Μετάβαση στο περιεχόμενο

Νικόλαος Σολιώτης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Για τον νεότερο πολιτικό, δείτε Νικόλαος Χριστοδούλου (1901-1987)
Νικόλαος Χριστοδούλου
Γενικές πληροφορίες
ΓέννησηΝικόλαος Χριστοδούλου
Θάνατος1841
ΕθνικότηταΈλληνες[1]
ΨευδώνυμοΣολιώτης
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
ΘρησκείαΧριστιανός Ορθόδοξος
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός
Γνωστός γιαφόνο Τούρκων φοροεισπρακτόρων
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Πόλεμοι/μάχεςΕλληνική Επανάσταση του 1821
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΒραβεύσειςΧιλίαρχος του εκτελεστικού και της Φρουράς των Καλαμαράδων

Ο Νικόλαος Χριστοδούλου ή Σολιώτης ήταν αγωνιστής του 1821. Ήταν από τους πρώτους που επιτέθηκαν στους Τούρκους, πριν ακόμη κηρυχθεί επίσημα η Επανάσταση. Αργότερα, έλαβε μέρος σε πλήθος πολεμικών συγκρούσεων, ενώ κατέλαβε σημαντικές θέσεις και αξιώματα. Καθ’ όλη τη διάρκεια της στρατιωτικής του σταδιοδρομίας, διακρίθηκε για την τόλμη και την αυτοθυσία του.

Η προεπαναστατική δράση του

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Νικόλαος Σολιώτης ήταν παλιός κλέφτης.[2] Καταγόταν από το χωριό Σόλος της Επαρχίας Καλαβρύτων, απ' όπου πήρε και το επώνυμό του.[3] Σε κείμενα της εποχής αναφέρεται με το πατρώνυμο Χριστοδούλου. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία.[4] Συμμετείχε ενεργά στην προετοιμασία της Επανάστασης. Το 1821 βρισκόταν στη θέση του επιστάτη των τότε ταχυδρομείων (μελιτζλής). Από φόβο μήπως προδοθεί η Φιλική Εταιρεία και οι Τούρκοι προφθάσουν να ματαιώσουν την μελετηθείσα επανάσταση, βιάστηκε να αρχίσει τις εχθροπραξίες.[3] Κατ’ άλλους, παρακινήθηκε από τον ορμητικό Παπαφλέσσα να κάνει την αρχή της επανάστασης δημιουργώντας τετελεσμένα γεγονότα. Έτσι, θα ενοχοποιούσε την επαρχία Καλαβρύτων και, κατά συνέπεια, θα τερμάτιζε την πολιτική αρκετών δημογερόντων, οι οποίοι ήταν πιθανό να ανέβαλλαν διαρκώς την ημερομηνία έναρξής της.[2][5] Σίγουρο, όμως, είναι πως ο Νικόλαος Σολιώτης συναντήθηκε με τον συγκεκριμένο ιερέα μετά τη λήξη της συνέλευσης της Βοστίτσας. Έχοντας άδεια οπλοχρησίας ως ταχυδρόμος, είχε δημιουργήσει μια ομάδα πολεμιστών, με αρχηγό τον ίδιο. Έτσι, ενθάρρυνε τον Παπαφλέσσα, υποσχόμενος να αναλάβει δράση, μόλις κηρυχθεί η επανάσταση.[6]

Η αρχή των εχθροπραξιών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τελικά, ο Νικόλαος Σολιώτης δεν παρέβη την υπόσχεση που είχε δώσει στον Παπαφλέσσα και -όπως αναφέρει κι ο ίδιος στα απομνημονεύματά του-[7] στις 14 Μαρτίου του 1821, στην θέση "Πόρτες", κοντά στο χωριό Αγρίδι των Καλαβρύτων, φόνευσε τρεις Τούρκους φοροεισπράκτορες,[8] τους επονομαζόμενους "Τσιπογλαίους"[3] ή γυφτοχαρατσήδες, που έρχονταν από την Τριπολιτσά.[2] Χτύπησε επίσης πριν τις 20 Μαρτίου του 1821 περισσότερους από 60 Τουρκαλβανούς κοντά στα χάνια της Βερσοβάς και εξακολούθησε να συναθροίζει και άλλους επαναστάτες, έχοντας και επαναστατική σημαία.

Η συνεισφορά του στα γεγονότα των αρχών της Επανάστασης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 21 Μαρτίου, μαζί με τους οπλαρχηγούς Ασημάκη Φωτήλα, Παπαδόπουλο, Θεοχαρόπουλο, Σωτήρη Χαραλάμπη, Βασίλειο και Δημήτριο Πετμεζά, ηγείται στρατιωτικού σώματος περίπου 600 ανδρών. Το σώμα αυτό, θα πολιορκήσει τους Τούρκους των Καλαβρύτων, που είχαν οχυρωθεί στους τρεις πύργους της κωμόπολης. Οι Τούρκοι παραδόθηκαν μετά από πέντε ημέρες αντίστασης.[9] Κατά τη διάρκεια μάλιστα της επιχείρησης αυτής ο Νικόλαος Σολιώτης τραυματίστηκε.[10] Παράλληλα, στάλθηκε από τους Καλαβρυτινούς αγωνιστές στην Κόρινθο, για να πείσει τον Πανούτσο Νοταρά να ηγηθεί της Ελληνικής Επανάστασης. Η αποστολή του, όμως, όπως και άλλων που ανέλαβαν το ίδιο εγχείρημα (Πρωτοσύγκελος Αμβρόσιος Σιναΐτης, Σωτηράκης Χαραλάμπης και Αναγνώστης Στριφόμπολας), τελικά απέτυχε.[11]

Συμμετοχή σε άλλες πολεμικές επιχειρήσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Νικόλαος Σολιώτης έλαβε μέρος σε πολλές μάχες.[3] Στο Λεβίδι, συμμετείχε με τους συμπατριώτες του -Καλαβρυτινούς- οπλαρχηγούς Σταμάτη Χαραλάμπη και Θεοχαρόπουλο.[12] Στην πολιορκία της Τριπολιτσάς, συμμετείχε ως αρχηγός στρατιωτικού σώματος. Στις 8 Οκτωβρίου 1821, διορίστηκε αρχηγός της πολιορκίας του Ακροκορίνθου, όταν ο προηγούμενος αρχηγός, Αναγνώστης Πετμεζάς, παραιτήθηκε λόγω προβλημάτων στη μισθοδοσία των στρατιωτών του. Αφού οι Έλληνες κατέλαβαν τον οχυρό λόφο Πεντεσκούφι, ο ανεφοδιασμός των Τούρκων αποκόπηκε. Η κατάσταση, μάλιστα, έγινε δυσχερέστερη για τους Τούρκους μετά την πολύνεκρη απόπειρα ανεφοδιασμού των Τούρκων, στις 14 Νοεμβρίου. Έτσι, άρχισαν οι διαπραγματεύσεις παράδοσης του φρουρίου, οι οποίες, όμως, ναυάγησαν, εξ αιτίας των ερίδων μεταξύ των Ελλήνων αρχηγών.[13] Μετά την πτώση της Κορίνθου έγινε χιλίαρχος του Εκτελεστικού και της Φρουράς των Καλαμαράδων. Επίσης, πήγε και στη Ρούμελη όταν ήταν ανάγκη και έγινε γνωστός. Όταν ο Δράμαλης εισέβαλε στην Πελοπόννησο, πήρε πάλι τα όπλα και πολέμησε υπερασπιζόμενος τις ελληνικές θέσεις. Το όνομά του απαντάται σε όλα τα στρατιωτικά γεγονότα.[14]

Αντίσταση στον Ιμπραήμ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν ο Ιμπραήμ, μετά την πτώση του Μεσολογγίου, κυριαρχούσε στην Πελοπόννησο κι έμοιαζε ασταμάτητος, ο Νικόλαος Σολιώτης και ο Γκολφίνος Πετμεζάς, αποφάσισαν να τον πολεμήσουν στην οχυρή θέση Καστράκι (πλησίον του χωριού Κλουκίνες, στο όρος Χελμός). Σκοπός τους ήταν να υπερασπιστούν τις οικογένειές τους, που είχαν βρει εκεί καταφύγιο. Όμως, οι Αιγύπτιοι στρατιώτες του Ιμπραήμ, παρά τη σθεναρή αντίσταση των Ελλήνων, κατάφεραν να τους εκτοπίσουν. Ύστερα, καταδίωξαν όσους είχαν καταφύγει σε κρύπτες του Χελμού. Ο απολογισμός της μάχης ήταν τραγικός για τους Έλληνες: 100 νεκροί από την πρώτη μάχη, 1.000 νεκροί και 200 αιχμάλωτοι από την καταδίωξη.[15]

Στα μεταεπαναστατικά χρόνια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον καιρό της βασιλείας του Όθωνα του απονεμήθηκε βαθμός ανωτέρου αξιωματικού και κατετάγη τιμητικά στη βασιλική φάλαγγα.[4][5] Πέθανε τον Σεπτέμβριο του 1841, αφήνοντας πάμφτωχη την πολυμελή οικογένειά του, καθώς είχε ξοδέψει κατά τους χρόνους της Επανάστασης ολόκληρη την περιουσία του για να συντηρεί τους άντρες του στρατιωτικού σώματος που διατηρούσε.[4][16]

  1. www.hellenicaworld.com/Greece/Person/gr/NikolaosSoliots.html.
  2. 2,0 2,1 2,2 Βακαλόπουλος. 1980. σελ. 328. 
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 Χρυσανθόπουλος (Φωτάκος). σελ. 36. 
  4. 4,0 4,1 4,2 "Σολιώτης". Ήλιος. 
  5. 5,0 5,1 "Σολιώτης ή Χριστοδούλου (Νικόλαος)". Ελευθερουδάκης. 
  6. Αλλαμανή. σελ. 80 και 82. 
  7. Αλλαμανή. σελ. 82. 
  8. Η άποψη πως οι φονευθέντες ήταν φοροεισπράκτορες υποστηρίζεται από τον Βακαλόπουλο ( Βακαλόπουλος 1980, σ. 328). Η Αλλαμανή (Αλλαμανή, σ.82), όμως, αναφέρει πως ήταν ταχυδρόμοι.
  9. Βακαλόπουλος. 1980. σελ. 329. 
  10. Αλλαμανή. σελ. 83. 
  11. Αλλαμανή. σελ. 91. 
  12. Διαμαντούρου. σελ. 106. 
  13. Σφυρόερας. σελ. 181. 
  14. Φωτάκος. σελ. 36-37. 
  15. Βακαλόπουλος. 1975. σελ. 418. 
  16. Καλομενόπουλος. σελ. 85. 
  • Αλλαμανή, Έ. (1975). Γεγονότα, ενέργειες και αποφάσεις κατά τους τελευταίους μήνες πριν την Επανάσταση. Ιστορία του ελληνικού έθνους, Τόμος 12 (σελ. 70-100). Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
  • Βακαλόπουλος, Α. (1975). Η Επανάσταση κατά το 1826. Ιστορία του ελληνικού έθνους, Τόμος 12 (σελ. 408-436). Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
  • Βακαλόπουλος, Α. (1980). Ιστορία του Νέου Ελληνισμού: Η μεγάλη ελληνική επανάσταση (1821-1829) - Τόμος Ε: Οι προϋποθέσεις και οι βάσεις της. Θεσσαλονίκη.
  • Διαμαντούρου, Ι. (1975). Εξάπλωση της Επανάστασης κατά τον Απρίλιο και τον Μάιο. Επέκταση και ένταση των πολεμικών συγκρούσεων. Ιστορία του ελληνικού έθνους, Τόμος 12 (σελ. 106-128). Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
  • Καλομενόπουλος, Ν. (χ.χ.). Σολιώτης, Νικόλαος Χ. Στο: Δρανδάκης, Μεγάλη ελληνική εγκυκλοπαίδεια, Τόμος 22 (σελ. 85). Αθήνα: Εκδοτικός οργανισμός "Ο φοίνιξ".
  • Σολιώτης (χ.χ.). Στο: Νεώτερον εγκυκλοπαιδικόν λεξικόν, Τόμος 17. Αθήνα: Ήλιος.
  • Σολιώτης ή Χριστοδούλου (Νικόλαος) (χ.χ.). Στο: Ελευθερουδάκης Σύγχρονος εγκυκλοπαίδεια, Τόμος 11. Αθήνα: Εγκυκλοπαιδικαί εκδόσεις Ν. Νίκας.
  • Σφυρόερας, Β. (1975). Τοπική επικράτηση της Επαναστάσεως. Ιστορία του ελληνικού έθνους, Τόμος 12 (173-199). Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
  • Φώτιος Χρυσανθόπουλος, επιμ. (1888). Βίοι Πελοποννησίων ανδρών και των εξώθεν εις την Πελοπόννησον ελθόντων κληρικών, στρατιωτικών και πολιτικών των αγωνισαμένων τον αγώνα της επαναστάσεως. Αθήνα: Σταύρος Ανδρόπουλος, Τυπογραφείο Π. Δ. Σακελλαρίου. Ανακτήθηκε στις 10 Απριλίου 2010.