Ζιζίνιο
![]() | ||||||||||||||||||||||
Προσωπικές πληροφορίες | ||||||||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Πλήρες όνομα | Τόμας Σοάρες ντα Σίλβα | |||||||||||||||||||||
Ημερ. γέννησης | 14 Οκτωβρίου 1921 | |||||||||||||||||||||
Τόπος γέννησης | Σάο Γκονσάλο, Βραζιλία | |||||||||||||||||||||
Ημερ. θανάτου | 8 Φεβρουαρίου 2002 (80 ετών) | |||||||||||||||||||||
Τόπος θανάτου | Νιτερόι, Βραζιλία | |||||||||||||||||||||
Ύψος | 1,69 μ. | |||||||||||||||||||||
Θέση | Μέσος | |||||||||||||||||||||
Επαγγελματική καριέρα* | ||||||||||||||||||||||
Περίοδος | Ομάδα | Συμμ.† | (Γκ.)† | |||||||||||||||||||
1939–1950 | Φλαμένγκο | 172 | (88) | |||||||||||||||||||
1950–1957 | Μπάνγκου | 147 | (65) | |||||||||||||||||||
1957–1960 | Σάο Πάολο | 35 | (19) | |||||||||||||||||||
1959 | Σάο Μπέντο ντε Μαρίλια | 9 | (2) | |||||||||||||||||||
1961–1962 | Άουδαξ Ιταλιάνο | 16 | (3) | |||||||||||||||||||
Σύνολο | 379 | (177) | ||||||||||||||||||||
Εθνική ομάδα | ||||||||||||||||||||||
Περίοδος | Ομάδα | Συμμ.† | (Γκ.)† | |||||||||||||||||||
1942–1957 | Βραζιλία | 53 | (30) | |||||||||||||||||||
Τίτλοι
| ||||||||||||||||||||||
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα. † Συμμετοχές (Γκολ). |
Ο Τόμας Σοάρες ντα Σίλβα (Thomaz Soares da Silva), γνωστός ως Ζιζίνιο (Zizinho, πορτογαλική προφορά: [ziˈzĩɲu], 14 Οκτωβρίου 1921 – 8 Φεβρουαρίου 2002), ήταν Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής, ο οποίος αγωνιζόταν ως επιθετικός μέσος. Έφτασε στη διεθνή διάκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1950, όπου ψηφίστηκε καλύτερος παίκτης της διοργάνωσης. Θεωρείται ένας από τους κορυφαίους όλων των εποχών στη θέση του[1] και ψηφίστηκε 47ος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα στις εκλογές της IFFHS.[2]
Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Γεννήθηκε σε ένα προάστιο του Σάο Γκονσάλο. Άρχισε να παίζει σε μικρές ερασιτεχνικές ομάδες στην περιοχή Ντιτερόι και ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα στη Φλαμένγκο το 1939. Το ντεμπούτο του στην πρώτη ομάδα πραγματοποιήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 1939 σε φιλικό με την Ιντεπεντιέντε της Αργεντινής. Καθιερώθηκε γρήγορα ως βασικός και σημείωσε το πρώτο του γκολ στις 11 Μαΐου 1940, όταν η Φλαμένγκο νίκησε τη Σάο Κριστοβάο με 2–1.[3] Μαζί του, η ομάδα κέρδισε το πρώτο κρατικό πρωτάθλημα το 1942, και στη συνέχεια επανέλαβε την επιτυχία τα δύο επόμενα χρόνια.[4] Έμεινε στην ομάδα μέχρι το 1950 και αγωνίστηκε σε 318 παιχνίδια σημειώνοντας 146 γκολ.[5] Υπήρξε το μεγαλύτερο είδωλο του συλλόγου μέχρι την εμφάνιση του Ζίκο.
Επαινέθηκε ως ένας ολοκληρωμένος παίκτης, γνωστός για την εξαιρετική σειρά επιθετικών δεξιοτήτων του, όπως η ντρίμπλα, το πέρασμα και η ικανότητα χρήσης και των δύο ποδιών, καθώς και η ακρίβειά του στις μεταβιβάσεις. Ήταν ευφυής και με γνώσεις τακτικής. Οι ικανότητες αυτές του έδωσαν και εκτελεστική λειτουργία μέσα στις ομάδες που αγωνιζόταν.[6]
Με περιπετειώδη τρόπο μεταγράφηκε στη Μπάνγκου. Έπαιξε στο σύλλογο έως το 1957 και επέστρεψε για να παίξει ως παίκτης και προπονητής ταυτόχρονα το 1961. Όταν έφυγε από την Μπανγκού ήταν ο κορυφαίος παίκτης στην ιστορία του συλλόγου και ο πέμπτος καλύτερος σκόρερ, με 122 γκολ και ο πρώτος σκόρερ σε έναν αγώνα με πέντε γκολ. Ολοκλήρωσε το Πρωτάθλημα Καριόκα του 1952 ως πρώτος σκόρερ. Κέρδισε δύο τουρνουά στο Ρίο ντε Τζανέιρο και το τουρνουά Ρίο-Σάο Πάολο. Το 1957 πήγε στη Σάο Πάολο και κέρδισε τον τίτλο του Πρωταθλήματος Παουλίστα. Έκλεισε την καριέρα του για την Άουδαξ Ιταλιάνο, στη Χιλή.[7]
Με την εθνική Βραζιλίας αγωνίστηκε σε 53 συναντήσεις και σημείωσε 30 τέρματα.[8] Ήταν τροπαιούχος του Πρωταθλήματος Νότιας Αμερικής (μετέπειτα Κόπα Αμέρικα) το 1949, όταν η Βραζιλία εντυπωσιάζοντας κέρδισε την Ουρουγουάη με 5–1 (ένα γκολ δικό του) [9][10] έχοντας ήδη χάσει δύο τελικούς της διοργάνωσης νωρίτερα. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1950, ο Ζιζίνιο εξελέγη ο καλύτερος παίκτης της διοργάνωσης,[11] αν και δεν έπαιξε στους δύο πρώτους αγώνες λόγω τραυματισμού. Αλλά μετά την ένταξή του στην ομάδα, εντυπωσίασε τους θεατές με τις εμφανίσεις του. Στον αγώνα απέναντι στη Γιουγκοσλαβία, πέτυχε ένα γκολ σε δύο "αντίτυπα". Είχε πετύχει ένα καθαρό γκολ αλλά ο διαιτητής το ακύρωσε άδικα. Τότε αυτός το επανέλαβε ακριβώς. Μπήκε στη περιοχή από το ίδιο σημείο, απέφευγε τον ίδιο αμυντικό με την ίδια χάρη, ξεφεύγοντας από τα αριστερά, κι έστειλε τη μπάλα στην ίδια ακριβώς γωνία του τέρματος. Ύστερα την κλότσησε με οργή πολλές φορές πάνω στα δίκτυα. Ο διαιτητής κατάλαβε ότι ο Ζιζίνιο ήταν ικανός να επαναλάβει εκείνο το γκολ δέκα φορές και υποχρεώθηκε να το καταλογίσει.[12][13] Με τον κεντρικό επιθετικό Αντεμίρ σε μεγάλη φόρμα, και τους Ζιζίνιο, Ζαϊρ να πρωταγωνιστούν στη μεσοεπιθετική γραμμή οι Βραζιλιάνοι διέλυσαν Σουηδία και Ισπανία με 7–1 και 6–1 αντίστοιχα. Αξιοσημείωτη ήταν η εμφάνισή του απέναντι στην Ισπανία, στην οποία ο παίκτης έλαβε θερμά σχόλια από τον διεθνή τύπο, και χαρακτηρίστηκε ιδιοφυΐα.[14][15]
Στο αγώνα απέναντι στην Ουρουγουάη (που ονομάστηκε Maracanaço (Μαρακανάζο), δηλαδή το κάζο του Μαρακανά) θεωρήθηκε ο καλύτερος παίκτης της Βραζιλίας της συνάντησης, όπου η "σελεσάο" χρειαζόταν έστω μία ισοπαλία για να αναδειχθεί πρωταθλήτρια κόσμου. Η ήττα της 16ης Ιουλίου του 1950 από την Ουρουγουάη με 2–1, έφερε μία σειρά τραγικών επιπτώσεων, καθώς η επιτυχία της "σελεσάο" είχε θεωρηθεί σίγουρη από τον κόσμο και η επιθυμία γι' αυτήν ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Δεκάδες άτομα σε ολόκληρη τη χώρα αυτοκτονούσαν μη μπορώντας να αντέξουν το πένθος. Στο στάδιο Μαρακανά δύο άτομα αυτοκτόνησαν πηδώντας από τις κερκίδες, τρεις φίλαθλοι απεβίωσαν από καρδιακή προσβολή και στο Ρίο άλλοι πηδούσαν από τα μπαλκόνια. Ο κόσμος θρηνούσε και πολλοί δήλωναν πως δεν θα ξαναπατήσουν σε γήπεδο. Η γρουσούζικη εμφάνιση στις φανέλες του τελικού δεν φορέθηκε ποτέ ξανά από τη "σελεσάο". Οι εφημερίδες κατάπιαν τα πρωτοσέλιδα φύλλα της προηγούμενης ημέρας που παρουσίαζαν την ομάδα ως "αυτοί είναι οι παγκόσμιοι πρωταθλητές", καθώς και όσα ετοίμαζαν με θριαμβολογίες. Το πρωτοσέλιδο Nunca mais meu Brasil (Ποτέ πια Βραζιλία μου) έφτανε για να αποτυπώσει άριστα την τραγικότητα του γεγονότος. [16][17] Ο ίδιος σε μετέπειτα συνέντευξή του απέδωσε το αποτέλεσμα στην έλλειψη επαρκούς αγωνιστικής οργάνωσης της ομάδας και στην εμμονή στο σύστημα WM των τελευταίων δεκαετιών που αποδυνάμωσε περισσότερο την άμυνα της ομάδας σε σύγκριση με τις απαιτήσεις της περίστασης. [13]
Οι επιπτώσεις της ήττας που παραμένει η μεγαλύτερη εθνική τραγωδία στην ιστορία του αθλητισμού της χώρας ήταν άμεσες: οι παίκτες που αγωνίστηκαν θεωρήθηκαν "καταραμένοι" και δεν μπόρεσαν ποτέ ξανά να αγωνιστούν στη Βραζιλία.[18] Έτσι ήρθε ο αποκλεισμός του από το Κόπα Αμέρικα του 1953. Απουσίασε επίσης και από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1954, μία επιλογή αμφιλεγόμενη καθώς εξακολουθούσε να θεωρείται ο κορυφαίος παίκτης στη Βραζιλία.[12] Μετά την ήττα της εθνικής ομάδας στη διοργάνωση από την Ουγγαρία, ο Ζιζίνιο κλήθηκε ξανά το 1955 για το Κύπελλο Bernardo O'Higgins και το Κύπελλο Oswaldo Cruz. Έκλεισε τη διεθνή του σταδιοδρομία σε ηλικία 35 ετών. στο Πρωτάθλημα ποδοσφαίρου της Νότιας Αμερικής το 1957 χάνοντας στον κρίσιμο αγώνα από την Αργεντινή με 3–0.[19]
Είναι ο πρώτος σκόρερ όλων των εποχών στο Κόπα Αμέρικα με 17 τέρματα.[20][21] Ο Πελέ έλεγε ότι ο Ζιζίνιο ήταν ο καλύτερος παίκτης που είχε δει ποτέ,[22] ενώ μερικοί τον θεωρούν ως τον καλύτερο παίκτη στην ιστορία της Βραζιλίας έως ότου εμφανίστηκε ο ίδιος ο Πελέ.[3] Μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του σταδιοδρομίας, ακολούθησε καριέρα προπονητή στη Μπάνγκου και στη Βάσκο ντα Γκάμα. Παρά το γεγονός ότι λατρεύτηκε στις δύο μεγαλύτερες πόλεις της Βραζιλίας ως αστέρι, σημείωνε πάντα ότι "τον θυμόταν περισσότερο για το 1950 παρά για τις δόξες του". Διαφορετικά, ήταν ένας ταπεινός άντρας, ο οποίος πέρασε τα χρόνια μετά το ποδόσφαιρο ως εργαζόμενος στην τοπική αυτοδιοίκηση. Απεβίωσε το 2002.[23] Σχεδόν 250 άτομα παρευρέθηκαν στην κηδεία του σε μια μεγάλη εκκλησία, αλλά όχι εκείνη που αντικατοπτρίζει το ταλέντο του για το παιχνίδι ή τη χαρά που έδωσε στους ανθρώπους που τον είδαν να παίζει. Οι λίγοι που επέζησαν και τον είδαν, γνώριζαν εκείνη την ημέρα ότι η Βραζιλία είχε χάσει ένα από τα μεγαλύτερα ποδοσφαιρικά αστέρια όλων των εποχών.[6]
Τίτλοι και διακρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Με συλλόγους
- Καμπεονάτο Καριόκα : 1942, 1943, 1944
- Καμπεονάτο Παουλίστα : 1957
Βραζιλία
- Πρωτάθλημα Νότιας Αμερικής (Κόπα Αμέρικα) : 1949
- Taça do Atlântico : 1956
- Κύπελλο Roca : 1945
- Κόπα Ρίο Μπράνκο : 1950
- Κύπελλο Oswaldo Cruz : 1955, 1956
Ατομικές διακρίσεις
- Παγκόσμιο Κύπελλο Χρυσή Μπάλα : 1950
- Καλύτερη ομάδα Παγκόσμιου Κυπέλλου : 1950
- IFFHS : 47ος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα
- IFFHS Νοτιοαμερικανός παίκτης του 20ού αιώνα : 10η θέση
- IFFHS Βραζιλιάνος παίκτης του 20ού αιώνα : 4η θέση
- Κορυφαίος σκόρερ όλων των εποχών στο Κόπα Αμέρικα
- Hall of Fame του Ποδοσφαίρου της Βραζιλίας
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- ↑ «The Greatest Attacking Midfielders of All Time». Ανακτήθηκε στις 9 Ιουνίου 2020.
- ↑ «IFFHS' Century Elections». Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2020.
- ↑ 3,0 3,1 «ZIZINHO: o Mestre Ziza». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Νοεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 10 Νοεμβρίου 2020.
- ↑ «Zizinho: The forgotten hero of Brazilian football». Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2021.
- ↑ «Zizinho… o ídolo do Rei». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Ιουλίου 2019. Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2020.
- ↑ 6,0 6,1 «FIFA : Zizinho, a forgotten Seleção supremo». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Σεπτεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 2020.
- ↑ «Zizinho : player profile». Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2020.
- ↑ «Thomaz Soares da Silva "Zizinho" - Goals in International Matches». Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2020.
- ↑ «Southamerican Championship 1949». Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2020.
- ↑ «Tactics Through Time: The Brazilian 4-2-4». Ανακτήθηκε στις 2 Αυγούστου 2021.
- ↑ «World Cup Best Players (Golden Ball)». Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2020.
- ↑ 12,0 12,1 «ΖΙΖΙΝΙΟ, το είδωλο του Πελέ!». Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2020.
- ↑ 13,0 13,1 «Tim Vickery Column: The importance of coaches». Ανακτήθηκε στις 12 Αυγούστου 2021.
- ↑ «Zizinho well ahead of his time». Ανακτήθηκε στις 9 Ιουνίου 2020.
- ↑ «Zizinho: La figura que no quiso serlo». Ανακτήθηκε στις 1 Απριλίου 2021.
- ↑ «Βραζιλία 1950: Όταν η Ουρουγουάη σίγησε το Μαρακανά». Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2021.
- ↑ «FIFA : Maracana silenced at Brazil 1950». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Μαρτίου 2020. Ανακτήθηκε στις 1 Μαΐου 2021.
- ↑ «"Μαρακανάσο": Η καταραμένη μέρα που η Βραζιλία θέλει να ξεχάσει - Αυτοκτονίες μέσα στο γήπεδο». Ανακτήθηκε στις 17 Ιουλίου 2021.
- ↑ «Copa America 1957 (Peru, March 7-April 6)(Lima)». Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2020.
- ↑ «Copa America : All time topscorers». Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2020.
- ↑ «América: história, seleções e personagens». Ανακτήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου 2020.
- ↑ «Zizinho Brazilian football star who was once idolised by Pelé». Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2020.
- ↑ «ESPN : Fates of the 1950 World Cup finalists». Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2020.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
|