Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη 1990

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη
Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία
Ημερομηνία σχηματισμού11 Απριλίου 1990
Ημερομηνία διάλυσης12 Οκτωβρίου 1993
Πρόσωπα και δομές
Αρχηγός ΚράτουςΧρήστος Σαρτζετάκης (έως 5 Μαΐου 1990)
Κωνσταντίνος Καραμανλής (από 5 Μαΐου 1990)
Πρόεδρος ΚυβέρνησηςΚωνσταντίνος Μητσοτάκης
Αντιπρόεδρος ΚυβέρνησηςΤζαννής Τζαννετάκης - Αθανάσιος Κανελλόπουλος (έως 21 Φεβρουαρίου 1992)
Συνολικός αριθμός Μελών77
Συμμετέχοντα κόμματαΝέα Δημοκρατία
Δημοκρατική Ανανέωση (ως τον Ιούλιο του 1990)
Κατάσταση στο νομοθετικό σώμαΚυβέρνηση συνεργασίας υπό την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας
151 / 300 (50%)
Αξιωματική ΑντιπολίτευσηΠανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα
Αρχηγός Αξιωματικής ΑντιπολίτευσηςΑνδρέας Παπανδρέου
Ιστορία
ΕκλογέςΕλληνικές βουλευτικές εκλογές 1990
Θητεία νομοθετικού σώματος21 Απριλίου 1990 - 11 Σεπτεμβρίου 1993 (Ζ΄ κοινοβουλευτική περίοδος)[1]
Προϋπολογισμοί1991: έσοδα: 6.470.000.000.000 - έξοδα: 6.470.000.000.000[2]
ΠροηγούμενηΟικουμενική κυβέρνηση Ξενοφώντα Ζολώτα 1989
ΔιάδοχηΚυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου 1993

Η Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη 1990 (Απρίλιος 1990 - Οκτώβριος 1993) ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας μετά την νίκη του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, στις βουλευτικές εκλογές της 8ης Απριλίου 1990. Η Ν.Δ. αν και πρώτευσε στις εκλογές, δεν κατόρθωσε να πάρει την αυτοδυναμία, αφού εξέλεξε μόνο 150 βουλευτές. Ο Μητσοτάκης ήρθε σε συμφωνία με τον πρόεδρο της ΔΗ.ΑΝΑ., Κωστή Στεφανόπουλο, ώστε ο εκλεγμένος βουλευτής του, Θεόδωρος Κατσίκης, να στηρίξει την κυβέρνηση, η οποία πλέον είχε 151 βουλευτές. [3] Η κυβέρνηση έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή στηριζόμενη στην ΚΟ της ΝΔ, στον Κατσίκη της ΔΗ.ΑΝΑ. και στον Σαδίκ Αχμέτ, μουσουλμάνο της Θράκης που πολιτευόταν ως Τούρκος.[4]

Η κυβέρνηση αντιμετώπισε σε όλη σχεδόν την διάρκεια της θητείας της εσωκομματική αντίδραση, άλλοτε συγκαλυμμένη (Μιλτιάδης Έβερτ) [5]και άλλοτε απροκάλυπτη (Αντώνης Σαμαράς), που οδήγησε στην αποπομπή του Σαμαρά από την κυβέρνηση τον Απρίλιο του 1992. Μετά την παραίτησή του, ο Αντώνης Σαμαράς ίδρυσε, στις 30 Ιουνίου 1993, πολιτικό σχήμα με την ονομασία «Πολιτική Άνοιξη» και το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους προέτρεψε τους προσκείμενους σε αυτόν βουλευτές της ΝΔ να ανεξαρτητοποιηθούν. Η δήλωση παραίτησης από την κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας του βουλευτή Κιλκίς, Γιώργου Συμπιλίδη, οδήγησε την κυβέρνηση στην απώλεια της εύθραυστης ούτως ή άλλως, πλειοψηφίας της. [6] Τον Σεπτέμβριο του 1993 η κυβέρνηση αναγκάστηκε να διεξάγει πρόωρες εκλογές στις 10 Οκτωβρίου.

Κυβερνητικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εσωτερική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Κυβέρνηση προχώρησε πάραυτα σε αλλαγή του εκλογικού νόμου και ψήφισε τον νόμο 1907/1990, ο οποίος εκτός των άλλων διαφορών εισήγαγε στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα για πρώτη φορά τη ρήτρα του 3% για την εκπροσώπηση κάποιου κόμματος στην Βουλή.

Χαρακτηριστικές στιγμές κοινωνικών και συνδικαλιστικών αντιδράσεων της περιόδου υπήρξαν οι καταλήψεις σε ΑΕΙ-ΤΕΙ. Το Νοέμβριο του 1990 (όταν υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ήταν ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος), εκδηλώθηκε κύμα μαθητικών καταλήψεων (ως αντίδραση για την τότε επιχειρούμενη από την κυβέρνηση μεταρρύθμιση στο χώρο της Παιδείας) που κράτησε τρεις μήνες, κατά την διάρκεια των οποίων δολοφονήθηκε ο καθηγητής Νίκος Τεμπονέρας από τον Ιωάννη Καλαμπόκα, στέλεχος της ΟΝΝΕΔ Αχαΐας, ο οποίος και καταδικάστηκε σε δίκη που ακολούθησε.

Το 1992 η κυβέρνηση σύναψε συμφωνία με τον τέως Βασιλιά Κωνσταντίνο, η οποία κυρώθηκε με το νόμο 2086/1992 και προέβλεπε την απόδοση στο ελληνικό κράτος του μεγαλύτερου μέρους της, επικαλούμενης, «Βασιλικής Περιουσίας» και τη διατήρηση από το τέως μονάρχη των παλαιών θερινών ανακτόρων του Τατοΐου στην Αθήνα, του Μον Ρεπό στην Κέρκυρα και του κτήματος στο Πολυδένδρι. Το 1993 έλαβε χώρα η πρώτη επίσκεψη του τέως Βασιλιά στην Ελλάδα μετά το 1981, μια επίσκεψη που προκάλεσε την έντονη αντίδραση της αντιπολίτευσης, καθώς και τη δυσφορία του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας και του Πρωθυπουργού εξαιτίας της πολιτικής χροιάς, που έλαβε.

Οικονομική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κυβέρνηση πολιτεύτηκε μέσα στο διεθνές κλίμα της κατάρρευσης του υπαρκτού σοσιαλισμού. Κατά την τριετία 1990-1993 στον τομέα της οικονομικής ιδιαίτερα πολιτικής προχώρησαν σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές προς την κατεύθυνση της μείωσης του κράτους. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη παρά την οριακή της πλειοψηφία (152 έδρες) και τις τεράστιες αντιδράσεις, τόσο της αντιπολίτευσης όσο και κάποιας αμφισβήτησης στο εσωτερικό του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας (Μιλτιάδης Έβερτ), ήταν η πρώτη ελληνική κυβέρνηση μετά το Β' παγκόσμιο πόλεμο, η οποία προχώρησε σε μέτρα περιορισμού της έκτασης και των παρεμβάσεων του κράτους. Συγκεκριμένα:

Προχώρησε η απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος και της κίνησης κεφαλαίων, η απελευθέρωση κατά μεγάλο μέρος της αγοράς των ενοικίων, η απελευθέρωση της εμπορίας καυσίμων, η κατάργηση των ελέγχων τιμών σε όλα τα αγαθά με εξαίρεση τα φάρμακα, η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας με την εισαγωγή της μερικής απασχόλησης και της τέταρτης βάρδιας και η απελευθέρωση του ωραρίου των καταστημάτων.

Μειώθηκε ο αριθμός των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα από 484.000 το 1989 στις 458.000 το 1993, όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος.

Παραχωρήθηκε στον ιδιωτικό τομέα η κινητή τηλεφωνία με διαγωνισμό από τον οποίο εισπράχθηκαν για δύο άδειες 328 εκ. δολλάρια. Πραγματοποιήθηκε ο διαγωνισμός για την κατασκευή με αυτοχρηματοδότηση του αεροδρομίου των Σπατών. Επίσης προωθήθηκε η αυτοχρηματοδότηση των βασικών οδικών αξόνων, με την πραγματοποίηση των διαγωνισμών για την Αττική Οδό (για την υλοποίηση της οποίας πραγματοποιήθηκαν απαλλοτριώσεις ύψους 50 δισ. δρχ.) και τη γέφυρα του Ρίου-Αντιρρίου. Την περίοδο εκείνη υπεγράφη και η σύμβαση για το μετρό της Αθήνας, το οποίο εκτελέστηκε ως δημόσιο έργο, ο έλεγχος όμως της κατασκευής του ανατέθηκε τότε -για πρώτη φορά- σε ιδιωτική εταιρία.

Πραγματοποιήθηκε η ιδιωτικοποίηση των αστικών συγκοινωνιών της Αθήνας. Η απόφαση για ιδιωτικοποίηση των μέσων μεταφοράς της Αθήνας οδήγησε σε μεγάλες κινητοποιήσεις των εργαζομένων και των συνδικαλιστών φορέων. Ιδιωτικοποιήθηκαν ή εκκαθαρίστηκαν 66 προβληματικές επιχειρήσεις του ΟΑΕ (ΑΓΕΤ, Πειραϊκή-Πατραϊκή κ.λπ.) και διευκολύνθηκε με απολύσεις προσωπικού η αποκρατικοποίηση των υπολοίπων που είχαν απομείνει (συνολικά μειώθηκε, από το 1989 μέχρι το 1993, το προσωπικό των επιχειρήσεων αυτών κατά 9000 εργαζομένους). Ιδιωτικοποιήθηκαν 15 από τις 69 επιχειρήσεις που ανήκαν σε κρατικές τράπεζες (όπως τα ναυπηγεία Ελευσίνος, η Τράπεζα Αθηνών κ.α.). Πραγματοποιήθηκε επιτυχώς η αποκρατικοποίηση μέσω εισαγωγής στο χρηματιστήριο της Βιομηχανίας Ζάχαρης, μεταβιβάστηκε το management της ΕΑΒ (στην Lockheed Martin) και ιδιωτικοποιήθηκε η Olympic Catering. Έκλεισαν επίσης οι παρεμβατικές επιχειρήσεις του δημοσίου (ΠΡΟΜΕΤ, ΙΤΚΟ κ.λπ.) και ανάλογες υπηρεσίες του στενότερου δημόσιου τομέα όπως η ΜΟΜΑ και η ΣΥΚΕΑ.[7]

Το καλοκαίρι του 1993 ψηφίστηκε νόμος που καταργούσε το κρατικό μονοπώλιο της ΔΕΗ στην παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος και δημιουργήθηκε το θεσμικό πλαίσιο για τη δραστηριοποίηση του ιδιωτικού τομέα στη λειτουργία καζίνων και μαρίνων που ήταν ως τότε κρατικά μονοπώλια. Καταργήθηκε εν μέρει το μονοπώλιο τόσο της Ολυμπιακής Αεροπορίας στις εσωτερικές πτήσεις όσο και των ΕΛΤΑ.

Ετέθη σε εκκαθάριση η ΚΥΔΕΠ και προχώρησε η εξυγίανση των συνεταιρισμών με τον έλεγχο των οικονομικών τους και την ανάληψη από το κράτος των χρεών. Εξυγιάνθηκε επίσης, η αγορά των λιπασμάτων.

Επίσης, στο πλαίσιο της εξυγίανσης της οικονομίας προχώρησε η τομή στο ασφαλιστικό σύστημα με τρεις διαδοχικές παρεμβάσεις (1990, 1991, 1992).

Στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη χαρακτηρίζεται ως μια μετριοπαθής προσπάθεια εφαρμογής μιας φιλελεύθερης πολιτικής.[8]

Ο Πρωθυπουργός κατά την διάρκεια συνάντησης με τον Τούρκο Πρόεδρο, Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, στο «Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ» του 1992

Εξωτερική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 11 Ιουνίου 1991, στη Σύνοδο Κορυφής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που πραγματοποιήθηκε στο Μάαστριχτ, η Ελλάδα πέτυχε την είσοδό της στην Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση, έναν ευρωπαϊκό οργανισμό συνεργασίας για την άμυνα και την ασφάλεια, ενώ τέθηκαν οι βάσεις για την ενιαία νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της Ο.Ν.Ε. Παράλληλα, επετεύχθη η εξομάλυνση των σχέσεων Ελλάδας – Η.Π.Α.. Η Κυβέρνηση Μητσοτάκη υπέγραψε το 1990 την τελική συμφωνία για τις αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα. Τον Ιούλιο του 1991 πραγματοποιήθηκε η πρώτη, μετά από 32 χρόνια, επίσημη επίσκεψη Αμερικανού Προέδρου, του Τζορτζ Μπους, στην Ελλάδα, ενώ τον Ιούνιο του 1990, είχε προηγηθεί η πρώτη, μετά από 27 χρόνια, επίσκεψη Έλληνα Πρωθυπουργού στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Στην εξωτερική πολιτική, η θητεία αυτής της Κυβέρνησης συνέπεσε με την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης και την αρχή της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας. Η Κυβέρνηση ανέλαβε διεθνείς πρωτοβουλίες, με κορυφαία τη Διάσκεψη της Βουλιαγμένης υπό την αιγίδα του Ο.Η.Ε., με σκοπό την αποτροπή της διάλυσης της ενιαίας ομοσπονδίας της Γιουγκοσλαβίας, πράγμα το οποίο όμως τελικά δεν αποφεύχθηκε. Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας επέφερε την ανεξαρτητοποίηση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, το οποίο διεκδικούσε την ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Το λεγόμενο «Σκοπιανό» προκάλεσε τις συσκέψεις των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας το πρώτο εξάμηνο του 1992. Από πλευράς Ελληνικής Κυβέρνησης, αρχικά το θέμα χειρίστηκε ο υπουργός Εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς, τον οποίο απομάκρυνε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης τον Απρίλιο του 1992, μετά τη δεύτερη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών, αναλαμβάνοντας ο ίδιος το Υπουργείο των Εξωτερικών. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης πέτυχε να πείσει την Ευρωπαϊκή Ένωση στη Σύνοδο της Λισαβόνας να υιοθετήσει πλήρως τις ελληνικές θέσεις. Οι Η.Π.Α. και η Ρωσία παρά την απόφαση της Συνόδου της Λισαβόνας επέμεναν στην εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης, αρχή της οποίας ήταν η είσοδος των Σκοπίων στον Ο.Η.Ε. με το προσωρινό όνομα «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας» (Π.Γ.Δ.Μ - F.Y.R.O.M). [9]

Σύνθεση της Κυβέρνησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

[10]

- παραιτήθηκε την 1η Οκτωβρίου 1990 και αντικαταστάθηκε από τον Γεώργιο Παπούλια
- παραιτήθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 1990 και η θέση έμεινε κενή
- παραιτήθηκε την 1η Οκτωβρίου 1990 και αντικαταστάθηκε από τον Πρωθυπουργό
- παραιτήθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 1990 και η θέση έμεινε κενή
- αντικαταστάθηκε στις 10 Ιανουαρίου 1991 από τον Γεώργιο Σουφλιά
- παραιτήθηκε στις 24 Μαΐου 1990 και η θέση έμεινε κενή
- παραιτήθηκε στις 29 Ιουλίου 1991 και η θέση έμεινε κενή
- παραιτήθηκε την 1η Οκτωβρίου 1990 και αντικαταστάθηκε από τον Αριστοτέλη Παυλίδη
    • Αναπληρωτής Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας : Αριστοτέλης Παυλίδης (από 24 Μαΐου 1990)
- παραιτήθηκε την 1η Οκτωβρίου 1990 και αντικαταστάθηκε από τον
- αντικαταστάθηκε στις 24 Μαΐου 1990 από τον Γιάννη Κεφαλογιάννη
  • «Υπουργός χωρίς Χαρτοφυλάκιο» : Μίκης Θεοδωράκης
  • «Υπουργός χωρίς Χαρτοφυλάκιο» : Γιάννης Κεφαλογιάννης

Ανασχηματισμός 8ης Αυγούστου 1991[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με τον νόμο 1943/1991 καταργήθηκαν οι θέσεις των Αναπληρωτών Υπουργών και μετονομάστηκε η θέση του Υπουργού χωρίς Χαρτοφυλάκιο σε Υπουργό Επικρατείας.[11]

- παραιτήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 1992
- αντικαταστάθηκε στις 7 Αυγούστου 1992 από την Ντόρα Μπακογιάννη
- αντικαταστάθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1991 από τον Σωτήρη Κούβελα
  • Υφυπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως : Βύρων Πολύδωρας - παραιτήθηκε στις 7 Αυγούστου 1992
- αντικαταστάθηκε στις 14 Απριλίου 1992 από τον Πρωθυπουργό [12]
- αντικαταστάθηκε στις 7 Αυγούστου 1992 από τον Μιχάλη Παπακωνσταντίνου
- παραιτήθηκε στις 7 Αυγούστου 1992 και η θέση έμεινε κενή
- αντικαταστάθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 1992 από τον Στέφανο Μάνο
    • Υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας : Αριστείδης Τσιπλάκος
    • Υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας : Σωτήρης Χατζηγάκης
- παραιτήθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1991 και η θέση έμεινε κενή
- στις 17 Φεβρουαρίου 1992 διορίστηκε ο Κωνσταντίνος Δούσης
- αντικαταστάθηκε στις 7 Αυγούστου 1992 από τον Ιωάννη Βαρβιτσιώτη
- αντικαταστάθηκε στις 7 Αυγούστου 1992 από τον Στέφανο Μάνο
- αντικαταστάθηκε στις 31 Οκτωβρίου 1991 από τον Σωτήρη Χατζηγάκη
- αντικαταστάθηκε στις 27 Νοεμβρίου 1992 από τον Χρήστο Κοσκινά
- παραιτήθηκε στις 27 Νοεμβρίου 1992 και η θέση έμεινε κενή
- αντικαταστάθηκε στις 7 Αυγούστου 1992 από τον Γιάννη Παλαιοκρασσά
    • Υφυπουργός Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας: Βασίλειος Μαντζώρης
  • Υπουργείο Εμπορίου
    • Υπουργός Εμπορίου : Ανδρέας Ανδριανόπουλος
- αντικαταστάθηκε στις 7 Αυγούστου 1992 από τον Γιάννη Παλαιοκρασσά
    • Υφυπουργός Εμπορίου : Βασίλειος Μαντζώρης (από 26 Νοεμβρίου 1991)
    • Υφυπουργός Εμπορίου :
  • Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών
    • Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών : Νικόλαος Γκελεστάθης
    • Υφυπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών :
    • Υφυπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών :
  • Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας
    • Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας : Αριστοτέλης Παυλίδης
  • Υπουργείο Τουρισμού
    • Υπουργός Τουρισμού : Γιάννης Κεφαλογιάννης (το Υπουργείο καταργήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 1991) [13]
- παραιτήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 1992
- παραιτήθηκε την 1η Απριλίου 1992
- αντικαταστάθηκε στις 7 Αυγούστου 1992 από τον Ανδρέα Ανδριανόπουλο

Ανασχηματισμός 3ης Δεκεμβρίου 1992[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

- αντικαταστάθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1993 όταν η κυβέρνηση μεταβλήθηκε σε υπηρεσιακή από τον Ιωάννη Γεωργάκη
- αντικαταστάθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1993 όταν η κυβέρνηση μεταβλήθηκε σε υπηρεσιακή από τον Δημήτριο Μανίκα
- αντικαταστάθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1993 όταν η κυβέρνηση μεταβλήθηκε σε υπηρεσιακή από τον Γεώργιο Πλαγιανάκο
- παραιτήθηκε στις 11 Μαΐου 1993

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. [1]
  2. ΦΕΚ Α187/ 1990
  3. Μετά τον σχηματισμό κυβέρνησης, το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση ότι είχε γίνει λάθος στην κατανομή των εδρών της Νέας Δημοκρατίας και στερούνταν μιας έδρας, οπότε στη Νέα Δημοκρατία δόθηκε μια επιπλέον έδρα και πλέον η κυβέρνηση βρέθηκε με 152 έδρες στη Βουλή. Εξάλλου, ο Θεόδωρος Κατσίκης προσχώρησε στις 19 Ιούλιου του 1990 και τυπικά στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, στερώντας από την ΔΗ.ΑΝΑ την μοναδική της έδρα.https://www.tanea.gr/2013/03/16/politics/pethane-o-prwin-boyleytis-tis-nd-theodwros-katsikis/
  4. Αντώνης Τελόπουλος, Δημήτρης Ψαρράς (12-06-2023). ««Είσαστε Τούρκοι, αλλά μόνο αν έτσι θέλουμε εμείς»». Η Εφημερίδα των Συντακτών. https://www.efsyn.gr/politiki/393373_eisaste-toyrkoi-alla-mono-etsi-theloyme-emeis. Ανακτήθηκε στις 12-06-2023. 
  5. https://www.tovima.gr/2016/04/21/politics/i-ptwsi-mitsotaki-kai-i-anodos-ebert/
  6. Η δήλωση παραίτησης του Γιώργου Συμπιλίδη, https://roides.wordpress.com/2012/04/20/20apr12b/
  7. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Ιουλίου 2020. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουλίου 2020. 
  8. Εκδοτική Αθηνών, Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τομ. 16, σελ. 395, Αθήνα 2000
  9. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Ιουλίου 2020. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουλίου 2020. 
  10. Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης, https://gslegal.gov.gr/?p=1304
  11. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Ιουλίου 2020. Ανακτήθηκε στις 12 Ιουλίου 2020. 
  12. Στις 13 Απριλίου 1992, ο Αντώνης Σαμαράς αποπέμπεται από την κυβέρνηση, λόγω της αδιάλλακτων θέσεων του, στο Μακεδονικό, αμέσως μετά το Συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών υπό τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Καραμανλή.https://www.sansimera.gr/biographies/487
  13. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιουλίου 2020. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2020.