Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 01/12/2019.
Η Φίνος Φιλμ είναι ελληνική εταιρεία παραγωγής ταινιών. Ιδρύθηκε το 1943 από τον Φιλοποίμενα Φίνο και λειτούργησε αδιάκοπα μέχρι το θάνατό του, το 1977. Από το 2006, ωστόσο, επανήλθε στην παραγωγή και χρηματοδότηση ταινιών με ταινίες όπως η Uranya του Κώστα Καπάκα και το ριμέικ του Ο Ηλίας του 16ου. Ο συνολικός αριθμός των ταινιών ανήλθε στις 196 και σε 8 έκανε διανομή. Το διάστημα 1943-1977 (έτος θανάτου του Φίνου) ήταν η μεγαλύτερη εταιρεία του κλάδου και μια από τις μεγαλύτερες στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου. Υπήρξε για χρόνια ανταγωνιστής με την εταιρεία Καραγιάννης - Καρατζόπουλος η οποία αποτελούσε την δεύτερη σε μέγεθος εταιρεία στην Ελλάδα.
Το 1954 ο Φίνος μεταφέρει για τελευταία φορά την έδρα της εταιρείας του στο παλιό κτήριο σαπωνοποιίας του Παπουτσάνη στην οδό Χίου 53, κοντά στον σταθμό Λαρίσης. Στο νεοκλασικό της οδού Χίου αναπτύσσονται τα εργαστήρια, από την εμφάνιση μέχρι την τελική κόπια (εμφανιστήρια, μοντάζ, μιξάζ κλπ.) τα γραφεία και ο σχεδιασμός παραγωγής της εταιρείας. Ο Φίνος ταυτόχρονα αναζητά μεγαλύτερα πλατό αφού οι ανάγκες της παραγωγής αυξάνονται συνεχώς. Το πλατό ΑΤΛΑΝΤΙΣ, όπως το είχαν ονομάσει επειδή ήταν δίπλα στο παλιό εργοστάσιο τσιμέντων ΑΤΛΑΝΤΙΣ, στην περιοχή Θυμαράκια της οδού Λιοσίων, δεν ανταποκρίνεται πλέον στις ανάγκες της εταιρείας.
Το 1958 ξεκινά η λειτουργία των νέων πλατό της εταιρείας στους Αγίους Αναργύρους, στην περιοχή Μυκονιάτικα. Ήταν τα παλιά βουστάσια του Ιωάννη Μέρλα. Η ανακατασκευή τους κράτησε περισσότερο από δύο χρόνια. Υπήρχαν δύο πλατό, ένα μεγάλο και ένα μικρό, καθώς και αποθήκη, ξυλουργείο, καμαρίνια και ένας μεγάλος περίβολος που εξυπηρετούσε την δυνατότητα κατασκευής ντεκόρ πόλης, όπως συμβαίνει στην ταινία Λόλα, όπου όλη η Τρούμπα έχει κατασκευαστεί στον περίβολο των πλατό. Τα στούντιο ήταν κοντά στον αστικό ιστό και ταυτόχρονα απομονωμένα. Το μεγαλύτερο μέρος των ταινιών της χρυσής περιόδου της εταιρείας γυρίστηκαν στα πλατό των Αγίων Αναργύρων. Όταν οι ταινίες ήταν πολλές και το γκρουπάρισμα δεν έβγαινε, χρησιμοποιούσαν και το στούντιο της Ανζερβός στην Φιλοθέη, το οποίο κατεδαφίστηκε πριν το 2004 και ήταν ένα από τα πρώτα στούντιο της χώρας, χρηματοδοτούμενο με δάνειο από την Εθνική Τράπεζα.
Όλα αυτά συνέβαιναν μέχρι το 1970, όταν και εγκαινιάστηκαν τα νέα στούντιο της εταιρείας στα Σπάτα, που αποτελούσαν ένα μεγάλο όνειρο του Φίνου, που σύμφωνα με συνεργάτες του ήθελε να φτιάξει μια ελληνική Τσινετσιτά. Στο πλαίσιο αυτού του οράματος ο Φίνος έστειλε αρχιτέκτονα και συνεργάτες στην Τσινετσιτά στη Ρώμη, ώστε να πάρουν πληροφορίες για την κατασκευή των πλατό - μπορεί κανείς να διακρίνει αρχιτεκτονικές ομοιότητες με τα πλατό της Τσινετσιτά. Τα νέα στούντιο αποτελούνταν από δύο μεγάλες σκηνές και όλους τους αναγκαίους χώρους ενός αντίστοιχου συγκροτήματος. Τη δεκαετία του 1970 θεωρούνταν από τα καλύτερα πλατό στην Ευρώπη και προς στιγμήν φάνηκε ότι θα προσέφεραν ακόμα πιο ραγδαία ανάπτυξη στην εγχώρια κινηματογραφική παραγωγή.
Τότε όμως, από το 1972-1973 και μετά, κοινωνικοί και οικονομικοί λόγοι της εποχής, με κυρίαρχη αιτία την ανάπτυξη της τηλεόρασης, καθώς και η αδυναμία του Φίνου να δημιουργήσει επιχειρηματικές συνεργασίες και να λειτουργήσει στο πνεύμα της νέας εποχής προκάλεσαν μεγάλη κρίση στον ελληνικό κινηματογράφο, από την οποία η Φίνος Φιλμ χτυπήθηκε σοβαρά. Με τον θάνατο του ιδρυτή της το 1977, η εταιρεία ασχολήθηκε κυρίως με την ενοικίαση των ταινιών της και την εκμετάλλευση των πλατό, ώστε να αποπληρωθούν τα τεράστια χρέη. Τα στούντιο της Φίνος Φιλμ στα Σπάτα ακόμα και σήμερα συγκαταλέγονται ανάμεσα στα μεγαλύτερα πλατό της χώρας και το μοναδικό κινηματογραφικό αρχιτεκτονικό δείγμα (μαζί με το Studio Alfa στα Μελίσσια) μιας εταιρείας, που λειτούργησε στο μοντέλο συγκεντρωτισμού της κινηματογραφικής παραγωγής, όπως και τα μεγάλα αμερικανικά και ευρωπαϊκά στούντιο από το 1930 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1960.
2 βραβεία (τιμητική διάκριση για το μακιγιάζ και κοινού χειρότερης ταινίας μεγάλου μήκους (είναι η μοναδική χρονιά που το κοινό έδωσε βραβείο χειρότερης ταινίας))[2]