Χρήστης:Mnmp/πρόχειρο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η ιστορία οικοδόμησης του Παρθενώνα μέσα στους αιώνες και η καταστροφή του

4000/3500 π.Χ. - 1100 π.Χ.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη νεολιθική εποχή (4000/3500-3000 π.Χ.) οι πρώτοι άνθρωποι που έφτασαν στην περιοχή που αργότερα ονομάστηκε Αθήνα, δημιούργησαν τον οικισμό τους πάνω στον βράχο της Ακροπόλεως, εκεί που εκατοντάδες χρόνια μετά χτίστηκε ο Παρθενώνας. Ήταν ένα φυσικό οχυρό και είχε πόσιμο νερό. Το 13ο αιώνα π.Χ., χτίστηκε τείχος που περιστοίχιζε το βράχο και αποτέλεσε την έδρα της τοπικής αρχής. Το τείχος αναφέρεται ως "Κυκλώπειο" και τμήματά του σώζονται ανάμεσα στα μεταγενέστερα μνημεία.

8ος - 6ος αι. π.Χ.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον 8ο αιώνα π.Χ., οι κάτοικοι της περιοχής εγκατέλειψαν τον λόφο λόγω του υπερπληθυσμού και έτσι η Ακρόπολη απέκτησε τον αποκλειστικά ιερό χαρακτήρα της. Καθιερώθηκε η λατρεία της Πολιάδος Αθηνάς, με πώρινο ναό στη βορειοανατολική πλευρά του λόφου, του οποίου τα θεμέλια βρέθηκαν ανάμεσα στο Ερέχθειο και το μεταγενέστερο Παρθενώνα. Σύμφωνα με την μυθολογία στο σημείο που χτίστηκε ο συγκεκριμένος ναός διαδραματίστηκε η διαμάχη μεταξύ της Αθηνάς και του Ποσειδώνα για τη προστασία της πόλης, της οποίας βασιλειάς ήταν ο Κέκρωπας. Την διαμάχη αυτή κέρδισε η Αθηνά, δωρίζοντας στους κατοίκους της περιοχής μία ελιά, καρπός απαραίτητος και σύμβολο ειρήνης, σε αντίθεση με τον Ποσειδώνα που τους δώρισε μια πηγή που ανάβλυζε αλμυρό νερό. Στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ., το ιερό απέκτησε μεγάλη αίγλη. Την ίδια περίοδο, καθιερώθηκαν τα Παναθήναια ως η μεγαλύτερη γιορτή των Αθηναίων, προς τιμή της θεάς και ιδρύθηκαν οι πρώτοι ναοί και τα πρώτα μνημειακά κτήρια για την λατρεία της. Ανάμεσα σε αυτά, ιδρύθηκε και ο λεγόμενος Εκατόμπεδος νεώς, ένα οικοδόμημα που είχε μήκος εκατό πόδια γι' αυτό και ονομάστηκε Εκατόμπεδος. Στο κεντρικό τμήμα του ναού, βρισκόταν το λατρευτικό άγαλμα της Αθηνάς της Παρθένου, για τον λόγο αυτό ο ναός απεκαλείτο επίσης «Παρθενών» (οίκος της Παρθένου). Ο ναός αυτός χτίστηκε μεταξύ 570 - 566 π.Χ., την εποχή που τύραννος της Αθήνας ήταν ο Πεισίστρατος.

5ος αι. π.Χ.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές του 5ου αιώνα π.Χ. (490 π.Χ.) οι Πέρσες εισβάλουν στην Ελλάδα, με αρχήγο τον Δαρείο. Οι Αθηναίοι τους αντιμετωπίζουν στον Μαραθώνα και τους κατατροπώνουν. Το 480 π.Χ. μετά την νίκη επί των Περσών, αρχίζει η ανέγερση ενός πολύ μεγαλύτερου ναού, του λεγόμενου Προπαρθενώνος. Ο ναός αυτός έμεινε ημιτελής και τα έργα ανέγερσής του εγκαταλείφθηκαν, καθώς οι Πέρσες επιστρέφουν και οι προτεραιότητες του κράτους αλλάζουν. Οι στρατιές του Μαρδονίου εισέβαλαν στην Αττική, λεηλάτησαν και πυρπόλησαν τα μνημεία και κατάστρεψαν τον ημιτελή Παρθενώνα. Μετά την αποχώρηση των Περσών, τα γλυπτά και όσα αναθήματα είχαν παραμείνει, ενταφιάστηκαν γεμίζοντας φυσικές κοιλότητες του εδάφους, ή χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικό υλικό για την ανέγερση νέου τείχους γύρω από την Ακρόπολη, από τον Θεμιστοκλή (στη βόρεια πλευρά) και τον Κίμωνα στη συνέχεια (στη νότια πλευρά). Μέχρι σήμερα, στο βόρειο τμήμα του τείχους, αρχιτεκτονικά μέλη του κατεστραμένου ναού είναι ορατά από την αρχαία αγορά και αντικρίζοντας τον βράχο από την πλευρά της οδού Αθηνάς και το Μοναστηράκι. Μετά τις νίκες εναντίων των Περσών, τίθενται οι βάσεις για την συμμαχεία της Δήλου, με επικεφαλής την πόλη των Αθηνών, στην οποία συμμετείχαν δεκάδες ελληνικές πόλεις. Τα χρήματα συγκεντρώνονταν σε ένα ταμείο στο ουδέτερο νησί της Δήλου. Όμως το 454-453 π.Χ., μετά τον θάνατο του Αριστείδη, οι Αθηναίοι βρήκαν πρόσχημα την ασφάλεια του ταμείου και το μετέφεραν στην Ακρόπολη. Η Αθήνα αναγνωρίζεται πια ως ηγέτιδα δύναμη στον ελλαδικό χώρο. Είναι η περίοδος όπου έρχεται στο προσκήνιο ο Περικλής και το μεγαλειώδες πρόγραμμα ανοικοδόμησης που συνέλαβε, το οποίο δεν αφορούσε μόνο το Βράχο της Ακρόπολης, αλλά το σύνολο της πόλης και της επικράτειάς της στην Αττική, και ιδιαίτερα τα σημαντικότερα ιερά και λατρευτικά κέντρα της. Ο Περικλής έθεσε ως στόχο να καταστήσει την Ελλάδα πολιτικό, πνευματικό και καλλιτεχνικό κέντρο. Έτσι το 447 π.Χ., συγκάλεσε πανελλήνιο συνέδριο στην Αθήνα, προκειμένου να συσκεφθούν οι Έλληνες για την ανοικοδόμηση των ναών που είχαν καταστραφεί από τους Πέρσες. Η Σπάρτη, όπως και διάφοροι πολιτικοί αντίπαλοι του, διαφώνισαν με το πρόγραμμα ναοδόμησης της Αθήνας που θα γινόταν με τα χρήματα των συμμάχων, λόγω του μεγάλου κόστους. Με διάφορα επιχειρήματα όμως ο Περικλής έπεισε την Εκκλησία του Δήμου και έτσι η Αθήνα αποφάσισε να εκφράσει την οφειλόμενη ευγνωμοσύνη της προς τους θεούς, και το 447 π.Χ. άρχισε να οικοδομείται ξανά ο Παρθενώνας. Πολλοί ελεύθεροι πολίτες, μέτοικοι, δούλοι και μαρμαροτεχνίτες από την Πάρο, την Νάξο και την Μικρά Ασία, εργάστηκαν για το μεγάλο αυτό έργο με αρχιτέκτονες τον Ικτίνο και Καλλικράτη, υπό τη γενική εποπτεία του Φειδίου. Ο ναός με το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς, εγκαινιάσθηκε εννέα χρόνια αργότερα, το 438 π.Χ., ενώ οι εργασίες στον γλυπτό διάκοσμο συνεχίστηκαν έως το 432 π.Χ. Στην σκέψη του Περικλή, το οικοδομικό αυτό έργο ήταν συνυφασμένο με την δόξα που θα αποκτούσε η πόλη τα επόμενα χρόνια.

4ος αι. π.Χ. - Ελληνιστική περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων, και για πολλούς αιώνες, ο Παρθενών διατηρήθηκε σχεδόν ανέπαφος και η μορφή του παρέμεινε κατά κύριο λόγο αναλλοίωτη. Το 334 π.Χ., ο Μέγας Αλέξανδρος ανέθεσε στο ανατολικό επιστύλιο του Παρθενώνα, 300 ασπίδες (το μαρτυρούν οι ορθογώνιες οπές που σώζονται στο επιστύλιο) από τα λάφυρα της νίκης του εναντίων των Περσών στο Γρανικό ποταμό, οπότε επήλθε καί η απελευθέρωση τών παραλίων τής Μικράς Ασίας απ' τόν Περσικό ζυγό, ως αφιέρωμα στην θεά Αθηνά. Αναρτήθηκε μάλιστα η εξής επιγραφή: "Αλέξανδρος Φιλίππου καί οι Έλληνες πλήν Λακεδαιμονίων από τών βαρβάρων τών τήν Ασίαν κατοικούντων".


Η καταστροφή του Παρθενώνα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

296 π.Χ.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 296 π.Χ. λεηλατήθηκε το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς. Ο Μακεδόνας επίγονος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Κάσσανδρος, διόρισε επικεφαλής της Αθήνας τον τύραννο Λαχάρη. Εκείνος αφαίρεσε τα χρυσά τμήματα του αγάλματος, καθώς επίσης απέσπασε τις 300 ασπίδες, ανάθημα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, προκειμένου να κόψει νομίσματα. Τα τμήματα αυτά, από το άγαλμα της Αθηνάς, αποκαταστάθηκαν πιθανόν το 290 π.Χ., αφού χύθηκαν μέσα στα ίδια καλούπια με τα πρωτότυπα. Τον 5ο αι. μ.Χ., η χρυσελεφάντινη Αθηνά μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τους χριστιανούς. Από εκείνη την εποχή χάνονται τα ίχνη του αγάλματος. Το βάθρο του αγάλματος δέχτηκε κάποια στιγμή ριζικές επισκευές, ίσως μετά από μεγάλη πυρκαγιά. (Δεν αποκλείεται και το ίδιο το άγαλμα να υπέστη σοβαρές ζημιές ή και να καταστράφηκε ολοσχερώς, παραμένει όμως άγνωστο αν σε περίπτωση που καταστράφηκε το πρωτότυπο κατασκευάστηκε άλλο προς αντικατάστασή του. Παρά το ότι το πρωτότυπο έργο έχει πλέον χαθεί, είμαστε σε θέση να σχηματίσουμε μία εικόνα γι’ αυτό με βάση τα υπάρχοντα αντίγραφα (όπως αυτό του Βαρβακείου) και τις περιγραφές του Παυσανίου και του Πλινίου.) Λίγα χρόνια νωρίτερα, ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, χρησιμοποίησε ως προσωπικό του κατάλυμα τον οπισθόδομο του Παρθενώνα, εγκαθιστώντας σε αυτόν εταίρες.

1ος - 2ος αι. μ.Χ.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον 1ο αιώνα μ.Χ., οι Ρωμαίοι έδειξαν σεβασμό στο μνημείο του Παρθενώνα αλλά και στον περιβάλλοντα χώρο της Ακρόπολης. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, κάποιους πλούσιους Ρωμαίους άρχοντες, οι οποίοι απέσπασαν κάποια από τα γλυπτά της Ακρόπολης, προκειμένου να στολίσουν τις βίλες τους στη Ρώμη.

3ος αι. μ.Χ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την ύστερη αρχαιότητα, το 267 μ.Χ. η Αθήνα ανήκει στην παρηκμασμένη τότε Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Η πόλη των Αθηνών, όπως και ολόκληρη η Ελλάδα, δέχεται επιδρομή από τα Γερμανικά φύλα και συγκεκριμένα από τους Έρουλους. Από την ορμή των βαρβαρικών αυτών φύλων της βόρειας Ευρώπης, δεν γλιτώνει ο Παρθενώνας τον οποίο πυρπόλησαν οι Έρουλοι. Η πυρκαγιά αυτή κατάστρεψε ανεπανόρθωτα τον ναό και τα γλυπτά του, κυρίως στο εσωτερικό του σηκού και σε τμήματα των κιόνων της περίστασης. Ο ναός μέχρι τη στιγμή εκείνη, 750 χρόνια μετά την ανέγερσή του διατηρούνταν ανέπαφος. Τα ίχνη της πυρκαγιάς αυτής είναι ορατά μέχρι και σήμερα στους κιονές του.

4ος αι. μ.Χ.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 396 μ.Χ. οι Βησιγότθοι, (βαρβαρικό γερμανικό φύλο της βόρειας Ευρώπης, νεοφώτιστοι αιρετικοί Χριστιανοί), με επικεφαλής τον Αλάριχο ( ο οποίος ανήκε στην χριστιανική αίρεση του Αρείου), προχώρησαν σε ανεπανόρθωτες καταστροφές στον ναό του Παρθενώνα. Αρχικά, απέσπασαν χρυσό και ασήμι από το ναό, ενώ στη συνέχεια κατάστρεψαν μεγάλο μέρος των γλυπτών. Στη συνέχεια, προχώρησαν στην καταστροφή του χρυσελεφάντινου αγάλματος της Αθηνάς, το οποίο πυρπόλησαν. Σύμφωνα με τον καθηγητή Χαράλαμπο Μπούρα, ο οποίος προϊσταται της επιτροπής συντήρησης των μνημείων της Ακρόπολης, πολλοί από τους επιδρομείς Βησιγότθους, που κατάστρεψαν και λεηλάτησαν τον ναό του Παρθενώνα, ήταν καλόγεροι οι οποίοι ακολουθούσαν το στράτευμα και λεηλατούσαν μνημεία και ναούς.

Βυζαντινή περίοδος - 6ος αι. μ.Χ.[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η θρησκευτική πολιτική του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α', είχε ως κύριο στόχο την επιβολή του ορθόδοξου χριστιανικού δόγματος σε ολόκληρη την αυτοκρατορία. Η πολιτική αυτή βοηθούσε στην ανασύσταση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, στην οποία αποσκοπούσε ο αυτοκράτορας, καθώς επιχείρησε να βελτιώσει τις σχέσεις του με τον Πάπα, ύστερα από την επιδείνωση των σχέσεων που είχε επέλθει με το Ακακιανό Σχίσμα το 519μ.Χ. Έτσι το 529 μ.Χ., λαμβάνει μέτρα για το οριστικό τέλος της αρχαίας θρησκείας και ειδωλολατρείας. Εκείνη την περίοδο κλείνουν οι αρχαίοι ναοί και τα ιερά, ενώ η περιουσία τους δημεύεται, οπότε και παύει αναγκαστικά η λειτουργία τους. Η Ακρόπολη μετατράπηκε σε φρούριο ενώ οι ναοί μετασκευάστηκαν και άρχισαν να λειτουργούν ως χριστιανικές εκκλησίες. Ο Παρθενώνας, μετατράπηκε σε τρίκλιτη χριστιανική βασιλική, αφιερωμένη στην Αγία Σοφία, ενώ στη συνεχεία, στα μεσοβυζαντινά χρόνια, μετονομάστηκε σε Παναγία η Αθηνιώτισσα. Οι επεμβάσεις που έγιναν, ήταν η αιτία της καταστροφής τμημάτων της ζωοφόρου και της κατεδάφισης των γλυπτών του ανατολικού αετώματος, με σκοπό την κατασκευή παραθύρων. Παράλληλα έγινε αλλαγή της εισόδου του ναού, προστέθηκε αψίδα του ιερού στην ανατολική πλευρά, ενώ ο οπισθόδομος μετατράπηκε σε νάρθηκα που συνδέθηκε με τον σηκό με τρίφυλλη θύρα, και ο ναός γέμισε με τοιχογραφίες. Από τις μετατροπές αυτές, το 1877 -σύμφωνα με τον Burnouf- δεν είχαν μείνει παρά λείψανα τοιχογραφιών και λιγοστά επιγραφικά χαράγματα στους τοίχους και τους κίονες.

Μεσαίωνας - Φραγκοκρατία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την κατάκτηση του Βυζαντίου από τους Σταυροφόρους, κατά την διάρκεια της Δ΄ Σταυροφορίας (το 1204 μ.Χ.), η διακυβέρνηση της Αθήνας δόθηκε στη δουκική οικογένεια των De la Roche. Η πόλη των Αθηνών γίνεται γνωστή ως Castellum Athenarum. Η Ακρόπολη μετατράπηκε σε κάστρο και απέκτησε οχυροματικό χαρακτήρα. Οι Φράγκοι χρησιμοποίησαν τα μνημεία της Ακρόπολης ως κατοικίες και πυριτιδαποθήκες. Την ίδια περίοδο το Ερέχθειο χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του πρώτου Φράγκου άρχοντα των Αθηνών, Όθωνα ντε Λα Ρος. Ο Παρθενώνας ανήκε πλέον στη Ρωμαϊκή εκκλησία και μετατράπηκε σε καθολικό ναό αφιερωμένο στη Notre Dame, ενώ στη νοτιοδυτική του γωνία χτίστηκε ψηλό κωδωνοστάσιο. Στις αρχές του 14ου αιώνα μ.Χ.(1311μ.Χ.), οι Φράγκοι νικήθηκαν από τους Καταλανούς, και το δουκάτο των Αθηνών πέρασε στην κυριαρχία τους. Κυβέρνησαν την πόλη για εβδομήντα χρόνια. Στα μνημείο του Παρθενώνα δεν σημειώθηκαν αλλαγές.

Οθωμανική αυτοκρατορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1456, ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής φτάνει στην Αθήνα, με σκοπό την κατάληψη της πόλης, ενώ το 1458 η Ακρόπολη γίνεται η βάση της οθωμανικής φρουράς. Τα μνημεία της Ακρόπολης δεν είχαν καμία ιστορική αξία για τους Οθωμανούς, ωστόσο ο λόφος της Ακροπόλεως είχε ιδιαίτερα στρατηγική αξία, καθώς προσφερόταν ως φρούριο, εξαιτίας της εποπτικής του θέσης. Στο Ερέχθειο εγκαταστάθηκε ο Τούρκος φρούραρχος, ο λεγόμενος "Δισδάρης", δηλαδή ο διοικητής του φρουρίου, με την φρουρά, και το χαρέμι που τον ακολουθούσε. Την ίδια περίοδο ο Παρθενώνας μετατράπηκε σε τζαμί, ενώ το φράγκικο κωδωνοστάσιο σε μιναρέ. Στις 25 Οκτωβρίου του 1640, ο Τούρκος φρούραρχος συγκεντρώνει μεγάλη ποσότητα πυρίτιδας στην Ακρόπολη, με σκοπό να βομβαρδίσει τους Έλληνες που θα συγκεντρώνονταν απέναντι, στο ναό του Αγίου Δημητρίου για να τιμήσουν την ονομαστική του εορτή. Το βράδυ της παραμονής η πτώση ενός κεραυνού πάνω στην πυρίτιδα προκάλεσε την ανατίναξη της και την κατάρρευση μέρους των Προπυλαίων. Το 1686, οι Τούρκοι κατά την διάρκεια της περοετοιμασίας τους για την αντιμετώπιση των Ενετών, συνέχισαν τις καταστροφές κατεδαφίζοντας το ναό της Αθηνάς Νίκης, προκειμένου να χρησιμοποιήσουν το υλικό του για την οχύρωση της πρόσβασης μπροστά από τα Προπύλαια. Τη μεγαλύτερη καταστροφή όμως υπέστει ο ναός του Παρθενώνα, στον οποίο οι Τούρκοι είχαν εγκαταστήσει πυριτιδαποθήκη, ένα χρόνο αργότερα εν μέσω του Β΄ Ενετο-τουρκικού πολέμου. Στις 22 Σεπτεμβρίου του 1687, ο Ενετός Φραγκίσκος Μοροζίνι μαζί με τον στόλο του, φτάνουν μέσω του Πειραιά στην Αθήνα με στόχο το οχυρό της οθωμανικής φρουράς, την Ακρόπολη. Αφού στρατοπέδευσε στον λόφο του Φιλοπάππου, άρχισε να πολιορκεί τον Παρθενώνα. Έπειτα από τέσσερις ημέρες συνεχών βομβαρδισμών, στις 26 Σεπτεμρίου, μία από τις οβίδες του πυροβολικού του Μοροζίνι ανατίναξε την πυριτιδαποθήκη που στεγαζόταν στο ναό του Παρθενώνα, προξενώντας την κατάρρευση του μεγαλύτερου τμήματος του ναού προς την ανατολική πλευρά, καθώς και εκτεταμένες καταστροφές στο γλυπτό του διάκοσμο. Μάλιστα, ο Μοροζίνι μετά από εντολή της Βενετσιάνικης γερουσίας, απέσπασε από το ναό γλυπτά αλλά και κατάστρεψε πολλά από αυτά, εξαιτίας του περιορισμένου χρόνου και της έλλειψης κατάλληλου εξοπλισμού που χρειαζόταν για την αφαίρεσή τους. Πολλοί από τους στρατιώτες διαφόρων εθνικοτήτων που έπαιρναν μέρος στην εκστρατεία, απέσπασαν μικρά κομμάτια του ναού με αποτέλεσμα αυτά να διοχετευτούν σε όλη την Ευρώπη, σε συλλογές ηγεμόνων και κατόπιν στα μουσεία των χωρών τους. Παρά τις αλλαγές και τις καταστροφές που είχε υποστεί ο Παρθενώνας, μέχρι τη στιγμή της ανατίναξης του, το κτήριο διατηρούσε την αρχιτεκτονική του συνοχή και το μεγαλύτερο μέρος του διακόσμου και όντας ένα λειτουργικό κτήριο βρισκόταν σε συνεχή χρήση για περισσότερο από 2000 χρόνια. Πλέον ήταν ένα ερειπωμένο κτίσμα που προσφερόταν για λεηλασία.


ΑΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ Στις αρχές του 19ου αι. ο Άγγλος πρεσβευτής της Αγγλίας στην Υψηλή Πύλη λόρδος Thomas Bruce Elgin, έχοντας στα χέρια του σουλτανικό φιρμάνι, επιδόθηκε σε τεράστιας έκτασης απαγωγή των γλυπτών του ναού, απογυμνώνοντάς τον ακόμα περισσότερο από τον πλαστικό του πλούτο. Σχεδόν ταυτόχρονα με την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους (1833), ο Παρθενών απαλλάχθηκε από τα ερείπια που τον περιτριγύριζαν και το 1844 κατεδαφίστηκε το τουρκικό τζαμί. Έκτοτε άρχισαν σταδιακά οι πρώτες αναστηλώσεις του ναού, που βαθμιαία έδωσαν τη θέση τους σε συστηματικές εργασίες για τη συντήρηση του μνημείου έως και τις μέρες μας.


Ιστορία των Αθηναίων - Τόμος Β Από τον/την Δημήτριος Καμπούρογλου

1.07λεπτα



Έκτοτε και μέχρι να παραδοθεί το μνημείο στην αρχαιολογία λεηλατήθηκε συστηματικά κυρίως από τον Λόρδο Έλγιν, ενώ υπέστη σημαντικές καταστροφές κατά την περίοδο της ελληνικής επανάστασης του 1821 και την πολιορκία του βράχου από τον Κιουταχή Μπέη.