Γερμανική λογοτεχνία
Ως γερμανική λογοτεχνία θεωρείται η λογοτεχνία γραμμένη στα γερμανικά γενικά, αλλά περισσότερο η λογοτεχνία που αναπτύχθηκε στη Γερμανία ως ενιαίο πολιτιστικό και κοινωνικό κράτος.
Πρώιμος μεσαίωνας (750-1050)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κύριο άρθρο: Παλαιά γερμανική λογοτεχνία
Η λογοτεχνία στον γερμανόφωνο χώρο κατά τον πρώιμο μεσαίωνα μεταδίδονταν μόνο προφορικά και έχει χαθεί εντελώς. Το να καταγράφει κανείς γνώσεις σήμαινε πάντα συγγραφή στα λατινικά και κέντρα πνευματικά εκείνη την εποχή ήταν μόνο τα μοναστήρια. Τα αρχαιότερα γερμανικά δείγματα γραφής προέρχονται από τον 8ο αιώνα και οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στις ιεραποστολές εκχριστιανισμού που διαδίδονταν στην Ευρώπη. Γύρω στο 830 καταγράφηκε σε περγαμηνή η Ωδή του Χίλντεμπραντ, ένα από τα παλαιότερα σωζόμενα γερμανικά κείμενα. Τα Ξόρκια του Μέρζεμπουργκ είναι το μοναδικό γνωστό τεκμήριο αρχαίας γερμανικής παγανιστικής λογοτεχνίας.[2]
Μεταξύ 900 έως 1050 η συγγραφή λογοτεχνικών έργων στα γερμανικά σταμάτησε, τα έργα της περιόδου γράφονταν στα λατινικά με εξαίρεση μερικές μεταφράσεις, η πρώτη μετάφραση στα παλαιά γερμανικά κειμένων από την αρχαιότητα έγινε το 1000 μ.Χ.[3]
Μεσαίωνας (1050-1250 περίπου)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κύριο άρθρο: Γερμανική λογοτεχνία του Μεσαίωνα
Αυτή την περίοδο, εμφανίστηκαν συγγραφείς που δεν ήταν ιερείς ή μοναχοί. Ταυτόχρονα, τα παλαιά γερμανικά έδωσαν τη θέση τους στα μεσαιωνικά γερμανικά, γλώσσα που αντικατέστησε τα λατινικά ως γλώσσα της λογοτεχνίας.
Από τον 11ο αιώνα συγγράφονται θρησκευτικά κυρίως κείμενα αλλά και ιστορίες με θρύλους όπως το Άνολιντ (1077). Αλλά ακόμη η λογοτεχνία είναι αποκλειστικά θέμα των μοναστηριών και του ανώτερου κλήρου. Ο απλός λαός δεν είχε καμία πρόσβαση σε λογοτεχνικά κείμενα.
Στα μέσα του 12ου αιώνα συνέβη μία σημαντική αλλαγή. Τα θέματα και οι μορφές της λογοτεχνίας έγιναν πιο ποικίλα και η καταγραφή περιλάμβανε από δω και πέρα υλικό που μέχρι τότε θεωρούνταν ως ανάξιο καταγραφής, όπως προφορικές αφηγήσεις. Τότε άρχισε να κερδίζει έδαφος και η ιστορική ποίηση. Το πιο σημαντικό έργο, Το αυτοκρατορικό χρονικό με περίπου 17.000 στίχους, αφηγείται με επεισόδια την ιστορία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από την ίδρυση της Ρώμης και την παρακμή της ως τον Γερμανό αυτοκράτορα Κορράδο Γ΄. Τα πρώτα αφηγηματικά ποιήματα που είχαν σκοπό καθαρά ψυχαγωγικό ήταν τα έπη των Μινεστρέλων που βασίζονταν στην προφορική παράδοση.[4]
Με τη διασκευή του επικού άσματοςΤο τραγούδι του Ρολάνδου, που αφηγείται μια μάχη του Καρλομάγνου ενάντια στους Σαρακηνούς, ξεκίνησε η γαλλική επιρροή στην μεσαιωνική γερμανική λογοτεχνία. Στις δεκαετίες μετά το 1150 σημειώθηκε άνθηση στις φεουδαρχικές αυλές ηγεμόνων, όπου αναπτύχθηκε ένα νέο εκλεπτυσμένο είδος λογοτεχνίας, η αυλική λογοτεχνία με αυλικά μυθιστορήματα και ερωτικά τραγούδια που υμνούσαν τον αυλικό έρωτα και τα ιπποτικά ιδανικά με βάση γαλλόφωνα μοντέλα. Μακριά από αυτά τα νέα αφηγηματικά και πολιτισμικά ήθη, παραμένει το ανώνυμο ηρωικό έπος Το τραγούδι των Νιμπελούγκεν (περ. 1200), μια επιστροφή σε έναν πιο πρωτόγονο, προ-αυλικό, ηρωικό κόσμο με καταγραφή γερμανικών ηρωικών θρύλων.[5]
Ύστερος Μεσαίωνας (1250 – 1450/1500)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κύριο άρθρο: Γερμανική λογοτεχνία του Ύστερου Μεσαίωνα
Προς το τέλος του 13ου αιώνα, με την παρακμή της αυλικής λογοτεχνίας, τα λογοτεχνικά ενδιαφέροντα πέρασαν στην αναδυόμενη μεσαία τάξη, η ηθική της οποίας εκφραζόταν με την πεζογραφία και τη στιχουργική σάτιρα. Οι αυλικοί ερωτοτραγουδιστές έδωσαν τη θέση τους στις συντεχνίες των αστών αρχιτραγουδιστών. Ταυτόχρονα άκμασαν τα μελωδικά δημοτικά τραγούδια. Στον 14ο αιώνα, οι νέες πνευματικές αξίες παρήγαγαν μια άνθηση έργων μυστικισμού. Η πνευματική ζωή προωθήθηκε με την ίδρυση πανεπιστημίων σε πολλές γερμανόφωνες πόλεις, με πρώτο το πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα το 1348, και με την εισαγωγή των νέων γνώσεων της Ιταλικής Αναγέννησης.[6]
Από το 1330 εμφανίστηκαν ένα πλήθος θρησκευτικά έργα σε θεατρική μορφή, Ηθικές αλληγορίες και Θαύματα, με στόχο να καθοδηγηθεί το θρησκευτικό αίσθημα. Στις αρχές του 15ου αιώνα εμφανίστηκαν δράματα και φάρσες για λαϊκή ψυχαγωγία.
Στα τέλη του Μεσαίωνα, η εφεύρεση της τυπογραφίας αποδείχθηκε επαναστατική για τη διάδοση της λογοτεχνίας. Στη μετάβαση στη σύγχρονη εποχή βρίσκεται το έργο του Γιοχάνες φον Τεπλ Ο αγρότης από τη Βοημία (περ. 1400) που οριοθετεί το ξεκίνημα της ουμανιστικής παράδοσης.[7]
Ουμανισμός και Μεταρρύθμιση (περίπου 1450–1600)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κύριο άρθρο: Γερμανική λογοτεχνία (Ουμανισμός και Μεταρρύθμιση)
Στο δεύτερο μισό του 15ου αιώνα, στη Γερμανία εξαπλώθηκε ο αναγεννησιακός ουμανισμός, το πνεύμα της Αναγέννησης - πλούσιο στην τέχνη, την αρχιτεκτονική και στη λόγια και επιστημονική ουμανιστική βιβλιογραφία - αλλά με μικρή γερμανόφωνη λογοτεχνική παραγωγή. Σημαντικοί συγγραφείς της περιόδου, όπως ο Κόνραντ Κέλτις και ο Γιόχαν Ρόιχλιν έγραψαν στα λατινικά. Ο Νίκλας φον Βίλε και ο Χάινριχ Στάινχεβελ ήταν από τους πρώτους μεταφραστές έργων του ιταλικού ουμανισμού, ιδιαίτερα του Πετράρχη, του Βοκάκιου και του Πότζιο Μπρατσολίνι.[8]
Η Μεταρρύθμιση, στις αρχές του 16ου αιώνα, είχε μεγάλη επιρροή στη γερμανική λογοτεχνία. Το πιο σημαντικό λογοτεχνικό έργο της εποχής ήταν η μετάφραση της Βίβλου από τον Μαρτίνο Λούθηρο στα γερμανικά από τα πρωτότυπα εβραϊκά και ελληνικά. Αυτό το έργο παρείχε τη βάση για την ενοποιημένη, τυπική γερμανική γλώσσα που έως τότε αποτελούνταν ουσιαστικά από τοπικές διαλέκτους.
Η περίοδος πριν και μετά τη Μεταρρύθμιση ήταν ιδιαίτερα γόνιμη σε σατιρικά και αλληγορικά έργα. Ένα από τα πιο δημοφιλή γερμανόφωνα βιβλία ήταν το σατιρικό Το πλοίο των σαλών (1494) του Σεμπάστιαν Μπραντ. Τα έργα του Ραμπελαί άσκησαν σημαντική επιρροή στη σατιρική γραφή του Γιόχαν Φίσαρτ, του ισχυρότερου Προτεστάντη λογοτεχνικού αντιπάλου της Αντιμεταρρύθμισης.[9] Ένας από τους πιο παραγωγικούς συγγραφείς δημοφιλών καρναβαλικών θεατρικών έργων, διηγημάτων σε στίχους και αφηγηματικών και σατιρικών ποιημάτων ήταν ο αρχιτραγουδιστής Χανς Ζαξ.[10]
Ευρέως διαδεδομένο είδος της εποχής ήταν τα λαϊκά αναγνώσματα. Γράφονταν ανώνυμα, αναφέρονταν σε δημοφιλή θέματα και κυκλοφορούσαν σε φθηνές εκδόσεις (λαϊκές φυλλάδες) με μεγάλη κυκλοφορία. Τα πιο γνωστά είναι η ιστορία για τον θρύλο του Φάουστ και οι διασκεδαστικές περιπέτειες για τον Τιλ Όιλενσπιγκελ και τον Φορτουνάτο, από τα πιο διαδεδομένα πεζογραφικά κείμενα της εποχής.
Ο 16ος αιώνας, αν και φτωχός σε μεγάλα λογοτεχνικά έργα, ήταν μια εξαιρετικά ζωτικής σημασίας περίοδος που ανέδειξε επιφανείς προσωπικότητες όπως ο επαναστάτης ουμανιστής Ούλριχ φον Χούτεν, ο καλλιτέχνης της Νυρεμβέργης Άλμπρεχτ Ντύρερ, ο μεταρρυθμιστής Λούθηρος, ο λόγιος Φίλιππος Μελάγχθων, ο μαθητής του Ιερώνυμος Βολφ και ο γιατρός-επιστήμονας Παράκελσος.
Μπαρόκ (περίπου 1600-1720)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η γερμανική λογοτεχνία του 17ου αιώνα, γνωστή ως περίοδος του μπαρόκ, αντανακλά την κοινωνική και πολιτική αναταραχή της εποχής που σημαδεύτηκε από τον Τριακονταετή Πόλεμο (1618-1648) και τις καταστροφικές του επιπτώσεις στη γερμανική κοινωνία. Κυρίαρχα θέματα είναι η ματαιότητα, η ευθραυστότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, ο ανθρώπινος πόνος και η παροδικότητα της επίγειας ζωής.
Κατά το πρώτο μισό του 17ου αιώνα, στις γερμανικές πόλεις ιδρύθηκαν ακαδημίες με στόχο να παρακινήσουν τους συγγραφείς να χρησιμοποιήσουν τη γερμανική γλώσσα. Ο ποιητής Μάρτιν Όπιτζ θέσπισε κανόνες για την «καθαρότητα» της γερμανικής γλώσσας, του ύφους, του στίχου και της ομοιοκαταληξίας. Η κοσμική ποίηση έφθασε σε υψηλό επίπεδο με κύριους εκπρόσωπους τον Αντρέας Γκρύφιους και τον Κρίστιαν Χόφμαν φον Χόφμανσβαλνταου. Στη θρησκευτική ποίηση, στα γερμανικά και λατινικά, χαρακτηριστικοί είναι οι ύμνοι του μυστικιστή Άγγελου Σιλέσιου και του θεολόγου Φρίντριχ Σπέε, συγγραφέα επίσης της πραγματείας Cautio Criminalis κατά των βασανιστηρίων στις δίκες μαγισσών. Κηρύγματα, ποίηση και ηθικολογικά μυθιστορήματα που διακρίνονται από χιούμορ περιλαμβάνει και το διασκεδαστικό αλλά μισαλλόδοξο έργο του Ρωμαιοκαθολικού ιεροκήρυκα Αβράαμ α Σάνκτα Κλάρα.[11]
Η ανάπτυξη του μυθιστορήματος αρχικά επηρεάστηκε από πλήθος ξένων μεταφράσεων. Το πικαρέσκο μυθιστόρημα του Γκρίμελσχαουζεν Ο περιπετειώδης Γερμανός Σιμπλιτσίσιμος (1668) ήταν το πιο διάσημο γερμανικό πεζογράφημα της περιόδου.[12] Η Σίβυλλα Ούρσουλα του Μπράουνσβαϊγκ-Λύνεμπουργκ έγραψε μέρος του πολύτομου μυθιστορήματος Αράμενα, η ευγενής κυρία από τη Συρία, το οποίο όταν ολοκληρώθηκε από τον αδελφό της Άντον Ούλριχ ήταν το πιο διάσημο αυλικό μυθιστόρημα στη γερμανική μπαρόκ λογοτεχνία.
Το θέατρο των Ιησουιτών, με κυριότερο εκπρόσωπο τον Ιησουίτη ιερέα Γιάκομπ Μπίντερμαν, παιζόταν στα λατινικά, ειδικά στις νότιες Καθολικές περιοχές. Δεδομένου ότι το κοινό δεν καταλάβαινε τη γλώσσα, δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση στα οπτικά εφέ. Ανάλογη ήταν η κατάσταση και με τους ξένους περιοδεύοντες θιάσους. Η μπαρόκ όπερα, η μάσκα, το μπαλέτο προορίζονταν για το αυλικό κοινό. Η επίδραση των αγγλικών θιάσων, ορατή στα θεατρικά έργα του δούκα Ερρίκου Ιούλιου του Βολφενμπύτελ, συνεχίστηκε το πρώτο μισό του αιώνα. Στη συνέχεια, μεταξύ άλλων οι Αντρέας Γκρύφιους [13] και Ντάνιελ Κάσπαρ φον Λόενσταϊν έγραψαν γερμανικές τραγωδίες με κλασικά και συχνά αρκετά βίαια θέματα.
Σε ευρύτατο φάσμα θεμάτων αναφέρονται τα (λατινικά) έργα του Αθανάσιου Κίρχερ - χαρακτηρίστηκε ως «ο τελευταίος άνθρωπος της Αναγέννησης» - που συνέβαλαν στην εκκολαπτόμενη προσέγγιση διαφόρων επιστημονικών κλάδων. Στη φιλοσοφία διακρίθηκαν ο μυστικιστής Γιάκομπ Μπέμε και κυρίως ο Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς, το φιλοσοφικό και επιστημονικό έργο του οποίου προοιώνιζε τον Διαφωτισμό του 18ου αιώνα.[14]
Διαφωτισμός και ευαισθησία (περίπου 1720–1780)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κύρια άρθρα: Διαφωτισμός, Συναισθηματισμός
Υπό την ώθηση των νέων φιλοσοφικών ιδεών, οι Γερμανοί λόγιοι τον 18ο αιώνα στράφηκαν στην ανάπτυξη και προώθηση της γερμανικής γλώσσας και της λογοτεχνίας. Ήδη από το 1687, ο Κρίστιαν Τομάσιους, ο «πατέρας του γερμανικού Διαφωτισμού», στις διαλέξεις του αντικατέστησε τα λατινικά με τα γερμανικά ως γλώσσα διδασκαλίας. Επιδραστικοί φιλόσοφοι της εποχής του πρώιμου Διαφωτισμού ήταν ο Κρίστιαν Βολφ και ο Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς. Ο πρώτος σημαντικός μεταρρυθμιστής του γερμανικού λογοτεχνικού ύφους ήταν ο κριτικός Γιόχαν Κρίστοφ Γκότσεντ: από το 1724, με τα ρηξικέλευθα θεωρητικά του κείμενα απέρριψε τα θρησκευτικά θέματα που κυριαρχούσαν στη λογοτεχνία του 17ου αιώνα και έθεσε τις αρχές της σοβαρής λογοτεχνίας εισάγοντας τη νέα ορθολογιστική κατεύθυνση. Σε αντίδραση ενάντια στις υπερβολές του μπαρόκ, εισήγαγε τους κανόνες του γαλλικού κλασικού θεάτρου. Επιπλέον, επιμελήθηκε μερικά από τα πρώτα γερμανικά εβδομαδιαία περιοδικά που στόχευαν στη διάδοση των ιδεών του Διαφωτισμού στη μεσαία τάξη.[15] Γύρω στο 1740 ξέσπασε λογοτεχνική διαμάχη κατά του ορθολογισμού του Γκότσεντ και πολλοί λογοτέχνες, με πρωτοπόρους τους Ελβετούς Γιόχαν Γιάκομπ Μπόντμερ και Γιόχαν Γιάκομπ Μπράιτινγκερ, απέρριψαν τις παραδοσιακές ποιητικές αρχές και υπερασπίστηκαν τη δημιουργική φαντασία που κυριάρχησε στο εξής.[16]
Οι σημαντικότεροι Γερμανοί συγγραφείς του Διαφωτισμού επηρεάστηκαν από τη λογοτεχνική τάση του Συναισθηματισμού. Ο Κρίστιαν Φύρχτεγκοτ Γκέλερτ έγραψε δημοφιλείς αλληγορικούς μύθους, ύμνους και συναισθηματικά θεατρικά έργα με ευρύτατη απήχηση. Ο Γιόχαν Κρίστιαν Γκύντερ απομακρύνθηκε από το πομπώδες μπαρόκ ύφος και έγραψε σε ανεπιτήδευτη γλώσσα συναισθηματικά και ερωτικά ποιήματα με βαθιά ευαισθησία και ζωηρή φαντασία, η ποίησή του θεωρείται πρόδρομος του Στουρμ ουντ Ντρανγκ. Ο Μπάρτολντ Χάινριχ Μπρόκες ήταν επίσης ένας από τους σημαντικούς ποιητές, οι στίχοι του εκφράζουν τη νέα ποιητική ευλαβική στάση απέναντι στη φύση. Ο Φρίντριχ Κλόπστοκ έγινε πρότυπο για μια ολόκληρη γενιά με το έπος του Ο Μεσσίας (1748), που θεωρείται το σημαντικότερο λογοτεχνικό έργο του γερμανικού Πιετισμού. Σημαντικοί ποιητές της περιόδου ήταν επίσης ο Ματίας Κλαύδιος, ο Φρίντριχ φον Χάγκεντορν και ο Έβαλντ Κρίστιαν φον Κλάιστ.
Ο Κρίστοφ Μάρτιν Βίλαντ συνέβαλε σημαντικά στην πεζογραφία, το ψυχογραφικό του μυθιστόρημα Ιστορία του Αγάθωνα (1766/67), το επικό ποίημα Όμπερον και η σάτιρα Η ιστορία των Αβδηριτών (1774) επηρέασαν μεταγενέστερους συγγραφείς. Η φίλη του Σόφι φον Λα Ρος είναι η πρώτη Γερμανίδα γυναίκα επαγγελματίας συγγραφέας, το μυθιστόρημά της Ιστορία της δεσποινίδας φον Στέρνχαϊμ (1771), εμποτισμένο με το ορθολογικό πνεύμα του Διαφωτισμού δείχνει το ενδιαφέρον της για οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα της εποχής, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης των γυναικών. Το ψυχολογικό μυθιστόρημα Άντον Ράιζερ του Καρλ Φίλιπ Μόριτς, που δημοσιεύτηκε το 1785, εντάσσεται επίσης στην εποχή της ευαισθησίας του πρώιμου ρομαντισμού.[17]
Ο θεατρικός συγγραφέας με τη μεγαλύτερη επιρροή είναι ο Γκότχολντ Εφραίμ Λέσινγκ, τα έργα του θεωρούνται πρότυπα δραματικής σύνθεσης και καινοτομίας: κατά τα αγγλικά πρότυπα, εισήγαγε στη σκηνή πρόσωπα της αστικής τάξης και όχι αριστοκράτες ή βασιλιάδες. Η πρώτη του τραγωδία Μις Σάρα Σάμσον (1755) είναι το πρώτο γερμανικό αστικό δράμα. Η κωμωδία Μίνα φον Μπάρνχελμ (1767) σηματοδοτεί τη γέννηση της γερμανικής κωμωδίας. Η τραγωδία Εμίλια Γκαλότι (1771) μέσα από την ιστορία της Ρωμαίας Βιργινίας ασκεί κριτική στην αυθαίρετη διακυβέρνηση των πριγκίπων που έρχονταν σε αντίθεση με τη νέα, φωτισμένη ηθική της αστικής τάξης. Το πιο εμποτισμένο με το πνεύμα του Διαφωτισμού είναι το θεατρικό του Νάθαν ο Σοφός (1779), που παραμένει μνημείο των αρχών της θρησκευτικής ανεκτικότητας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Αντίστοιχο με το κύριο έργο του ως θεατρικού συγγραφέα είναι η επηρεασμένη από τον Γιόχαν Γιοάχιμ Βίνκελμαν πραγματεία του Λαοκόων που διερευνά τις θεμελιώδεις καλλιτεχνικές διαφορές ανάμεσα στις καλές τέχνες και τη λογοτεχνία συγκρίνοντας το Σύμπλεγμα του Λαοκόωντος με τους στίχους του Βιργιλίου. Μαζί με τον Φρίντριχ Νικολάι, ήταν επίσης ένας από τους σημαντικότερους κριτικούς λογοτεχνίας του Διαφωτισμού.
Στα πλαίσια της προώθησης των ιδεών του Διαφωτισμού, τον 18ο αιώνα ιδρύθηκαν όλο και περισσότεροι σύλλογοι, όπως η Λέσχη της Δευτέρας (1749) στο Βερολίνο, τα μέλη των οποίων συζητούσαν θέματα της επιστήμης, των τεχνών και της λογοτεχνίας και δημιούργησαν μια πνευματική δημόσια σφαίρα με τις δημοσιεύσεις τους. Ο Μόζες Μέντελσον, κεντρικό πρόσωπο της γερμανικής εβραϊκής διανόησης, ήταν ένας από τους σημαντικότερους πρωτοπόρους της Χασκαλά, σημαντικό κίνημα του εβραϊκού διαφωτισμού που συνέβαλε σημαντικά στη μύηση των Εβραίων στον γερμανικό πολιτισμό και την αφομοίωσή τους στη γερμανική αστική τάξη.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ . «germanic.fandom.com/wiki/Old_High_German_literature».
- ↑ . «sites.google.com/site/germanliterature/medieval».
- ↑ . «cambridge.org/core/books/abs/new-cambridge-medieval-history/carolingian-renaissance-education-and-literary-culture/».
- ↑ . «grin.com/Spiel¬manns-dichtung».
- ↑ Bumke, Joachim (2000). Geschichte der deutschen Literatur im hohen Mittelalter (4η έκδ.). Μόναχο: dtv. σελ. 133–195, 213–260.
- ↑ . «britannica.com/students/article/German-literature».
- ↑ . «digi.ub.uniheidelberg.de/Der Ackermann aus Böhmen».
- ↑ . «kids.britannica.com/students/article/German-literature».
- ↑ . «dhm.de/blog/Johann Fischart/geschichtsklitterung/».
- ↑ . «allpoetry.com/Hans-Sachs».
- ↑ . «study.com/academy/lesson/german-baroque-literature-characteristics-examples».
- ↑ . «enotes.com/topics/simplicissimus-vagabond».
- ↑ . «allpoetry.com/AndreasGryphius».
- ↑ . «plato.stanford.edu/entries/leibniz/».
- ↑ Τα λεγόμενα ηθικά εβδομαδιαία περιοδικά κυκλοφόρησαν στην Ευρώπη το πρώτο μισό του 18ου αιώνα και συνέβαλαν σημαντικά στη διάδοση των ιδεών του Διαφωτισμού με ποικιλία κειμένων: φανταστικές συνομιλίες, επιστολές, μύθους, τραγούδια και διηγήματα.
- ↑ . «wikisource.org/wiki/The_American_Cyclopedia_(1879)/Germany,_Language_and_Literature_of».
- ↑ . «getabstract.com/de//anton-reiser».
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Συλλογικό, Ιστορία της γερμανικής λογοτεχνίας. Από τις αρχές της ως σήμερα, (μτφρ. Κυριακή Χρυσομάλλη-Henrich), εκδ. University Studio Press, 2016
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα German-language literature στο Wikimedia Commons
Αυτό το λήμμα σχετικά με τη λογοτεχνία χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |