Μάντω Οικονομίδου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μάντω Οικονομίδου
Γενικές πληροφορίες
ΓέννησηΑδαμαντία Καραμεσίνη-Οικονομίδου
1929[1]
Αθήνα
Θάνατος19 Ιανουαρίου 2015 (86 ετών)
Αθήνα
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
ΣπουδέςΕθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααρχαιολόγος
νομισματολόγος
ΕργοδότηςΝομισματικό Μουσείο Αθηνών (1964–1994)
Οικογένεια
ΣύζυγοςΛόντος Οικονομίδης

Η Μάντω Οικονομίδου ή Μάντω Καραμεσίνη-Οικονομίδου (Αθήνα, 1929Αθήνα, 19 Ιανουαρίου 2015),[2] ήταν Ελληνίδα αρχαιολόγος, νομισματολόγος και διευθύντρια του Νομισματικού Μουσείου Αθηνών επί τρεις δεκαετίες (1964-1994).

Βίος - σπουδές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μάντω Οικονομίδου γεννήθηκε το 1929 στην Αθήνα. Μετά την ολοκλήρωση των εγκυκλίων σπουδών της σπούδασε αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, από όπου αποφοίτησε το 1952 και με υποτροφία συνέχισε στην Αμερικανική Νομισματική Εταιρεία (American Numismatic Society), στη Νέα Υόρκη. Μελέτησε επίσης νομισματική στο Μουσείο “Cabinet des Médailles”, (γαλλικά: Département des Monnaies, Médailles et Antiques de la Bibliothèque nationale de France) στο Παρίσι, στο “Heberden Coin Room“ του Ασμόλειου Μουσείου (αγγλικά: Ashmolean Museum) στην Οξφόρδη, στο Βρετανικό Μουσείο (αγγλικά: British Museum) στο Λονδίνο και στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο (γερμανικά: Deutshes Archäologisches Institut) στο Βερολίνο.[2][3] Έγινε διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Αθήνας το 1975 με εισηγητή τον Νικόλαο Κοντολέοντα. Ήταν επίτιμο μέλος της Βελγικής Νομισματικής Εταιρείας, της Ρουμανικής Νομισματικής Εταιρείας, της Ελληνικής Νομισματικής Εταιρείας, και της Γαλλικής Νομισματικής Εταιρείας, τακτικό μέλος του Αυστριακού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, αντεπιστέλλων μέλος του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, και της “American Numismatic Society”. Υπήρξε επίσης μέλος πολλών άλλων νομισματικών, αρχαιολογικών και ιστορικών εταιρειών, όπως της “Royal Numismatic Society”, της Ελληνικής Ανθρωπιστικής Εταιρείας, της Ελληνικής Επιτροπής Βυζαντινών Σπουδών, της Εθνολογικής Εταιρείας, της Ελληνικής Εταιρείας Σπουδών Νοτιοανατολικής Ευρώπης κ. ά. Ήταν ισόβιο μέλος της Αρχαιολογικής Εταιρείας, στο Διοικητικό Συμβούλιο της οποίας εκλεγόταν συνεχώς από το 1988. Διετέλεσε ακόμη μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Κέντρου για την πολιτιστική κληρονομιά, και ιδρυτικό μέλος και Πρόεδρος του ICOMON, της διεθνούς επιτροπής των Νομισματικών Μουσείων και Συλλογών του ICOM.[4][5]

Η Μάντω Οικονομίδου, η οποία ήταν παντρεμένη με τον Λόντο Οικονομίδη[6], απεβίωσε σε ηλικία 86 ετών στην Αθήνα, στις 19 Ιανουαρίου 2015 και η κηδεία της έγινε την Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2015, στο Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Σύμφωνα με τους φίλους της και μέλη του σωματείου "Οι Φίλοι του Νομισματικού Μουσείου": «Η Μάντω Οικονομίδου έφυγε από κοντά μας στις 19 Ιανουαρίου του 2015, παραμένει όμως ζωντανή για πάντα στη ψυχή μας. Το πνεύμα της αποτελεί το φωτεινό φάρο του Σωματείου μας, "Οι Φίλοι του Νομισματικού Μουσείου", το οποίο η ίδια ίδρυσε το 1992, το φάρο που μας καθοδηγεί και μας εμπνέει…»[4] Σύμφωνα επίσης, με τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, «Η προσφορά της στο Νομισματικό Μουσείο συνδέεται με τα δύσκολα χρόνια που έζησε μεταπολεμικά η Αρχαιολογική Υπηρεσία όταν προσπαθούσε να σταθεί όρθια, να εκπληρώσει τον προορισμό της, να προχωρήσει μπροστά. Το εγχείρημα πέτυχε. Η Μάντω Οικονομίδου έθεσε τις βάσεις ενός σύγχρονου Μουσείου. […] Υποδειγματική επιστήμων και ακαταπόνητη η Μάντω Οικονομίδου είχε πλούσιο και πολύτιμο συγγραφικό έργο, δεδομένου ότι δημοσίευε με σοβαρότητα και σύνεση σημαντικά νομισματικά ευρήματα από την ελληνική επικράτεια. […] Έθεσε τις βάσεις ενός σύγχρονου Μουσείου με εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό, με τεχνογνωσία, το ανέδειξε σε πόλο έλξης διακεκριμένων αρχαιολόγων-νομισματολόγων, δίδαξε Νομισματική σε νεώτερους συναδέλφους και φοιτητές ως Ειδική Επιστήμων σε ΑΕΙ, υπέδειξε θέματα διδακτορικών διατριβών σε έλληνες και ξένους ερευνητές τα οποία και επέβλεπε, υποστήριξε τις κρατικές υποτροφίες (ΙΚΥ) για μια νέα γενιά ειδικών επιστημόνων. Τη Μάντω Οικονομίδου θα θυμόμαστε με πολλή αγάπη και εκτίμηση για τη μεγάλη προσφορά της».[7]

Σταδιοδρομία - δραστηριότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1953 εντάχθηκε στο προσωπικό του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, όπου υπηρέτησε αρχικά εθελοντικά (1953-1959), αργότερα ως επιμελήτρια αρχαιοτήτων, από το 1959 και στη συνέχεια ως διευθύντρια της “Νομισματικής Συλλογής” (1964-1994).[2] Από το 1953 έως και το 1959, στο διάστημα το οποίο εργάστηκε εθελοντικά στο Νομισματικό Μουσείο ήταν υπό την καθοδήγηση της τότε διευθύντριας του Μουσείου Ειρήνης Βαρούχα-Χριστοδουλοπούλου. Τα πρώτα αυτά χρόνια ήταν καθοριστικά για σταδιοδρομία της στη Νομισματική. Το 1959, μετά από επιτυχία στο διαγωνισμό Επιμελητών, διορίστηκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία και τοποθετήθηκε ως Επιμελήτρια Αρχαιοτήτων στη “Νομισματική Συλλογή”, η οποία αποτελούσε τότε Τμήμα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου . Επί των ημερών της (1965) η Συλλογή ανεξαρτητοποιήθηκε από το Εθνικό Μουσείο με την ονομασία “Νομισματική Συλλογή Αθηνών” και το 1977 έλαβε τον παλιό ιδρυτικό τίτλο και μετονομάστηκε εκ νέου σε “Νομισματικό Μουσείο”. Το 1964 η Μάντω Οικονομίδου ανέλαβε τη διεύθυνση της “Νομισματικής Συλλογής”, θέση στην οποία παρέμεινε έως τον Ιούνιο του 1994, οπότε και αποχώρησε από την ενεργό υπηρεσία με τον τίτλο της επίτιμης διευθύντριας του Νομισματικού Μουσείου.[4]

Έμφαση στον άνθρωπο-αρχαιολόγο, ως παράγοντα δυναμικής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μάντω Οικονομίδου έδινε μεγάλη έμφαση στην αξία του αρχαιολόγου ως ανθρώπου. Τον θεωρούσε καθοριστικό-καταλυτικό παράγοντα δυναμικής και ανατροπής της κατεστημένης νοοτροπίας. Έλεγε η ίδια σε συνέντευξή της για τους συναδέλφους της και το έργο τους: «Είναι ένα είδος ευγενούς άμιλλας και ανταγωνισμού. Γιατί είναι πολύ γοητευτικό να ανακαλύπτεις κάτι που έζησε πάρα πολλά χρόνια πριν από σένα, –και χαριτολογώντας, συνέχισε- Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έλεγε: "Αν είχα στην κυβέρνηση έναν αρχαιολόγο, θα μου την έριχνε κάθε εβδομάδα"».[5]

Έργο ζωής το Νομισματικό Μουσείο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Μάντω Οικονομίδου, η οποία διετέλεσε διευθύντρια του Νομισματικού Μουσείου επί τρεις δεκαετίες, οφείλεται το σημαντικό έργο της μεταφοράς των νομισματικών θησαυρών από το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στο Ιλίου Μέλαθρον. Η Μάντω Οικονομίδου μετά από πολυετείς αγώνες, ευτύχησε να δει το όραμά της να γίνεται πραγματικότητα: Το 1994 την διαδέχθηκε, ως διευθυντής του Μουσείου, ο Ιωάννης Τουράτσογλου ο οποίος συνέχισε τις προσπάθειες μεταστέγασης. Εν τέλει οι προσπάθειες καρποφόρησαν και στις 11 Δεκεμβρίου του 1998 πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια. Η μόνιμη στέγαση του Νομισματικού Μουσείου στο Ιλίου Μέλαθρον, την κατοικία του Ερρίκου Σλήμαν, στο νεοκλασικό κτίριο της οδού Πανεπιστημίου 12 ήταν πλέον γεγονός.[4][5]

Στελέχωση – οργάνωση Μουσείου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μάντω Οικονομίδου υπήρξε άνθρωπος οργανωτικός και ανοικτός σε κάθε νεωτερισμό: «Κατά τη διάρκεια της διεύθυνσής της, στελέχωσε το Μουσείο με νέους επιστήμονες, στους οποίους μετέδωσε την αγάπη της για τη Νομισματική και με τους οποίους συνεργάστηκε εποικοδομητικά για την υλοποίηση των πολλαπλών επιστημονικών προγραμμάτων . Επί των ημερών της ταξινομήθηκε το πλούσιο αρχείο του 19ου αιώνα».[4]

Προγράμματα ηλεκτρονικής καταγραφής των αντικειμένων του Μουσείου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επί των ημερών της, ξεκίνησαν δύο προγράμματα ηλεκτρονικής καταγραφής των αντικειμένων του Μουσείου, ένα πρόγραμμα καταγραφής της βιβλιοθήκης και ένα του εργαστηρίου συντήρησης. Οργανώθηκαν επίσης εκπαιδευτικά προγράμματα στους εκθεσιακούς χώρους του Μουσείου.[4]

Συνεργασίες με άλλα ιδρύματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επίσης, τέθηκαν οι βάσεις για τη συνεργασία του Μουσείου με το ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος» και το Πολυτεχνείο Κρήτης ως προς την ανάλυση των νομισμάτων. Το Αρχείο Νομισματικής Κυκλοφορίας (ΑΝΚ), που τηρείται στο Μουσείο και αποτελείται τόσο από ανασκαφικά νομίσματα, όσο και από καταγραφές ιδιωτικών συλλογών και κατασχέσεων, αποτελεί σήμερα σημαντική πηγή μελέτης για τους νεότερους ερευνητές. Πρωταρχικός στόχος για τον οποίο εργάστηκε άοκνα και μεθοδικά ήταν η λειτουργικότητα του Μουσείου, η εσωτερική τακτοποίηση των συλλογών του και η ευρετηρίαση των αντικειμένων.[4]

Συμβολή στη σύνταξη του Ευρετηρίου των Ελληνικών Θησαυρών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η τακτοποίηση των προσκτημένων του Μουσείου γίνεται πλέον με βάση τα σύγχρονα δεδομένα της νομισματικής επιστήμης. Οι νομισματικοί θησαυροί κατανεμήθηκαν στα επιμέρους νομισματοκοπεία, αφού ομαδοποιήθηκαν, τοποθετήθηκαν σε ιδιαίτερες νομισματοθήκες, ανάλογα με τη χρονολογία απόκρυψης τους, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία.[4][5]

Προς αυτή την κατεύθυνση άλλωστε βοήθησε η έκδοση του διεθνούς ευρετηρίου των αρχαίων ελληνικών «θησαυρών». Ουσιαστική υπήρξε η συμβολή της Μάντως Οικονομίδου στη σύνταξη του Ευρετηρίου των Ελληνικών Θησαυρών «An Inventory of Greek Coin Hoards» (IGCH), εκδόθηκε στη Νέα Υόρκη το1973. Αναθεώρησε την ήδη υπάρχουσα έκθεση του μουσείου και συγχρόνως οργάνωσε την επανέκθεση της τρίτης αίθουσας ακολουθώντας τις σύγχρονες αντιλήψεις της μουσειολογίας.[4]

Εμπλουτισμός με ιδιωτικές συλλογές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μάντω Οικονομίδου μερίμνησε επίσης για τον εμπλουτισμό του Μουσείου με σημαντικές ιδιωτικές συλλογές, σπάνιους τύπους αλλά και πολλούς νομισματικούς «θησαυρούς». Οι συλλογές του Μουσείου έγιναν ευρύτερα γνωστές με την έκδοση πολλών επιστημονικών άρθρων, αλλά και πλήθος διαλέξεων.[4] Σύμφωνα με την ίδια την Μάντω Οικονομίδου, σε παλαιότερη συνέντευξή της:[5] Όταν την ρώτησαν «αν χανόταν η Συλλογή Νομισμάτων, τι θα θρηνούσε περισσότερο», η Μάντω Οικονομίδου απάντησε: «Δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσεις κάτι, γιατί δεν είναι ένα το μοναδικό. Έχουμε πολλά μοναδικά, στα 500.000 νομίσματα, που παρέδωσα φεύγοντας. Είχα την τύχη να πιάσω στα χέρια μου ένα εξαιρετικό νόμισμα, μοναδικό ως τώρα, τον υπατικό σόλιδο του Ιουστινιανού Α' (δωρεά Καντά). Πρέπει να σας πω ότι το Νομισματικό Μουσείο ξεκίνησε από δωρεές. Μετά την απελευθέρωση, οι αδελφοί Ζωσιμά χάρισαν στο κράτος 20.000 αρχαία ελληνικά νομίσματα και μετάλλια. Αλλά με τη δωρεά του Ιωάννη Δημητρίου, με τις πλήρεις σειρές πτολεμαϊκών και ρωμαϊκών νομισμάτων που περιλαμβάνει, ερχόμαστε πρώτοι στον κόσμο μετά την Αίγυπτο. Το μεγαλύτερο απόκτημα του μουσείου στο β' μισό του 20ού αιώνα είναι η συλλογή Γρηγορίου Εμπεδοκλή (1956) με 11.000 αρχαία ελληνικά νομίσματα από τις ελληνικές αποικίες στην Κάτω Ιταλία, την Αίγυπτο, τη Συρία. Η συλλογή Εμπεδοκλή είναι πραγματικό κόσμημα».[5]

Ανασκαφικά νομίσματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η οργάνωση, ταξινόμηση και η επίλυση χρονολογικών και άλλων επιστημονικών προβλημάτων για τα αναρίθμητα ανασκαφικά νομίσματα, τα οποία ταυτίστηκαν στο Νομισματικό Μουσείο από όλες τις αρχαιολογικές περιφέρειες, αποτελεί πολύτιμη βοήθεια για τους ανασκαφείς αρχαιολόγους και κάνει κατανοητή τη συμβολή της νομισματικής επιστήμης στη σύγχρονη αρχαιολογία.[4]

Οργάνωση πρότυπου εργαστηρίου συντήρησης νομισμάτων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με την επιμονή και την υπομονή που διέκρινε τη Μάντω Οικονομίδου προέκυψε η δημιουργία και οργάνωση πρότυπου εργαστηρίου συντήρησης, άρτια εξοπλισμένου τεχνολογικά, στο οποίο συντηρήθηκαν νομίσματα και μολυβδόβουλλα των συλλογών του Μουσείου και ανασκαφικά νομίσματα ή άλλα αντικείμενα από τις αρχαιολογικές περιφέρειες της Ελλάδας. Η διάσωση της συλλογής των μολυβδοβούλλων και των μολύβδινων αντικειμένων του Μουσείου έγινε χάρη στην αλλαγή των συνθηκών αποθήκευσης των αντικειμένων από τις παλιές ξύλινες νομισματοθήκες σε νεώτερες σύγχρονες.[4]

Οργάνωση εκθέσεων στα περιφερειακά Αρχαιολογικά Μουσεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με τον ίδιο ενθουσιασμό και αφοσίωση, η Μάντω Οικονομίδου, εργάστηκε επίσης και για τα περιφερειακά Αρχαιολογικά Μουσεία, ανά την Ελλάδα, οργανώνοντας νομισματικές εκθέσεις και ταυτίζοντας ανασκαφικά νομίσματα.[4] Η ίδια είχε από τα νεανικά της χρόνια μεγάλη συμβολή στο Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου: «Εκείνα τα χρόνια δούλευα περισσότερο στον Βόλο, όπου με ζήτησε ο Έφορος αρχαιοτήτων Δημήτρης Θεοχάρης για τα νομίσματα του Μουσείου του Βόλου. Κι εκεί εγώ δούλεψα με όλη μου την καρδιά».[3]

Βραβεύσεις - Διακρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Έλαβε επίσης πολλές τιμητικές διακρίσεις. Το Σεμινάριο της Νομισματικής Marcel Hoc του Πανεπιστημίου της Louvain-la-Neuve και οι «Φίλοι του Νομισματικού Μουσείου», της απένειμαν από κοινού ένα μετάλλιο με την προτομή της, το οποίο φιλοτέχνησε η Βελγίδα χαράκτρια Φράνσιν Σόμερς (Francine Somers). Η απονομή του μεταλλίου έγινε κατά τη διάρκεια τιμητικής εκδήλωσης, την οποία διοργάνωσαν οι συνεργάτες της στο Μουσείο, οι “Φίλοι του Νομισματικού Μουσείου”, και η “Ελληνική Νομισματική Εταιρεία” με αφορμή την αποχώρησή της από την ενεργό υπηρεσία στις 6 Ιουνίου του 1994 στην Παλιά Βουλή. Στην ίδια εκδήλωση της απενεμήθη επίσης το μετάλλιο της Ελληνικής Νομισματικής Εταιρείας.[4]

  • Προς τιμήν της διοργανώθηκε το 1995 διημερίδα από το Αυστραλιανό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, το Ίδρυμα Ερευνών- Κέντρο Ελληνικής και Ρωμαϊκής Αρχαιότητας, την Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή και το Νομισματικό Μουσείο στο Κέντρο Μελετών Ακροπόλεως.[4]

Εργογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το επιστημονικό έργο της Μάντως Οικονομίδου είναι εκτεταμένο και η εμβέλειά του καλύπτει από την αρχαιότητα έως και τους νεώτερους χρόνους. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της επικεντρώθηκε κυρίως στα αρχαία νομίσματα και στα ελληνικά νομισματοκοπεία των αυτοκρατορικών χρόνων. Η Νικόπολις, η ελληνική πόλη που χτίστηκε από τον Αύγουστο, μετά τη νίκη του στο Άκτιο, ήταν το θέμα της διατριβής της. Η εργογραφία της είναι σημαντική και περιλαμβάνει μονογραφίες, άρθρα σε περιοδικά, λήμματα σε καταλόγους και λεξικά και αρκετές ανακοινώσεις σε ελληνικά και διεθνή επιστημονικά συνέδρια. Από τα πιο σημαντικά της έργα αναφέρονται τα εξής:[8]

Συμμετοχή σε συλλογικά έργα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τιμητικός τόμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1977 προσφέρθηκε στην Μάντω Οικονομίδου τιμητικός τόμος-αφιέρωμα με τον τίτλο: “Χαρακτήρ”. Ο αμφίσημος τίτλος, «που παραπέμπει βέβαια στη νομισματική, δηλώνει παράλληλα και τη σπανιότητα που αναγνωρίζουν στο χαρακτήρα της Μάντως Οικονομίδου οι πολλοί μαθητές, φίλοι και συνάδελφοι που της αφιερώνουν τα άρθρα τους»,[3] έκδοση: Υπουργείο Πολιτισμού, Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων.

Εκθέσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη δεκαετία του 1960 πραγματοποίησε με τη συνεργασία του Εφόρου Δημήτρη Θεοχάρη τη πρώτη συστηματική νομισματική επανέκθεση στο Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου. Συνεχίζοντας το έργο του Ιωάννη Σβορώνου οργάνωσε σεμινάρια φοιτητών, αρχικά στους χώρους του Νομισματικού Μουσείου, και στη συνέχεια παρέδωσε, ως ειδική επιστήμων, φροντιστηριακά μαθήματα Νομισματικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, καθώς και διαλέξεις στα Πανεπιστήμια Ιωαννίνων και Ρεθύμνου.[4] Οργάνωσε, με τη συνεργασία των "Φίλων της Γενναδείου" το 1988, έκθεση με θέμα: «Ο πρώτος αιώνας του Νομισματικού Μουσείου 1829-1922». Με την έκθεση αυτή για πρώτη φορά έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό τόσο ο αρχειακός πλούτος του Μουσείου, όσο και η πλούσια και εξειδικευμένη βιβλιοθήκη του, που περιέχει νομισματικές εκδόσεις, καταλόγους βασιλικών, ηγεμονικών και ιδιωτικών συλλογών της Δύσης από τις αρχές του 16ου αι. Οργάνωσε ακόμη με τη συνεργασία του καθηγητή Ν. Οικονομίδη, το Β΄ Διεθνές Συμπόσιο Βυζαντινής Σιγιλλογραφίας, το 1988, στους χώρους του Νομισματικού Μουσείου.[4] Η Μάντω Οικονομίδου είχε αναφερθεί στο παρελθόν και στις δυσκολίες που υπήρχαν κατά την περίοδο της δικτατορίας στη διοργάνωση εκθέσεων. Ο Γιάννης Μηλιάδης, διευθυντής τότε του αρχαιολογικού χώρου της Ακρόπολης, ο οποίος της είχε αναθέσει τον καθαρισμό των νομισμάτων τα οποία είχαν βρεθεί στη νότια πλαγιά της Ακρόπολης: «Ετοίμαζε την επανέκθεση του Μουσείου Ακρόπολης. Όμως με την επιβολή της δικτατορίας, τον Απρίλιο του 1967, απολύθηκαν πολλοί αρχαιολόγοι και ανάμεσα τους επιστημονικοί βοηθοί του Νομισματικού Μουσείου. Ο Μηλιάδης ανέστειλε τις προγραμματισμένες δημοσιεύσεις των ευρημάτων της Ακρόπολης και η έκθεση του Νομισματικού έγινε χωρίς εγκαίνια».[5]

Συνεντεύξεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Παραπομπές - σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 saia.openabekt.gr/en/authorities/5a1d4d044ab9d081344c6a46/show.
  2. 2,0 2,1 2,2 "Σε ηλικία 86 ετών - Πέθανε η επίτιμη διευθύντρια του Νομισματικού Μουσείου, Μάντω Οικονομίδου Αρχειοθετήθηκε 2015-10-16 στο Wayback Machine.", στην ιστοσελίδα: news.in.gr 19 Ιανουαρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 3,2 Συνέντευξη στην ανθρωπολόγο - ιστορικό και συνεργάτιδα του “Archaeology & Arts”, Αγγελική Ροβάτσου, περιοδικό Αρχαιολογία, στις 17 Σεπτεμβρίου 2014: Μάντω Οικονομίδου, επίτιμη Διευθύντρια του Νομισματικού Μουσείου - Ο ανεκτίμητος θησαυρός του Νομισματικού Μουσείου Αρχειοθετήθηκε 2016-03-05 στο Wayback Machine..
  4. 4,00 4,01 4,02 4,03 4,04 4,05 4,06 4,07 4,08 4,09 4,10 4,11 4,12 4,13 4,14 4,15 4,16 Μάντω Οικονομίδου[νεκρός σύνδεσμος], από την ιστοσελίδα: "Οι Φίλοι του Νομισματικού Μουσείου".
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 5,5 5,6 Συνέντευξη στην Ν. Κοντράρου-Ρασσιά, εφημερίδα Ελευθεροτυπία, στις 16 Μαΐου 2009 με τίτλο: “Η αρχόντισσα των νομισμάτων".
  6. "Συλλογή Μάντως και Λόντου Οικονομίδη: Από υαλί χρωματιστό", Επιμέλεια: Μωραΐτου Μίνα, Μουσείο Μπενάκη.
  7. "Αποχαιρετισμός στη Μάντω Οικονομίδου Αρχειοθετήθηκε 2016-03-05 στο Wayback Machine.", Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, Αρ. Πρωτ.: 13, Αθήνα, 20/1/2015.
  8. Οικονομίδου, Μάντω, Εργογραφία στην ιστοσελίδα: biblionet.gr

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]