Πάβελ Πανόφ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πάβελ Πανώφ
Προσωπικές πληροφορίες
Πλήρες όνομαПавел Гeopгиeв Панов
Ημερ. γέννησης16 Σεπτεμβρίου 1950 (1950-09-16)
Τόπος γέννησηςΣόφια, Βουλγαρία
Ημερ. θανάτου18 Φεβρουαρίου 2018 (67 ετών)
Τόπος θανάτουΣόφια, Βουλγαρία
ΘέσηΕπιθετικός
Επαγγελματική καριέρα*
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1963–1968FC Septemvri Sofia
1968Σπαρτάκ Σόφιας8(5)
1969–1981Λέφσκι Σόφιας301(131)
1981–1982 Άρης Θεσσαλονίκης25(0)
Εθνική ομάδα
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1967–1969 Εθνική Βουλγαρίας Κ-1928(20)
1970–1972 Εθνική Βουλγαρίας Κ-2326(8)
1971–1979Εθνική Βουλγαρίας44(13)
Προπονητική καριέρα
ΠερίοδοςΟμάδα
1986–1987Λέφσκι Σόφιας
1988–1989ΦΚ Χάσκοβο
1989–1990Λέφσκι Σόφιας
1990–1991Iwuanyanwu Nationale
1992–1993PFC Septemvri Sofia
1992–1993 Εθνική Βουλγαρίας Κ-21
1993–1995Μπότεφ Πλόβντιφ
1995–1999PFC Septemvri Sofia
2000Λοκομοτίβ Σόφιας
2006PFC Rodopa Smolyan
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα. † Συμμετοχές (Γκολ).

Ο Πάβελ Γκεοργκίεφ Πανόφ (βουλγαρικά: Павел Гeopгиeв Панов‎‎· 16 Σεπτεμβρίου 1950 – 18 Φεβρουαρίου 2018) ήταν Βούλγαρος διεθνής ποδοσφαιριστής και προπονητής ποδοσφαίρου, ο οποίος αγωνίζονταν ως μέσος κι ως επιθετικός. [1]

Ποδοσφαιρική Καριέρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πανόφ γεννήθηκε στη Σόφια και ξεκίνησε την καριέρα του ως ποδοσφαιριστής το 1960 στην ομάδα παίδων της ПФК “Σεπτέμβι” (ПФК “Септември”) και αφού πέρασε από την ομάδα νέων, καθιερώθηκε στην πρώτη ομάδα του συλλόγου, όπου και αγωνίστηκε από το 1963 και μέχρι το 1968. Το 1969, μεταπήδησε στην Σπάρτακ Σόφιας και μετά την συγχώνευση που επέβαλε το τότε καθεστώς της χώρας, μεταξύ των ομάδων της Λέφσκι Σόφιας με της Σπαρτάκ, αποτέλεσε βασικό στέλεχος της νέας ενοποιημένης ομάδας. Στη Λέφσκι αγωνίστηκε για δώδεκα σεζόν, παίζοντας σε 301 αγώνες και σημειώνοντας 130 τέρματα στο εγχώριο Πρωτάθλημα. Με τη Λέφσκι κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα και πέντε κύπελλα Βουλγαρίας.

Παράλληλα διετέλεσε διεθνής ποδοσφαιριστής αγωνιζόμενος σε σαράντα τέσσερις αγώνες και σημειώνοντας δεκατρία τέρματα με την Εθνική Βουλγαρίας[2]. Επίσης έλαβε μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου του 1974, όπου και αγωνίστηκε σε 3 αγώνες. Υπήρξε επτά φορές αρχηγός του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος της χώρας, ενώ παράλληλα αποτελεί τον πρώτο σκόρερ της εθνικής Νέων της χώρας με 20 γκολ. Με τα χρώματα της Λέφσκι έφτασε μέχρι τα προημιτελικά των ευρωπαϊκών διοργανώσεων ( στο Κύπελλο Κυπελλούχων το 1970 και το 1977 και στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ το 1976). [3] Το 1977 αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος με 20 γκολ και την ίδια χρονιά αναγνωρίστηκε ως ο καλύτερος ποδοσφαιριστής της Βουλγαρίας. Το 1975 και το 1976 ήταν επίσης στους 3 πρώτους στην ψηφοφορία για τον καλύτερο παίκτη της χρονιάς. Στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις αγωνίστηκε σε 36 αγώνες και σημείωσε 22 γκολ (στο Κύπελλο Πρωταθλητριών - 9 αγώνες και 3 γκολ, στο Κύπελλο Κυπελλούχων - 13 αγώνες και 9 γκολ, στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ - 14 αγώνες και 10 γκολ).[4] Με 22 γκολ ο Πανώφ είναι ο Νο 1 σκόρερ της Λέφσκι σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις και ταυτόχρονα ο τρίτος Βούλγαρος σκόρερ όλων των εποχών στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις συλλόγων, μετά τους Χρίστο Στόιτσκοφ και Ντίμιταρ Μπερμπάτοφ. Τη σεζόν 1981-82 αγωνίστηκε στην Άρη Θεσσαλονίκης [5]. Παρά τις εκπληκτικές τεχνικές ικανότητές του [6] και την εμπειρία του, δεν απέδωσε τα αναμενόμενα ολοκληρώνοντας τη θητεία του στους «κίτρινους» με 29 συμμετοχές (25 για το Πρωτάθλημα, 1 στο Κύπελλο Ελλάδας και 3 στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Σημείωσε μόνο 2 τέρματα, το πρώτο στις 16 Σεπτεμβρίου 1981 στον αγώνα Άρης-Σλιέμα Γουόντερερς 4-0 [7] και το δεύτερο στις 30 Σεπτεμβρίου 1981 στον επαναληπτικό αγώνα Σλιέμα Γουόντερερς-Άρης 2-4. [8]

Προπονητική καριέρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την ολοκλήρωση της αγωνιστικής του καριέρας εντάχθηκε στο προπονητικό επιτελείο της Λέφσκι. Το 1986-1987 και το 1989-1990 εργάστηκε ως πρώτος προπονητής του συλλόγου. Επίσης υπήρξε προπονητής της νιγηριανής Iwuanyanwu Nationale (1991-92), της Εθνικής Ομάδα Νέων της Βουλγαρίας, της Μπότεφ Πλόβντιφ, της Septemvri, και της Λοκομοτίβ Σόφιας. Διετέλεσε επί σειρά ετών πρόεδρος της Αθλητικής και Τεχνικής Επιτροπής του Διοικητικού Συμβουλίου της Λέφσκι. Τον Ιούνιο του 2006 ανέλαβε προπονητής της PFC Rodopa Smolyan και τη θέση του στο διοικητικό συμβούλιο της "Λέφσκι" πήρε ένας άλλος πρώην παίκτης των "μπλε" - ο Κιρίλ Ίβκοφ. Πέθανε στις 18 Φεβρουαρίου 2018 στη Σόφια σε ηλικία 67 ετών.[9] H κόρη του, Ισαβέλα, είναι παντρεμένη με το γιό του Αντρέι Ασπαρούχοφ, υιό της άλλης μεγάλης δόξα του βουλγαρικού ποδοσφαίρου, του Γκεόργκι Ασπαρούχοφ, και το ζευγάρι ζει στις Η.Π.Α.[10]

Διακρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως παίκτης της Λέφσκι Σόφιας

Ατομικές διακρίσεις

  • Πρώτος σκόρερ Βουλγαρικού Πρωταθλήματος: 1976 (18 γκολ) και 1977 (γκολ)
  • Βούλγαρος Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς: 1977

Διεθνείς διακρίσεις

Ως προπονητής της Λέφσκι Σόφιας

  • Κύπελλο του Σοβιετικού Στρατού: 1987

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]