Μαξίμ Μπαχντάνοβιτς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μαξίμ Μπαχντάνοβιτς
ΌνομαΜαξίμ Μπαχντάνοβιτς
ΓέννησηΜαξίμ Αντάμαβιτς Μπαχντάνοβιτς
9 Δεκεμβρίου 1891
Μινσκ, Ρωσική Αυτοκρατορία (νυν Λευκορωσία)
Θάνατος25 Μαΐου 1917 (25 ετών)
Γιάλτα, Ρωσική Αυτοκρατορία (νυν Ουκρανία)
Επάγγελμα/
ιδιότητες
Ποιητής - συγγραφέας - μεταφραστής - δημοσιογράφος - κριτικός λογοτεχνίας
ΕθνικότηταΛευκορώσος
ΥπηκοότηταΡωσική
Σχολές φοίτησηςDemidov Juridical Lyceum
Περίοδος1907 - 1917
ΕίδηΛογοτεχνία, Μετάφραση
Commons page Πολυμέσα σχετικά με τoν συγγραφέα

Ο Μαξίμ Αντάμαβιτς Μπαχντάνοβιτς (λευκορωσικάМаксім Адамавіч Багдановіч, Μινσκ, 27 Νοεμβρίου/9 Δεκεμβρίου 1891 - Γιάλτα, 25 Μαΐου 1917) ήταν σημαντικός Λευκορώσος συμβολικός ποιητής, μυθιστοριογράφος, μεταφραστής και κριτικός λογοτεχνίας. Αναδείχτηκε στις αρχές του 20ού αιώνα, μικρό χρονικό διάστημα μετά την χαλάρωση των μέτρων απαγόρευσης χρήσης της λευκορωσικής γλώσσας και ξεχώρισε γρήγορα χάρη στο ταλέντο του[1]. Παρά τον πρόωρο θάνατό του υπήρξε πολυγραφότατος και πολύπλευρος συγγραφέας, ενώ έργα του έχουν μεταφραστεί σε περίπου είκοσι ξένες γλώσσες[2].

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε το 1891 στο Μινσκ της Λευκορωσίας (τότε ανήκε στη Ρωσική Αυτοκρατορία) και ήταν το δεύτερο παιδί του εθνολόγου Άνταμ Μπαχντάνοβιτς (1862 - 1940) και της Μαρίας Απανασάουνα Μιακότα (1869 - Οκτώβριος 1896). Από την πλευρά της μητέρας του καταγόταν από παλιά οικογένεια γηγενών ευγενών που είχε απολέσει την ισχύ της. Το 1892 μετακόμισε οικογενειακώς στο Γκρόντνο, ενώ το 1896, μετά τον θάνατο της μητέρας του που οφειλόταν σε έναν συνδυασμό φυματίωσης και επιπλοκών στη γέννα, εγκαταστάθηκε στο Νίζνι Νόβγκοροντ[2].

Αν και τα ρωσικά ήταν η κυρίαρχη γλώσσα των παιδικών και εφηβικών του χρόνων, εντούτοις ανατράφηκε σε ένα οικογενειακό περιβάλλον που του μετέδωσε το ενδιαφέρον και την αγάπη για τον πολιτισμό, την ιστορία και τη γλώσσα της Λευκορωσίας[2] (σύμφωνα με άλλη άποψη, με το πέρασμα των ετών, το ενδιαφέρον του Μπαχντάνοβιτς για τη γλώσσα και τον πολιτισμό της ιδιαίτερης πατρίδας του συνάντησε την αρνητική στάση του πατέρα του που, ως φιλορώσος, θεωρούσε οποιαδήποτε περαιτέρω ενασχόληση με αυτά τα θέματα ως τουλάχιστον ανούσια, αν όχι επιζήμια[3]).

Από το 1902 ως το 1908 φοιτά στο Γυμνάσιο του Νίζνι Νόβγκοροντ, όπου έρχεται σε επαφή με διάφορους κύκλους διανοούμενων και πολιτικών τάσεων (μάλιστα για ένα διάστημα ενδιαφέρθηκε για τον αναρχισμό, τον οποίο όμως εγκατέλειψε γρήγορα) και παράλληλα γίνεται συνδρομητής σε λευκορωσικές εφημερίδες που εκδίδονταν στο Βίλνιους[2].

Τον Ιούλιο του 1907 δημοσιεύεται στην εφημερίδα Наша Ніва (Νάσα Νίβα, ελλ: Ο δικός μας κάμπος) το πρώτο του έργο, το αλληγορικό μυθιστόρημα Ο μουσικός[2][4]. Το επόμενο έτος η οικογένειά του μετακόμισε στο Γιαροσλάβλ. Ο Μπαχντάνοβιτς φοίτησε στο γυμνάσιο της πόλης, δείχνοντας ιδιαίτερη έφεση στη λογοτεχνία, ενώ απέκτησε στενή σχέση με τον καθηγητή των λατινικών Β. Μπελούσοφ, ο οποίος πέρα από τα λατινικά του δίδαξε ιταλικά, γαλλικά και ελληνικά (αργότερα έμαθε επίσης πολωνικά και γερμανικά). Την άνοιξη του 1909 προσβλήθηκε από φυματίωση και μετέβη για θεραπεία στην περιοχή της Κριμαίας[2].

Ο Μπαχντάνοβιτς το 1916 (ελαιογραφία του Βίκταρ Σματάβ, 1981).

Αφού ανάρρωσε, επέστρεψε στο Γιαροσλάβλ όπου το 1911 ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Μετά από πρόσκληση της Νάσα Νίβα[3], πραγματοποίησε ταξίδι στο Βίλνιους και ακολούθως στη Λευκορωσία όπου συνδέθηκε με διάφορες προσωπικότητες του εθνικιστικού κινήματος της πατρίδας του και πέρασε αρκετούς μήνες στην λευκορωσική ύπαιθρο. Επιστρέφοντας στο Γιαροσλάβλ εισήχθη κατά τα τέλη του 1911 στη Σχολή Δικαστικών Ντεμίντοφ (το μετέπειτα Κρατικό Πανεπιστήμιο του Γιαροσλάβλ) από την οποία αποφοίτησε το 1916. Ενδιάμεσα, το 1915, αρρώστησε εκ νέου με αποτέλεσμα να μεταβεί ξανά στην Κριμαία προκειμένου να βελτιωθεί η κατάσταση της υγείας του[2].

Το φθινόπωρο του 1916 διορίστηκε δημόσιος υπάλληλος στο Μινσκ[4]. Εκεί συμμετείχε ενεργά στην πολιτιστική ζωή της πόλης αλλά και στους συλλόγους που είχαν συσταθεί για την ανακούφιση των Λευκορώσων προσφύγων των δυτικών επαρχιών που λόγω των εχθροπραξιών του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου συνέρρεαν μαζικά στο Μινσκ[2].

Τον Φεβρουάριο του 1917, η επιδείνωση της υγείας του τον ανάγκασε να εγκαταλείψει το Μινσκ με προορισμό για ακόμη μια φορά την Κριμαία. Καταβεβλημένος από τη φυματίωση, απεβίωσε την 25η Μαΐου του ίδιου έτους στη Γιάλτα όπου και κηδεύτηκε[2][4].

Το έργο του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λογοτεχνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το εξώφυλλο της ανατυπωμένης έκδοσης του Ανθοστέφανου (λευκ:Вянок).

Ο κοινωνικός και εθνικός ιδεαλισμός και οι ιδέες της ισότητας και της αδελφοσύνης των ανθρώπων κατέχουν κυρίαρχη θέση στα γραπτά του Μπαχντάνοβιτς[4]. Οι κυριότερες επιρροές του εντοπίζονται στη συμβολική ποίηση και στα έργα των Πούσκιν, Βερλαίν, Σεβτσένκο και Φετ. Παράλληλα σημαντικές πηγές έμπνευσής του υπήρξαν οι λαϊκές παραδόσεις και οι θρύλοι της πατρίδας του[2].

Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1907 με τον Μουσικό, ένα αλληγορικό[4] μυθιστόρημα μέσα από το οποίο αναφέρονται οι αντιξοότητες που συνάντησε ο λευκορωσικός λαός στο πέρασμα των αιώνων και η ελπίδα για μια μελλοντική αυτοδιάθεση. Έπειτα από μια πολυετή αποχή από τη συγγραφή πεζών λογοτεχνικών κειμένων, το 1913 καταπιάστηκε εκ νέου με το συγκεκριμένο είδος γράφοντας μια σειρά από διηγήματα στη λευκορωσική και ρωσική γλώσσα που δημοσιεύτηκαν σε διάφορα έντυπα[2].

Στις αρχές του 1909 δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά ποιήματα του στον Τύπο (συγκεκριμένα τα Πάνω από τον τάφο και Η άνοιξη θα έρθει). Αν και ο ίδιος έγραφε ποίηση από το 1908, η μοναδική ποιητική του συλλογή που εκδόθηκε ενόσω ζούσε ήταν ο Ανθοστέφανος, που κυκλοφόρησε στις αρχές του 1914 και χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα κλασικά δείγματα της λευκορωσικής λογοτεχνίας. Περιλαμβάνει 102 ποιήματα (εκατό σύντομα και δύο μακροσκελή) της περιόδου 1909 - 1912 τα οποία καταχωρούνται σε θεματικές ενότητες όπως το Μαγεμένο βασίλειο, οι Ήχοι της πατρίδας, η Παλιά Λευκορωσία, η Παλιά κληρονομία κλπ). Σε αυτά, μέσα από την αναφορά στα θεμελιώδη ανθρώπινα προβλήματα, στη λιτή ομορφιά αλλά και στην πλούσια φύση της πατρίδας του καθώς και στην αναμονή για ένα καλύτερο μέλλον, φανερώνονται έκδηλα τα λυρικά - με επιρροές από τον ρεαλισμό - στοιχεία και ο πατριωτικός προσανατολισμός της ποίησής του[1][2][4]. Μερικά από τα σημαντικότερα ποιήματά του είναι τα Λαέ, λευκορωσικέ λαε!, Βερανίκα, Παχονία, Σε ξένη γη, Η πατρίδα μου, Ειδύλλιο, Η υφάντρα του Σλούτσκ κ.ά[2][3][5]. Επίσης υπολογίζεται πως συνέθεσε περίπου είκοσι ποιήματα γραμμένα στα ρωσικά[2].

Μετάφραση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκτός από λογοτεχνικό, ο Μπαχντάνοβιτς είχε και σημαντικό μεταφραστικό έργο. Αξιοποιώντας την ευρυμάθειά του στις ξένες γλώσσες, μετέφρασε στα λευκορωσικά πληθώρα κειμένων της λατινικής, ευρωπαϊκής, ρωσικής και ουκρανικής λογοτεχνίας στα οποία περιλαμβάνονται δημιουργίες των Οβιδίου, Ορατίου, Πούσκιν, Χάινε, Σίλλερ, Βερλαίν, Βεράρεν, Σεβτσένκο, Φράνκο κ.ά[2].

Κριτική και ιστορία λογοτεχνίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως κριτικός και ιστορικός λογοτεχνίας, ο Μπαχντάνοβιτς έθεσε τις βάσεις του συγκεκριμένου πεδίου στη λευκορωσική γλώσσα: ξεκίνησε την ενασχόλησή του με τους συγκεκριμένους τομείς το 1910, ενώ το πρώτο του άρθρο λογοτεχνικού σχολιασμού δημοσιεύτηκε το 1911 στις σελίδες της Νάσα Νίβα. Ασχολήθηκε συστηματικά με την λευκορωσική, ρωσική και ουκρανική λογοτεχνία και τα άρθρα του έτυχαν δημοσιεύσεων σε αρκετά λογοτεχνικά έντυπα διαφόρων γλωσσών.

Σημαντικά άρθρα του σχετικά με τη λογοτεχνία της πατρίδας του είναι η Σύντομη Ιστορία της λευκορωσικής λογοτεχνίας μέχρι τον 16ο αιώνα, το Για εκατό χρόνια και η Μια νέα περίοδος στην Ιστορία της λευκορωσικής λογοτεχνίας. Συν τοις άλλοις, το 1916 κυκλοφόρησε στα ρωσικά και στα ουκρανικά το βιβλίο του Λευκορωσική Αναγέννηση[2].

Λοιπή εργογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου δημοσίευσε σειρά άρθρων και φυλλαδίων λευκορωσικού αλλά και ευρύτερα σλαβικού ενδιαφέροντος (Λευκορώσοι, Ποιοι είμαστε;, Οι αδελφοί Τσέχοι, Οι Ουκρανοί Κοζάκοι κ.ά.). Παράλληλα ως συντάκτης της Νίσα Νίβα έγραψε μερικά άρθρα δημοσιογραφικής φύσεως[2].

Αποτίμηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μπαχντάνοβιτς συγκαταλέγεται μαζί με τους Γιάνκα Κουπάλα και Γιακούμπ Κόλας στους σημαντικότερους Λευκορώσους λογοτέχνες[2] καθώς το έργο του επηρέασε βαθύτατα την περαιτέρω εξέλιξη της λευκορωσικής λογοτεχνίας και το εθνικό κίνημα της πατρίδας του[6]. Επίσης θεωρείται πρωτοπόρος στην καταγραφή της ιστορικής πορείας της λευκορωσικής λογοτεχνίας[4].

Το όνομα του Μπαχντάνοβιτς έχει δοθεί σε διάφορες οδούς της Λευκορωσίας, ενώ υπάρχουν τρία μουσεία αφιερωμένα στον ίδιο και το έργο του στο Μινσκ και το Γκρόντνο της Λευκορωσίας αλλά και στο Γιαροσλάβλ της Ρωσίας.

Μνημεία και πολιτιστικά ιδρύματα προς τιμήν του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Preminger, Alex· Warnke, Frank· Hardison Jr., O. B., επιμ. (2015). Princeton Encyclopedia of Poetry and Poetics. Princeton, New Jersey: Princeton University Press. σελ. 91. 
  2. 2,00 2,01 2,02 2,03 2,04 2,05 2,06 2,07 2,08 2,09 2,10 2,11 2,12 2,13 2,14 2,15 2,16 2,17 «Maksim Bahdanovich: personality and work». archives.gov.by. Archives of Belarus. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Σεπτεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 6 Απριλίου 2017. 
  3. 3,0 3,1 3,2 Kudrytski, Ales (26 Ιουνίου 2008). «Genius by Correspondence». odb-office.eu. ODB Brussels. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Δεκεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 7 Απριλίου 2017. 
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 4,6 Roszkowski, Wojciech· Kofman, Jan (2016). Biographical Dictionary of Central and Eastern Europe in the Twentieth Century. New York: Routledge. σελ. 1706 - 1707. 
  5. «Interesting facts about Belarusian poet Maksim Bahdanovich». en.ctv.by. Belarus News. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Σεπτεμβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 7 Απριλίου 2017. 
  6. Silitski, Vitali· Zaprudnik, Jan (2010). The A to Z of Belarus. Lanham, Maryland: Scarecrow Press. σελ. 27. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]