλιο (συστηματική ονομασία, PH2).
- Η πέμπτη προκύπτει αν η ένωση θεωρηθεί υποκατεστημένο προπάνιο (CH3CH2CH3), δηλαδή ένα άτομο υδρογόνου στο #1 άτομο άνθρακα έχει αντικατασταθεί από φωσφινομάδα (παλαιότερη, αλλά πολύ πιο συνηθισμένη ονομασία, PH2).
- Η έκτη είναι ονομασία που προκύπτει από την «ονοματολογία αντικαταστάσεως», δηλαδή βουτάνιο (CH3CH2CH2CH3) στο οποίο έχει αντικατασταθεί το #1 άτομο άνθρακα (C) με ένα άτομο φωσφόρου (P).
Παραγωγή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Με οργανομαγνησιακή ένωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Με επίδραση προπυλομαγνησιοβρωμίδιου (CH3CH2CH2MgBr) σε χλωροφωσφίνη (PH2Cl) παράγεται προπυλοφωσφίνη[3]:
Με προπυλίωση φωσφίνης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Με επίδραση φωσφίνης (PH3) σε 1-προπυλαλογονίδιο (CH3CH2CH2X) παράγεται προπυλοφωσφίνη[4][5]:
Χημική συμπεριφορά και παράγωγα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η προπυλοφωσφίνη έχει έντονο πυρηνόφιλο χαρακτήρα, λόγω της μεγάλης επιδεκτικότητας πόλωσης του φωσφόρου[5].
Αλκυλίωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η αντίδραση με αλκυλαλογονίδια γίνεται εύκολα, και η δευτεροταγής αλκυλοπροπυλοφωσφίνη (RPHCH2CH2CH3), που παράγεται είναι σταθερότερη[4][5]:
Αναγωγικές ικανότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Γενικά, οι ενώσεις του τρισθενούς φωσφόρου, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αναγωγικά μέσα, για να αφαιρέσουν οξυγόνο ή θείο από διάφορες ενώσεις. Μερικά σχετικά παραδείγματα είναι τα ακόλουθα[4][5]:
1. Αναγωγή θειοξειδίων (RSOR) σε θειαιθέρες (RSR):
2. Αναγωγή νιτρωδοαλκανίων (RNO) σε αμίνες (RNH2)
3. Αναγωγή οξιράνιου σε αιθένιο:
4. Αναγωγή θειιράνιου σε αιθένιο:
- Όπου τα R συμβολίζουν υδροκαρβύλια, και σε όποια ένωση αναφέρονται δύο από αυτά δεν είναι απαραίτητο να είναι ίδια μεταξύ τους.
Αντιδράσεις προσθήκης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η προπυλοφωσφίνη, παρουσία ισχυρών βάσεων, όπως το υδροξείδιο του καλίου (KOH) σε διμεθυλοθειοξείδιο (CH3SOCH3, DMSO), δίνει αντιδράσεις προσθήκης σε αλκένια και αλκίνια[6]. Παραδείγματα:
1. Προσθήκη στο αιθένιο. Παράγεται αιθυλοπροπυλοφωσφίνη:
2. Προσθήκη στο αιθίνιο. Παράγεται βινυλοπροπυλοφωσφίνη:
Επίδραση μεθυλενίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Με επίδραση μεθυλενίου ([:CH2]) σε προπυλοφωσφίνη παράγονται βουτυλοφωσφίνη (CH3CH2CH2CH2PH2), ισοβουτυλοφωσφίνη [(CH3)2CHCH2PH2), δευτεροταγής βουτυλοφωσφίνη (CH3CH2CH(PH2)CH3) και μεθυλοπροπυλοφωσφίνη (CH3PHCH2CH2CH3)[7]:
Πηγές πληροφόρησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Γ. Βάρβογλη, Ν. Αλεξάνδρου, Οργανική Χημεία, Αθήνα 1972
- Α. Βάρβογλη, «Χημεία Οργανικών Ενώσεων», παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1991
- Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982
Παρατηρήσεις, υποσημειώσεις και αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- ↑ Χρησιμοποιήθηκε η μοριακή μάζα της ισομερούς P,P-διμεθυλομεθανοφωσφίνης
- ↑ Για εναλλακτικές ονομασίες δείτε τον πίνακα πληροφοριών.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 267, §11.3Α1.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ.270, §11.7B.
- ↑ 5,0 5,1 5,2 5,3 Α. Βάρβογλη, «Χημεία Οργανικών Ενώσεων», παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1991, §19.2, σελ. 294.
- ↑ Arbuzova, S. N.; Gusarova, N. K.; Trofimov, B. A. (2006). "Nucleophilic and free-radical additions of phosphines and phosphine chalcogenides to alkenes and alkynes". Arkivoc v (5): 12–36. doi:10.3998/ark.5550190.0007.503.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 155, §6.7.3.
|
|