Παντόλφο Δ΄ Μαλατέστα
Παντόλφο Δ΄ Μαλατέστα | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1475[1][2][3] ή 5 Ιουλίου 1475[4] Ρίμινι[4] |
Θάνατος | 1534[1][2][3] Ρώμη |
Τόπος ταφής | Σάντα Μαρία ιν Τραστέβερε |
Παρατσούκλι | Pandolfaccio[4] |
Χώρα πολιτογράφησης | Παπικά Κράτη |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | κοντοτιέρος |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Violante Bentivoglio, Signora di Rimini |
Τέκνα | Σιγισμόνδος Μαλατέστα |
Γονείς | Ροβέρτος Μαλατέστα |
Οικογένεια | Οίκος των Μαλατέστα |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | lord |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Παντόλφο Δ΄, ιταλ.: Pandolfo IV Malatesta, με το παρωνύμιο Pandolfaccio (Κακός Παντόλφ) (Ιούλιος 1475 - Ιούνιος 1534) από τον Οίκο των Μαλατέστα ήταν Ιταλός κοντοτιέρο και κύριος του Ρίμινι και άλλων πόλεων στη Ρομάνια. Ήταν ένας μικρός παίκτης στους Ιταλικούς Πολέμους.
Βιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ήταν γιος του Ροβέρτου κυρίου του Ρίμινι, με το τέλος του οποίου (1482) ορίστηκε στρατηγός της Δημοκρατίας της Βενετίας. Τέσσερα χρόνια αργότερα έγινε ιππότης από τον βασιλιά Αλφόνσο Β΄ της Νάπολης. Μητέρα του ήταν η Ελιζαμπέτα Αλντομπραντίνι.
Το 1495 προσλήφθηκε από τους Βενετούς, πήρε μέρος στη μάχη του Φορνόβο και αργότερα πολιόρκησε τη γαλλική φρουρά στη Νοβάρα. Η βία και οι δολοφονίες του Παντόλφο έφεραν το μίσος των υπηκόων του: το 1497, μία αποτυχημένη απόπειρα βιασμού σε μία νεαρή κοπέλα πυροδότησε μία εξέγερση στο Ρίμινι, την οποία μπόρεσε να καταστείλει μόνο με την παρέμβαση των Βενετών. Ξέφυγε από μία άλλη συνωμοσία το 1498.
Δύο χρόνια αργότερα ο Καίσαρας Βοργίας εισέβαλε στα εδάφη του Παντόλφo και ο πάπας Αλέξανδρος ΣΤ΄, ο πατέρας του Καίσαρα, τον αφόρισε. Εγκαταλελειμμένος από τους υπηκόους του, ο Παντόλφο αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Ρίμινι για 2.900 δουκάτα, ζώντας στη Βενετία τα επόμενα χρόνια. Μετά το τέλος του Αλεξάνδρου ΣΤ΄, εκμεταλλεύτηκε την ασθένεια του Καίσαρα για να επιτεθεί στο Ρίμινι το 1503, χωρίς όμως οριστική επιτυχία. Το 1509 πήρε μέρος στη μάχη του Aνιαντέλο και μετά την ήττα των Βενετών άλλαξε πλευρά, και υποτάχθηκε στον βασιλιά της Γερμανίας. Αργότερα πολιόρκησε την Πάντοβα, αλλά αναγκάστηκε να επιστρέψει στο φέουδο του την Τσιταντέλα, που του δόθηκε επίσημα το 1512. Αργότερα επέστρεψε στη Βενετία.
Το 1522 ο Παντόλφο, μαζί με τον γιο του Σιγισμόνδο, κατάφεραν να ανακτήσουν για λίγο το Ρίμινι. Το 1527, μετά τη λεηλασία της Ρώμης και τη σύλληψη του πάπα Κλήμη Ζ΄, οι δύο Μαλατέστα εισήλθαν και πάλι στην προγονική τους πόλη, αλλά σύντομα εκδιώχθηκαν από τους παπικούς μισθοφόρους.
Αργότερα έζησε στη φτώχεια στη Φεράρα, υπό την προστασία του δούκα Αλφόνσο ντ' Έστε. Ο Παντόλφo απεβίωσε το 1534 στη Ρώμη. Τάφηκε στην εκκλησία της Σάντα Μαρία στο Τραστέβερε.
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Νυμφεύτηκε τη Βιολάντε Μπεντιβόλιο και είχε τέκνο:
- Σιγισμόνδος 1498-1553, κοντοτιέρος.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Αναλυτικό βιογραφικό του Παντόλφο Μαλατέστα. (στα Ιταλικά)
Παραπομπές σε πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 (Αγγλικά) CERL Thesaurus. Consortium of European Research Libraries. cnp00493005. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 British Museum person-institution thesaurus. 111766. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ 3,0 3,1 3,2 (Αγγλικά, Ιταλικά, Ιαπωνικά) opac.vatlib.it. 495/176091.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 4,3 pandolfo-malatesta_res-6bc9123b-394c-11dd-904a-0016357eee51.