Φάρσα (θεατρικό είδος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Θεατές σε μια θεατρική φάρσα, πίνακας του Πετρόφ - Βόντκιν (1870)

Φάρσα είναι κωμικό θεατρικό είδος που επιδιώκει να διασκεδάσει το κοινό μέσα από καταστάσεις απίθανες ή εξωφρενικές, υπερβολικές και παράλογες αν και γενικά διατηρείται ένας ορισμένος ρεαλισμός στις παράλογες πτυχές τους. Κύρια χαρακτηριστικά είναι η έντονη χρήση γλωσσικού χιούμορ με λογοπαίγνια και σεξουαλικά υπονοούμενα, τα χονδροειδή αστεία, ο σκόπιμος παραλογισμός ή η ανοησία, η σάτιρα, η παρωδία και η διακωμώδηση πραγματικών καταστάσεων, ανθρώπων και γεγονότων, οι απίθανες και χιουμοριστικές περιπτώσεις παρεξηγήσεων, οι μεταμφιέσεις και τα μπερδέματα, όλα για ακραίο κωμικό αποτέλεσμα. Οι χαρακτήρες είναι στερεότυποι, απίθανοι και υπερβολικοί και ο ρυθμός γρήγορος που αυξάνεται καθώς προχωρά το έργο.[1]

Το κύριο στοιχείο της φάρσας δεν είναι η συνειδητή πολιτική ή κοινωνική σάτιρα, αλλά μια χαλαρή και ανέμελη απεικόνιση της αστικής ζωής με σκανδαλώδη περιστατικά. Η γαλλική φάρσα συχνά χρησιμοποίησε το θέμα της συζυγικής απιστίας.[2]

Ετυμολογία και ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η προέλευση της φάρσας ανάγεται στην ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα. Ίχνη της βρίσκουμε ήδη τόσο στις κωμωδίες του Αριστοφάνη και του Πλαύτου όσο και στα λαϊκά ατελλανά δράματα, στα οποία οι ηθοποιοί έπαιζαν τύπους χαρακτήρων - όπως τον αχόρταγο, τον ξεμωραμένο γέροντα - που εμπλέκονταν σε ευτράπελες καταστάσεις. [3]

Παράσταση φάρσας σε πλατεία χωριού, λεπτομέρεια από πίνακα του Φλαμανδού Πήτερ Μπάλτεν (περ. 1570)

Πέρασε στο μεσαιωνικό θέατρο από την εκκλησιαστική λειτουργία, όπου αντιπροσώπευε τις παρεμβολές στην τοπική γλώσσα που εισήχθησαν στα λατινικά λειτουργικά δράματα με στόχο να γίνουν κατανοητά στους πιστούς.

Από τον 13ο αιώνα, οι φάρσες ήταν αυτοσχέδια κωμικά έργα που εισάγονταν από τους ηθοποιούς ανάμεσα στα θρησκευτικά θεατρικά έργα όπως τα Μυστήρια και τα Θαύματα - εξού και η χρήση της παλαιάς γαλλικής λέξης φάρσα, «παραγέμισμα» - για να διασκεδάσουν το κοινό. Τέτοια έργα γράφτηκαν στη συνέχεια ανεξάρτητα, η πρώτη γνωστή φάρσα ήταν το ανώνυμο γαλλικό θεατρικό έργο Το αγόρι και ο τυφλός (Le Garçon et l'aveugle, 1266). Ένα από τα πιο διασκεδαστικά από τα σωζόμενα κείμενα είναι Η φάρσα του κυρ-δικηγόρου Πατελέν (Maistre Pierre Pathelin, ανωνύμου, περ. 1457).[4]

Ο όρος φάρσα χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στη Γαλλία του 15ου αιώνα προσδιορίζοντας ως ξεχωριστό είδος κωμωδίας παραστάσεις που συνδύαζαν γελωτοποιούς, ακροβάτες, διακωμώδηση και άσεμνα αστεία, όλα μαζί σε μια ενιαία μορφή ψυχαγωγίας. Η γαλλική φάρσα διαδόθηκε γρήγορα σε όλη την Ευρώπη, με αξιοσημείωτα παραδείγματα στα έργα της Κομέντια ντελ άρτε και στα ιντερμέδια του Τζον Χέιγουντ στην Αγγλία του 16ου αιώνα. Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ έγραψε την πιο γνωστή φάρσα της Αναγέννησης όταν διασκεύασε την κωμωδία του Πλαύτου Μέναιχμοι στην Κωμωδία των παρεξηγήσεων. Ο Μολιέρος επίσης χρησιμοποίησε αρκετά στοιχεία φάρσας στις κωμωδίες του.[5]

Στη σύγχρονη εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η φάρσα ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. Στη Γαλλία, έργα όπως Το ιταλικό ψάθινο καπέλο (1851) του Εζέν Λαμπίς, Η κυρία του Μαξίμ (1899) και Ψύλλοι στ' αφτιά (1907) του Ζωρζ Φεντώ και Φάρσες και ηθικολογίες (1904) του Οκτάβ Μιρμπώ ήταν αξιοσημείωτες επιτυχίες. Εμφανίζονταν επίσης σε παραστάσεις του μιούζικ χολ, βοντβίλ και μπουλβάρ.[6]

Η φάρσα συνεχίστηκε στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα σε έργα όπως Η θεία του Τσάρλι (1892) του Μπράντον Τόμας, στις κωμικές όπερες των Γκίλμπερτ και Σάλιβαν και βρήκε νέα έκφραση σε κινηματογραφικές κωμωδίες με τον Τσάρλι Τσάπλιν, τους αδελφούς Μαρξ κλ.. Οι φάρσες που παρουσιάστηκαν κατά τον μεσοπόλεμο ήταν εξαιρετικά δημοφιλείς και αργότερα πολλές επιτυχημένες τηλεοπτικές κωμικές εκπομπές πιστοποιούν την ανθεκτικότητα του είδους. Ανάμεσα στις φάρσες του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα είναι Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού (1974) του Ιταλού Ντάριο Φο, Το σώσε (Noises Off, 1982) του Μάικλ Φρέιν, Φήμες του Νιλ Σάιμον, οι φαρσικές σκηνές στις ταινίες των Μόντι Πάιθον.[7]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]