Μινωικός πολιτισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
IoannisKl (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Μεταφορά γενετικών πληροφοριών από την ενότητα "Προανακτορική περίοδος" στη "Γενετική", και επαναδιατύπωση.
Γραμμή 72: Γραμμή 72:


''Νεολιθική ΜΜ ΙΑ: περ. 7000–2000 ''π.Χ.: Η νεολιθική περίοδος στη Κρήτη θεωρείται ότι αρχίζει περί το 7000 π.Χ. Κατά τον Έβανς η Κρήτη αποικίστηκε από λαούς της [[Μέση Ανατολή|ΝΔ Μέσης Ανατολής]]. Πιστοποιημένη μαρτυρία για τη κατοίκηση αυτής της περιόδου είναι η Κνωσός, στη δυτική πλευρά της κοιλάδας του Καιράτου σε μια έκταση 0.25 εκτ. με κατ' εκτίμησιν πληθυσμό 70 ατόμων. Κατά την άποψη αυτή οι πρώτοι άποικοι έφεραν μαζί τους τις δομές μιας πλήρως αναπτυγμένης καλλιεργητικής κοινωνίας και τη πρωτογλώσσα από την οποία προέκυψαν τα μεταγενέστερα γλωσσικά ιδιώματα του νησιού. Πολύ λίγες τοποθεσίες είναι γνωστές για μια περίοδο 2.500 χρόνων. Οι μαρτυρίες πολλαπλασιάζονται στην ύστερη νεολιθική και στη χαλκολιθική περίοδο (περ. 4500–3500 π.Χ.). Η Κνωσός φθάνει πλέον στην έκταση των 5 εκτ. και ο κατ' εκτίμησιν πληθυσμός της τα 1500 άτομα. Η συγκεκριμένη αύξηση δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί από κάποια δραστική δημογραφική αύξηση των γηγενών και έτσι έχει προταθεί η υπόθεση ότι υπήρξε ένα δεύτερο κύμα αποικισμού, στην ίδια περίοδο που αποικήθηκαν και πολλά από τα νησιά του Αιγαίου. Η εμφάνιση νέων τεχνοτροπιών στη κεραμεική της πρώιμης [[εποχή του Χαλκού|εποχής του Χαλκού]] στον Άγιο Ονούφριο και τους Πύργους και άλλα υπολείμματα υλικού πολιτισμού παρόμοια με αυτά του [[Κυκλαδικός πολιτισμός|κυκλαδικού πολιτισμού]] είναι σοβαρή ένδειξη που στρέφει προς την υπόθεση της ύπαρξης ενός μεταναστευτικού ρεύματος στο Αιγαίο στη συγκεκριμένη περίοδο.
''Νεολιθική ΜΜ ΙΑ: περ. 7000–2000 ''π.Χ.: Η νεολιθική περίοδος στη Κρήτη θεωρείται ότι αρχίζει περί το 7000 π.Χ. Κατά τον Έβανς η Κρήτη αποικίστηκε από λαούς της [[Μέση Ανατολή|ΝΔ Μέσης Ανατολής]]. Πιστοποιημένη μαρτυρία για τη κατοίκηση αυτής της περιόδου είναι η Κνωσός, στη δυτική πλευρά της κοιλάδας του Καιράτου σε μια έκταση 0.25 εκτ. με κατ' εκτίμησιν πληθυσμό 70 ατόμων. Κατά την άποψη αυτή οι πρώτοι άποικοι έφεραν μαζί τους τις δομές μιας πλήρως αναπτυγμένης καλλιεργητικής κοινωνίας και τη πρωτογλώσσα από την οποία προέκυψαν τα μεταγενέστερα γλωσσικά ιδιώματα του νησιού. Πολύ λίγες τοποθεσίες είναι γνωστές για μια περίοδο 2.500 χρόνων. Οι μαρτυρίες πολλαπλασιάζονται στην ύστερη νεολιθική και στη χαλκολιθική περίοδο (περ. 4500–3500 π.Χ.). Η Κνωσός φθάνει πλέον στην έκταση των 5 εκτ. και ο κατ' εκτίμησιν πληθυσμός της τα 1500 άτομα. Η συγκεκριμένη αύξηση δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί από κάποια δραστική δημογραφική αύξηση των γηγενών και έτσι έχει προταθεί η υπόθεση ότι υπήρξε ένα δεύτερο κύμα αποικισμού, στην ίδια περίοδο που αποικήθηκαν και πολλά από τα νησιά του Αιγαίου. Η εμφάνιση νέων τεχνοτροπιών στη κεραμεική της πρώιμης [[εποχή του Χαλκού|εποχής του Χαλκού]] στον Άγιο Ονούφριο και τους Πύργους και άλλα υπολείμματα υλικού πολιτισμού παρόμοια με αυτά του [[Κυκλαδικός πολιτισμός|κυκλαδικού πολιτισμού]] είναι σοβαρή ένδειξη που στρέφει προς την υπόθεση της ύπαρξης ενός μεταναστευτικού ρεύματος στο Αιγαίο στη συγκεκριμένη περίοδο.

Σύγχρονη μελέτη σε μιτοχονδριακό γενετικό υλικό σκελετών ηλικίας 4,400–3,700 ετών και σύγχρονων κατοίκων του Λασιθίου αναθεωρεί την υπόθεση του Έβανς, δείχνοντας ότι ο Μινωϊκός και ο σύγχρονος πληθυσμός έχει ισχυρότερες συγγένειες με τους νεολιθικούς και σύγχρονους πληθυσμούς της Ευρώπης και αποκλείει προέλευση από τη Β. Αφρική. Οι ερευνητές προτείνουν ότι ο Μινωϊκός πολιτισμός πιθανότατα αναπτύχθηκε από αυτόχθονα πληθυσμό της Κρήτης της Εποχής του Χαλκού.<ref>[http://www.nature.com/ncomms/journal/v4/n5/full/ncomms2871.html Jeffery R. Hughey, Peristera Paschou, Petros Drineas, Donald Mastropaolo, Dimitra M. Lotakis, Patrick A. Navas, Manolis Michalodimitrakis, John A. Stamatoyannopoulos & George Stamatoyannopoulos, A European population in Minoan Bronze Age Crete, ''Nature Communications'' '''4''', Article number: 1861, doi:10.1038/ncomms2871, 14 May 2013.]</ref>


Αν και η ΠΜ I φάση καθορίζει συμβατικά την έναρξη της εποχής του Χαλκού, ο όρος είναι μάλλον παραπλανητικός. Η μεταλλουργία του χαλκού ήταν ήδη γνωστή στην ύστερη νεολιθική ([[Χαλκολιθική περίοδος|Χαλκολιθική]]) στη Κνωσό, αλλά οι χρήσεις του ορείχαλκου δεν εξαπλώθηκαν ευρέως μέχρι τη ΠΜ ΙΙ (περ. 2500 π.Χ.). Η κατανόηση των κοινωνιών της ΠΜ I–ΜΜ ΙΑ (περ. 3500–2000 π.Χ.) εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από ταφικά ευρήματα, ιδιαίτερα τους κυκλικούς τύμβους στη Μεσαρά, και από λιγοστά ανεσκαμμένα πεδία, όπως τα [[Δέβλα]], η [[Μύρτος Λασιθίου|Μύρτος]], η Κορυφή (0,09 εκτ.) που έδωσε και το όνομά της στη χαρακτηριστική κεραμεική της ΠΜ II Περιόδου. Η παρουσία τέτοιων τόπων με [[πληθυσμός|πληθυσμό]] πιθανώς 30-50 ατόμων, υπονοεί κοινωνίες με σχετική ισότητα, αντίθετα με τις μεγαλύτερες εγκαταστάσεις της Κνωσού, της [[Φαιστός|Φαιστού]] των [[Μάλια|Μαλίων]] του [[Μόχλος|Μόχλου]] με πληθυσμούς που ποικίλουν από 450 άτομα στη [[Φαιστός|Φαιστό]] έως 1.500 άτομα στη Κνωσό. Το μέγεθός τους και οι μνημειακές κατασκευές της Κνωσού ή τα ταφικά ευρήματα του Μόχλου μας οδηγούν στην υπόθεση της ανάδυσης μιας κοινωνικής ιεραρχίας ήδη από τη ΠΜ ΙΙ. Στην ύστερη προανακτορική φάση (ΜΜ ΙΑ στη κεντρική Κρήτη, ΠΜ ΙΙΙ στην ανατολική), Οι πλούσιοι τάφοι μιας ελίτ αριστοκρατίας εξαπλώνονται ([[Αρχάνες]], [[Μάλια]], Μόχλος) και συνιστούν ενδείξεις επαφών με την ανατολική Μεσόγειο. Πέραν τούτου υποδεικνύουν και τη σημασία της κοινωνικής διαστρωμάτωσης και των εξωτερικών επαφών ως παραγόντων ανάδυσης της κοινωνίας των ανακτόρων.
Αν και η ΠΜ I φάση καθορίζει συμβατικά την έναρξη της εποχής του Χαλκού, ο όρος είναι μάλλον παραπλανητικός. Η μεταλλουργία του χαλκού ήταν ήδη γνωστή στην ύστερη νεολιθική ([[Χαλκολιθική περίοδος|Χαλκολιθική]]) στη Κνωσό, αλλά οι χρήσεις του ορείχαλκου δεν εξαπλώθηκαν ευρέως μέχρι τη ΠΜ ΙΙ (περ. 2500 π.Χ.). Η κατανόηση των κοινωνιών της ΠΜ I–ΜΜ ΙΑ (περ. 3500–2000 π.Χ.) εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από ταφικά ευρήματα, ιδιαίτερα τους κυκλικούς τύμβους στη Μεσαρά, και από λιγοστά ανεσκαμμένα πεδία, όπως τα [[Δέβλα]], η [[Μύρτος Λασιθίου|Μύρτος]], η Κορυφή (0,09 εκτ.) που έδωσε και το όνομά της στη χαρακτηριστική κεραμεική της ΠΜ II Περιόδου. Η παρουσία τέτοιων τόπων με [[πληθυσμός|πληθυσμό]] πιθανώς 30-50 ατόμων, υπονοεί κοινωνίες με σχετική ισότητα, αντίθετα με τις μεγαλύτερες εγκαταστάσεις της Κνωσού, της [[Φαιστός|Φαιστού]] των [[Μάλια|Μαλίων]] του [[Μόχλος|Μόχλου]] με πληθυσμούς που ποικίλουν από 450 άτομα στη [[Φαιστός|Φαιστό]] έως 1.500 άτομα στη Κνωσό. Το μέγεθός τους και οι μνημειακές κατασκευές της Κνωσού ή τα ταφικά ευρήματα του Μόχλου μας οδηγούν στην υπόθεση της ανάδυσης μιας κοινωνικής ιεραρχίας ήδη από τη ΠΜ ΙΙ. Στην ύστερη προανακτορική φάση (ΜΜ ΙΑ στη κεντρική Κρήτη, ΠΜ ΙΙΙ στην ανατολική), Οι πλούσιοι τάφοι μιας ελίτ αριστοκρατίας εξαπλώνονται ([[Αρχάνες]], [[Μάλια]], Μόχλος) και συνιστούν ενδείξεις επαφών με την ανατολική Μεσόγειο. Πέραν τούτου υποδεικνύουν και τη σημασία της κοινωνικής διαστρωμάτωσης και των εξωτερικών επαφών ως παραγόντων ανάδυσης της κοινωνίας των ανακτόρων.
Γραμμή 141: Γραμμή 139:


== Γενετική ==
== Γενετική ==
Η [[αρχαιογενετική]] μελέτη με τίτλο "''Genetic origins of the Minoans and Mycenaeans''" που εκδόθηκε το 2017 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Μινωΐτες είχαν στενή γενετική σχέση με τους [[Μυκηναίοι|Μυκηναίους]], και ότι και οι δύο σχετίζονταν στενά αλλά όχι απόλυτα με τους σύγχρονους Έλληνες. Η ίδια μελέτη ανέφερε επίσης ότι τουλάχιστον 3/4 του DNA των Μινωϊτών και των Μυκηναίων προερχόταν από τους πρώιμους [[Νεολιθική περίοδος|Νεολιθικούς]] γεωργούς που ζούσαν στη δυτική [[Μικρά Ασία]] και το [[Αιγαίο Πέλαγος]] (Μινωΐτες ~84–85%, Μυκηναίοι ~74–78%), ενώ περί το υπόλοιπο 1/4 προερχόταν από αρχαίους πληθυσμούς που σχετίζονταν με τους [[Κυνηγός-συλλέκτης|κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες]] του [[Καύκασος|Καυκάσου]] και το Νεολιθικό Ιράν (Μινωΐτες ~14–15%, Μυκηναίοι ~8–17%). Σε αντίθεση με τους Μινωΐτες, οι Μυκηναίοι είχαν επίσης κληρονομήσει ~4-16% από μία "βόρεια" πηγή που σχετίζεται με τους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες της [[Ανατολική Ευρώπη|Ανατολικής Ευρώπης]] και της [[Παλαιολιθική περίοδος|Άνω Παλαιολιθικής]] [[Σιβηρία|Σιβηρίας]], και εισήχθη μέσω μίας εγγύτερης πηγής που σχετίζεται είτε με τους κατοίκους της δυτικής [[Ευρασιατική στέπα|Ευρασιατικής στέπας]] είτε με την [[Αρμενία]].<ref name=":0">{{Cite journal|title=Genetic origins of the Minoans and Mycenaeans|first4=Swapan|first9=Cosimo|first1=Iosif|last2=Mittnik|first2=Alissa|last3=Patterson|first3=Nick|last4=Mallick|last10=Vasilakis|last20=Roodenberg|last5=Rohland|last6=Pfrengle|first6=Saskia|last7=Furtwängler|first7=Anja|last8=Peltzer|first8=Alexander|first10=Andonis|last16=Özsait|first5=Nadin|last15=Michalodimitrakis|first11=P. J. P.|last12=Konsolaki-Yannopoulou|first12=Eleni|last13=Korres|first13=George|last14=Martlew|first14=Holley|last11=McGeorge|first19=Michael|first15=Manolis|first16=Mehmet|last17=Özsait|first17=Nesrin|last18=Papathanasiou|first18=Anastasia|last19=Richards|last9=Posth|last1=Lazaridis|last26=Navas|first30=Philipp|last22=Arnott|first22=Robert|last23=Fernandes|first23=Daniel M.|last24=Hughey|first24=Jeffery R.|last25=Lotakis|first25=Dimitra M.|last31=Pinhasi|first26=Patrick A.|last27=Maniatis|first27=Yannis|last28=Stamatoyannopoulos|first28=John A.|last29=Stewardson|first29=Kristin|last30=Stockhammer|last21=Tzedakis|first20=Songül Alpaslan|url=https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC5565772/|first21=Yannis|last32=Reich|first32=David|last33=Krause|first33=Johannes|last34=Stamatoyannopoulos|first34=George|first31=Ron|issue=7666|doi=10.1038/nature23310|volume=548|pages=214–218|pmid=28783727|pmc=5565772|issn=0028-0836|date=2 Αυγούστου 2017|journal=Nature|language=en}}</ref>
Η [[αρχαιογενετική]] μελέτη με τίτλο "''A European population in Minoan Bronze Age Crete''" που εκδόθηκε το 2013, μελέτησε το μιτοχονδριακό DNA (mtDNA) 37 Μινωϊκών σκελετών ηλικίας 4,400–3,700 ετών που βρέθηκαν σε σπήλαιο του [[Οροπέδιο Λασιθίου|Οροπέδιου Λασιθίου]], και τους συνέκρινε με 135 αρχαίες και σύγχρονες πληθυσμιακές ομάδες, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι οι Μινωΐτες είχαν τη πιο στενή μιτοχονδριακή συγγένεια με τους νεολιθικούς και σύγχρονους πληθυσμούς της Ευρώπης, αποκλείοντας υποθέσεις προέλευσης από τη Βόρεια Αφρική όπως είχε προτείνει ο Άρθουρ Έβανς στο παρελθόν. Οι ερευνητές συμπέραναν ότι ο Μινωϊκός πολιτισμός αναπτύχθηκε από αυτόχθονο πληθυσμό της Κρήτης.<ref>{{Cite journal|title=A European population in Minoan Bronze Age Crete|last3=Drineas|first9=George|last8=Stamatoyannopoulos|first8=John A.|last7=Michalodimitrakis|first7=Manolis|last6=Navas|first6=Patrick A.|last5=Lotakis|first5=Dimitra M.|last4=Mastropaolo|first4=Donald|first3=Petros|url=https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC3674256/|last2=Paschou|first2=Peristera|last=Hughey|first=Jeffery R.|doi=10.1038/ncomms2871|volume=4|pmid=23673646|pmc=3674256|issn=2041-1723|date=14 Μαΐου 2013|journal=Nature Communications|last9=Stamatoyannopoulos}}</ref>
Η αρχαιογενετική μελέτη με τίτλο "''Genetic origins of the Minoans and Mycenaeans''" που εκδόθηκε το 2017 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Μινωΐτες είχαν στενή γενετική σχέση με τους [[Μυκηναίοι|Μυκηναίους]], και ότι και οι δύο σχετίζονταν στενά αλλά όχι απόλυτα με τους σύγχρονους Έλληνες. Η ίδια μελέτη ανέφερε επίσης ότι τουλάχιστον 3/4 του DNA των Μινωϊτών και των Μυκηναίων προερχόταν από τους πρώιμους [[Νεολιθική περίοδος|Νεολιθικούς]] γεωργούς που ζούσαν στη δυτική [[Μικρά Ασία]] και το [[Αιγαίο Πέλαγος]] (Μινωΐτες ~84–85%, Μυκηναίοι ~74–78%), ενώ περί το υπόλοιπο 1/4 προερχόταν από αρχαίους πληθυσμούς που σχετίζονταν με τους [[Κυνηγός-συλλέκτης|κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες]] του [[Καύκασος|Καυκάσου]] και το Νεολιθικό Ιράν (Μινωΐτες ~14–15%, Μυκηναίοι ~8–17%). Σε αντίθεση με τους Μινωΐτες, οι Μυκηναίοι είχαν επίσης κληρονομήσει ~4-16% από μία "βόρεια" πηγή που σχετίζεται με τους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες της [[Ανατολική Ευρώπη|Ανατολικής Ευρώπης]] και της [[Παλαιολιθική περίοδος|Άνω Παλαιολιθικής]] [[Σιβηρία|Σιβηρίας]], και εισήχθη μέσω μίας εγγύτερης πηγής που σχετίζεται είτε με τους κατοίκους της δυτικής [[Ευρασιατική στέπα|Ευρασιατικής στέπας]] είτε με την [[Αρμενία]].<ref name=":0">{{Cite journal|title=Genetic origins of the Minoans and Mycenaeans|first4=Swapan|first9=Cosimo|first1=Iosif|last2=Mittnik|first2=Alissa|last3=Patterson|first3=Nick|last4=Mallick|last10=Vasilakis|last20=Roodenberg|last5=Rohland|last6=Pfrengle|first6=Saskia|last7=Furtwängler|first7=Anja|last8=Peltzer|first8=Alexander|first10=Andonis|last16=Özsait|first5=Nadin|last15=Michalodimitrakis|first11=P. J. P.|last12=Konsolaki-Yannopoulou|first12=Eleni|last13=Korres|first13=George|last14=Martlew|first14=Holley|last11=McGeorge|first19=Michael|first15=Manolis|first16=Mehmet|last17=Özsait|first17=Nesrin|last18=Papathanasiou|first18=Anastasia|last19=Richards|last9=Posth|last1=Lazaridis|last26=Navas|first30=Philipp|last22=Arnott|first22=Robert|last23=Fernandes|first23=Daniel M.|last24=Hughey|first24=Jeffery R.|last25=Lotakis|first25=Dimitra M.|last31=Pinhasi|first26=Patrick A.|last27=Maniatis|first27=Yannis|last28=Stamatoyannopoulos|first28=John A.|last29=Stewardson|first29=Kristin|last30=Stockhammer|last21=Tzedakis|first20=Songül Alpaslan|url=https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC5565772/|first21=Yannis|last32=Reich|first32=David|last33=Krause|first33=Johannes|last34=Stamatoyannopoulos|first34=George|first31=Ron|issue=7666|doi=10.1038/nature23310|volume=548|pages=214–218|pmid=28783727|pmc=5565772|issn=0028-0836|date=2 Αυγούστου 2017|journal=Nature|language=en}}</ref>


{| class="wikitable" style="text-align: center"
{| class="wikitable" style="text-align: center"

Έκδοση από την 15:18, 25 Απριλίου 2021

Χάρτης των ανακτόρων και των λοιπών κέντρων του Μινωϊκού πολιτισμού

Με τον όρο Μινωικός πολιτισμός εννοείται ο προϊστορικός πολιτισμός της Κρήτης, διακριτός του προϊστορικού πολιτισμού που αναπτύχθηκε στην ηπειρωτική Αρχαία Ελλάδα (Ελλαδικός πολιτισμός) και τα νησιά του Αιγαίου (Κυκλαδικός πολιτισμός). Το όνομα "Μινωικός" προέρχεται από το μυθικό βασιλιά Μίνωα και δόθηκε από τον Άρθουρ Έβανς, τον αρχαιολόγο που ανέσκαψε το ανάκτορο της Κνωσού. Η ανάλυση του Έβανς για το Μινωικό πολιτισμό ολοκληρώθηκε το 1935, και έθεσε το θεμέλιο για τη μελέτη των διαδικασιών και μετασχηματισμών που οδήγησαν στην ανάπτυξη, εδραίωση και παρακμή των Μινωιτών.

Γεωγραφία

Το νησί της Κρήτης βρίσκεται στο κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου. Το κρητικό έδαφος είναι ορεινό με περιορισμένες αλλά γόνιμες καλλιεργήσιμες εκτάσεις, τις οποίες ο κρητικός λαός εκμεταλλευόταν οριακά. Η οικολογία της είναι τυπικά Μεσογειακή και η γεωργική της εκμετάλλευση βασιζόταν κυρίως στα δημητριακά, τα ελαιόδενδρα και την άμπελο. Κατά την ακμή του, ο Μινωϊκός πολιτισμός επεκτάθηκε και πέρα από τη Κρήτη, σε μικρότερα νησιά του Ν. Αιγαίου, καθώς επίσης και στη Κύπρο.

Εξέλιξη

Η πρωιμότερη εγκατάσταση στη Κρήτη έχει εντοπιστεί στις περιοχές Πλακιάς και Πρέβελη. Πρόκειται για παλαιολιθικά και μεσολιθικά ευρήματα, τα παλαιότερα αναγόμενα στα 130.000 χρόνια πριν από σήμερα.[1][2][3]
Η νεολιθική κατοίκηση, η οποία μέχρι το 2010 πιστευόταν ότι ήταν η παλαιότερη, αρχίζει με την Ακεραμική περίοδο, περί το 7000 π.Χ.[4] Μετά από αυτή τη περίοδο ακολούθησε μια μακρά περίοδος σχετικής σταθερότητας, έως την έναρξη της Εποχής του Χαλκού, περί το 3000 π.Χ. Οι χρονολογικές παράμετροι που ορίζουν τη Μινωϊκή περίοδο της εποχής του Χαλκού αφορούν κυρίως στο χρονικό διάστημα 3000 έως 1600 π.Χ.. με κυρίαρχα γεγονότα την οικοδόμηση της Κνωσού 1900 π.Χ., την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας 1613 π.Χ., τη κατάκτηση της Κρήτης από τους Μυκηναίους περ. το 1450 π.Χ. και τη καταστροφή της Κνωσού 1370 π.Χ.

Στη Κρήτη άκμασαν περί τις 100 Μινωϊκές πόλεις.

Ζητήματα χρονολόγησης

Οι παραπάνω χρονολογήσεις είναι σχετικές βάσει αιγυπτιακών αντικειμένων που έχουν χρονολογηθεί με μεθόδους απόλυτης χρονολόγησης. Η απόλυτη χρονολόγηση του Μινωϊκού πολιτισμού βρίσκεται σε καθεστώς διαρκούς αναθεώρησης, συνεπώς οι παραπάνω χρονολογήσεις θα πρέπει να θεωρούνται συμβατικές. Στη προκειμένη περίπτωση περισσότερο χρήσιμα είναι τα συστήματα σχετικής χρονολόγησης. Ο Έβανς στηρίχθηκε στις λεπτομέρειες της κεραμεικής τυπολογίας, διαιρώντας το Μινωϊκό πολιτισμό σε Πρώιμη Μινωϊκή ή Πρωτομινωϊκή (ΠΜ), Μεσομινωϊκή (ΜΜ και Υστερομινωϊκή (ΥΜ), με υποπεριόδους I, II, και III. Αν και είναι χρήσιμο ως στρωματογραφική χρονολόγηση, το σύστημα δεν απεικονίζει πλήρως την ανάπτυξη του Μινωϊκού πολιτισμού. Το σημείο αιχμής στην ανάπτυξή του υπήρξε η εγκαθίδρυση ενός ανακτορικού συγκεντρωτικού κράτους και τούτο υπήρξε η αφορμή ώστε να αναπτύξει ο έλληνας αρχαιολόγος Νικόλαος Πλάτων μια εναλλακτική χρονολογική αλληλουχία: Προανακτορική (ΠM I–MM IΑ), Πρωτοανακτορική ή Παλαιοανακτορική (MM IΒ–MM III), Νεοανακτορική (MM III–ΥΜ II [ΥΜ IIIΑ στη Κνωσσό]) και Μεταανακτορική (ΥΜ III). Μεταγενέστερες έρευνες σχετικά με την ύπαρξη ανακτορικών θεσμών και κτηρίων κατά τους τελευταίους αιώνες του Μινωϊκού πολιτισμού οδήγησαν σε τροποποίηση το αρχικό σύστημα παρεμβάλλοντας τη Τελική Ανακτορική (ΥΜ ΙΙ - ΥΜ ΙΙΙΒ Πρώιμη) ανάμεσα στη Νεοανακτορική (ΜΜ ΙΙΙ - ΥΜ ΙΒ) και τη Μετανακτορική (ΥΜ ΙΙΙΒ Ύστερη - ΥΜ ΙΙΙΓ), οι οποίες συρρικνώθηκαν αντίστοιχα.[5]

Χρονολόγηση του Άρθουρ Έβανς και του Νικόλαου Πλάτωνα
3500–2900 π.Χ.[6] EMI Προανακτορική
2900–2300 π.Χ. EMII
2300–2100 π.Χ. EMIII
2100–1900 π.Χ. MMIA
1900–1800 π.Χ. MMIB Πρωτοανακτορική (ή ΥΜ IIIΑ στη Κνωσσό)
1800–1750 π.Χ. MMIIA
1750–1700 π.Χ. MMIIB Νεοανακτορική
1700–1650 π.Χ. MMIIIA
1650–1600 π.Χ. MMIIIB
1600–1500 π.Χ. LMIA
1500–1450 π.Χ. LMIB Μεταανακτορική ή Τελική Ανακτορική (ΥΜ ΙΙ - ΥΜ ΙΙΙΒ Πρώιμη)
1450–1400 π.Χ. LMII
1400–1350 π.Χ. LMIIIA
1350–1100 π.Χ. LMIIIB

Προανακτορική περίοδος

Νεολιθική ΜΜ ΙΑ: περ. 7000–2000 π.Χ.: Η νεολιθική περίοδος στη Κρήτη θεωρείται ότι αρχίζει περί το 7000 π.Χ. Κατά τον Έβανς η Κρήτη αποικίστηκε από λαούς της ΝΔ Μέσης Ανατολής. Πιστοποιημένη μαρτυρία για τη κατοίκηση αυτής της περιόδου είναι η Κνωσός, στη δυτική πλευρά της κοιλάδας του Καιράτου σε μια έκταση 0.25 εκτ. με κατ' εκτίμησιν πληθυσμό 70 ατόμων. Κατά την άποψη αυτή οι πρώτοι άποικοι έφεραν μαζί τους τις δομές μιας πλήρως αναπτυγμένης καλλιεργητικής κοινωνίας και τη πρωτογλώσσα από την οποία προέκυψαν τα μεταγενέστερα γλωσσικά ιδιώματα του νησιού. Πολύ λίγες τοποθεσίες είναι γνωστές για μια περίοδο 2.500 χρόνων. Οι μαρτυρίες πολλαπλασιάζονται στην ύστερη νεολιθική και στη χαλκολιθική περίοδο (περ. 4500–3500 π.Χ.). Η Κνωσός φθάνει πλέον στην έκταση των 5 εκτ. και ο κατ' εκτίμησιν πληθυσμός της τα 1500 άτομα. Η συγκεκριμένη αύξηση δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί από κάποια δραστική δημογραφική αύξηση των γηγενών και έτσι έχει προταθεί η υπόθεση ότι υπήρξε ένα δεύτερο κύμα αποικισμού, στην ίδια περίοδο που αποικήθηκαν και πολλά από τα νησιά του Αιγαίου. Η εμφάνιση νέων τεχνοτροπιών στη κεραμεική της πρώιμης εποχής του Χαλκού στον Άγιο Ονούφριο και τους Πύργους και άλλα υπολείμματα υλικού πολιτισμού παρόμοια με αυτά του κυκλαδικού πολιτισμού είναι σοβαρή ένδειξη που στρέφει προς την υπόθεση της ύπαρξης ενός μεταναστευτικού ρεύματος στο Αιγαίο στη συγκεκριμένη περίοδο.

Αν και η ΠΜ I φάση καθορίζει συμβατικά την έναρξη της εποχής του Χαλκού, ο όρος είναι μάλλον παραπλανητικός. Η μεταλλουργία του χαλκού ήταν ήδη γνωστή στην ύστερη νεολιθική (Χαλκολιθική) στη Κνωσό, αλλά οι χρήσεις του ορείχαλκου δεν εξαπλώθηκαν ευρέως μέχρι τη ΠΜ ΙΙ (περ. 2500 π.Χ.). Η κατανόηση των κοινωνιών της ΠΜ I–ΜΜ ΙΑ (περ. 3500–2000 π.Χ.) εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από ταφικά ευρήματα, ιδιαίτερα τους κυκλικούς τύμβους στη Μεσαρά, και από λιγοστά ανεσκαμμένα πεδία, όπως τα Δέβλα, η Μύρτος, η Κορυφή (0,09 εκτ.) που έδωσε και το όνομά της στη χαρακτηριστική κεραμεική της ΠΜ II Περιόδου. Η παρουσία τέτοιων τόπων με πληθυσμό πιθανώς 30-50 ατόμων, υπονοεί κοινωνίες με σχετική ισότητα, αντίθετα με τις μεγαλύτερες εγκαταστάσεις της Κνωσού, της Φαιστού των Μαλίων του Μόχλου με πληθυσμούς που ποικίλουν από 450 άτομα στη Φαιστό έως 1.500 άτομα στη Κνωσό. Το μέγεθός τους και οι μνημειακές κατασκευές της Κνωσού ή τα ταφικά ευρήματα του Μόχλου μας οδηγούν στην υπόθεση της ανάδυσης μιας κοινωνικής ιεραρχίας ήδη από τη ΠΜ ΙΙ. Στην ύστερη προανακτορική φάση (ΜΜ ΙΑ στη κεντρική Κρήτη, ΠΜ ΙΙΙ στην ανατολική), Οι πλούσιοι τάφοι μιας ελίτ αριστοκρατίας εξαπλώνονται (Αρχάνες, Μάλια, Μόχλος) και συνιστούν ενδείξεις επαφών με την ανατολική Μεσόγειο. Πέραν τούτου υποδεικνύουν και τη σημασία της κοινωνικής διαστρωμάτωσης και των εξωτερικών επαφών ως παραγόντων ανάδυσης της κοινωνίας των ανακτόρων.

Ανακτορική περίοδος

Το ανάκτορο της Κνωσού

(ΜΜ IΒ έως ΥΜ ΙΒ: περ. 2000–1470 π.Χ.). Τα πρώτα κτήρια που αναφέρονται ως 'ανάκτορα' χτίστηκαν στις αρχαιολογικές θέσεις της Κνωσού, των Μαλίων, της Ζάκρου και της Φαιστού στη ΜΜ ΙΒ φάση. Από αρχιτεκτονικής άποψης είναι μνημειακές κατασκευές (η συνολική έκταση των δαπέδων ποκίλει από 13.000 τμ2 (13 στρέμματα) στη Κνωσό έως 1.300 τμ2 (1.3 στρέμματα) (στα Μάλια), διατεταγμένες γύρω από μια κεντρική αυλή, με λιθόστρωτη δυτική αυλή και εξελιγμένες τεχνικές οικοδόμησης, όπως οι λίθινοι ορθοστάτες. Η ομοιομορφία των πρώτων ανακτόρων είναι σχετικά φαινομενική, κάτι που φαίνεται ιδιαίτερα στα Μάλια με το διασκορπισμένο τους περίγραμμα, ενώ είναι πιθανό διακριτά ανακτορικά οικοδομήματα να μην εμφανίστηκαν σε όλο το νησί έως τη ΜΜ ΙΒ, κυρίως στην ανατολική Κρήτη, όπου το εκτεταμένο οδικό δίκτυο, οι σταθμοί και τα παρατηρητήρια οικοδομήθηκαν κατά τη ΜΜ ΙΙ, για να συνδέσουν το Παλαίκαστρο και το κάτω Ζάκρο με το ΝΑ τμήμα του νησιού.

Οι καινοτομίες στην οικονομική και κοινωνική οργάνωση της ύστερης προανακτορικής περιόδου διακρίνονται καλύτερα στο αρχιτεκτονικό περιβάλλον των πρώτων ανακτόρων. Τα ανάκτορα συσσώρευαν το γεωργικό πλεόνασμα των γαιών τους σε κατασκευές μεγάλων αποθηκών τροφίμων, ώστε να καταστεί δυνατό να χρησιμοποιούνται σε εποχές πίεσης και πιθανώς σε τελετουργικούς εορτασμούς. Για τη καταγραφή των αποθεμάτων και άλλων στοιχείων χρησιμοποιούνταν δύο είδη γραφών —η αποκαλούμενη κρητική ιερογλυφική (κυρίως στη Κνωσό και τα Μάλια) και οι γραμμικές γραφές. Πινακίδες Γραμμικής Α και Γραμμικής Β βρέθηκαν στη Φαιστό κυρίως. Στη Φαιστό επίσης χρησιμοποιήθηκαν πήλινες σφραγίδες για τον άμεσο έλεγχο των αποθηκευτικών χώρων και των ίδιων των δοχείων. Η βιοτεχνική παραγωγή αναπτύχθηκε στα ανάκτορα και είναι πολύ πιθανό το γεγονός ότι τα ανάκτορα μονοπώλησαν πρώτες ύλες όπως ο χαλκός από την Αττική και άλλες πηγές, ο κασσίτερος και το ελεφαντοστούν μέσω της Συρίας.

Ευρήματα πολύχρωμης κεραμεικής στις Καμάρες χαρακτηριστικά της πρωτοανακτορικής περιόδου είναι διαδεδομένα σε διάφορους τόπους της ανατολικής Μεσογείου και στην Αίγυπτο, υποδεικνύοντας δρόμους εμπορίου και σχέσεις ανταλλαγής με τις σημαντικότερες μεσογειακές δυνάμεις. Οι επαφές με την ελληνική ηπειρωτική χώρα και νησιά του Αιγαίου (ειδικά τις Κυκλάδες) είναι πυκνές κατά τη διάρκεια της πρωτοανακτορικής περιόδου και εντείνονται ακόμη περισσότερο στη νεοανακτορική περίοδο. Οι εικονογραφικές μαρτυρίες και τα τέχνεργα προτείνουν ότι τα ανάκτορα χρησιμοποιούντο επίσης ως τελετουργικά κέντρα ενώ στις λατρευτικές θέσεις περιλαμβάνονται σπήλαια (π.χ. Ιδαίον Άντρον και Δικταίον Άντρον), πηγές (π.χ. Κάτω Σύμη), και ιερά σε κορυφές —ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Μινωϊκού πολιτισμού— ήταν ευρέως διαδεδομένα στην ύπαιθρο.

Τα ανάκτορα έγιναν εστιακά σημεία εγκατάστασης και η αύξηση των εγκαταστάσεων στη Κνωσό μέχρι τη νεοανακτορική περίοδο εκτιμάται σε 0,75 τχ2, γεγονός που υποδεικνύει πληθυσμό ίσως και 12.000 ατόμων. (Συγκριτικά, οι Μυκήνες της (ΥΕ) Υστεροελλαδικής περιόδου ήταν 0,3 τχ2, συμπεριλαμβανομένης της περιτοιχισμένης ακρόπολης). Τα εδάφη που ελέγχονταν από τη Κνωσό, τη GAMO και τα Μάλια πιθανώς κάλυπταν έκταση πάνω από 1.000 τετρ. χλμ.

Η μετάβαση από τα παλαιά ή πρώτα ανάκτορα (της πρωτοανακτορικής) στα νέα ή δεύτερα ανάκτορα (της νεοανακτορικής περιόδου) καθορίζεται από την αναδημιουργία των οικοδομημάτων, μετά από τις καταστροφές —πιθανώς εξαιτίας σεισμού— και στις τρεις σημαντικές θέσεις της Μεσομινωϊκής (MM II και IIIA). Τα νέα ανάκτορα γίνονται περισσότερο κατανοητά σε ό,τι αφορά στο τρόπο λειτουργίας τους, καθώς παρουσιάζουν μείζονες αρχιτεκτονικές ομοιότητες. Διατηρούν πολλούς από τους ρόλους των προκατόχων τους, όπως είναι η αποθήκευση, η τελετουργία, η παραγωγή και η συγκέντρωση πρώτων υλών μέσω των επαφών με την ελληνική ηπειρωτική χώρα και τα αιγαιακά νησιά, την ανατολική Μεσόγειο και την Αίγυπτο. Με εντυπωσιακό τρόπο αναδεικνύονται αυτές οι επαφές στις Μινωϊκού ύφους τοιχογραφίες του Τελ Κάμπρι (Tel Kabri) στο Ισραήλ και του Τελ ελ-Νταμπ’α Tell el-Dab'a (αρχαία Αὔαρις) στο Δέλτα του Νείλου.

Αρχαίες αναφορές

Σύμφωνα με τον Όμηρο η Κρήτη ήταν εξαιρετικά πυκνοκατοικημένη την εποχή εκείνη όπως σημειώνει στη ραψωδία 19 της Οδύσσειας.

ΟΜΗΡΟΣ - Ὀδύσσεια Απόδοση
Κρήτη τις γαῖ᾽ ἔστι, μέσῳ ἐνὶ οἴνοπι πόντῳ,

καλὴ καὶ πίειρα, περίρρυτος· ἐν δ᾽ ἄνθρωποι
πολλοί, ἀπειρέσιοι, καὶ ἐννήκοντα πόληες·
175 ἄλλη δ᾽ ἄλλων γλῶσσα μεμιγμένη· ἐν μὲν Ἀχαιοί,
ἐν δ᾽ Ἐτεόκρητες μεγαλήτορες, ἐν δὲ Κύδωνες,
Δωριέες τε τριχάϊκες δῖοί τε Πελασγοί·
τῇσι δ᾽ ἐνὶ Κνωσός, μεγάλη πόλις, ἔνθα τε Μίνως
ἐννέωρος βασίλευε Διὸς μεγάλου ὀαριστής,
180 πατρὸς ἐμοῖο πατήρ, μεγαθύμου Δευκαλίωνος.

Κάπου υπάρχει η Κρήτη, νησί στη μέση ενός πελάγου
βαμμένου στο μαβί, πλούσιο κι εύφορο, θαλασσοφίλητο·
το κατοικούν πολλοί, άνθρωποι αναρίθμητοι, σε πόλεις ενενήντα.
Μεικτή η γλώσσα τους κι ανάκατη, ανάλογα με τη φυλή·
άλλοι Αχαιοί, άλλοι οι βέροι Κρητικοί γενναίοι, εκεί κι
οι Δωριείς στα τρία χωρισμένοι, κι ακόμη οι Κύδωνες κι οι θείοι Πελασγοί.
Ανάμεσά τους η Κνωσός, μεγάλη πόλη, όπου βασίλευε άλλοτε ο Μίνως,
στα εννιά του χρόνια του μεγάλου Δία αγαπημένος,
180πατέρας του πατέρα μου, του αντρείου Δευκαλίωνα —

Ο Στράβωνας γράφει:[7]

τούτων φησὶ Στάφυλος τὸ μὲν πρὸς ἕω Δωριεῖς κατέχειν, τὸ δὲ δυσμικὸν Κύδωνας, τὸ δὲ νότιον Ἐτεόκρητας, ὧν εἶναι πολίχνιον Πρᾶσον, ὅπου τὸ τοῦ Δικταίου Διὸς ἱερόν• τοὺς δ’ ἄλλους ἰσχύοντας πλέον οἰκῆσαι τὰ πεδία. τοὺς μὲν οὖν Ἐτεόκρητας καὶ τοὺς Κύδωνας αὐτόχθονας ὑπάρξαι εἰκός, τοὺς δὲ λοιποὺς ἐπήλυδας, οὓς ἐκ Θετταλίας φησὶν ἐλθεῖν Ἄνδρων τῆς Δωρίδος μὲν πρότερον νῦν δὲ Ἑστιαιώτιδος λεγομένης•

Κατά το Στάφυλο ανατολικά ζούνε οι Δωριείς, δυτικά οι Κύδωνες, στα νότια οι Ετεοκρήτες, με οικισμό τους το Πράσο, όπου βρίσκεται το ιερό του Δικταίου Διός. Οι υπόλοιποι είναι πιο δυνατοί και κατέχουν τις πεδιάδες. Είναι εμφανές ότι οι Ετεοκρήτες και Κύδωνες είναι γηγενείς, ενώ οι άλλοι επήλυδες. Ο Ανδρων λέει πως ήρθαν από τη Θεσσαλία, από τη περιοχή που παλιά λεγόταν Δωρίδα και σήμερα Εστιώτισα

Pax Minoica και Μινωϊκή Θαλασσοκρατία

Όταν ο Έβανς έφερε στο φως τη Κνωσό, λόγω της έλλειψης οχυρώσεων, θεώρησε ότι οι Μινωΐτες ήταν ένας ειρηνικός λαός και γι'αυτό δημιούργησε τον όρο "Μινωϊκή Ειρήνη"(Pax Minoica).[8] Βέβαια, αυτή η άποψη έχει καταρριφθεί τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας της ανακάλυψης οχυρωμένων οικισμών (λ.χ. Κομμός και Κουφωτό-Αγία Φωτιά Σητείας),[9] όπλων, καθώς επίσης και νωπογραφιών με πολεμικό περιεχόμενο.

Μινωϊκά ξίφη και στιλέτα που βρέθηκαν στα Μάλια και χρονολογούνται μεταξύ 1800-1600 π.Χ.
Αναπαράσταση πολεμικής σκηνής σε νωπογραφία του Ακρωτηρίου της Θήρας

Οι Μινωΐτες είχαν δημιουργήσει μια μεγάλη θαλασσοκρατία, χάρη στο πανίσχυρο στόλο τους. Ο ιστορικός Θουκυδίδης, παρότι έζησε μία χιλιετία αργότερα, αναφέρει χαρακτηριστικά για το Μινωϊκό ναυτικό:

Ο Μίνως, εξ όσων κατά παράδοσιν γνωρίζομεν, πρώτος απέκτησε πολεμικόν ναυτικόν, και εκυριάρχησεν επί του μεγαλυτέρου μέρους της θαλάσσης, η οποία ονομάζεται σήμερον Ελληνική. Κατακτήσας τας Κυκλάδας νήσους, ίδρυσεν αποικίας εις τας περισσοτέρας από αυτάς, αφού εξεδίωξε τους Κάρας και εγκατέστησε τους υιούς του ως κυβερνήτας. Ως εκ τούτου και την πειρατείαν φυσικά κατεδίωκεν όσον ημπορούσεν από την θάλασσαν αυτήν, διά να περιέρχωνται εις αυτόν ασφαλέστερον τα εισοδήματα των νήσων.[10]

Αναπαράσταση νηοπομπής σε νωπογραφία του Ακρωτηρίου της Θήρας
Σύγχρονη ανακατασκευή Μινωϊκού πλοίου

Κοινωνία

Αναπαράσταση γυναικών σε Μινωϊκή νωπογραφία

Στη κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας βρισκόταν ο βασιλιάς που ονομαζόταν "Μίνωας", ο οποίος είχε νομοθετική και διοικητική εξουσία. Ακολουθούσαν οι ευγενείς, οι οποίοι απάρτιζαν το δικαστήριο και πιθανότατα διέθεταν και συμβουλευτική εξουσία. Υπήρχαν επίσης εξειδικευμένοι αξιωματούχοι, όπως γραμματείς και φοροεισπράκτορες, που ασκούσαν τη γραφειοκρατική εξουσία. Στο ιερατείο υπήρχαν και άνδρες και γυναίκες. Ο υπόλοιπος πληθυσμός ασχολούνταν με τη γεωργία και τη κτηνοτροφία ή ήταν τεχνίτες, οι οποίοι συνήθως εργάζονταν στα ανάκτορα.[11][12]

Οι γυναίκες στη Μινωϊκή Κρήτη κατά πάσα πιθανότητα ήταν εξέχουσες προσωπικότητες, όπως φαίνεται από το πλήθος των γυναικείων αναπαραστάσεων σε δαχτυλίδια, νωπογραφίες και πολλά άλλα έργα τέχνης.[13]

Γενετική

Η αρχαιογενετική μελέτη με τίτλο "A European population in Minoan Bronze Age Crete" που εκδόθηκε το 2013, μελέτησε το μιτοχονδριακό DNA (mtDNA) 37 Μινωϊκών σκελετών ηλικίας 4,400–3,700 ετών που βρέθηκαν σε σπήλαιο του Οροπέδιου Λασιθίου, και τους συνέκρινε με 135 αρχαίες και σύγχρονες πληθυσμιακές ομάδες, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι οι Μινωΐτες είχαν τη πιο στενή μιτοχονδριακή συγγένεια με τους νεολιθικούς και σύγχρονους πληθυσμούς της Ευρώπης, αποκλείοντας υποθέσεις προέλευσης από τη Βόρεια Αφρική όπως είχε προτείνει ο Άρθουρ Έβανς στο παρελθόν. Οι ερευνητές συμπέραναν ότι ο Μινωϊκός πολιτισμός αναπτύχθηκε από αυτόχθονο πληθυσμό της Κρήτης.[14]

Η αρχαιογενετική μελέτη με τίτλο "Genetic origins of the Minoans and Mycenaeans" που εκδόθηκε το 2017 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι Μινωΐτες είχαν στενή γενετική σχέση με τους Μυκηναίους, και ότι και οι δύο σχετίζονταν στενά αλλά όχι απόλυτα με τους σύγχρονους Έλληνες. Η ίδια μελέτη ανέφερε επίσης ότι τουλάχιστον 3/4 του DNA των Μινωϊτών και των Μυκηναίων προερχόταν από τους πρώιμους Νεολιθικούς γεωργούς που ζούσαν στη δυτική Μικρά Ασία και το Αιγαίο Πέλαγος (Μινωΐτες ~84–85%, Μυκηναίοι ~74–78%), ενώ περί το υπόλοιπο 1/4 προερχόταν από αρχαίους πληθυσμούς που σχετίζονταν με τους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες του Καυκάσου και το Νεολιθικό Ιράν (Μινωΐτες ~14–15%, Μυκηναίοι ~8–17%). Σε αντίθεση με τους Μινωΐτες, οι Μυκηναίοι είχαν επίσης κληρονομήσει ~4-16% από μία "βόρεια" πηγή που σχετίζεται με τους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες της Ανατολικής Ευρώπης και της Άνω Παλαιολιθικής Σιβηρίας, και εισήχθη μέσω μίας εγγύτερης πηγής που σχετίζεται είτε με τους κατοίκους της δυτικής Ευρασιατικής στέπας είτε με την Αρμενία.[15]

Μινωϊκά δείγματα μελέτης[15][α][β]
Κωδικός Τοποθεσία Χρονολόγηση Φύλο mtDNA Y-DNA
I0070 Σπήλαιο Αγίου Χαράλαμπου Λασιθίου, Κρήτη 2000-1700 ΠΚΧ XY H13a1 J2a1d
I0071 Σπήλαιο Αγίου Χαράλαμπου Λασιθίου, Κρήτη 2000-1700 ΠΚΧ XX U5a1
I0073 Σπήλαιο Αγίου Χαράλαμπου Λασιθίου, Κρήτη 2000-1700 ΠΚΧ XY H J2a1
I0074 Σπήλαιο Αγίου Χαράλαμπου Λασιθίου, Κρήτη 2000-1700 ΠΚΧ XX H5
I9005 Σπήλαιο Αγίου Χαράλαμπου Λασιθίου, Κρήτη 2000-1700 ΠΚΧ XX H
I9123 Αρμένοι Χανίων, Κρήτη 1370-1340 ΠΚΧ XX U5a1
I9127 Μονή Οδηγήτριας Ηρακλείου, Κρήτη 2900-1900 ΠΚΧ XX J2b1a1
I9128 Μονή Οδηγήτριας Ηρακλείου, Κρήτη 2900-1900 ΠΚΧ XX I5
I9129 Μονή Οδηγήτριας Ηρακλείου, Κρήτη 2900-1900 ΠΚΧ XX H+163
I9130 Μονή Οδηγήτριας Ηρακλείου, Κρήτη 2900-1900 ΠΚΧ XY U3b3 G2a2b2
I9131 Μονή Οδηγήτριας Ηρακλείου, Κρήτη 2900-1900 ΠΚΧ XX K1a2
  1. Τα θηλυκά (XX) δείγματα δεν φέρουν πατρογραμμή (Y-DNA), εξού και το σύμβολο – που δεικνύει μη εφαρμογή.
  2. Σύμφωνα με τον Ιωσήφ Λαζαρίδη, που υπήρξε ένας εκ των επικεφαλής της μελέτης, το δείγμα από τους Αρμένους Χανίων είναι χαμηλής ποιότητας και μεταγενέστερο της άφιξης του Μυκηναϊκού πολιτισμού στη Κρήτη, οπότε δεν μπορεί να χαρακτηριστεί Μινωϊκό ή Μυκηναϊκό.[16]

Δείτε επίσης

Βιβλιογραφία

  • Peatfield, Alan A. D. et al, (1996) "Aegean Cultures" στο The Oxford Companion to Archaeology, Brian M. Fagan, (ed.), Oxford University Press .
  • Evans, Sir Arthur, 1921-35. The Palace of Minos: A Comparative Account of the Successive Stages of the Early Cretan Civilization as Illustrated by the Discoveries at Knossos, 4 τομ. (επανεκδ. 1964).
  • Pendlebury, J. D. S., (1963), Archaeology of Crete, (1939, ανατ. 1963).
  • Hood, S., (1971), The Minoans, London.
  • Willetts, R. F., 1976 [επανεκδ. 1995], The Civilization of Ancient Crete, New York: Barnes & Noble Books.
  • Simpson, R. H., (1982), Mycenaean Greece, Park Ridge, NJ: Noyes Press
  • Goodison, Lucy, and Christine Morris, (εκδ.) 1998, "Beyond the Great Mother: The Sacred World of the Minoans," στο Ancient Goddesses: The Myths and the Evidence, London: British Museum Press, 113-132.
  • Fitton, J. Lesley: Die Minoer, Konrad Theiss Verlag, Stuttgart 2004, ISBN 3-8062-1862-5 (Καλή εισαγωγή).
  • Warren, P. - Hankey, V.: Aegean Bronze Age Chronologie, Bristol 1989. (Θεμελιώδες, αλλά τελευταία αμφισβητούμενο έργο για την απόλυτη χρονολόγηση).
  • Manning, S.:The Absolute Chronology of Aegean Early Bronze Age, Sheffield 1995.
  • Lohmann, Hans: Die Santorin-Katastrophe - ein archäologischer Mythos; in: Olshausen, E. - Sonnabend, H. (Hrsg.), Naturkatastrophen in der antiken Welt, Stuttgart 1998, S.337-363.
  • Otto, Brinna: König Minos und sein Volk, Artemis&Winkler Verlag, Düsseldorf/Zürich 1997, ISBN 3-7608-1219-8
  • Wunderlich, Hans Georg: Wohin der Stier Europa trug, Rowohlt Verlag, Reinbek bei Hamburg 1972, ISBN 3-498-07269-2 (Διαβάζεται ευχάριστα, αλλά πολλές αναλύσεις του έχουν σήμερα πια ξεπεραστεί, π.χ. η υπόθεση του Wunderlich ότι τα ανάκτορα ήταν νεκροπόλεις, που σήμερα απορρίπτεται καθολικά.)
  • Chaniotis, Angelos: Das antike Kreta, Verlag C.H. Beck, München 2004, ISBN 3-406-50850-2
  • Siebenmorgen, Harald (επιμ.): Im Labyrinth des Minos. Kreta- die erste europäische Hochkultur (Κατάλογος έκθεσης), Biering & Brinkmann, München 2000, ISBN 3-930609-26-6
  • Thierfelder, Helmut: Die Minoer. Ein Handelsvolk?; in: Münstersche Beitrage zur Antiken Handelsgeschichte 2 (1983), 43-58.
  • Manning, Sturt W. et al.: Chronology for the Aegean Late Bronze Age 1700–1400 B.C., in: Science 312, 2006, S. 565-569.
  • Moses Finley, Les Premiers Temps de la Grèce, Maspéro, Paris, 1973.
  • Reynold Higgins, Minoan and Mycenaen Art , Thames & Hudson, London 1997, ISBN 978-0-500-20303-3
  • Edmond Lévy (éd.), Le Système palatial en Orient, en Grèce et à Rome, Brill, Leyde, 1987.
  • Volker J. Dietrich: Die Wiege der abendländischen Kultur und die minoische Katastrophe. Ein Vulkan verändert die Welt (Neujahrsblatt der Naturforschenden Gesellschaft in Zürich Band 207). Koprint Verlag, Alpnach Dorf 2004.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Υποσημειώσεις

  1. Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας Νότιας Ελλάδος, Ανασκόπηση εργασιών 2000-2010.
  2. Wilford, J.N., On Crete, New Evidence of Very Ancient Mariners The New York Times, 15 February 2010.
  3. Bowner, B., Hominids Went Out of Africa on Rafts Wired, 8 January 2010.
  4. P. Tomkins, "Time, Space and the Reinvention of the Cretan Neolithic", στο: V. Isaakidou - P. Tomkins (επιμ.), Escaping the Labyrinth. The Cretan Neolithic in Context, Sheffield Studies in Aegean Archaeology 8, Oxford 2008, 21-48.
  5. P. Rehak - J. G. Younger, "Review of Aegean Prehistory VII: Neopalatial, Final Palatial, and Postpalatial Crete", American Journal of Archaeology 102:1, 1998, 91-173.
  6. This chronology of Minoan Crete is (with minor simplifications) the one used by Andonis Vasilakis in his book on Minoan Crete, published by Adam Editions in 2000, but other chronologies will vary, sometimes quite considerably (EM periods especially). Sets of different dates from other authors are set out at Minoan chronology. The adjustments made were: Source: "Early Minoan III, Middle Minoan IA 2300–1900 BCE", "Middle Minoan IIB, IIIA 1750–1650 BCE" – in both cases the run-together periods have been split equally.
  7. «Στράβων 10-4.5». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Σεπτεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2019. 
  8. «Pax Minoica (Μινωϊκή Ειρήνη) | Πλατφόρμα «Αίσωπος» - Ψηφιακά Διδακτικά Σενάρια». aesop.iep.edu.gr. Ανακτήθηκε στις 24 Απριλίου 2021. 
  9. Gere, Cathy (2009). Knossos and the Prophets of Modernism (στα Αγγλικά). Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής: University of Chicago Press. ISBN 978-0-226-28955-7. 
  10. «Θουκυδίδου Ιστορίαι (Μετάφραση Ελ. Βενιζέλου)». www.mikrosapoplous.gr. Ανακτήθηκε στις 24 Απριλίου 2021. 
  11. Santiago, Pedro (2006). Por Dentro da História. Σάο Πάολο: Escala Educacional. σελ. 130-131. ISBN 9788576666103. 
  12. «Η ανακτωρική κοινωνία - Μινωϊκή Κρήτη». www.fhw.gr. Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού. Ανακτήθηκε στις 25 Απριλίου 2021. 
  13. «Πρωταγωνίστριες οι γυναίκες στην Μινωϊκή Κρήτη - Αποκαλύψεις με λεπτομέρειες σε μια διάλεξη». Crete Woman. 27 Μαΐου 2017. Ανακτήθηκε στις 24 Απριλίου 2021. 
  14. Hughey, Jeffery R.; Paschou, Peristera; Drineas, Petros; Mastropaolo, Donald; Lotakis, Dimitra M.; Navas, Patrick A.; Michalodimitrakis, Manolis; Stamatoyannopoulos, John A. και άλλοι. (14 Μαΐου 2013). «A European population in Minoan Bronze Age Crete». Nature Communications 4. doi:10.1038/ncomms2871. ISSN 2041-1723. PMID 23673646. PMC 3674256. https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC3674256/. 
  15. 15,0 15,1 Lazaridis, Iosif; Mittnik, Alissa; Patterson, Nick; Mallick, Swapan; Rohland, Nadin; Pfrengle, Saskia; Furtwängler, Anja; Peltzer, Alexander και άλλοι. (2 Αυγούστου 2017). «Genetic origins of the Minoans and Mycenaeans» (στα αγγλικά). Nature 548 (7666): 214–218. doi:10.1038/nature23310. ISSN 0028-0836. PMID 28783727. PMC 5565772. https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC5565772/. 
  16. «Iosif Lazaridis @iosif_lazaridis». Twitter (στα Αγγλικά). 3 Αυγούστου 2017. Ανακτήθηκε στις 24 Απριλίου 2021. Crete_Armenoi is a low quality sample that postdates the arrival of Mycenaean culture in Crete so it can't be labelled Minoan or Mycenaean. 

Πρότυπο:Θέματα Αρχαίας Ελλάδα