Λακκοσκήτη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σκήτη Αγίου Δημητρίου ή Λακκοσκήτη
Χάρτης
Είδοςγεωγραφικό αντικείμενο και σκήτη
Γεωγραφικές συντεταγμένες40°11′34″N 24°19′8″E
ΘρήσκευμαΟικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως
Διοικητική υπαγωγήΑυτόνομη Μοναστική Πολιτεία Αγἰου Όρους
ΤοποθεσίαΧερσόνησος του Άθω
ΧώραΕλλάδα
Commons page Πολυμέσα
Η Σκήτη Αγίου Δημητρίου ή Λακκοσκήτη

Η Σκήτη του Αγίου Δημητρίου ή Λακκοσκήτη βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά του Αγίου Όρους, σε υψόμετρο 280μ. στη μέση της απόστασης της Μονής Καρακάλλου και της Μονής της Μεγίστης Λαύρας, υπάγεται στην Μονή Αγίου Παύλου και απέχει απ' αυτή μιάμιση ώρα απόσταση. Βρίσκεται μέσα σε περιβάλλον εντονότατης βλάστησης αλλά ασφυκτικό και περιορισμένο, πλησίον της παλαιάς μονής των Αμαλφηνών, η οποία καταργήθηκε τον 11ο αιώνα. Οι διαμένοντες μοναχοί είναι Ρουμανικής και Μολδαβικής καταγωγής.

Η πρόσβαση στη Σκήτη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο δρόμος της ανατολικής ακτής διακλαδώνεται και προς την ενδοχώρα, όπου οδηγεί ένας μικρότερος δρόμος. Στο τέλος του, σε απόσταση μιας ώρας βρίσκεται η Λακκοσκήτη, που ονομάζεται και ρουμάνικη Σκήτη του Αγίου Δημητρίου. Υπάρχει και μια άλλη πρόσβαση στη Σκήτη με τον δρόμο να περνά πάνω από τις βουνοκορφές και να συνδέει την Σκήτη με την Μονή Αγίου Παύλου, η οποία όμως βρίσκεται σε απόσταση τεσσάρων ωρών. Ωστόσο, δύσκολα μπορεί κανείς να τον βρει ακόμα και σήμερα που άνοιξε ο πλατύς αυτοκινητόδρομος που συνδέει την Μονή Φιλοθέου με την Μονή Αγίου Παύλου.

Το Κυριακό της Σκήτης
Η εικόνα του Αγίου Δημητρίου από το Κυριακό

Η ιστορία της Σκήτης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την παράδοση, η ίδρυση της Σκήτης ανάγεται στο 10ο αιώνα, όπου και ζούσαν Λατίνοι μοναχοί μέχρι το 1054 και ανήκε στην λατινική μονή των Αμαλφηνών Βενεδικτίνων, που υπήρχε μέχρι τότε στο Άγιο Όρος και εγκαταλείφθηκε και ερημώθηκε, όταν επήρθε το Σχίσμα μεταξύ της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και της Δυτικής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Το πρώτο μισό του 14ου αιώνα ασκήτευσαν εδώ Σέρβοι μοναχοί, οι οποίοι λόγω χρηματικών οφειλών προς τη Μονή Βατοπεδίου αναγκάστηκαν να παραχωρήσουν σ' αυτή όλη την περιοχή στην οποία περιλαμβάνονταν και η Σκήτη με τα κτίρια της. Αργότερα, τέλη 14ου αιώνα, η Μονή Βατοπεδίου την παραχώρησε στη Μονή Αγίου Παύλου από την οποία έλαβε ως αντάλλαγμα κάποια κτήματα πλησίον του Πρόβλακα, όπου σήμερα είναι η Ουρανούπολη.

Η Καλύβη του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου

Σλαβική επιγραφή του έτους 1606 στην καλύβα του Αγίου Νικολάου μαρτυρεί την ύπαρξη στη Σκήτη Σλάβων μοναχών, μάλλον Σέρβων, μέχρι και τον 17ο αιώνα. Από τα μέσα του 18ου αιώνα και μετά μαρτυρείται η παρουσία Μολδαβών μοναχών. Το 1754 η Σκήτη του Αγίου Δημητρίου ερημώνεται για να ανασυσταθεί έξι χρόνια αργότερα το 1760 από το Μολδαβό μοναχό Δανιήλ.[1]

Μετά την έναρξη της ελληνικής Επανάστασης, το 1821 και κατά την διάρκεια αυτής, σταμάτησαν να έρχονται στο Άγιο Όρος μοναχοί από την Μολδοβλαχία λόγω των κινδύνων της εποχής, ενώ πολλοί μοναχοί που ήδη μόναζαν εκεί, άρχισαν να εγκαταλείπουν την Σκήτη και να επιστρέφουν στην πατρίδα τους ενώ οι γηραιότεροι που παρέμειναν εκεί απεβίωσαν στα επόμενα χρόνια. Μετά το 1830 οι Μολδαβοί άρχισαν να επιστρέφουν στην Σκήτη και έφθασαν στο σημείο να ξεπεράσουν και να υπερκαλύψουν αριθμητικά (πάνω από 90) όλους τους άλλους και επανέκτησαν και πάλι τη Σκήτη και μοιράστηκαν σε 24 καλύβες. Οι μοναχοί από την Μολδοβλαχία είχαν πάντα την σημαντική οικονομική υποστήριξη από την κυβέρνηση της χώρας τους αποφεύγοντας την εμπλοκή τους σε πολιτικά και εθνικιστικά προβλήματα.[2]

Το τέμπλο του Κυριακού της Σκήτης

Το 1849, οικοδομήθηκε ο ναός του Κοιμητηρίου, στη μνήμη της Αγίας Σκέπης από τον Μολδαβό μοναχό Iάκωβο και αργότερα ο υδρόμυλος και το κοιμητήριο. Το συγκρότημα του Κυριακού περιλαμβάνει το αρχονταρίκι, την τράπεζα (τραπεζαρία) και άλλα βοηθητικά κτιρία. Το Κυριακό της Σκήτης τιμάται στον Άγιο Δημήτριο, άρχισε να ανεγείρεται το 1898 και ολοκληρώθηκε το 1899, για τις λειτουργικές ανάγκες των Ρουμάνων και Μολδαβών μοναχών που ασκούνται στις 25 καλύβες της σκήτης. Μέχρι το 1904 προστέθηκε η λιτή και το κωδωνοστάσιο.[3] Η αδελφότητα της Λακκοσκήτης μειώθηκε και πάλι και έτσι στα μέσα της δεκαετίας του 1990 έμεινε μόνο ένας ηλικιωμένος μοναχός, και έτσι ξεκίνησε μια νέα προσπάθεια να δημιουργηθεί μια νέα αδελφότητα, που προερχόταν εν μέρει από τη ρουμανική κοινοβιανή σκήτη του Τιμίου Προδρόμου και εν μέρει από μοναχούς που ήρθαν από τη Ρουμανία υπό την καθοδήγηση του γέροντος Στεφάνου. Καθώς το Λακκοσκήτη απέχει πολύ από τους κεντρικούς δρόμους, οι προσκυνητές-επισκέπτες είναι σπάνιοι. Μέχρι και το πρώτο μισό του 20ου αιώνα στη Σκήτη του Αγίου Δημητρίου υπήρχαν 24 καλύβες από τις οποίες έξι χωρίς ναό. Σήμερα κατοικούνται μόνον πέντε καλύβες: της Αγίας Σκέπης, του Ευαγγελισμού, του Αγίου Νικολάου που είναι και η αρχαιότερη Καλύβη της σκήτης κτισμένη το 1606, η Καλύβη της Υπαπαντής και η Καλύβη των Αγίων Αρχαγγέλων.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Sfântul Munte Athos - Grădina Maicii Domnului" (Holy Mountain Athos - The Garden of Theotokos), 2nd edition, by monk Pimen Vlad, St. Martyr Artemios cell, Lakkoskete, Holy Mount Athos.
  • "Το Άγιον Όρος μύηση στην ιστορία του και τη ζωή του" - Δωροθέου Μοναχού,εκδ.Τέρτιος, Κατερίνη 1986
  • "ΑΘΩΣ-Το Άγιο Ορος" - Gerhard Trumler, εκδόσεις ΑΔΑΜ 1993.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Το Άγιον Όρος" - Παναγιώτης Χρήστου, Πατριαρχικό ινστιτούτο Πατερικών μελετών, εκδόσεις Εποπτεία - Αθήνα 1987, σελ.236.
  • "Το Άγιον Όρος" - Παναγιώτης Χρήστου, Πατριαρχικό ινστιτούτο Πατερικών μελετών, εκδόσεις Εποπτεία - Αθήνα 1987, σελ.303.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. "Το Άγιον Όρος" - Παναγιώτης Χρήστου, Πατριαρχικό ινστιτούτο Πατερικών μελετών, εκδόσεις Εποπτεία - Αθήνα 1987, σελ.236.
  2. "Το Άγιον Όρος" - Παναγιώτης Χρήστου, Πατριαρχικό ινστιτούτο Πατερικών μελετών, εκδόσεις Εποπτεία - Αθήνα 1987, σελ.303.
  3. "Το Άγιον Όρος μύηση στην ιστορία του και τη ζωή του" - Δωροθέου Μοναχού, εκδ.Τέρτιος, Κατερίνη 1986 σελ.170.