Πολιορκία της Τραπεζούντας (1222-1223)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η πολιορκία της Τραπεζούντας το 1222–1223 ήταν μία ανεπιτυχής πολιορκία της Τραπεζούντας, της πρωτεύουσας της ομώνυμης αυτοκρατορίας, από τους Σελτζούκους υπό τον Μελίκ. Σύμφωνα με τη Σύνοψη του Αγίου Ευγενίου του Ιωάννη Λαζαρόπουλου στα τέλη του 14ου αι., η πόλη κόντευε να καταληφθεί, αλλά σώθηκε από μία ασυνήθιστα σφοδρή καταιγίδα. Οι επιθέσεις των Σελτζούκων αποκρούστηκαν και ο στρατός τους εξολοθρεύτηκε κατά την υποχώρησή του μέσω των επιθέσεων των Ματζουκαϊτών, άγριων ορεινών φυλών υπό την κυριαρχία της Τραπεζούντας και ο Μελίκ αιχμαλωτίστηκε.

Τα τείχη της Τραπεζούντας.

Οι ιστορικοί της Τραπεζούντας θεωρούν παραδοσιακά, ότι η αποτυχία αυτής της πολιορκίας οδηγεί στον τερματισμό του υποτελούς καθεστώτος της Τραπεζούντας στο σουλτανάτο του Ικονίου, το οποίο βρισκόταν σε ισχύ από το 1214. [1] Ωστόσο, πιο πρόσφατη μελέτη που εξετάζει το πλαίσιο της ιστορίας των Σελτζούκων, προτείνει ότι αυτή η μάχη πρέπει να θεωρηθεί ως ένα επεισόδιο σε έναν αγώνα μεταξύ Τραπεζούντας και Ικονίου για τον έλεγχο της Σινώπης, της βόρειας ακτής της Μ. Ασίας και της πρόσβασης στη Μαύρη Θάλασσα και την ενδοχώρα της, που κράτησε για το μεγαλύτερο μέρος του 13ου αι. [2]

Οι λεπτομέρειες της πολιορκίας και των γεγονότων που οδήγησαν σε αυτήν, σώζονται σε τέσσερις πηγές: στο Χρονικό του Μιχαήλ Πανάρετου, [3] στο Εγκώμιο του Αγίου Ευγενίου της Τραπεζούντας από τον Κωνσταντίνο Λουκίτη, στο χρονικό του Αλί ιμπν αλ-Αθίρ, [4] και εκτενέστερα στη Σύνοψη του Ιωάννη Λαζαρόπουλου. [5] Μία πιθανή πέμπτη είναι ο Σύριος χρονικογράφος Iμπν Νατίφ, ο οποίος αναφέρεται σε μία σύγκρουση, που χρονολογείται γύρω στο 1230 μεταξύ του σουλτάνου Καϋκοβάδη Α΄ και του "Λάσκαρι", όπου ο Kaykubad κέρδισε την πρώτη μάχη, αλλά έχασε τη δεύτερη. Ο Ρ. Μ. Σουκούροφ προσπάθησε να προσδιορίσει αυτές τις συγκρούσεις με αυτήν, αλλά ο Πήκοκ μάλλον έχει δίκιο, όταν τις εντοπίζει ως μία μπερδεμένη αναφορά της πολιορκίας της Σινώπης το 1214. [6] Στην έκδοσή του τού έργου τού Λαζαρόπουλου, ο Τζον-Όλοφ Ρόζενκβιστ σημειώνει μία σειρά προβλημάτων στην αφήγηση τού Λαζαρόπουλου, τα οποία οδήγησαν τον Ρόζενκβιστ να υποστηρίξει, ότι χρησιμοποίησε δύο πηγές, μία που προσδιορίζει ότι αποτελείται από αγιογραφικό υλικό και μία δεύτερη, που ο Ρόζενκβιστ εικάζει, ότι ήταν ένα «έπος συντεθημένο σε στίχο» συγκρίσιμο με του Διγενή Ακρίτα. Προτείνει την εικόνα των αστρολόγων του, οι οποίοι, όταν τους ζητήθηκε η συμβουλή, συμβουλεύονται έναν αστρολάβο, έτσι και η Σύνοψη θα μπορούσε να προέρχεται από αυτό το χαμένο έπος, καθώς ήταν «ένα μόνιμο στοιχείο στα μεσαιωνικά τουρκικά έπη, όπως το Melikdanismendnameh του 14ου αι.». Ο Ρόζενκβιστ φτάνει στο σημείο να προσδιορίσει ορισμένες λέξεις και φράσεις, που μπορεί να προέρχονται από τον επικό στίχο, αν και παραδέχεται ότι «για καθαρά στατιστικούς λόγους, μία ορισμένη ποσότητα τέτοιων θραυσμάτων στίχων -ίσως και πλήρεις στίχοι- θα έπρεπε να αναμένεται σε μία δεδομένη ποσότητα μέσου ελληνικού πεζού λόγου." [7]

Η πιο λεπτομερής περιγραφή της πολιορκίας και των γεγονότων που οδήγησαν σε αυτήν, είναι αυτή του Λαζαρόπουλου, εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά. Η ακόλουθη αφήγηση βασίζεται σε όσα έγραψε.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την ανάληψη του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Α΄ Γίδου το 1222, η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας αντιμετώπισε έναν σοβαρό αντίπαλο στο παρακείμενο Σελτζουκικό σουλτανάτο του Ρουμ. Μία από τις πρώτες ενέργειες του Ανδρόνικου Α΄ ήταν να διαπραγματευτεί μία συνθήκη με τον σουλτάνο Μελίκ, η οποία προέβλεπε ειρηνικές σχέσεις μεταξύ των δύο ηγεμόνων. [8] Ωστόσο, ο υποτελής του Μελίκ Eτουμής, ραΐς της Σινώπης, έσπασε τη συνθήκη όταν λεηλάτησε ένα πλοίο, που μετέφερε τον άρχοντα Αλέξιο Pακτιάρη και τους φόρους της Χερσώνος, επαρχίας της Τραπεζούντος. Σε απάντηση ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Α΄ διέταξε μία επιδρομή αντιποίνων στη Σινώπη. Ο στόλος της Τραπεζούντας αγκυροβόλησε στα ανοιχτά της Καρούσα (σύγχρονη Γκερζέ) [9] και λεηλάτησε την ύπαιθρο μέχρι την αγορά της Σινώπης, αρπάζοντας τα πλοία στο λιμάνι και σκοτώνοντας ή αιχμαλωτίζοντας τα πληρώματά τους. Ο ραΐς Ετουμής πιέστηκε να δεχθεί λύτρα για τους αιχμαλώτους ελευθερώνοντας τον Πακτιάρη, το πλοίο και τα εμπορεύματά του και η αποστολή επέστρεψε στην Τραπεζούντα ενθουσιασμένη από την επιτυχία τους.

Όταν η είδηση αυτής της επίθεσης έφτασε στον σουλτάνο Μελίκ στο Ικόνιο, αποφάσισε ότι δεν άντεχε αυτή την επίθεση στο κύριο λιμάνι του στη Μαύρη Θάλασσα και κινητοποίησε τον στρατό του στο Ερζερούμ. Ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Α΄ έμαθε για την επιστράτευση του σουλτάνου και προετοιμάστηκε για την επερχόμενη σύγκρουση, συγκεντρώνοντας στρατιώτες «από τη Σωτηρόπολη και τη Λαζική στο Οιναίον», που συνήθως θεωρείται ότι καθόριζε τα σύνορα της Αυτοκρατορίας κατά τη διάρκεια της βασιλείας του. Και οι δύο πλευρές ήταν προετοιμασμένες για την επερχόμενη σύγκρουση. [10]

Η ημερομηνία της επίθεσης στη Σινώπη και της πολιορκίας της Τραπεζούντας που ακολούθησε, μπορεί να προσδιοριστεί από τρεις πηγές: τον Ιωάννη Λαζαρόπουλο, τον Μιχαήλ Πανάρετο και τον Αλί ιμπν αλ-Αθίρ. Ο Ιωάννης Λαζαρόπουλος χρονολογεί αυτά τα γεγονότα στο έτος από κτίσεως κόσμου 6371, στο δεύτερο έτος της βασιλείας του Ανδρόνικου Α΄ Γίδου. [11] Το βυζαντινό έτος άρχιζε την πρώτη ημέρα του Σεπτεμβρίου και τελείωνε την τελευταία ημέρα του Αυγούστου, και επειδή ο Αλέξιος Α΄ απεβίωσε την 1η Φεβρουαρίου 1222, είναι σαφές ότι το δεύτερο έτος της βασιλείας του Ανδρόνικου άρχισε τον Φεβρουάριο του 1223, έτσι η χρονολόγηση του Λαζαρόπουλου δείχνει σε κάποιο χρονικό διάστημα μεταξύ Φεβρουαρίου 1223 και Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους. Το Χρονικό του Μιχαήλ Πανάρετου χρησιμοποιεί ακριβώς τις ίδιες λέξεις για να χρονολογήσει την ήττα του Μελίκ [3], επομένως μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η πολιορκία έπεσε επίσης μέσα σε αυτή τη χρονική περίοδο. Αλλά ο Λαζαρόπουλος συνήθως δεν μας παρέχει ακριβείς ημερομηνίες: αυτή είναι η μοναδική στα γραπτά του. Πέρα από την αναφορά της αλληλουχίας των ενεργειών, δεν παρέχει καμία πληροφορία πόσος χρόνος πέρασε μεταξύ των αρπακτικών πράξεων του Ετουμή, της επιδρομής των Τραπεζούντιων στη Σινώπη και της αρχής της ίδιας της πολιορκίας, καθιστώντας δυνατή την πραγματοποίηση των δύο πρώτων νωρίτερα —ίσως χρόνια— πριν από το 1223. Ευτυχώς, η τρίτη πηγή μας, ο Αλί ιμπν αλ-Αθίρ, αναφέρει ότι το 1223 ένα πλοίο με πρόσφυγες από τους Μογγόλους βυθίστηκε στα ανοιχτά της Μ.Ασίας, το οποίο στη συνέχεια λεηλατήθηκε από τους Σελτζούκους. Έτσι είναι σαφές, ότι και τα τρία γεγονότα συνέβησαν κατά τη διάρκεια αυτής της εξάμηνης περιόδου μεταξύ Φεβρουαρίου και Σεπτεμβρίου 1223. [12]

Τα προς τη θάλασσα τείχη της Τραπεζούντος.

Πρώτες αψιμαχίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πληρέστερη περιγραφή αυτής της συμπλοκής είναι στη Σύνοψη του Γιάννη Λαζαρόπουλου, αν και το κείμενό του παρουσιάζει πολλές δυσκολίες. Όπως επισημαίνει ο Ζαν-Όλοφ Ρόσενκβιστ, ο Λαζαρόπουλος άντλησε τουλάχιστον δύο διαφορετικές πηγές, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα ορισμένες δυσκολίες ερμηνείας, καθώς και την πιθανότητα να περιγράφονται δύο φορές ορισμένα περιστατικά. Επιπλέον, ο Λαζαρόπουλος έχει αποδειχθεί ότι έχει εισαγάγει νέες λεπτομέρειες αλλού, που μπορεί να είναι δική του εφεύρεση. Ο σκοπός της αφήγησής του δεν είναι να προσφέρει μία αντικειμενική ιστορία, αλλά να δοξάσει τον προστάτη άγιο της Τραπεζούντας, Ευγένιο. [13]

Οι Ποντιακές Πύλες (πέρασμα Ζιγάνα).

Σε κάποια απροσδιόριστη στιγμή μετά την επιδρομή στη Σινώπη, ο σουλτάνος Μελίκ έφερε τις δυνάμεις του μέσω του Κατουκίου, που βρίσκεται ανάμεσα στο Μπαϊμπούρτ και τη Ζαϊλούσα, όπου στρατοπέδευσαν οι άνδρες του. Οι κάτοικοι εξήγησαν, ότι η καλύτερη διαδρομή θα ήταν "πέρα και έξω από τη Χαλδία", επειδή αυτή η χώρα "είναι δύσκολη πρόσβαση, και αφθονεί σε πολεμικούς άνδρες και η πορεία δεν θα ήταν εύκολη". [14] Μόλις έλαβε αυτές τις πληροφορίες, ο σουλτάνος μετέφερε το στρατόπεδό του σε ένα μέρος κάπου επάνω από το Στενό Πέρασμα (το οποίο ο Ρόζενκβιστ ταυτίζει με τις Ποντιακές Πύλες, επίσης γνωστό ως πέρασμα Ζιγάνα). [15]

Μία ακουαρέλα του 1833 του Γκόντφρεϋ-Τόμας Βιν δείχνει την Τραπεζούντα από το νότο.

Ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Α΄ είχε στείλει τον Θεόδωρο Πολεμάρχη με μία ομάδα αξιόπιστων ανδρών να παρακολουθούν στο Στενό Πέρασμα. Αυτοί αντιμετώπισαν την προελαύνουσα δύναμη των Σελτζούκων και συγκρούστηκαν μαζί τους. Ήταν ο Θεόδωρος που έστειλε μήνυμα στον αυτοκράτορα, ότι ο σουλτάνος είχε φτάσει. Ο Λαζαρόπουλος παρατηρεί, ότι ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Α΄ βρισκόταν στην εκκλησία, όταν ήρθαν τα νέα και περίμενε μέχρι να λάβει τη Θεία Ευχαριστία πριν οδηγήσει τους δικούς του 500 ιππείς εναντίον της εμπροσθοφυλακής του σουλτανικού στρατού. [16] Αν και τα 500 άλογά του ήταν περισσότερα από τέσσερα προς ένα από τους ανιχνευτές του σουλτάνου, ο Ανδρόνικος Α΄ κέρδισε την πρώτη μεγάλη εμπλοκή, σκορπίζοντας τον εχθρό. Βλέποντας όμως ότι αυτό ήταν μόνο ένα μέρος του εχθρού του, αφού εξασφάλισε το κάστρο της Λάμπρα, ο αυτοκράτορας αποσύρθηκε στην πόλη της Τραπεζούντας. Ο σουλτάνος κατέβηκε από το Πέρασμα και έστησε το στρατόπεδό του στο όρος Μίνθριον δίπλα στη Μονή του Αγίου Ευγενίου. Ο Mισέλ Κουρσάνσκις πιστεύει, ότι οι ντόπιοι θεωρούσαν αυτόν τον μεγαλύτερο στρατό που είχαν δει ποτέ. [17] Οι άνδρες του σουλτάνου περικύκλωσαν τα τρομερά τείχη και πυρπόλησαν την αγορά της Τραπεζούντας, που αποτελούσε μέρος των προαστίων ανατολικά της πόλης. [18] Καθώς έπεσε η νύχτα, μας λένε ότι ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Α΄ Γίδος έφυγε από την ακρόπολη και πήγε να προσευχηθεί στην εκκλησία της Παναγίας της Χρυσοκεφάλου, για να ανακουφίσει το άγχος του. Η πολιορκία άρχισε τώρα σοβαρά.

Επιθέσεις και εξορμήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σχέδιο οχύρωσης Τραπεζούντας. Τα τείχη που περικλείουν την Κάτω Πόλη δεν υπήρχαν το 1222.

Τις επόμενες μέρες ο Σουλτάνος επιθεώρησε τα τείχη της Τραπεζούντας, βρίσκοντας μόνο τα βέλη των υπερασπιστών. Τότε πήρε την απόφασή του και διέταξε την πρώτη επίθεση. Το κείμενο του Λαζαρόπουλου είναι ασαφές εδώ, αλλά φαίνεται ότι η πρώτη επίθεση έγινε σε τμήμα των τειχών κοντά στην ακρόπολη. [19] Οι επιτιθέμενοι συναντήθηκαν από ισάριθμους υπερασπιστές και με τη βοήθεια του δύσκολου εδάφους, που εμπόδιζε περισσότερους από λίγους εχθρούς να πλησιάσουν και να χτυπήσουν, απέκρουσαν την επίθεση. [20]

Η επόμενη επίθεση ήρθε την επόμενη μέρα. Το τείχος που έβλεπε στην ακτή της θάλασσας ήταν χαμηλό και κρίθηκε ευάλωτο, έτσι οι πολιορκητές μετέφεραν τις σκηνές τους κατά μήκος της ακτής από το Παλαιό Οπλοστάσιο μέχρι το «Δυτικό Ποτάμι», τη χαράδρα αμέσως στα δυτικά της περιτειχισμένης πόλης. [21] «Οι τρομπετίστες έδωσαν το σύνθημα του αγώνα, και μία κραυγή βγήκε από όλους τους αθέους», γράφει ο Λαζαρόπουλος. «Οι διοικητές τοποθέτησαν το τεθωρακισμένο ιππικό κοντά στο τείχος, πίσω τους ήταν οι σφενδονίτες, στρατιώτες που πετούσαν πέτρες, οι τοξότες και αυτοί που έφεραν ασπίδες, και μεταξύ αυτών εκείνοι που χειρίζονταν πολιορκητικούς κριούς». [22]

Ενώ ο στρατός του Σουλτάνου επιτέθηκε στην πύλη από αυτήν την πλευρά της πόλης, ο αυτοκράτορας και οι διοικητές του παρατήρησαν, ότι τα στρατεύματα που βρίσκονταν γύρω από το στρατόπεδο του σουλτάνου δίπλα στην εκκλησία του Αγίου Ευγενίου ήταν απογοητευμένα και ευάλωτα. Απέλυσε μία επίθεση ιππικού σε αυτή τη θέση, κατακτώντας το στρατόπεδο του σουλτάνου και προκαλώντας καταστροφές. Όταν ο σουλτάνος και οι διοικητές του έμαθαν για αυτή την επίθεση, αποχώρησαν από την επίθεση στα τείχη της πόλης και επέστρεψαν στο όρος Μίνθριον. Ο Τραπεζούντιος στρατός προχώρησε προς το μέρος τους, και πήρε θέση κοντά στην εκκλησία του Αγίου Προκοπίου. [23] Συνεπλάκησαν με ένα εμπρός μέρος των Τούρκων ιππέων, και ηγετικοί άνδρες και των δύο στρατών έπεσαν εκεί, συμπεριλαμβανομένων, σύμφωνα με τον Λαζαρόπουλο, του ραΐς Ετουμή (του οποίου οι επιδρομές οδήγησαν σε αυτή την πολιορκία), και ο Ιατατίνης, ο γιος του εξαδέλφου του σουλτάνου, από την πλευρά των Σελτζούκων, ενώ από την πλευρά των Τραπεζουντίων έπεσαν ο Γεώργιος Τορνίκης, ο διοικητής των στρατευμάτων των Τραπεζουντίων και άλλοι τέσσερις επιφανείς Τραπεζούντιοι. Όταν άρχισε να φθάνει ο υπόλοιπος στρατός του σουλτάνου, «ο αυτοκράτορας οδήγησε ήρεμα τον στρατό του και περνώντας από τη χαράδρα του Αγίου Γεωργίου και τη θέση Τρεις Φουντουκιές εισήλθε με ασφάλεια στην πόλη». [24] Η επίθεση εξόργισε τον σουλτάνο και διέταξε να γκρεμιστεί η εκκλησία του Αγίου Ευγενίου και να σπάσει και να σηκωθεί το πάτωμα.

Τα στρατεύματα του Σουλτάνου ανανέωσαν την επίθεσή τους την επόμενη μέρα. Αφού έκρουσαν Αραβικά κύμβαλα, κουδουνίστρες και Λιβυκά κρουστά, επιτέθηκαν με μία κραυγή, εκτοξεύοντας βέλη και πετώντας ακόντια, πέτρες και άλλα βλήματα. Οι αμυνόμενοι απάντησαν με τα δικά τους βλήματα μέχρι να εξαντληθούν τα βέλη του επιτιθέμενου, όταν οι «γιοι των Λαζών» έκαναν μια εξόρμηση έφιπποι και έδιωξαν τους επιτιθέμενους πίσω. [25]

Την επόμενη μέρα, ο σουλτάνος εκφώνησε λόγο στην πόλη, απαιτώντας την παράδοσή της. Σε απάντηση, ο αυτοκράτορας κάλεσε τον σουλτάνο να στείλει μία πρεσβεία, για να συζητήσουν μία πιθανή συνθήκη ειρήνης. Όταν οι απεσταλμένοι βρίσκονταν μέσα στην πόλη, ο Ανδρόνικος επιχείρησε να τους δείξει τα άφθονα αποθέματα τροφίμων και προμηθειών, που είχαν αποθηκεύσει. Οι άνδρες του σουλτάνου επέστρεψαν και ανέφεραν όσα είδαν, που στενοχώρησαν τον σουλτάνο..

Σε αυτό το σημείο οι άνθρωποι από την ύπαιθρο, καθώς και από την περιοχή της Ματζούκας, αποφάσισαν ότι ο στρατός του σουλτάνου δεν ήταν τόσο τρομερός όσο πίστευαν αρχικά, και όταν έπεσε το βράδυ, πολλοί από αυτούς εισέβαλαν στο στρατόπεδο του σουλτάνου: έκλεψαν άλογα, λεηλάτησαν το στρατόπεδο και έπιασαν αιχμαλώτους, και έδιωξαν τους φρουρούς. Και πάλι ο σουλτάνος διοχέτευσε την αγανάκτησή του κατά της εκκλησίας του Αγίου Ευγενίου, καλώντας τους άνδρες του να κατοικήσουν στο κτήριο, ενώ «κάποιες μοχθηρές γυναίκες» τούς διασκέδαζαν «ερεθίζοντας τους εαυτούς τους σε αλλοφροσύνες», προς μεγάλη φρίκη του Λαζαρόπουλου. [26]

Εκείνο το βράδυ, σύμφωνα με τον Λαζαρόπουλο, ο Άγιος Ευγένιος επισκέφτηκε τον σουλτάνο και παρουσιάστηκε ως αρχηγός των απλών ανθρώπων της πόλης και είπε στον σουλτάνο, ότι οι κάτοικοι ήθελαν να του προδώσουν την πόλη. Τότε ο σουλτάνος συγκέντρωσε τις δυνάμεις του όσο πιο γρήγορα μπορούσε και τις οδήγησε προς την πόλη, περιμένοντας να συναντήσει τον νυχτερινό επισκέπτη του, που θα του άνοιγε τις πύλες. Αντίθετα, μία δυνατή καταιγίδα έπιασε τους απροετοίμαστους άνδρες του, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε βροντές, χαλάζι, κεραυνούς και ισχυρούς ανέμους. Μία πλημμύρα σάρωσε τα στρατεύματα των Σελτζούκων, πνίγοντας μερικά και σκορπίζοντας τα υπόλοιπα. [27]

Είτε αυτή η θαυματουργή καταιγίδα ήταν έργο του Αγίου Ευγενίου και είτε αυτή η καταιγίδα ήταν η αιτία της ήττας των Σελτζούκων, πάντως οι πηγές επιβεβαιώνουν, ότι ο σουλτάνος υπέστη σοβαρή απώλεια και αναγκάστηκε να άρει την πολιορκία του και να τραπεί σε φυγή. Ο Κωνσταντίνος Λουκίτης, αναφερόμενος στην πολιορκία στο Εγκώμιό για τον Ευγένιο, αναφέρει ότι ο Άγιος Ευγένιος όχι μόνο πήρε τους άνδρες και την περιουσία του σουλτάνου, αλλά βοήθησε τον Ανδρόνικο Α΄ Γίδο να συλλάβει τον Μελίκ. Η μοναδική λεπτομέρεια, που μοιράζεται ο Μιχαήλ Πανάρετος για την επίθεση του σουλτάνου στην Τραπεζούντα στο συνοπτικό Χρονικό του, είναι ότι «σχεδόν όλοι οι άνδρες του [ σουλτάνου Μελίκ] χάθηκαν".

Σε αυτό το σημείο, ο σουλτάνος Μελίκ τράπηκε σε φυγή από το πεδίο με μερικούς από τους φρουρούς του. Κάποιοι ελαφρά οπλισμένοι Ματζουκάνοι τον συνέλαβαν στο Κουρατορείον. Στη θέση κατασκευάστηκε η εκκλησία του Αγίου Ευγενίου, η οποία βρισκόταν ακόμη στην εποχή του Λαζαρόπουλου. [28] Ο Λουκίτης περιέγραψε τον σουλτάνο, αφού πιάστηκε να τρέπεται σε φυγή από το πεδίο της μάχης, να τον οδηγούν «από το χέρι σαν σκλάβο, αυτόν που πριν από τη μάχη ήταν ένας εντελώς αγέρωχος άνθρωπος». [29]

Συνέπεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Μελίκ τον έφεραν αιχμάλωτο στην Τραπεζούντα, όπου ο Ανδρόνικος τον υποδέχθηκε με τιμή. Ο Ανδρόνικος κάλεσε ένα συμβούλιο για συμβουλές σχετικά με το τι να κάνουν με τον σημαντικό κρατούμενο τους. Οι σύμβουλοί του συμφώνησαν να τον αφήσουν ελεύθερο. Μεταξύ τους συνήφθη σύμφωνο, ότι στο μέλλον θα έπαυε ο δεσμός υποτελείας, που δέσμευε προηγουμένως την Τραπεζούντα με το Ικόνιο και ότι οι Τραπεζούντιοι δεν θα έπρεπε πλέον να είναι υποχρεωμένοι ούτε να εκτελούν στρατιωτική θητεία στον σουλτάνο, ούτε να αποδίδουν φόρους ή δώρα. Ο σουλτάνος Μελίκ αναφέρεται ότι εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από αυτή τη μετριοπάθεια, που έστελνε ένα ετήσιο δώρο αραβικών αλόγων στον Ανδρόνικο Α΄ και χρήματα στο μοναστήρι του Αγίου Ευγενίου. [30]

Ο Γουίλιαμ Μίλερ θεωρεί ότι η ανεξαρτησία της Τραπεζούντας που αποκτήθηκε με αυτή τη νίκη έληξε το 1230. Ο Τζαλάλ-αντ-ντιν, ο σουλτάνος του Χουαρίζμ, εισέβαλε στη Μ. Ασία σε μία άμεση πρόκληση προς το σουλτανάτο του Ικονίου. Ο Τζαλάλ-αντ-ντιν, που είχε κατακτήσει τη Γεωργία τη δεκαετία του 1220, ήταν πλέον γείτονας της Τραπεζούντας. Ο Ανδρόνικος Α΄ θεώρησε αδύνατη την ουδετερότητα και συνήψε συμμαχία με τον σαχ του Χουαρίζμ και συμφώνησε σε πόλεμο με τους Σελτζούκους. Πολλά από τα στρατεύματα του Τζαλάλ-αντ-ντιν, μετά την ήττα τους στη μάχη του Γιασιτσέμεν το 1230, αναζήτησαν καταφύγιο στην Τραπεζούντα, οδηγώντας τον Μίλερ στο συμπέρασμα ότι ο Ανδρόνικος Α΄ είχε βοηθήσει τον σάχη σε εκείνη τη μάχη. Ο Μίλερ παραθέτει επίσης τις πληροφορίες του Βενσάν ντε Μπωβαί, ο οποίος έγραψε, ότι ο ηγεμόνας της Τραπεζούντας συνήθιζε να στέλνει στον σουλτάνο 200 λόγχες (1.000 άνδρες). [31]

Η ταυτότητα του Μελίκ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το « Μελίκ» είναι τίτλος («βασιλιάς, κυρίαρχος»), παρά όνομα και ελάχιστα βοηθά στην αναγνώριση του ανθρώπου του», γράφει ο Ρόζενκβιστ. [32] Ο Μελίκ αναφέρεται ως αρχηγός των Σελτζούκων που πολιόρκησαν την Τραπεζούντα σε τρεις κύριες πηγές: στο Εγκώμιο για τον Ευγένιο του Κωνσταντίνου Λουκίτη, [29]σ το Χρονικό του Μιχαήλ Πανάρετου [3] και στην Περίληψη του Λαζαρόπουλου. [33] Μόνο ο Λαζαρόπουλος παρέχει την πληροφορία, ότι ο Μελίκ ήταν «γιος του μεγάλου σουλτάνου Αλατίνης Σααπατίνης», και σε μεταγενέστερο απόσπασμα αναφέρει τον εξάδερφό του «Ιατατίνη», του οποίου ο γιος σκοτώθηκε σε μάχη. Αυτές οι λεπτομέρειες μπορεί είτε να προέρχονται από μία παράδοση, που διασώζει μόνο ο Λαζαρόπουλος, είτε από τη δική του εικασία. [34] Σε κάποιες παλαιότερες έρευνες, υπάρχουν τρία πιθανά πρόσωπα με τα οποία έχει ταυτιστεί ο Μελίκ: ένας γιος του Aλααλ-Ντιν Καϋκοβάδ Α΄ σουλτάνου του Ικονίου[35], ο σουλτάνος Aλαάλ-Ντιν Kαϋκουβάδ, γιος του Γκιγιάτ αλ-Ντιν Καϋχουσράου. [36] [37] ή ο Σελτζούκος εμίρης του Μπαϊμπούρτ, Mυγκίτ αλ-Ντιν Τουγκρίλ σαχ. [38]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. For example, William Miller, Trebizond: The last Greek Empire of the Byzantine Era: 1204-1461, 1926 (Chicago: Argonaut, 1969), pp. 23f
  2. Claude Cahen, Pre-Ottoman Turkey: A General Survey of the Material and Spiritual Culture and History c. 1071-1330, 1968 (New York: American Council of Learned Societies, 2014), pp. 166f, 284; Michel Kuršanskis, "L'empire de Trébizonde et les Turcs au 13e siècle", Revue des études byzantines, 46 (1988), pp. 109-124; A.C.S. Peacock, "The Saliūq Campaign against the Crimea and the Expansionist Policy of the Early Reign of'Alā' al-Dīn Kayqubād", Journal of the Royal Asiatic Society, 3rd series, 16 (2006), pp. 133-149
  3. 3,0 3,1 3,2 Panaretos, Chronicle, ch. 2. Greek text in Original-Fragmente, Chroniken, Inschiften und anderes Materiale zur Geschichte des Kaiserthums Trapezunt, part 2; in Abhandlungen der historischen Classe der königlich bayerischen Akademie 4 (1844), abth. 1, pp. 11f; German translation, p. 42
  4. Peacock, "The Saliūq Campaign", p. 146
  5. John Lazaropoulos, Synopsis, ll. 1141-1599; translated by Jan Olof Rosenqvist, The Hagiographic Dossier of St Eugenios of Trebizond in Codex Athous Dionysiou 154 (Uppsala: University Press, 1996), pp. 309-335
  6. Peacock, "The Saliūq Campaign", pp. 146f
  7. Rosenqvist, "The Hagiographic Dossier", pp. 60-63
  8. Michel Kuršanskis believes that this treaty was a renewal of the one Andronikos' predecessor negotiated. (Kuršanskis, "L'empire de Trébizonde", pp. 114f)
  9. Kuršanskis, "L'empire de Trébizonde", p. 115 n. 24
  10. Lazaropoulos, Synopsis, ll. 1183-1192; translated by Rosenqvist, The Hagiographic Dossier, p. 313
  11. Lazaropoulos Synopsis, ll. 1151-54; translated by Rosenqvist, The Hagiographic Dossier, p. 311
  12. Peacock, "The Saliūq Campaign", p. 147
  13. Rosenqvist offers a brief discussion of the issues with this source in Hagiographic Dossier, pp. 50-63.
  14. Lazaropoulos, Synopsis, ll. 1201f; translated in Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 313
  15. Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 407
  16. Lazaropoulos, Synopsis, ll. 1220-1230; translated in Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 315
  17. Kuršanskis, "L'empire de Trébizonde", p. 116
  18. Likely Meydan, in the suburbs east of the city. Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 442, note on line 1254
  19. This is where Rosenqvist places "Epiphaneia". (Hagiographic Dossier, p. 444, note on line 1276)
  20. Lazaropoulos, Synopsis, ll. 1271-1279; translated in Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 317
  21. Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 445, note on line 1283
  22. Lazaropoulos, Synopsis, ll. 1284-1287; translated in Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 317
  23. In another miracle in his Synopsis, Lazaropoulos provides details about the location of this church to allow Rosenqvist to place it either at the base or on the eastern slopes of Mount Minthron. Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 416, note on lines 421f
  24. Lazaropoulos, Synopsis, ll. 1315-1317; translated in Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 319. On the identity of these landmarks, see Rosenqvist's discussion at p. 448.
  25. Lazaropoulos, Synopsis, ll. 1323-1338; translated in Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 321
  26. Lazaropoulos, Synopsis, l. 1398; translated in Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 325
  27. Lazaropoulos, Synopsis, ll. 1411-1473; translated in Rosenqvist, Hagiographic Dossier, pp. 325-329
  28. Lazaropoulos, Synopsis, l. 1474-1477; translated in Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 329
  29. 29,0 29,1 Encomium ll. 846-861; translated by Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 165
  30. Lazaropoulos, Synopsis, ll. 1492-1587; translated in Rosenqvist, Hagiographic Dossier, p. 329-335
  31. Miller, Trebizond: The last Greek Empire of the Byzantine Era: 1204-1461, 1926 (Chicago: Argonaut, 1969), pp. 23f
  32. Rosenqvist, Hagiographic Dossier, pp. 434f
  33. Lazaropoulos, Miracle 23; translated by Rosenqvist, Hagiographic Dossier, pp. 309-335
  34. Synopsis, ll. 1154f, 1304; translated by Rosenqvist, Hagiographic Dossier, pp. 311, 319
  35. E. Janssens, Trébizonde en Colchide (Brussels, 1969), p. 72 n. 2; Elizabeth Zachariadou, "Trebizond and the Turks (1352-1402)", Archeion Pontou, 35 (1979), p. 333 n. 3; Rosenqvist, Hagiographic Dossier, pp. 434f
  36. Fallmerayer, Original Fragmenten, pp. 107-109; George Finlay, The History of Greece and the Empire of Trebizond, (1204-1461) (Edinburgh: William Blackwood, 1851), p. 333 and note; A. Savvides, pp. 79-88
  37. Zehiroglu, Ahmet M. ; "Trabzon Imparatorlugu 2" (Trabzon, 2016) ; p.14-15
  38. Cahen, Pre-Ottoman Turkey, p. 125; A. Bryer, "Greeks and Türkmens: The Pontic Exception", Dumbarton Oaks Papers, 29 (1975), p. 123

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Savvides, Alexios G. K. (2009). (στα Greek). Thessaloniki: Kyriakidis Brothers S.A. σελίδες 58–61. ISBN 978-960-467-121-2.  Missing or empty |title= (βοήθεια)CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  • Zehiroglu, Ahmet. M. (2016). Trabzon İmparatorluğu 2 (στα Turkish). Trabzon: Lazika Yayin Kolektifi. σελίδες 11–36. ISBN 978-605-4567-52-2. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)