Μεγάλο Τριανόν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μεγάλο Τριανόν
Le Grand Trianon
Το Μεγάλο Τριανόν 1700
Χάρτης
Είδοςοίκημα αναψυχής
ΑρχιτεκτονικήFrench Baroque architecture και μπαρόκ αρχιτεκτονική
Γεωγραφικές συντεταγμένες48°48′53″N 2°6′17″E
Διοικητική υπαγωγήΒερσαλλίες[1][2]
ΧώραΓαλλία[1][2]
Έναρξη κατασκευής1687
ΙδιοκτήτηςCrown of France
ΑρχιτέκτοναςΖυλ Αρντουάν-Μανσάρ, Λουί Λε Βω και Αντρέ Λε Νοτρ
ΧρηματοδότηςΛουδοβίκος ΙΔ΄ της Γαλλίας
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα
Το Μεγάλο Τριανόν το καλοκαίρι
Το Περιστύλιο του Μεγάλου Τριανόν

Το «Μεγάλο Τριανόν» (Γαλλικά: Grand Trianon) είναι έπαυλη που βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του Τομέα των Βερσαλλιών της Γαλλίας. Χτίστηκε κατόπιν διαταγής του Βασιλιά Λουδοβίκου ΙΔ’ της Γαλλίας ως καταφύγιο για τον εαυτό του και την επίσημη μαιτρέσα του, Μαντάμ ντε Μοντεσπάν, και ως χαλάρωσης από την αυστηρή εθιμοτυπία της βασιλικής αυλής. Το «Μεγάλο Τριανόν» βρίσκεται μέσα στο δικό του πάρκο, το οποίο περιλαμβάνει το «Μικρό Τριανόν» (μια μικρότερη έπαυλη που χτίστηκε το 1760, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Βασιλιά Λουδοβίκου ΙΕ’).

Τριανόν από πορσελάνη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεταξύ 1663 και 1665, ο Λουδοβίκος ΙΔ’ αγόρασε το χωριουδάκι του Τριανόν, στα περίχωρα των Βερσαλλιών. Το 1670, ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Λουί Λε Βω να σχεδιάσει ένα περίπτερο από πορσελάνη.

Η πρόσοψη ήταν κατασκευασμένη από λευκά και μπλε πορσελάνινα (κεραμικά) πλακάκια σε στιλ Ντελφτ από τις γαλλικές βιοτεχνίες της Ρουέν, της Λιζιέ, της Νεβέρ και της Σαιν-Κλάουντ. Η κατασκευή ξεκίνησε το 1670 και ολοκληρώθηκε το 1672.

Τριανόν από μάρμαρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μέχρι το 1686, τα εύθραυστα κεραμίδια πορσελάνης του «Τριανόν από πορσελάνη» είχαν φθαρεί σε τέτοιο σημείο που ο Λουδοβίκος ΙΔ’ διέταξε την κατεδάφιση του περιπτέρου και την αντικατάσταση του με ένα από ισχυρότερο υλικό. Η εργασία ανατέθηκε στον αρχιτέκτονα Ζυλ Αρντουάν-Μανσάρ. Η νέα κατασκευή είχε διπλάσιο μέγεθος από το περίπτερο της πορσελάνης και το υλικό που χρησιμοποιήθηκε ήταν κόκκινο μάρμαρο από το Λανγκντόκ.[3]

Ξεκίνησε τον Ιούνιο του 1687 και ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 1688. Εγκαινιάστηκε από τον Λουδοβίκο ΙΔ’ και τη μυστική σύζυγο του, την Μαρκησία του Μοντεσπάν, το καλοκαίρι του 1688.

Τα αρχικά σχέδια του Ζυλ Αρντουάν-Μανσάρ για το κτίριο άλλαξαν ουσιαστικά κατά τη διάρκεια της κατασκευής, με την αρχική πρόθεση να διατηρηθεί άθικτος ο πυρήνας του Τριανόν από πορσελάνη υπέρ ενός ανοιχτού περιστύλου με ένα παραπέτασμα από κόκκινες μαρμάρινες κολόνες που έβλεπαν στον κήπο. Τουλάχιστον τρεις άλλες κατασκευές χτίστηκαν στο κέντρο του νέου κτιρίου και στη συνέχεια κατεδαφίστηκαν πριν εγκατασταθεί το περιστύλιο, κατά τη διάρκεια της γρήγορης οικοδομικής δραστηριότητας του καλοκαιριού του 1687. Η πλάγια οροφή του Μανσάρ σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο, προοριζόταν να εναρμονιστεί με την οροφή του «Τριανόν από πορσελάνη», αλλά ασκήθηκε βέτο από τον βασιλιά, ο οποίος ένιωσε ότι θα ήταν πολύ «βαριά» στη δομή.[4] Η μεγάλη εσωτερική γκαλερί στα δυτικά από την κεντρική πτέρυγα χτίστηκε στη θέση ενός υπαίθριου πεζόδρομου στο παλιό «Τριανόν από πορσελάνη».

Το σχέδιο εσωτερικού σχεδιασμού απέκλινε σημαντικά από αυτό που ο Λουδοβίκος ΙΔ’ και οι αρχιτέκτονες του είχαν δημιουργήσει στο Παλάτι των Βερσαλλιών. Ο Λουδοβίκος διέταξε τους αρχιτέκτονες να «Βάψουν τα πάντα άσπρα, και να μην υπάρχει καθόλου επιχρύσωμα ή χρώμα για τα τείχη του Τριανόν».[5] Αυτό ήταν εντελώς διαφορετικό, από τα ποικίλα μάρμαρα και τα πλούσια χρώματα που καθόριζαν τους εσωτερικούς χώρους στις Βερσαλλίες. Αντί της βαριάς διακόσμησης που υπήρχε στο παλάτι, οι τοίχοι του Τριανόν ήταν καλυμμένοι με λεπτές σκαλισμένες ξύλινες επενδύσεις, με ασβεστοκονιάματα, με κολώνες και πιο εκλεπτυσμένα κιονόκρανα.[6]

Το Τριανόν ήταν το σπίτι της μεγάλης οικογένειας του Λουδοβίκου ΙΔ’, και στέγαζε τον γιο και τον κληρονόμο του θρόνου, Λουδοβίκο της Γαλλίας (1661–1711) από το 1703 έως το 1711. Η ιδιοκτησία αυτή, ήταν επίσης ένα αγαπημένο καταφύγιο της Δούκισσας της Βουργουνδίας, της συζύγου του εγγονού του Λουδοβίκου, Δούκα της Βουργουνδίας, των γονέων του Λουδοβίκου ΙΕ’. Στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Λουδοβίκου ΙΔ’, το Τριανόν ήταν η κατοικία της συμπεθέρας του βασιλιά Ελισάβετ Καρλόττα του Παλατινάτου, της χήρας Δούκισσας της Ορλεάνης και γνωστή στο Βασίλειο ως Μαντάμ. Ο γιος της, Φίλιππος της Ορλεάνης (1674-1723), μελλοντικός γαμπρός του Λουδοβίκου ΙΔ’ και Αντιβασιλέας της Γαλλίας, έζησε εκεί με τη μητέρα του. Ο Λουδοβίκος ΙΔ’ διέταξε ακόμη και την κατασκευή μιας μεγαλύτερης πτέρυγας για το Τριανόν, η οποία ξεκίνησε το 1708 από τον Μανσάρ. Αυτή η πτέρυγα, που ονομάζεται «Trianon-sous-Bois» (Τριανόν με χαμηλή βλάστηση), στέγαζε την οικογένεια της Ορλεάνης, συμπεριλαμβανομένης της νόμιμης κόρης του Λουδοβίκου ΙΔ’, Φραγκίσκη Μαρία των Βουρβόνων.

Ο νεότερος εγγονός του βασιλιά, ο Κάρολος της Γαλλίας (1686-1714), και η σύζυγος του Μαρία Λουΐζα Ελισάβετ της Ορλεάνης κατοικούσαν επίσης εκεί. Η οικογένεια της Ορλεάνης, που είχε διαμερίσματα στο Παλάτι των Βερσαλλιών, αντικαταστάθηκε αργότερα από την αδερφή του, Λουΐζα Φραγκίσκη των Βουρβόνων, δούκισσα του Μπουρμπόν, η οποία έζησε στο Τριανόν και αργότερα έχτισε το Παλαί Μπουρμπόν στο Παρίσι, ο σχεδιασμός του οποίου ήταν αντίγραφο του Τριανόν.

Το ερμάριο Μαζαρέν, φτιαγμένο από τον Αντρέ-Σαρλ Μπούλ το 1708, για το Μεγάλο Τριανόν.

Το 1708, τα πρότυπα των ερμάριων της Βιβλιοθήκης Μαζαρέν, όπως τότε ονομάζονταν γραφεία (έπιπλο), παραδόθηκαν στο Τριανόν από τον Αντρέ-Σαρλ Μπούλ. Ο πρώτος Δούκας του Αντάν, ο Λουί Αντουάν ντε Παρνταγιάν Γκοντρά, διευθυντής των κτιρίων του βασιλιά, έγραψε στον Λουδοβίκο ΙΔ’: «Ήμουν στο Τριανόν, επιθεωρώντας το δεύτερο γραφείο γραφής από τον Μπουλ. Είναι τόσο όμορφο όσο το άλλο και ταιριάζει τέλεια στο δωμάτιο».[7]

Το 1717, ο Πέτρος Α΄ της Ρωσίας, ο οποίος μελετούσε το παλάτι και τους κήπους των Βερσαλλιών, και κατοικούσε στο Τριανόν, εμπνεύστηκε από τις Βερσαλλίες το Ανάκτορο Πέτερχοφ.

Λουδοβίκος ΙΕ' και μετά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το εσωτερικό του Μεγάλου Τριανόν

Ο Λουδοβίκος ΙΕ’ δεν επέφερε αλλαγές στο Μεγάλο Τριανόν. Το 1740 και το 1743, ο πεθερός του, ο Στανίσλας Λενσίνσκι, πρώην βασιλιάς της Πολωνίας, έμεινε εκεί κατά τις επισκέψεις του στις Βερσαλλίες. Αργότερα, κατά τη διάρκεια της παραμονής στο Τριανόν, ο Λουδοβίκος ΙΕ’ αρρώστησε πριν μεταφερθεί στο Παλάτι των Βερσαλλιών, όπου πέθανε στις 10 Μαΐου 1774.

Κατά παρόμοιο τρόπο και ο Λουδοβίκος ΙΣΤ’ δεν έφερε καμία δομική τροποποίηση στο Μεγάλο Τριανόν. Η σύζυγος του, η βασίλισσα Μαρία Αντουανέτα, που προτιμούσε το Μικρό Τριανόν, έδωσε μερικές θεατρικές παραστάσεις στην Γκαλερί του Γκοτέλ, μια γκαλερί με πίνακες ζωγραφικής του Ζαν Γκοτέλ που αντιπροσωπεύουν τα μπουκέτα των Βερσαλλιών και του Τριανόν.

Κατά τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, το Μεγάλο Τριανόν εγκαταλείφτηκε χωρίς καμία εργασία συντήρησης. Την εποχή της Πρώτης Γαλλικής Αυτοκρατορίας, ο Ναπολέων το έκανε μια από τις κατοικίες του και του έδωσε τον Αυτοκρατορικό ρυθμό. Ο Ναπολέων έζησε στο Μεγάλο Τριανόν με τη δεύτερη σύζυγο του, τη Μαρία Λουΐζα της Αυστρίας.

Οι επόμενοι βασιλείς που ζούσαν στο Μεγάλο Τριανόν ήταν ο Βασιλιάς και η Βασίλισσα των Γάλλων, ο Λουδοβίκος Φίλιππος της Γαλλίας και η Ιταλίδα σύζυγός του Μαρία Αμαλία των δύο Σικελιών. Ήταν απόγονος του αντιβασιλέα Λουδοβίκου Φίλιππου της Γαλλίας και ήταν ανιψιά της Μαρίας Αντουανέτας.

Τον Οκτώβριο του 1837, η Μαρία της Ορλεάνης, πριγκίπισσα της Βυρτεμβέργης (κόρη του Λουδοβίκου Φίλιππου της Γαλλίας) παντρεύτηκε τον Αλέξανδρο της Βυρτεμβέργης στο Μεγάλο Τριανόν.

Το 1920, το Μεγάλο Τριανόν φιλοξένησε τις διαπραγματεύσεις και την υπογραφή της Συνθήκης του Τριανόν, η οποία άφησε την Ουγγαρία με λιγότερο από το ένα τρίτο του εδάφους της πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Για τους Ούγγρους, η λέξη "Τριανόν" παραμένει μέχρι σήμερα το σύμβολο μιας από τις χειρότερες εθνικές αποτυχίες τους.

Το 1963, ο Σαρλ ντε Γκωλ διέταξε την ανακαίνιση του κτηρίου.

Ένας δημοφιλής ιστότοπος σήμερα για τουρίστες που επισκέπτονται τις Βερσαλλίες, είναι επίσης μία από τις προεδρικές κατοικίες της Γαλλικής Δημοκρατίας που φιλοξενούν ξένους αξιωματούχους.

Κατάλογος ενοίκων του Μεγάλου Τριανόν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παράγωγα κτίρια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

== Σημειώσεις == 

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Charles Philippe d'Albert, duc de Luynes (1860-1865), Mémoires, τόμος. 3, σελ. 197, 201, 207 και τομ. 4 σελ. 474 και 477

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 «base Mérimée» (Γαλλικά) Υπουργείο Πολιτισμού της Γαλλίας.
  2. 2,0 2,1 (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 4511. Ανακτήθηκε στις 31  Ιουλίου 2018.
  3. ASMOSIA 4, 1999, p. 66.
  4. Walton, 1986; p.152-153
  5. Walton, 1986; p.160
  6. Walton, 1986; p.160
  7. Commode Mazarine