Μισέλ Μαγιόρ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μισέλ Μαγιόρ
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Michel Mayor (Γαλλικά)
Γέννηση12  Ιανουαρίου 1942[1][2][3]
Λωζάνη[3]
ΥπηκοότηταΕλβετία
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο της Γενεύης και Πανεπιστήμιο της Λωζάνης
Βραβεύσειςβραβείο Ζυλ Ζανσέν (1998), βραβείο Μπάλζαν (2000), Χρυσό Μετάλλιο της Βασιλικής Αστρονομικής Εταιρείας (2015), Karl Schwarzschild Medal (2010), βραβείο φυσικής Βολφ (2017), Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής (2004), βραβείο Κιότο στις βασικές επιστήμες (2015), Marcel Benoist Prize (1998), BBVA Foundation Frontiers of Knowledge Award (2011), μετάλλιο Άλμπερτ Αϊνστάιν (2004), The Shaw Prize in Astronomy (2005), Βραβείο Νόμπελ Φυσικής (2019), Αξιωματικός της Λεγεώνας της Τιμής (2017), Viktor Ambartsumian International Prize (2010), Nature's 10 (2013), Clarivate Citation Laureates (2013), επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Λιέγης (2018) και Tycho Brahe Medal (2015)
Ιστοσελίδα
https://exoplanets.ch/team/faculty-members/michel-mayor/
Επιστημονική σταδιοδρομία
Ερευνητικός τομέαςαστροφυσική
Αξίωμαδιευθυντής (1998, 2004)
Ιδιότηταδιδάσκων πανεπιστημίου, αστροφυσικός, αστρονόμος και φυσικός

Ο Μισέλ Μαγιόρ (Michel G.E. Mayor, γεννήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 1942, στη Λωζάνη) είναι γαλλόφωνος Ελβετός αστροφυσικός, ομότιμος πλέον καθηγητής στο Τμήμα Αστρονομίας του Πανεπιστημίου της Γενεύης. Συνταξιοδοτήθηκε επίσημα το 2007, αλλά παραμένει ενεργός ως ερευνητής στο Αστεροσκοπείο της Γενεύης.

Μαζί με τον Ντιντιέ Κελόζ ανεκάλυψαν το 1995 τον πρώτο εξωηλιακό πλανήτη που περιφέρεται γύρω από έναν αστέρα παρόμοιο του Ηλίου, τον 51 Πηγάσου[4], και για τον λόγο αυτόν βραβεύθηκαν με το Βραβείο Νόμπελ Φυσικής το 2019.

Ο Μισέλ Μαγιόρ πήρε μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδικεύσεως (Master) στη φυσική στο Πανεπιστήμιο της Λωζάνης το 1966 και διδακτορικό στην αστρονομία στο Αστεροσκοπείο της Γενεύης το 1971. Το θέμα της διδακτορικής του διατριβής περιελάμβανε ένα «Δοκίμιο επί των κινηματικών ιδιοτήτων των αστέρων στη γειτονία του Ηλίου: Πιθανή σχέση με τη γαλαξιακή σπειροειδή δομή». Επίσης, μελέτησε για λίγο στο Ινστιτούτο Αστρονομίας στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ.

Ακαδημαϊκές θέσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από το 1971 μέχρι το 1984 ο Μαγιόρ εργάσθηκε ως ερευνητής στο Αστεροσκοπείο της Γενεύης, όπου στεγάζεται και το Τμήμα Αστρονομίας του Πανεπιστημίου της Γενεύης. Εκλέχθηκε αναπληρωτής καθηγητής στο πανεπιστήμιο αυτό το 1984 και καθηγητής πρώτης βαθμίδας το 1988, θέση στην οποία παρέμεινε ως τη συνταξιοδότησή του το 2007. Πέρασε από ένα εξάμηνο ως ερευνητής στο Ευρωπαϊκό Νότιο Αστεροσκοπείο (ESO) στη Χιλή και στο Ινστιτούτο Αστρονομίας στο Πανεπιστήμιο της Χαβάης. Ο Μαγιόρ διετέλεσε διευθυντής του Αστεροσκοπείου της Γενεύης από το 1998 μέχρι το 2004. Από το 2007 είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου της Γενεύης.

Ερευνητικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν τους εξωηλιακούς πλανήτες, τις στατιστικές ιδιότητες των διπλών αστέρων, τη δυναμική των σφαιρωτών σμηνών, τη γαλαξιακή δομή και κινηματική, καθώς και την οργανολογία της αστρονομίας.

Στη διδακτορική του διατριβή ερεύνησε για ενδείξεις της σπειροειδούς δομής του Γαλαξία μας στην κατανομή ταχυτήτων αστέρων κοντά στο Ηλιακό Σύστημα. Τα κινηματικά δεδομένα ήταν τότε λιγοστά και ιδιαίτερα η μέτρηση των ακτινικών ταχυτήτων αστέρων αποτελούσε μία μακρά και κοπιαστική διαδικασία. Αφού ολοκλήρωσε τη διατριβή του, ο Μαγιόρ απεφάσισε να αναπτύξει έναν ειδικό φασματογράφο, τον CORAVEL, για να μετρά αστρικές ακτινικές ταχύτητες. «Αυτή υπήρξε η αρχή του ενδιαφέροντός μου για την αστρική κινηματική», έχει δηλώσει σύμφωνα με το βιογραφικό του σημείωμα.

Η αρχική αυτή έρευνα οδήγησε σε διάφορα πεδία, όπως τη μελέτη των στατιστικών χαρακτηριστικών των ηλιοειδών διπλών αστέρων. Μαζί με τον ερευνητή Αντουάν Duquennoy, ο Μαγιόρ έκανε μία επισκόπηση των συνοδών μικρής μάζας αστέρων παρόμοιων με τον Ήλιο, δημοσιεύοντας τα αποτελέσματά της σε ένα από τα γνωστότερα άρθρα που δημοσίευσε το ευρωπαϊκό περιοδικό Astronomy and Astrophysics στα πρώτα 40 χρόνια του[5]. Οι Μαγιόρ και Duquennoy είχαν ανακαλύψει τότε ότι οι μάζες κάποιων από αυτούς τους συνοδούς μπορούσαν να είναι υποαστρικές.

Η εξέλιξη της τεχνολογίας επέτρεψε την κατασκευή ενός νέου φασματογράφου, του ELODIE, που κατασκευάσθηκε στο Αστεροσκοπείο της Άνω Προβηγκίας, στη νότια Γαλλία. Ο Μαγιόρ και ένας μεταπτυχιακός φοιτητής του, ο Ντιντιέ Κελόζ, άρχισαν να χρησιμοποιούν το όργανο αυτό από το 1994 για να μετρήσουν με ακρίβεια επί σειρά νυκτών τις ακτινικές ταχύτητες 140 ηλιοειδών αστέρων. Η μελέτη είχε ως στόχο την ανακάλυψη φαιών νάνων και γιγαντιαίων πλανητών. Στα τέλη του 1994 οι δύο ερευνητές πρόσεξαν ότι ο αστέρας 51 Πηγάσου επεδείκνυε μία περιοδική μεταβολή στην ακτινική του ταχύτητα που μπορούσε να προκαλείται από την περιφορά γύρω του ενός πλανήτη μικρότερου σε διαστάσεις από τον Δία. Το πιο αξιοσημείωτο ήταν ότι η περίοδος περιφοράς αυτού του πλανήτη περί τον 51 Πηγάσου φαινόταν να είναι μόλις 4,2 ημέρες, πράγμα που αρχόταν σε αντίθεση με τις θεωρίες για τον σχηματισμό πλανητικών συστημάτων. Ωστόσο, επιπλέον στοιχεία επέτρεψαν στους Μαγιόρ και Κελόζ να ανακοινώσουν την ανακάλυψη του πρώτου εξωηλιακού πλανήτη που περιφερόταν γύρω από έναν αστέρα της Κύριας Ακολουθίας στις 6 Οκτωβρίου 1995 (είχε προηγηθεί το 1992 ο Αλεκσάντερ Βόλσταν με την ανακάλυψη του πρώτου πλανήτη γύρω από έναν αστέρα νετρονίων).

Η ανακάλυψη αυτή άνοιξε ένα νέο ερευνητικό πεδίο για την αστρονομία. Μέχρι σήμερα (Δεκέμβριος 2017) η παγκόσμια έρευνα έχει ανακαλύψει περισσότερους από 3.700 εξωηλιακούς πλανήτες, πολλοί από τους οποίους μεγάλοι αεριώδεις πλανήτες με διαστάσεις και μάζα πολλαπλάσιες της Γης, που βρίσκονται πολύ κοντά στους αστέρες τους: είναι οι αποκληθέντες «καυτοί Δίες» («hot Jupiters»). Ο Μαγιόρ και οι συνεργάτες του έχουν ταυτοποιήσει περί τους 200. Ωστόσο, η ομάδα του έχει επικεντρωθεί στην έρευνα για μικρότερους πλανήτες, με μάζα εγγύτερη σε αυτή της Γης. Το 2003 το τελευταίο του όργανο για την αναζήτηση πλανητών, ο «Ερευνητής Πλανητών Ακτινικής Ταχύτητας Υψηλής Ακρίβειας» (High Accuracy Radial Velocity Planet Searcher, HARPS), άρχισε να λειτουργεί στο τηλεσκόπιο των 3,5 μέτρων του Ευρωπαϊκού Νότιου Αστεροσκοπείου στην κορυφή Λα Σίγια της Χιλής, επιτρέποντας ακριβέστερες μετρήσεις ακτινικών ταχυτήτων.

Το 2007 ο Μαγιόρ συμμετείχε στην ομάδα 11 Ευρωπαίων επιστημόνων που ανακάλυψαν τον Gliese 581 c, τον πρώτο εξωηλιακό πλανήτη στην κατοικήσιμη ζώνη ενός αστέρα, χρησιμοποιώντας το παραπάνω τηλεσκόπιο[6].

Το 2009 ο Μαγιόρ και η ομάδα του ανίχνευσαν τον μικρότερης μάζας εξωηλιακό πλανήτη που έχει ποτέ ανακαλυφθεί γύρω από αστέρα Κύριας Ακολουθίας, τον Gliese 581 e.[7]

Μέχρι τον Οκτώβριο του 2011 ο Μαγιόρ είχε συμμετάσχει σε περισσότερες από 700 ερευνητικές δημοσιεύσεις. Από το 1989 ως το 1992 συμμετείχε σε έρευνες στο Ευρωπαϊκό Νότιο Αστεροσκοπείο, ενώ από το 1990 ως το 1993 διετέλεσε πρόεδρος της Ελβετικής Εταιρείας Αστρονομίας και Αστροφυσικής.

Τιμητικές διακρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Βραβείο «Marcel Benoist» (ελβετικό) «σε αναγνώριση του έργου του και της σημασίας αυτού του έργου για την ανθρώπινη ζωή» (Αύγουστος 1998)
  • Βραβείο «Jules Janssen» της Γαλλικής Αστρονομικής Εταιρείας (1998)
  • Βραβείο Μπαλζάν (2000)
  • Μετάλλιο Άλμπερτ Αϊνστάιν (2004)
  • Ανακήρυξή του ως «ιππότη» της γαλλικής Λεγεώνας της Τιμής (2004)
  • Βραβείο Shaw στην Αστρονομία από κοινού με τον Αμερικανό αστροφυσικό Τζέφρεϋ Μάρσυ (2005).[8]
  • Διεθνές Βραβείο «Βικτόρ Αμπαρτσουμιάν»[9] (2010, μαζί με άλλους)
  • Σε συνεργασία με τον Pierre-Yves Frei ο Μαγιόρ συνέγραψε ένα βιβλίο με τίτλο Les Nouveaux mondes du Cosmos (εκδ. Seuil, 260 σελίδες), το οποίο βραβεύθηκε με το βραβείο «Βιβλίο Αστρονομίας του 2001» (Livre de l'astronomie 2001) στη 17η Γιορτή Αστρονομίας του Haute Maurienne (Γαλλία).

Ο Μισέλ Μαγιόρ έχει ανακηρυχθεί επίτιμος διδάκτορας των παρακάτω 8 πανεπιστημίων ή άλλων ερευνητικών ιδρυμάτων:


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. (Γερμανικά) Εγκυκλοπαίδεια Μπρόκχαους. michel-mayor. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. (Γερμανικά) Munzinger Personen. 00000031855. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 (Ιταλικά) www.accademiadellescienze.it. michel-mayor. Ανακτήθηκε στις 4  Νοεμβρίου 2021.
  4. Michel Mayor and Didier Queloz (1995). «A Jupiter-mass companion to a solar-type star». Nature 378 (6555): 355–359. doi:10.1038/378355a0. Bibcode1995Natur.378..355M. http://www.nature.com/nature/journal/v378/n6555/abs/378355a0.html. 
  5. Duquennoy, A., Mayor, M.: «Multiplicity among solar-type stars in the solar neighbourhood. II. Distribution of the orbital elements in an unbiased sample.», Astronomy & Astrophysics, τόμος 248, σελ. 485 (1991)
  6. Seth Borenstein (2007-04-25). «Red dwarf is mother to an Earth-like planet». Associated Press. SMH.com. http://www.smh.com.au/news/science/red-dwarf-is-mother-to-an-earthlike-planet/2007/04/25/1177459760296.html. Ανακτήθηκε στις 2009-03-17. 
  7. Mayor et al. (2009). «The HARPS search for southern extra-solar planets,XVIII. An Earth-mass planet in the GJ 581 planetary system». Astronomy and Astrophysics. doi:10.1051/0004-6361/200912172. Bibcode2009A&A...507..487M. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2009-05-21. https://web.archive.org/web/20090521052641/http://obswww.unige.ch/~udry/Gl581_preprint.pdf. Ανακτήθηκε στις 2014-07-24. 
  8. Overbye, Dennis (12 Μαΐου 2013). «Finder of New Worlds». New York Times. http://www.nytimes.com/2014/05/13/science/finder-of-new-worlds.html. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2014. 
  9. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Σεπτεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 24 Ιουλίου 2014.