Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αντίς Αμπέμπα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 9°1′38″N 38°44′13″E / 9.02722°N 38.73694°E / 9.02722; 38.73694

Αντίς Αμπέμπα

Έμβλημα
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Αντίς Αμπέμπα
9°1′38″N 38°44′13″E
ΧώραΑιθιοπία[1]
Διοικητική υπαγωγήΑιθιοπία
Ίδρυση1886
Διοίκηση
 • ΔήμαρχοςAdanech Abebe (από 2021)
Έκταση526,99 km²[2]
Υψόμετρο2.355 μέτρα
Πληθυσμός5.228.000 (2022)
Τηλ. κωδ.11
Ζώνη ώραςUTC+03:00
Ώρα Ανατολικής Αφρικής
ΙστότοποςΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Αντίς Αμπέμπα (αμχαρικά: አዲስ አበባ, ελληνικά: Νεανθούπολη ή Νεανθούπολις Ορόμο: Finfinnee), ή Αντίς Αμπάμπα και Αντίς Αλάμ, δηλαδή «νέο λουλούδι» στα αμχαρικά, είναι η πρωτεύουσα της Αιθιοπίας.[3] Η πόλη περιλαμβάνει περίπου 80 εθνότητες που μιλούν 80 διαφορετικές γλώσσες, ενώ από άποψη θρησκεύματος υπάρχουν χριστιανικές, μουσουλμανικές κι εβραϊκές κοινότητες. Ο πληθυσμός της υπολογίζεται στους 2.757.729 κατοίκους. Βρίσκεται στους πρόποδες του βουνού Εντότο και είναι έδρα του Πανεπιστημίου Αντίς Αμπέμπα, το οποίο παλαιότερα ήταν γνωστό ως Πανεπιστήμιο Χαϊλέ Σελασιέ Α΄, από τον πρώην ηγέτη της Αιθιοπίας.

Η Αντίς Αμπέμπα ιδρύθηκε από τον αυτοκράτορα της Αιθιοπίας Μενελίκ Β΄, ο οποίος θεωρούσε πως το βουνό Εντότο ήταν μια χρήσιμη βάση για τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις στα νότια του βασιλείου του και το 1879 επισκέφθηκε τα ερείπια της μεσαιωνικής πόλης. Ωστόσο, η περιοχή αυτή δεν υποστήριζε τις προσπάθειες για την ίδρυση της πόλης, καθώς υπήρχε έλλειψη καυσόξυλου και νερού, κι έτσι οι εγκαταστάσεις μεταφέρθηκαν στην κοιλάδα νότια του βουνού Εντότο το 1886.

Η Αντίς Αμπέμπα έγινε πρωτεύουσα της Αιθιοπίας το 1896, όταν ο Μενελίκ έγινε αυτοκράτορας της χώρας και εξ αιτίας κυρίως της δημιουργίας της σιδηρογραμικής γραμμής με το Τζιμπουτί (1917) αναπτύχθηκε πολεοδομικά σημαντικά.[3] Η συμβολή του Αυτοκράτορα Μενελίκ είναι ορατή ακόμα και σήμερα, με τη φύτευση και ανάπτυξη ευκαλύπτων κατά μήκος των δρόμων της πόλης. Στις 5 Μαΐου 1936, ιταλικές δυνάμεις κατέλαβαν την Αντίς Αμπέμπα κατά τη διάρκεια του Ιταλο-Αβησσυνιακού Πολέμου μέχρι το 1939. Αφού ο ιταλικός στρατός εκδιώχθηκε από τη χώρα από Αιθίοπες πατριώτες, ο αυτοκράτορας Χαϊλέ Σελασιέ Α' επέστρεψε στην Αντίς Αμπέμπα στις 5 Μαΐου 1941 και ξεκίνησε το έργο της ανοικοδόμησης της πρωτεύουσάς του.

Η Αντίς Αμπέμπα, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ορίσθηκε ως έδρα της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Αφρική και για την Αφρικανική Ένωση.[3]

Από το 2015 λειτουργεί το σύστημα του ελαφρύ σιδηροδρόμου - τραμ, το πρώτο σύστημα μεταφορών υψηλής ταχύτητας στην Ανατολική και Υποσαχάρια Αφρική.

Ο τουρισμός είναι μια αναπτυσσόμενη βιομηχανία εντός της Αντίς Αμπέμπα και της Αιθιοπίας στο σύνολό της. Η χώρα έχει δει 10% αύξηση του τουρισμού την τελευταία δεκαετία, φέρνοντας ακολούθως εισροή τουριστών στην Αντίς Αμπέμπα. Το 2015, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Τουρισμού και Εμπορίου όρισε την Αιθιοπία ως το Νούμερο Ένα τουριστικό σημείο στον κόσμο.[4]

Αρσενικό λιοντάρι στο ζωολογικό κήπο της Αντίς Αμπέμπα

Ο ζωολογικός κήπος της Αντίς Αμπέμπα κρατούσε 15 λιοντάρια το 2011. Τα δείγματα της γούνας τους χρησιμοποιήθηκαν σε γενετική ανάλυση, η οποία αποκάλυψε ότι ήταν γενετικώς ποικίλα. Επομένως, προτάθηκε να συμπεριληφθούν σε ένα πρόγραμμα αναπαραγωγής σε αιχμαλωσία.[5]

  1. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 8075. Ανακτήθηκε στις 6  Αυγούστου 2018.
  2. 2,0 2,1 web.archive.org/web/20130330021225/http://www.csa.gov.et/index.php?option=com_rubberdoc&view=doc&id=421&format=raw&Itemid=606.
  3. 3,0 3,1 3,2 Εγκυκλοπαίδεια Νέα Δομή. 4. Αθήνα. 1996. σελ. 196. 
  4. Sophie Eastaugh. «What makes Ethiopia the world's best spot for tourism?». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-11-14. https://web.archive.org/web/20161114235457/http://www.cnn.com/2015/07/13/travel/ethiopia-worlds-best-tourism-destination/index.html. Ανακτήθηκε στις 2016-11-14. 
  5. Bruche, S.; Gusset, M.; Lippold, S.; Barnett, R.; Eulenberger, K.; Junhold, J.; Driscoll, C. A.; Hofreiter, M. (2012). «A genetically distinct lion (Panthera leo) population from Ethiopia». European Journal of Wildlife Research 59 (2): 215–225. doi:10.1007/s10344-012-0668-5. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]