Πολιορκία της Ρόδου (1522)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η πολιορκία και η επακολουθούμενη κατάκτηση της Ρόδου από τον σουλτάνο Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή τον χειμώνα του 1522, που τερμάτισε τη μακρόχρονη κατοχή του νησιού από τους Ιππότες του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ και εγκαινίασε την, επίσης μακρόχρονη, κατοχή του από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Η πολιορκία κράτησε περίπου 5 μήνες, από το καλοκαίρι μέχρι τον χειμώνα του 1522 και έληξε με τη συνθηκολόγηση των δύο μερών. Οι Ιππότες εγκατέλειψαν το νησί και μετά από μερικά χρόνια εγκαταστάθηκαν στη Μάλτα και οι Τούρκοι κατέλαβαν την πόλη, το νησί ολόκληρο αλλά και τα γύρω νησιά, τα Δωδεκάνησα.

Προϊστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την αποτυχημένη απόπειρα κατάληψης της Ρόδου από τον Μωάμεθ Α΄Πορθητή το 1480, οι Ιππότες της Ρόδου κέρδισαν ακόμα κάποια χρόνια κυριαρχίας στο νησί. Παρόλο που και ο Βαγιαζήτ ο Α' είχε στείλει στόλο το 1503 για να καταλάβει το νησί, και το 1505 ξαναέστειλε τον Τούρκο πειρατή Κεμάλ Ρέις δεν πέτυχε τίποτα. Αλλά και ο Σελίμ Α΄ ετοιμαζόταν να την καταλάβει, συγκεντρώνοντας τροφές και πολεμοφόδια, αλλά ο θάνατός του, το 1520, ανέβαλλε αυτά τα σχέδια για να τα πραγματοποιήσει τελικά ο γιος του, Σουλεϊμάν. Ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής μόλις ανέβηκε στον θρόνο οργάνωσε εκστρατεία για να υποτάξει τη βορειοδυτική Βαλκανική. Όταν το Βελιγράδι έπεσε ύστερα από πολιορκία έξι μηνών μετά πήρε σειρά η Ρόδος.

Τα κίνητρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ρόδος εκείνη την εποχή βρισκόταν υπό τη διοίκηση των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη των Ιεροσολύμων και λόγω της θέσης της κατείχε σημαντικότατο ρόλο στο διαμετακομιστικό εμπόριο της Ανατολής, ήταν σχεδόν υποχρεωτικό λιμάνι για τα πλοία στη ρότα τους για Ανατολή, και γι’ αυτό πλούτιζε. Επίσης, ήταν κομβικό σημείο και για το εμπόριο μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Αιγύπτου αλλά και γενικότερα για την ανεμπόδιστη διακίνηση των Οθωμανών στην Αίγυπτο και τη Συρία, τις δυο επαρχίες που πρόσφατα είχε κατακτήσει ο πατέρας του Σουλεϊμάν, ο Σελήμ ο Α’. Φυσικό ήταν λοιπόν, ο Σουλεϊμάν να θέλει να την εντάξει στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τον Σουλεϊμάν τον παρακινούσαν επίσης και ο μέγα βεζύρης του Μουσταφά, ο αρχιναύαρχος Κούρδογλης αλλά και ο Ιππότης Αντρέα ντ’ Αμαράλ που είχε επικοινωνία με τον Σουλτάνο προκειμένου να εκδικηθεί το Τάγμα γιατί δεν τον είχαν κάνει Μεγάλο Μαγίστρο τους. Ο Άραβας ιστοριογράφος και γιατρός του Σουλεϊμάν, Ραμαντάν, προτιμά να πιστεύει ότι αυτή την απόφαση την πήρε ο Σουλτάνος για να ελευθερώσει τους φυλακισμένους Τούρκους που βρίσκονταν στο νησί.

«…….όσοι μουσουλμάνοι είχαν τη δυστυχία να πέσουν στα χέρια των Ιπποτών δεν είχαν καμιά ελπίδα να απελευθερωθούν. Αν ήταν πλούσιοι ζητούνταν υπέρογκα λύτρα, αν ήταν φτωχοί στέναζαν ισόβια στα δεσμά. Οι ρωμαλέοι αιχμάλωτοι υποβάλλονταν σε βαριές εργασίες παίρνοντας κάθε μέρα 2 δραχμές, τις οποίες ύστερα τους τις αφαιρούσαν. Τη νύχτα, όλοι φορτωμένοι με αλυσίδες, θρηνούσαν μέσα σε σκοτεινές φυλακές, όπου πλήθος έντομα ρουφούσαν το αίμα τους, και οι περισσότεροι πέθαιναν από την ανυπόφορη βρώμα. Όσοι ήταν αρκετά δυνατοί και επιζούσαν από τις κακουχίες, περνούσαν την υπόλοιπη ζωή τους με δάκρυα και στεναγμούς. Όλα τα πνεύματα ανάμεσα σε γη και ουρανό λυπήθηκαν για τα παθήματά τους, καθώς και οι άγγελοι και τα ουρί. Τελικά, οι προσευχές τους συγκίνησαν τον Θεό που έδωσε στο σουλτάνο την έμπνευση του πολέμου κατά της Ρόδου…….»

[1]

Η πολιορκία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν ο Σουλεϊμάν αποφάσισε την εκστρατεία έγραψε στους Ιππότες ζητώντας τους να εκκενώσουν το νησί. Επειδή η απάντηση ήταν αρνητική ο Σουλεϊμάν ξεκίνησε από την Κωνσταντινούπολη με πολύ στρατό και στόλο. Ο στρατός με 100,000 άντρες διέσχισε όλη τη Μικρά Ασία και έφτασε στα παράλια της Καρίας, απέναντι από τη Ρόδο, τον Ιούνη του 1522. Στις 18 Ιουνίου και ο στόλος αποτελούμενος από 300 πλοία και με αρχηγό τον βεζύρη Μουσταφά έφτασε στη Ρόδο, αποβίβασε τα στρατεύματα και τα πολεμοφόδια, ετοίμασε το στρατόπεδο και περίμενε τον Σουλτάνο. Ο Σουλτάνος αποβιβάστηκε στη Ρόδο στις 28 Ιουλίου.

Από την άλλη πλευρά οι Ιωαννίτες, διέθεταν μόνο 4,500 στρατιώτες και 600 ετοιμοπόλεμους ιππότες αλλά είχαν και την πλήρη στήριξη του λαού της Ρόδου, που ήταν έτοιμος να βοηθήσει την άμυνα της πόλης, όπου χρειαζόταν. Ο Μεγάλος Μάγιστρος, Φιλίπ ντε Βιλιέ ντε λ' Ιλ-Αντάμ με τόσο μικρές δυνάμεις δεν ήταν σε θέση να εμποδίσει την απόβαση των στρατευμάτων και έτσι προτίμησε να ασχοληθεί με την άμυνα της πόλης της Ρόδου, καταστρέφοντας τα σπίτια που ήταν χτισμένα κολλητά στα τείχη και συγκεντρώνοντας όλους τους αγρότες μέσα στην πόλη. Επίσης, πυρπόλησε τα χωριά γύρω από το στρατόπεδο των Τούρκων για να τους δυσκολέψει στην προμήθεια τροφίμων. Οργάνωσε την άμυνα καθορίζοντας τις θέσεις των Ιπποτών στους 7 προμαχώνες της πόλης ανάλογα με τις γλώσσες που ανήκαν. (οι διάφορες εθνότητες των Ιπποτών χωρίζονταν διοικητικά σε ‘’γλώσσες’, π.χ. η γλώσσα της Γαλλίας =οι Γάλλοι, της Γερμανίας= οι Γερμανοί, της Αραγονίας= οι Αραγονέζοι της Ισπανίας κ.λ.π.)

Την 1η Αυγούστου άρχισε η επίθεση με πρώτον επιτιθέμενο τον μπεηλέρμπεη της Ρούμελης Αγιάζ Πασά, κατά της θέσης που υπερασπίζονταν οι Γερμανοί Ιππότες ενώ ταυτόχρονα άρχιζαν οι προσπάθειες των Τούρκων «μιναδόρων» να φτιάχνουν υπονόμους - που τους ανατίναζαν με εκρηκτικά έτσι ώστε να καταρρεύσουν από κάτω τα τείχη, προσπάθειες που κράτησαν 4 περίπου μήνες χωρίς κανένα όμως αποτέλεσμα. Οι Ιππότες είχαν μαζί τους τον περίφημο μηχανικό Γαβριήλ Μαρτινέγκου που κάνοντας τη δουλειά του στην εντέλεια εξουδετέρωνε πάντα την κατάλληλη στιγμή τις ενέργειες των Τούρκων.

Στις 4 Σεπτεμβρίου δυο υπόνομοι που ανοίχτηκαν κατέστρεψαν ένα μέρος του τείχους που φύλαγαν οι Άγγλοι Ιππότες. Από το ρήγμα ανέβηκαν στα τείχη Τούρκοι στρατιώτες αλλά οι Ιππότες με αρχηγό τους τον Μάγιστρό τους Φιλίπ ντε Βιλιέ ντε λ' Ιλ-Αντάμ, τους αναχαίτισαν και σκότωσαν 2000 άντρες.

Στις 13 Σεπτεμβρίου ξαναπροσπαθώντας οι Τούρκοι κατέλαβαν και πάλι τον προμαχώνα που υπερασπίζονταν οι Άγγλοι Ιππότες, στήνοντας μάλιστα και πέντε σημαίες τους αλλά και πάλι, ο Γερμανός ταξίαρχος Μπάλντερ που κατέφθασε για να βοηθήσει τους αναχαίτισε και τους έδιωξε εντελώς.

Στις 24 Σεπτεμβρίου αποφασίστηκε γενική έφοδος σε όλα τα οχυρώματα της πόλης. Τα ξημερώματα της 25ης Σεπτέμβρη οι Τούρκοι όρμησαν προς τα τείχη της πόλης, επικεντρώνοντας όμως τις προσπάθειές τους στα τείχη των Άγγλων και Γερμανών Ιπποτών που ήταν λόγω των προηγούμενων επιθέσεων πιο ευάλωτα. Τελικά και πάλι οι Τούρκοι απωθήθηκαν από παντού, και μάλιστα έχασαν 15,000 στρατιώτες που τους εγκατέλειψαν πάνω στα τείχη και στην τάφρο. Σε εκείνη τη γενική έφοδο βοήθησε όλος ο πληθυσμός της Ρόδου με όλους τους τρόπους που μπορούσαν. Ο Σουλεϊμάν θυμωμένος από το αποτέλεσμα καθαίρεσε τον αρχιστράτηγό του Αγιάζ Πασά. Αργότερα, όμως τον επανέφερε και πάλι στη θέση του.

Στις 12 Οκτώβρη νέα επίθεση για να καταλάβουν τον αγγλικό προμαχώνα. Πολλοί στρατιώτες πάλι ανέβηκαν στα τείχη, αλλά βλέποντας ότι οι αγάς τους είχε τραυματιστεί, υποχώρησαν και έφυγαν. Στα τέλη Οκτωβρίου επιτέθηκαν στους προμαχώνες της Ιταλίας και της Προβηγκίας αλλά και πάλι απέτυχαν.Εν τω μεταξύ μέσα στη Ρόδο ανακαλύφθηκαν οι προδοτικές συνεννοήσεις του ντ’ Αμαράλ με τους Τούρκους, καθαιρέθηκε από τον βαθμό του και στις 30 Οκτωβρίου 1522 εκτελέστηκε.

Στις 30 Νοεμβρίου νέα επίθεση κατά των προμαχώνων της Ιταλίας και της Ισπανίας. Οι εχθροί κέρδισαν έδαφος, ανέβηκαν στα τείχη κατάφεραν να περάσουν και τα περιφράγματα και ήταν έτοιμοι να μπουν στην πόλη όταν οι κωδωνοκρουσίες κινητοποίησαν όλο τον λαό που έτρεξαν στα περιφράγματα, αναχαίτισαν τους Τούρκους και ξαναπήραν το ρήγμα. Οι απώλειες των Τούρκων εκείνη την ημέρα ήταν 3000. Οι Οθωμανοί παρόλο που είχαν χάσει σχεδόν 100.000 στρατιώτες από τον πόλεμο και από αρρώστιες συνεχώς ανανέωναν τις δυνάμεις τους με νέες στρατολογίες που κατέφθαναν στη Ρόδο. Οι χριστιανοί όμως δεν είχαν τέτοια δυνατότητα και έτσι ο θάνατος του καθενός άφηνε δυσαναπλήρωτα κενά. Στις 10 Δεκεμβρίου, ο σουλτάνος γνωρίζοντας την απελπιστική θέση των πολιορκούμενων κάλεσε τον Μεγάλο Μάγιστρο σε έντιμη συνθηκολόγηση με τον όρο να παραδώσει την πόλη μέσα σε 3 ημέρες. Μάλιστα, ο Σουλεϊμάν σε μια του προκήρυξη που έριξε με τόξο μέσα στην πόλη, ανακοίνωσε ότι αν οι κάτοικοι παρέδιδαν την πόλη, θα έμεναν αφορολόγητοι για 5 χρόνια και ότι τα παιδιά τους δεν θα περιλαμβάνονταν στο συνηθισμένο «παιδομάζωμα» των Τούρκων.

Τελικά αυτό κατορθώθηκε στις 22 Δεκεμβρίου. Οι βασικοί όροι της συνθήκης ήταν οι εξής:

να μη βεβηλωθούν οι χριστιανικές εκκλησίες

οι κάτοικοι να συνεχίσουν να θρησκεύονται ελεύθερα

να μείνουν αφορολόγητοι για 5 χρόνια (για να συνέλθουν από τις καταστροφές που προκάλεσε στις περιουσίες τους, η πολιορκία)

και να επιτραπεί η ελεύθερη αναχώρηση όσων κατοίκων θέλουν.

Οι Ιππότες θα μπορούσαν να πάρουν όλη την κινητή περιουσία τους και κατά την παράδοση της πόλης μόνο ο αγάς με 4,000 στρατιώτες θα έμπαιναν να παραλάβουν την πόλη και όχι όλος ο στρατός.

Στις 25 Δεκέμβρη η πόλη της Ρόδου παραδόθηκε, αλλά παρ' όλη τη συμφωνία οι Τούρκοι στρατιώτες και βιαιοπράγησαν και λεηλάτησαν και βεβήλωσαν χριστιανικές εκκλησίες.

Στις 1 Γενάρη του 1523 ο μεγάλος μάγιστρος των Ιπποτών της Ρόδου, Φιλίπ ντε Βιλιέ ντε λ' Ιλ-Αντάμ, οι Ιππότες και 4.000 κάτοικοι, εγκατέλειψαν τη Ρόδο, ύστερα από 220 χρόνια ηγεμονίας.

Στις 2 Γενάρη του 1523 ο σουλτάνος Σουλεϊμάν προσευχήθηκε για να ευχαριστήσει τον Αλλάχ για τη νίκη που του έδωσε, στον ναό του Αγίου Ιωάννη των Ιπποτών που οι Τούρκοι είχαν ήδη μεταμορφώσει σε τζαμί.

Μετά την κατάκτηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τη Ρόδο, οι Τούρκοι κατάλαβαν και τα υπόλοιπα νησιά που ήταν στην κυριαρχία των Ιπποτών της Ρόδου: Κάλυμνο, Σύμη, Λέρο, Κω, Νίσυρο, Τήλο και Χάλκη.

Ο Σουλεϊμάν ενθαρρυμένος από την κατοχή αυτής της τόσο σημαντικής ναυτικής βάσης, έφτιαξε μεγάλο στόλο, με σκοπό να εκδιώξει τη Βενετία από την ανατολική Μεσόγειο, έβαλε στόλαρχο τον περίφημο πειρατή Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα και το 1537 ξεκίνησε έναν ακόμα βενετοτουρκικό πόλεμο.

Οι Ιππότες του Αγίου Ιωάννη έφυγαν από το νησί χωρίς να έχουν βρει που θα μεταφέρουν την έδρα του Τάγματος. Έτσι, μια τρικυμία τους έβγαλε στην Κρήτη πρώτα, μετά στα Κύθηρα αλλά η Βενετία δεν ήταν πρόθυμη να τους δώσει καταφύγιο. Φεύγοντας από κει πήγαν στη Νάπολη και από εκεί στο Βιτέρμπο το 1524 όπου και διαπραγματεύτηκαν με τον βασιλιά της Γερμανίας, Κάρολο Ε΄, την παραχώρηση της Μάλτας.

Ταυτόχρονα προσπαθούσαν να κινήσουν επανάσταση στη Ρόδο, για να επέμβουν και να διώξουν τους Τούρκους, αλλά η προσπάθεια εξαιτίας των πολλών αναβολών μαθεύτηκε από τους Τούρκους και το 1529 εγκαταλείφθηκε η ιδέα. Το 1530 τελικά τους παραχωρήθηκε η Μάλτα, στην οποία κατέλυσαν το 1531 λίγο μετά την αποτυχημένη τους προσπάθεια να καταλάβουν και τη Μεθώνη.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ελληνικές πηγές της εποχής είναι λίγες και γι' αυτό η παρακάτω γραπτή μαρτυρία είναι πολύτιμη. Το χειρόγραφο βρέθηκε στη βιβλιοθήκη της Πάτμου και βρίσκεται επίσης, στο βιβλίο του Γιάννη Κορδάτου "Ιστορία της νεώτερης Ελλάδας" από όπου και την αντλήσαμε. Είναι η περιγραφή της πολιορκίας από κάποιο ημερολόγιο που γραμμένη στην κοινή ελληνική της εποχής και αναφέρει:

«στους αφκβ’ (χρόνους) ήλθεν ο άνωθεν σουλτάν Σουλεϊμάν με την αρμάδαν* του Ιουνίου κστ’ και στας ιζ’ του Ιουλίου ημέρα έκτη έδωσε πόλεμον με φωτιά και άλλα πράματα. Και εις τα δ’ του Σεπτεμβρίου έδωσαν ομοίως πόλεμον και εβγάλαν τους όξω. Στις θ’ ομοίως έδωσαν πόλεμον με λουμπάρδες* και φωτιάν και εμουντάραν απάνω και εγκρεμνίσασίν τους και εβάλαν φλάμουρα* και εσκοτώθησαν πολλοί Τούρκοι Σεπτεμβρίου ιζ’ και πήραν κακήν ημέραν με φωτιά. Στοις κδ’ έδωσαν μέγαν πόλεμον με μίνες* και φωτιά και έσμιξε σπαθί με σπαθί και κράτηξεν ο πόλεμος ώρες στ’ και επήρεν και το μπελοβάρδιν του Σπάνια* και κράτηξεν ο πόλεμος ώρες δ’ και πάλιν το επήραν και έβγαλάν τους όξω και σκοτωθήκαν Τούρκοι χιλιάδες δ’. Οκτωβρίου στ’ έδωσαν ομοίως πόλεμον και ανέβησαν επάνω και έβγαλάν τους όξω. Στοις θ’ έδωσαν ομοίως πόλεμον και έβγαλάν τους όξω. Στοις ιζ’ έδωσαν ομοίως πόλεμον εις την πόρταν του Αγίου Αθανασίου και ανέβησαν απάνω στο μπελοβάρδιν και εβάλαν φλάμουρα και επολεμήσαν σπαθίν με σπαθίν όλη μέρα και έβγαλάν τους όξω. Στοις κβ’ έδωσαν ομοίως πόλεμον στην Οβριακήν* και σκότωσαν Τούρκους χιλιάδες στ’. και τω αυτώ μηνί κε’ εκάμαν χαλασίαν και εμπήκαν πολλοί Τούρκοι και έβγαλάν τους κακώς έχοντα. Τω αυτώ μηνί κθ’ ημέρα Σαββάτω εμπήκαν μέσα στο Μανδράκι και όσοι εμπήκαν τόσοι επομείναν. Δεκεμβρίου κε’, αφκβ’ επαράδωκάν την (τη Ρόδο) του Τούρκου».

[2]

αρμάδα=ο στόλος

λουμπάρδες= τα κανόνια

φλάμουρα=σημαίες

μίνες= τα εκρηκτικά με τα οποία ανατίναζαν τους υπονόμους που έφτιαχναν

μπελοβάρδι του Σπάνια= ο προμαχώνας που υπερασπίζονταν οι Ισπανοί

Οβριακήν= η συνοικία των Εβραίων

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΡΔΑΤΟΣ, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, 1957

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΑΘΑΣ, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ,ΤΟΜΟΣ Α’. ΕΚΔ. ΛΙΒΑΝΗ, 1995

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Tercier, Memoire sur la prise de Rhodes. Paris, 1759. ΣΑΘΑΣ, Ιστορία της Τουρκοκρατούμενης Ελλάδας, εκδ. Λιβάνη, τόμος Ά',σελ.107
  2. Πατμιακή βιβλιοθήκη», 1890, σελ.147